kotoulas

Του Βασίλη Κωτούλα

Δεν ξέρω πώς τελικά θα καταλήξει το συνέδριο. Αν, δηλαδή, με τις εισηγήσεις, τη συζήτηση, με τις αποφάσεις του θα γίνει το άλμα προς τα μπρος, προς τη σμίκρυνση της αναντιστοιχίας που υπάρχει ανάμεσα στην πολιτική και εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ και τη χαμηλή σχετικά ποσοτική και ποιητική δυναμική του κόμματος, δυναμική που είναι πολύ πίσω απ΄ αυτό που απαιτεί η εποχή μας και η κοινωνική, πολιτική και ταξική σύγκρουση στη χώρα.
Είναι αυτονόητο ότι το συνέδριο θα ασχοληθεί, θα αναλύσει, θα εκτιμήσει εκτός από την πορεία και τη δράση του κόμματος και τη μέχρι τώρα δράση και πορεία της κυβέρνησης. Απαιτείται άμεσα και η κυβέρνηση να ανεβάσει στροφές απόδοσης του έργου της και όλους τους τομείς και κυρίως να λύνει καθημερινά επιλύσιμα προβλήματα του λαού.

Θέσεις κόμματος - κυβέρνησης

Από τα δύο προβλήματα που προανέφερα, κατάσταση κόμματος και απόδοση κυβέρνησης, προκύπτει και το θέμα που απασχόλησε πολύ και πολλούς/ες στον προσυνεδριακό διάλογο: το πρόβλημα σχέσεων κόμματος-κυβέρνησης. Το κόμμα πρέπει να μιλάει με την κυβέρνηση από «τα κάτω», από την κοινωνία, από και μέσα από τα κινήματα. Το κόμμα συνεπώς για να εκπληρώνει αυτή την αποστολή πρέπει να γειωθεί βαθύτερα και πλατύτερα στην κοινωνία και απ’ αυτή τη θέση οι σχέσεις του με την κυβέρνηση θα είναι σχέσεις διαλόγου, αλληλοτροφοδοσίας και δημιουργικής αντιπαράθεσης και έντασης. Συνεπώς, δεν πρέπει να είναι ούτε χωνί προπαγάνδας υπέρ της κυβέρνησης, ούτε καταγγελίας της. Ο προσυνεδριακός διάλογος έχει αναδείξει πολλά προβλήματα που πρέπει να μπορούν να λυθούν, που αφορούν αμεσότερη επικοινωνία και συντονισμό δράσης αυτών των δύο σχετικά αυτόνομων επιπέδων, πρωταγωνιστών και πολιτικών υποκειμένων δράσης: της κυβέρνησης και του κόμματος. Να αποκλειστούν κατηγορηματικά οποιεσδήποτε τάσεις και επιδιώξεις τόσο για κομματικοποίηση του κράτους όσο και για κρατικοποίηση του κόμματος.

Οι θέσεις και ο προσυνεδριακός διάλογος

Είμαι, έστω και συγκρατημένα, αισιόδοξος ότι τα αποτελέσματα του συνεδρίου θα μας ωθήσουν σε κάποια βήματα μπροστά. Δεν είμαι βέβαιος αν θα γίνει το άλμα που χρειάζεται. Βήματα θα γίνουν γιατί συνολικά οι προσυνεδριακές θέσεις είναι ένα καλό κείμενο, σε σωστή κατεύθυνση και ο διάλογος που έγινε ήταν κι αυτός αρκετά πλούσιος και συνεπώς το τελικό κείμενο θέσεων που θα ψηφιστεί στο συνέδριο, θα εμπλουτιστεί τόσο απ’ όλα αυτά όσο και από το κείμενο συμβολής των συντρόφων του ρεύματος των «53+». Το αναφέρω παρ’ όλο που δεν ανήκω «οργανωτικά» σε καμία τάση.
Τι κόμμα θέλουμε; Είναι μεγάλο ιστορικό, πολιτικό, θεωρητικό, ιδεολογικό και οργανωτικό πρόβλημα το τι κόμμα χρειαζόμαστε για να μπορούμε στην εποχή μας, την εποχή του 21ου αιώνα να προωθούμε πιο αποτελεσματικά την άμεση, τη μεσοπρόθεσμη και την απώτερη στρατηγική μας. Γνωρίζουμε περισσότερο τι κόμμα δεν θέλουμε και λιγότερο τι είδους κόμμα θα υπηρετεί καλύτερα το όραμά μας, το όραμα του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα. Ελπίζω ότι αυτός είναι ο κοινός στρατηγικός στόχος όλων μας.
Ξέρουμε ότι το κόμμα που χρειαζόμαστε δεν μπορεί να είναι το μονολιθικό κόμμα της κυρίαρχης τριτοδιεθνιστικής σεχταριστικής και όχι ανανεωτικής παράδοσης που επάξια την αντιπροσωπεύει και σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ, ούτε εκείνο της ιστορικής σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης που δεν ξέρω αν επάξια την αντιπροσωπεύει το σημερινό ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή, δεν μπορεί να είναι το μονολιθικό του άκαμπτου και αυστηρού «Δημοκρατικού Συγκεντρωτικού» που ακύρωνε και ακυρώνει τις δημοκρατικές λειτουργίες, εμπόδιζε και εμποδίζει τη δημιουργία και ανάδειξη του κόμματος σε δημοκρατικό, συλλογικό, μαχόμενο διανοούμενο. Δεν μπορεί επίσης να είναι κόμμα άθροισμα οργανωμένων τάσεων που κι αυτές με τις ξεχωριστές τους λειτουργίες συχνά ακυρώνουν, παραλύουν τις δημοκρατικές συλλογικές λειτουργίες, ακυρώνουν τον αυτόνομο κυρίαρχο όρο των μελών του, δυσκολεύουν το άνοιγμα του κόμματος στην κοινωνία δεν διευκολύνουν την ανάδυση ενός φορέα που θα γίνεται όλο και περισσότερο ένα μαζικό συλλογικό υποκείμενο.
Όταν μάλιστα υπάρχουν οργανωμένες τάσεις που έχουν ασύμβατα μεταξύ τους μεσοστρατηγικά σχέδια, όπως συνέβαινε στο ΣΥΡΙΖΑ πριν από την αποχώρηση της λεγόμενης αριστερής τάσης του σ. Λαφαζάνη, τότε που αλληλοακυρώνονταν όλοι και ολόκληρο το κόμμα. Το κόμμα τότε ούτε ενιαίο ήταν ούτε προσέφερε όσα θα μπορούσε ώστε να υποβοηθούσε, να υπηρετούσε τη δυναμική που προέκυψε μέσα από τα σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας, και αυτή η δυναμική ήταν που ώθησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση στο πλαίσιο της ΕΕ και του ευρώ που ήταν το σχέδιο του. Στο πλαίσιο της ύπαρξης δύο ασύμβατων μεσοστρατηγικών η αποχώρηση και η διάσπαση που επιδίωξαν οι σύντροφοι της σημερινής ΛΑΕ ήταν αναπόφευκτη. Θα πρόσθετα ότι ήδη από το 2012 που φάνηκε ότι η δυναμική του σχεδίου της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να κατακτήσει την κυβερνητική εξουσία η συγκατοίκηση στο ίδιο κόμμα ίσως ήταν επιζήμια και για τους δυο. Όσο δηλαδή ήμασταν κόμμα του 5%, κυρίως κόμμα διαμαρτυρίας, με ακροβασίες στις διατυπώσεις μπορούσε να συνυπάρχει, κακώς λέω εγώ, και το ΟΧΙ στην ΕΕ και το ευρώ και το ΝΑΙ.
Διαφορετικό χαρακτήρα από εκείνες με τη ΛΑΕ έχουν οι διαφωνίες με τους συντρόφους που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και συγκροτούν τη Δικτύωση. Για τώρα σε ό,τι αφορά τους συντρόφους αυτούς, περιορίζομαι να πω, και αυτό ισχύει και για τον σ. Γ. Μηλιό, ότι βιάστηκαν να καταλήξουν στην εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οριστικά μεταλλαχθεί σε αστικό κόμμα, και έχει ενσωματωθεί στη διαχείριση του συστήματος. Κάνουν λάθος και ελπίζω ότι σύντομα θα ξαναβρεθούμε μαζί, ή τουλάχιστον με ένα μεγάλο μέρος τους.

Και τώρα τι κάνουμε;

Τώρα η ύπαρξη των τριών τάσεων δεν εμπεριέχει ούτε μεσοπρόθεσμες ούτε μακροπρόθεσμες στρατηγικές ασυμβατότητες. Είναι όμως ανάγκη οι τάσεις να είναι κυρίως, αποκλειστικά θα έλεγα, ρεύματα ιδεών και καθόλου μα καθόλου μηχανισμοί στήριξης, έστω και άθελά τους, προσωπικών πολιτικών.
Φαινόμενα προσωπικών, παρεΐστικων, ιδιοτελών στάσεων και συμπεριφορών υπάρχουν και στην «τέταρτη» τάση, που δεν είναι οργανωμένη, πρόκειται συνήθως για προσωπικότητες που προέρχονται από την πασοκοσοσιαλδημοκρατική παράδοση. Η θητεία τους σ’ εκείνον τον χώρο, αρκετών αλλά όχι όλων, τους συνήθισε σε πελατειακού χαρακτήρα λειτουργίες. Τέτοιες απαράδεκτες καταστάσεις αναδεικνύουν και ηθικά προβλήματα και θα πρέπει να υπάρχει απ’ όλους ιδιαίτερη επαγρύπνηση δια τον εξοστρακισμό τους. Συνήθως, αλλά όχι μόνο, στις κορυφές του κόμματος, της κυβέρνησης και τον κάθε λογής αξιωμάτων και θέσεων του δημοσίου παρουσιάζονται τέτοια φαινόμενα που πρέπει να απομονώνονται.

Σημείωση: Το β΄ μέρος που θα δημοσιευθεί στο επόμενο φύλλο αναφέρεται στο βασικό λάθος της προηγούμενης περιόδου, την αυταπάτη για το συσχετισμό δύναμης στην Ευρώπη, τις επιπτώσεις εκείνου του λάθους και τι έπρεπε και μπορούσε να γίνει.
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet