Του Τ. ΤρίκκαΠαρ’ όλο που τα κόμματα της «ήσσονος αντιπολιτεύσεως» (μικρογραφίες κομμάτων πάλαι ποτέ ισχυρών ή απλές πολιτικές ομαδώσεις γύρω από ορισμένα πρόσωπα ασήμαντης εμβέλειας στο δημόσιο βίο) έχουν καταταχθεί από την κοινή γνώμη στην κατηγορία των «φτωχών συγγενών», εμφανίζουν ένα πλασματικό εκτόπισμα στο πολιτικό σκηνικό και μια προβολή στην εικονογραφία των ΜΜΕ δυσανάλογα προς το ειδικό τους βάρος. Η συζήτηση για ένα «νέο φορέα» της κεντροαριστεράς είναι ενδεικτική. Όπως και η ανακύκλωση σε τμήμα της Αριστεράς του ενδιαφέροντος για τη στάση της απέναντι σ’ αυτά.
Δεν πρόκειται για ένα ακόμη φαινόμενο παθογένειας της πολιτικής μας ζωής, αφού ο ετεροχρονισμός -η συμπαρουσία σ’ αυτήν στοιχείων του παρόντος και του παρελθόντος- είναι περίπου μόνιμο γνώρισμά της. Το φως των ουράνιων σωμάτων στο κοσμικό στερέωμα απαιτεί τόσο χρόνο για να φτάσει ως εμάς. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στο πολιτικό στερέωμα, ώστε να μεταφέρεται μια παράστασή των κομμάτων αυτών άσχετη από την πραγματική τους κατάσταση.
Η στάση της συμπολίτευσης, όπως και της μείζονος αντιπολίτευσης, συγκαταλέγονται στις γενεσιουργές αιτίες της παραμορφωμένης αυτής εικόνας. Κυρίως η στάση του κυβερνώντος κόμματος. Που δεν μπορεί να απαλλαγεί από την έλξη του οράματος της αντιστασιακής πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας -της «πλατιάς πατριωτικής συμμαχίας» της εποχής της μεγάλης εθνικής και κοινωνικής ανάτασης.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι οι αληθινές συμμαχίες. Οι συμμαχίες, που έχουν αναφορά (η οποία δεν είναι το ίδιο με την εκπροσώπηση) σε συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και ομάδες που διατηρούν τη διακριτότητά τους, ενώ σχηματίζουν μια συμπαράταξη, ένα σύνολο που αποτελεί μια ετερότητα σε σχέση με την ηγεμονική δύναμη -τάξη, κόμμα- κορμό της συμμαχίας. Χωρίς παρόμοιο κορμό δεν διαμορφώνεται συμμαχία. Το κόμμα γίνεται το όχημα της μετάβασης στις πλατιές συμμαχίες.
Πολιτική συμμαχιώνΜια τέτοια συμμαχία δεν αποτελεί πολιτικό πολτό ετερογενών στοιχείων. Γι’ αυτό και η θεμιτή καθ’ όλα προσπάθεια διεύρυνσης ενός κόμματος -στην περίπτωσή μας του ΣΥΡΙΖΑ- διαφοροποιείται από την πολιτική των συμμαχιών που οφείλει να χαράξει το κόμμα. Δεν φαίνεται κατανοητό αυτό στην πορεία οικοδόμησης του ΣΥΡΙΖΑ. Διαφαίνεται η «στοχοπροσήλωση» της προσέλκυσης στο κόμμα των «μαζών» των πάλαι ποτέ ΕΚ και ΠΑΣΟΚ. Προσέλκυση μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι συμπόρευση μαζί του. Ακόμη και όταν διατυπώνεται, με τον πιο πλάγιο τρόπο, το αίτημα του «ανοίγματος στο μεσαίο χώρο», της συνεργασίας με τα σημερινά μορφώματα του χώρου αυτού ή και της αναζήτησης κυβερνητικού εταίρου, διακρίνεται «δια μέσου των γραμμών» ο στόχος της ένταξης των «μεσαίων» στο κυβερνών κόμμα, το «αλληθώρισμα» -παρά τη δριμεία κριτική- που γίνεται προς τα κόμματα και τους σχηματισμούς της «ήσσονος αντιπολιτεύσεως». Αληθινός στόχος εδώ -έστω και «εν δυνάμει»- δεν είναι οι συμμαχίες, είναι η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ με τη μετακίνηση των κοινωνικών του αναφορών και την άρνηση της ιστορικής διαδρομής του ως τη στιγμή της ανόδου στην κυβέρνηση.
Η θεμελίωση του πολιτικού λόγου και της πρακτικής του κόμματος σχεδόν αποκλειστικά στο αντιμνημονιακό πεδίο και στην αντιμετώπιση της λιτότητας κατατείνει αντικειμενικά τουλάχιστον (δεν απαιτείται πρόθεση αναγκαστικά) σ’ αυτόν το στόχο. Χωρίς να παραγνωρίζεται η αμεσότητα των οξύτατων προβλημάτων που δημιουργεί η κρίση και η τραυματική επίδραση της λιτότητας στον κοινωνικό ιστό, το άνυσμα -το μήκος, η διεύθυνση και η φορά- της πορείας ενός ριζοσπαστικού κόμματος της Αριστεράς υπερβαίνει τα όρια της καθημερινότητας. Και τη φορά της πορείας την χαρακτηρίζει το πρόταγμα του κοινωνικού μετασχηματισμού. Εξίσου προσδιοριστική είναι η αντιστοίχιση με τις ανάγκες της κοινωνίας, που είναι χωρισμένη σε τάξεις με τις ανάλογες δομές. Η έμφαση για μακρά περίοδο στην άποψη για τη ρευστότητα των δομών της ελληνικής κοινωνίας συνέτεινε στην παραμέληση της ανάλυσης των προβλημάτων της από ταξική σκοπιά και στην ώθηση προς την άρθρωση ενός «λαϊκιστικού» πολιτικού λόγου, χωρίς σαφή κοινωνικά και πολιτικά περιγράμματα και προσίδιο εννοιολογικό περιεχόμενο.
Αντιστοίχιση με τις ανάγκες της κοινωνίαςΑντιστοίχιση σημαίνει σοβαρή μέριμνα, ζωηρό ενδιαφέρον και αδρή προβολή -βαθειά γείωση, σαφή ανοιχτή «μεροληπτικότητα» υπέρ των ανέργων και των υπαμειβόμενων, του «πρεκαριάτου» και των νέων χωρίς μέλλον, των χαμηλοσυνταξιούχων που προσπαθούν να στηρίξουν παιδιά και εγγόνια. Άλλοτε, πριν «βάλει τα καλά της», η Αριστερά έδειχνε σε κάθε ευκαιρία ότι είναι η παράταξη των φτωχών, των αδύναμων, των αδικημένων. Και πάλι εδώ αναδύεται σήμερα η υπερεπένδυση στο «μεσαίο χώρο», μυθική σε μεγάλο βαθμό κοινωνική κατηγορία, καθώς έχει σφυροκοπηθεί, διεμβολισθεί και τεμαχιστεί από την κρίση, χωρίς να αποβάλει ακόμη -αυτό έρχεται αργότερα- το ένδυμα της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις πολιτικές του επιλογές. Για να μη θιγούν οι αυταπάτες του χώρου αυτού, που δυσκολεύεται να εσωτερικεύσει την εκπτώχευσή του, το σύνθημα «να πληρώσουν οι πλούσιοι» απωθήθηκε διακριτικά στις πίσω σειρές, για να προβληθεί ο κοινωνικά και πολιτικά ουδέτερος στόχος της «δίκαιης ανάπτυξης».
Αναζητήσατε τη Βίβλο Γενέσεως του ΣΥΡΙΖΑ που διαφέρει από τα περισσότερα κόμματα της ιστορικής Αριστεράς στον πλανήτη, για να ανακαλύψετε -ίσως- τις αιτίες των «κακοτεχνιών» που τον σημαδεύουν. Και που δεν τον εμπόδισαν ωστόσο να επιτελέσει ένα σημαντικό έργο, μέχρι του σημείου να αναδειχθεί σε «παράδειγμα» για την Αριστερά της Ευρώπης. Η δισημία της Ιστορίας: Ένα κόμμα με αλλεπάλληλες, διαδοχικές τομές συνέχειας/ασυνέχειας στην πορεία του. Που κάθε πυρηνική, ηγετική ομάδα του διέγραφε ουσιαστικά την προηγούμενη. Που πέρασε τη μισή ζωή του στην παρανομία. Που αναλώθηκε σε τρείς επαναστάσεις. Που ξαναζωντάνευε μέσα από τις στάχτες του, σημειώνοντας νίκες σε απόσταση αναπνοής από συντριπτικές ήττες. Που αποδύθηκε σε πολιτικά και οργανωτικά πειράματα που απαιτούσαν μεγάλη τόλμη και αντοχή. Που χτίστηκε, τα χρόνια των εκλογικών εκτινάξεών του, με μερεμέτια σε μια έρημη γη. Αυτό είναι το κόμμα της Ιστορικής Αριστεράς στην Ελλάδα. Το δύσκολο κόμμα. Το «κόμμα που μας έλαχε», όπως έλεγε ο Ελεφάντης.
•