Του Κωστή Γιούργου

Μιλώντας στην εκπομπή «Ιστορίες» της τηλεόρασης του ΣΚΑΪ , ο κ. Ιερώνυμος επέλεξε, σε κραυγαλέα αντίθεση με την μέχρι πρότινος συναινετική στάση του, να εγκαινιάσει γραμμή αντιπαλότητας προς την κυβέρνηση. Το έπραξε ηθελημένα; Αν ναι, πόσο κοντά στη ρήξη προτίθεται να πάει αυτό το ρήγμα το ιερατείο; Διότι, μπορεί, απαντώντας στην ερώτηση για τις σχέσεις του με το υπουργό Παιδείας, ο μακαριότατος να στόχευσε τον Ν. Φίλη χαρακτηρίζοντάς τον  «προβληματικό άνθρωπο» και «ασυνεπή στις σχέσεις του και στα λόγια του» –απευθυνόμενος μάλιστα, στο ακροατήριό του, σ’ εμάς τους πολίτες δηλαδή, ως μη όφειλε με αοριστίες–, όμως μια προσεκτική ανάγνωση ολόκληρης της συνέντευξης στον κ. Παπαχελά, δείχνει ότι ο πρωθιεράρχης επέλεξε να καταστήσει παρελθόν τις πολύ καλές σχέσεις που είχε με τον πρωθυπουργό. Θα ήταν συνετό να το ξανασκεφθεί, αν πιστεύει ότι δεν τον αγγίζουν οι υποψίες που αποδίδουν την αλλαγή στάσης του στην εκτίμηση για ενδεχόμενες εκλογές και πιθανή αλλαγή κυβέρνησης, σε αντικειμενική συμπόρευση με τα όσα απεργάζεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Πέρα από υποθέσεις, πώς θα μπορούσε να ερμηνευτεί διαφορετικά το ότι λίγες μόνο μέρες μετά τη δήλωσή του, βγαίνοντας από το μέγαρο Μαξίμου, ότι «λύθηκαν οι παρεξηγήσεις με την κυβέρνηση», ο ιεράρχης υιοθετεί τις πιο ακραίες θέσεις αντιδραστικών δεσποτάδων από τους οποίους  έδειχνε μέχρι τώρα αποστασιοποιημένος,  καλύπτοντας ακόμη και τον διχαστικό και μισαλλόδοξο λόγο του Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιου, και υιοθετώντας, ο αγαθότατος, φυλετιστικές και αντι-ανεξίθρησκες αντιλήψεις στις οποίες δεν μας είχε συνηθίσει; Αντιλήψεις που τον φέρνουν σε αντίθεση όχι απλώς με την αξιακή προσήλωση της Αριστεράς στην αποδέσμευση του κράτους από τον εναγκαλισμό των Μεγαλοποιμένων, αλλά με τον ουμανιστικό πυρήνα του ευρωπαϊσμού.
Ατυχέστατα, ο μακαριότατος  έρχεται να εμπλακεί στην πολιτική, ενώ, την ίδια ώρα, την απαξιώνει λέγοντας για τους δημοκρατικά εκλεγμένους εκπροσώπους του λαού ότι, «όταν τους βλέπω να βρίζονται μέσα στη Βουλή λέω, τι μάθημα παίρνει ο κόσμος». Ξεχνά ότι σε αυτή τη φράση συμπύκνωσε την αιτιολόγηση της κατάλυσης της δημοκρατίας η απριλιανή δικτατορία; Εμπλέκεται μολαταύτα. Και το πράττει «εν επιγνώσει», επιλέγοντας να δημοσιοποιήσει μια άκρως προσωπική εκμυστήρευση του υπουργού Άμυνας προς τον ίδιο, όπου εμφανίζεται ο Πάνος Καμμένος να του εξομολογείται: «Αν μου πείτε, Μακαριότατε, εγώ ρίχνω την κυβέρνηση αύριο το πρωί».

Ατοπήματα πρώτου μεγέθους

Αυτό, εκτός του ότι προσβάλλει τον ίδιο τον ηθικό πυρήνα της χριστιανικής εξομολόγησης, εκτός του ότι αποτελεί ατόπημα πρώτου μεγέθους εμπλοκής  στην τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα, θέτοντας εν αμφιβόλω τη συνοχή μιας κυβέρνησης σε κρίσιμη φάση των προσπάθειών της,  ανακαλεί, ταυτόχρονα, στη μνήμη μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες τής μεταπολεμικής μας ιστορίας: την αποστασία βουλευτών της κυβερνώσας Ενώσεως Κέντρου, με προτροπή των ανακτόρων και με αποτέλεσμα την ανατροπή της νόμιμης κυβέρνησης. Την κατάπτυστη εκείνη εκτροπή από τη δημοκρατία, την περιφρόνηση της λαϊκής βούλησης, που οδήγησε στην επιβολή της δικτατορίας με το πρόσχημα του «κομμουνιστικού κινδύνου».
Πιθανόν, στη ρύμη του λόγου του, ο κ. Ιερώνυμος να μην αντιλήφθηκε πόσο επικίνδυνα κοντά έβαλε δύο εύφλεκτα υλικά: την υπόνοια ανατροπής μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης δια της μεθόδου της αποστασίας και την, κατά τη γνώμη του, αναρμοδιότητα της Αριστεράς  να ασκεί πλήρως και ανεμπόδιστα τα καθήκοντα που της εμπιστεύτηκε ο λαός. Πιθανόν να το αντιλήφθηκε εκ των υστέρων. Πιθανόν να έχει αντιληφθεί τώρα την προσβολή που διέπραττε προς τη δημοκρατία όταν έλεγε: «Ποιο λόγο έχει ο πρωθυπουργός, η αριστερά, ο κομμουνισμός –αν θέλετε– να έχει λόγο στα εκκλησιαστικά πράγματα;» Ο κομμουνισμός του Τσίπρα, εννοείται. Διότι για τον «άλλο» κομμουνισμό ο αγαθότατος επεφύλαξε εγκώμια συμπληρώνοντας: «Ο κ. Κουτσούμπας, και τον συγχαίρω από αυτή τη θέση, είπε “δε μπορώ να καταλάβω ένα κομμουνιστικό κόμμα, μια Αριστερά, τι δουλειά έχει στο παγκάρι της Εκκλησίας”». Αν αυτό δεν λέγεται στοχευμένη εμπλοκή στα πολιτικά πράγματα, πώς αλλιώς λέγεται;
Ο κ. Ιερώνυμος ίσως δεν αντιλήφθηκε σε όλο του το μέγεθος το πόσο διχαστικά όμοιος ακούγεται ο δικός του «επιλεκτικός» αντικομμουνισμός με τον αντικομμουνισμό, π.χ., του κ. Άδωνι Γεωργιάδη. Δεν μπορεί, ωστόσο, να μην αντιλήφθηκε πόσο κραυγαλέα κοντά συνέπεσε χρονικά η συνέντευξη που του ζητήθηκε και έδωσε στο κανάλι του κ. Αλαφούζου με την πολιτική αναστάτωση που προκλήθηκε από την απόφαση του ΣτΕ να κρίνει αντισυνταγματικό ένα άρθρο του νόμου 4339/2016.
Η ατυχής επέμβαση του προκαθήμενου στα κοινά στη συγκεκριμένη συγκυρία προκάλεσε ένα ρήγμα που θα χρειαστεί πολλή καλή θέληση και προσπάθειες για να κλείσει. Κρατώντας χαμηλά τους τόνους, η κυβέρνηση πράττει σωστά. Σωστά θα πράξει και ο ιεράρχης αν έγκαιρα αντιληφθεί ότι, όταν επιλέγεις να μιλήσεις με όρους πολιτικής σε μια ευνομούμενη Πολιτεία, αυτό σημαίνει ότι αυτομάτως αποδέχεσαι τους όρους της Δημοκρατίας. Ότι, με δυο λόγια, δεν δικαιούσαι  να αμφισβητείς την απόλυτη υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι στο λαό να ορίζει αυτή τη σχέση της με την εκκλησία.
Η έννοια του χωρισμού (ή μη) κράτους και εκκλησίας θα λάβει  ουσιαστικό περιεχόμενο όταν τεθεί επί τάπητος προς λύση. Ελλείψει ειλικρινών προθέσεων, η έννοια καταπονεί την ελληνική δημοκρατία από καταβολής. Μια καλή αρχή θα ήταν ο αρχιεπίσκοπος να διευκρινίσει τι εννοεί όταν λέει «δεν υπάρχει στην Αποστολή την ποιμαντική της Εκκλησίας η λέξη χωρισμός. Χωρίζω ποιον; Το παιδί μου; Στην Ελλάδα οι πολίτες δημιουργούν το κράτος. Υπάρχει μία σχέση. Η εκκλησία γεννάει τους πολίτες». Διότι εμείς ξέρουμε ότι τους πολίτες τους γεννά η Δημοκρατία – με μαία την Πειθώ. Κάνουμε λάθος;
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet