tsiganou

Της Ιωάν­νας Τσί­γκα­νου

Εί­ναι γε­γο­νός ό­τι η δια­φά­νεια και η λο­γο­δο­σία σε ό,τι α­φο­ρά την ά­σκη­ση δη­μό­σιου κα­θή­κο­ντος ή ε­ξου­σίας υ­πέρ του δη­μο­σίου συμ­φέ­ρο­ντος χα­ρα­κτη­ρί­ζει το δυ­τι­κού τύ­που κρά­τος  δι­καίου α­πό τη νε­ο­τε­ρι­κό­τη­τα κι ε­ντεύ­θεν.  Εί­ναι ε­πί­σης γε­γο­νός ό­τι και στη χώ­ρα μας οι σχε­τι­κές δη­λώ­σεις α­πό­κτη­σης πλού­του ή ι­διο­κτη­σίας πριν και με­τά την ά­σκη­ση κά­ποιου δη­μό­σιου κα­θή­κο­ντος α­πό φυ­σι­κά πρό­σω­πα ε­μπλε­κό­με­να στη δη­μό­σια ζωή έ­χουν πλέ­ον κα­τα­στεί βα­σι­κή και α­να­ντίρ­ρη­τη προϋπό­θε­ση. Προϋπό­θε­ση  η ο­ποία μά­λι­στα ε­νέ­χει τη θέ­ση α­διαμ­φι­σβή­τη­του τεκ­μη­ρίου ε­ντι­μό­τη­τας, ά­νευ της ο­ποίας η ά­σκη­ση δη­μο­σίας ε­ξου­σίας κρί­νε­ται νε­φε­λώ­δης. Η δη­μο­σιο­ποίη­ση δε των δη­λώ­σεων «πό­θεν έ­σχες» των πρω­τα­γω­νι­στών της πο­λι­τι­κής και δη­μό­σιας ζωής θεω­ρεί­ται πως πλη­ροί τη ρή­τρα της λο­γο­δο­σίας και προ­σφέ­ρει το α­πα­ραί­τη­το έ­δα­φος  για την κρί­ση της α­ξιο­πι­στίας τους α­πό τους πο­λί­τες και ε­νι­σχύει με­τα­ξύ άλ­λων και την ε­μπι­στο­σύ­νη στο πο­λι­τι­κό μας σύ­στη­μα συ­νο­λι­κά, η ο­ποία σή­με­ρα κυ­μαί­νε­ται σε μη­δε­νι­κά ε­πί­πε­δα.
Για τους λό­γους αυ­τούς η ε­πι­λε­κτι­κή α­να­φο­ρά α­πό τα ΜΜΕ  σε συ­γκε­κρι­μέ­νους κά­θε φο­ρά πο­λι­τι­κούς πρω­τα­γω­νι­στές και δη­μό­σια πρό­σω­πα α­να­φο­ρι­κά με τις δη­λώ­σεις «πό­θεν έ­σχες» πα­ρα­βιά­ζει βα­σι­κούς κα­νό­νες λει­τουρ­γίας του κρά­τους δι­καίου. Πά­ντο­τε με προ­βλη­μά­τι­ζε αυ­τού του τύ­που η ε­πι­λε­κτι­κή  «α­πο­μό­νω­ση» δη­μο­σίων λει­τουρ­γών και η «μό­νω­ση» ό­λων των υ­πο­λοί­πων. Για πα­ρά­δειγ­μα, πρό­σφα­τα, στο στό­χα­στρο της ε­πι­και­ρό­τη­τας βρέ­θη­κε η κ.  Κού­νε­βα. Κα­λεί­ται λοι­πόν η κ. Κού­νε­βα να α­πο­δεί­ξει το  «πό­θεν έ­σχε» του συ­νό­λου των κα­τα­θέ­σεών της, οι ο­ποίες θεω­ρή­θη­καν ύ­ψους α­πα­γο­ρευ­τι­κού για την πε­ρί­πτω­σή της, ε­νώ άλ­λοι με δυ­σθεώ­ρη­το συ­γκρι­τι­κά ύ­ψος πλού­του πα­ρα­μέ­νουν στο α­πυ­ρό­βλη­το.  Για­τί ;
Κοι­νω­νιο­λο­γι­κά μι­λώ­ντας η πε­ρί­πτω­ση Κού­νε­βα ε­νερ­γο­ποιεί την κοι­νω­νιο­λο­γι­κή μας φα­ντα­σία και μας προ­τρέ­πει να α­να­ζη­τή­σου­με για μια α­κό­μη φο­ρά την κα­τα­νό­η­ση αυ­τής της ε­ξαι­ρε­τι­κής  - κα­τά κυ­ριο­λε­ξία και με­τα­φο­ρι­κά - με­τα­χεί­ρι­σης της συ­γκε­κρι­μέ­νης πο­λι­τι­κού στην τα­ξι­κή συ­γκρό­τη­ση των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών. Το ζή­τη­μα εί­ναι πά­νω α­π’ ό­λα τα­ξι­κό. Η πε­ρί­πτω­ση Κού­νε­βα χρη­σι­μο­ποιεί­ται για την ε­νερ­γο­ποίη­ση τα­ξι­κού τύ­που κοι­νω­νι­κών α­ντα­να­κλα­στι­κών μιας κοι­νω­νίας ό­που α) οι οι­κο­νο­μι­κές και πο­λι­τι­κές ε­λίτ έ­χουν πά­για χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά πλού­του και ό­που αυ­τά δεν α­πα­ντώ­νται  ε­γεί­ρε­ται υ­πο­ψία β)  τα κοι­νω­νι­κά φράγ­μα­τα ε­νερ­γο­ποιούν την κα­χυ­πο­ψία α­πέ­να­ντι σε ό­λους τους ‘ε­κτός’, ι­διαί­τε­ρα ό­ταν αυ­τοί α­νή­κουν ή προέρ­χο­νται α­πό υ­πο­δεέ­στε­ρα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα και γ) η α­νο­δι­κή κοι­νω­νι­κή κι­νη­τι­κό­τη­τα, εν μέ­σω κρί­σης, α­ντι­με­τω­πί­ζε­ται με φθό­νο, και  θεω­ρεί­ται πλέ­ον εκ προοι­μίου ως προ­βλη­μα­τι­κή για τους εκ­προ­σώ­πους των κα­τώ­τε­ρων κοι­νω­νι­κών στρω­μά­των α­ντί να χαι­ρε­τί­ζε­ται ως ε­πί­τευ­ξη ε­νός δί­καιου, νό­μι­μου και η­θι­κού στό­χου.
Χαι­ρε­τί­ζου­με το ά­γρυ­πνο «μά­τι» των ΜΜΕ για τον έ­λεγ­χο της νο­μι­μό­τη­τας και της δι­καιό­τη­τας των πρά­ξεων και πα­ρα­λή­ψεων των λοι­πών ε­ξου­σιών του δη­μο­κρα­τι­κού πο­λι­τεύ­μα­τος και των εκ­προ­σώ­πων τους. Αρκεί αυ­τό το μά­τι να μην «θο­λώ­νει» ού­τε το ί­διο, ού­τε τα νε­ρά !


* Η Ι. Τσί­γκα­νου εί­ναι διευ­θύ­ντρια Ερευ­νών του Εθνι­κού Κέ­ντρου Κοι­νω­νι­κών Ερευ­νών (ΕΚ­ΚΕ).­
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet