Του Θανάση ΚαλαφάτηΗ εθνικοφροσύνη της έγκριτης «Καθημερινής» και του πλουραλιστικού σταθμού «Σκαι»…. να τη ξεπετιέται και πάλι… Ό,τι είναι συμφέρον για το δημοσιογραφικό συγκρότημα της είναι και εθνικό. Τις μεταμεσονύχτιες ώρες ο «Σκαι» ξαναγράφει τη σύγχρονη ελληνική ιστορία με ποταμούς προφορικών καταθέσεων και επιστημονικών συζητήσεων. Φιλάρεσκοι, μεγάλοι καλλιτέχνες, κόβοντας και ράβοντας, κάνουν την πολιτική τους ιστορία πρωταγωνιστική ζωή του έθνους, ευτελίζοντας την ιστορία τους. Στο όνομα μιας ανικανοποίητης ματαιοδοξίας κομίζουν ανεκτίμητες υπηρεσίες στους μοντέρνους αντικομουνιστές, δηλαδή τους «αντιλαϊκιστές» και κάθε λογής «εκσυγχρονιστές».
Σήμερα ο κομμουνισμός έχει χάσει το χώρο της ιστορικής αναφοράς του μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά ο μοντέρνος αντικομουνισμός ζει και βασιλεύει. Αυτός ο νέος αντικομουνισμός χρησιμοποιεί πιο ραφιναρισμένους τρόπους και πρακτικές σε αντίθεση με τον αντικομουνισμό της πρώτης μετεμφυλιακής περιόδου. Ταυτόχρονα αποδομεί ό,τι θετικό και άξιο έφερνε η παλιά εθνική αστική τάξη. Εδώ ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Στο όνομα ενός ανόθευτου, πούρου αντιλαϊκισμού επιχειρείται ισοπέδωση κάθε κοινωνικής αρχής, κάθε λαϊκής αντίστασης και αποκοπή από την πραγματική ιστορία, την ιστορία των ταπεινών, που απετέλεσαν τη ραχοκοκαλιά στα κοινωνικά κινήματα αντίστασης και εξέγερσης.
Η ιστορία ξαναγράφεταιΤον τελευταίο καιρό η «Καθημερινή» έχει ξεκινήσει μια νέα επιχείρηση· να ξαναγραφτεί «η ιστορία του 20ου αιώνα», του ένθετου «Επτά Ημέρες» (1999), χρησιμοποιώντας παλιούς και νέους συγγραφείς και αποκλείοντας μερικούς από τους πρώτους (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο γράφων). Η χρησιμοποίηση και αξιοποίηση νέων επιστημόνων είναι κάτι το ευπρόσδεκτο. Φέρνουν συνήθως νέες ιδέες, οι οποίες πρέπει να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν και να έλθουν σε διάλογο με τις παλιές, προς όφελος της ίδιας της επιστήμης. Είναι φανερό ότι άλλοι είναι οι σκοποί αυτής της επιχείρησης. Πρέπει τώρα να δώσουν τη δική τους συμβολή «αντικειμενικοί ιστορικοί» (Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Νίκος Μαρατζίδης και Στάθης Καλύβας). Το όλο εγχείρημα γίνεται με άκομψο τρόπο καθώς αγνοείται κάθε αρχή και δεοντολογία, που πρέπει να διακρίνει τις σχέσεις μεταξύ κοινωνικών επιστημόνων, ενώ τα κριτήρια αυτής της επιλογής είναι ασαφή και αδήλωτα.
Η ιστορική επιστήμη δεν είναι μια νέα επιστήμη. Διαθέτει συγκεκριμένα εργαλεία, κανόνες και μεθοδολογία. Έχει περάσει ο καιρός της «ιδεολογικής χρήσης της ιστορίας». Είναι πλέον μια ώριμη επιστήμη και η γραφή της καθορίζεται από κώδικες και συνθήκες που επιτρέπουν την όλο και μεγαλύτερη μείωση του βαθμού μεροληψίας. Η συγκεκριμένη επιστήμη έχει από καιρό απομακρυνθεί από πρακτικές «προκρούστειας κλίνης». Υπ’ αυτό το πρίσμα η ιστορική επιστήμη γίνεται υπηρέτρια σκοπιμοτήτων που έρχονται να υπηρετήσουν βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα πολιτικά σχέδια και όχι μόνο.
Η εξόντωση της ΑριστεράςΤα σχέδια αυτά δεν συνδέονται απλώς και μόνο με την πολιτική αλλαγή που έφερε έμμεσα την Αριστερά στην εξουσία. Οι αντιφάσεις και οι δυσκολίες του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, όταν η γενιά του άρθρου 16 έθετε φραγμό στα αναθεωρητικά σχέδια των επίδοξων εκσυγχρονιστών, βάζουν επί τάπητος το πρόβλημα: να τελειώνουμε εδώ και τώρα με την αριστερά. Να ξεριζωθεί, λοιπόν, ιδεολογικά η Αριστερά από τα πανεπιστήμια και από άλλους κοινωνικούς χώρους και να στραπατσαριστεί το ηθικό της πλεονέκτημα. Να οι νέοι στόχοι. Ο πρώτος στόχος υπηρετήθηκε συστηματικά και αδιάλειπτα πριν από το 2012 με αιχμή του δόρατος τη δυσφήμηση της δημόσιας εκπαίδευση, ενώ η ηθική ισοπέδωση των πάντων αποτελούσε από τότε πιο περιορισμένο στόχο. Η κρίση και η άνοδος της Αριστεράς στην εξουσία δεν ανέκοψε αυτά τα σχέδια. Σήμερα οι δυο αυτοί στόχοι εναλλάσσονται κατά προτεραιότητα, ενώ έχει δημιουργηθεί ένα ενιαίο μέτωπο αντιλαϊκισμού, στο οποίο συμμετέχουν πολλοί πολιτικοί φορείς και ένα πολύπλοκο πλέγμα οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων. Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο πολιτικών επιδιώξεων επιχειρείται να ξαναγραφτεί η νεότερη ιστορία του ελληνικού κράτους.
Απέναντι σε αυτή την προπαγανδιστική ιστορία πρέπει να αντιτάξουμε εκείνη την ιστορία που έρχεται να αποκρυπτογραφήσει τις κοινωνικές σχέσεις του παρελθόντος, να αναδείξει την ατομική μοίρα και τη συλλογική αποτελεσματικότητα και να θέσει τα κατάλληλα ερωτήματα στις πηγές και μέσα από τον εντοπισμό όλων των ατομικών και συλλογικών ποιοτήτων να αναδείξει το δρόμο της αντίστασης στο άδικο.
Μέσα στις σημερινές συνθήκες ο ρόλος του νέου αριστερού είναι η συνέπεια των λόγων και των πράξεών του, το θάρρος να κοιτάει το φτωχό και τον καταφρονημένο στα μάτια, από εκεί και πέρα ο δρόμος για μια άλλη κοινωνία περνά μέσα από τη συνεχή πάλη με τη συντήρηση. Η ίδια η εμπειρία απ’ αυτή τη διαπάλη θα οδηγήσει δοκιμαστικά σε μια νέα θεωρία, που θα πρέπει τελικά να εγκριθεί από την ίδια την πράξη.
•