Η δημιουργία και η ανάπτυξη του ψηφιακού χώρου πώς έχει μεταβάλλει την αντίληψή μας για το φυσικό χώρο; Τι νέες εμπειρίες έχει δημιουργήσει αλλά και τι απώλειες; Πώς έχει μεταβληθεί η καθημερινότητα, η κοινωνική ζωή, η σεξουαλικότητα, οι προσωπικές τελετουργίες μας;
Με αφορμή την πρόσφατη εισήγησή του στον κύκλο σεμιναρίων «Έμφυλες προσεγγίσεις του αστικού χώρου», στο πλαίσιο του διατμηματικού προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών της καθηγήτριας Ντίνας Βαΐου στο ΕΜΠ, αλλά και την παλαιότερη ομιλία του με θέμα «Σώμα και δημόσιος χώρος» στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, συναντηθήκαμε και μιλήσαμε με τον αρχιτέκτονα και λέκτορα της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ, στην Αγγλία, Φοίβο Καλλίτση.


xigkaki_1

 

Με τη δημιουργία του ψηφιακού χώρου πώς αντιλαμβανόμαστε το δημόσιο χώρο και πώς διαμορφώνεται πλέον το δίπολο δημόσιο/ιδιωτικό;

Η αλήθεια είναι ότι το ζήτημα του δημόσιου χώρου επανέρχεται διαρκώς στο προσκήνιο, συνήθως η συζήτηση επικεντρώνεται στο ποιες πρακτικές και ποια άτομα μπορούν να έχουν πρόσβαση στο δημόσιο χώρο και ποια είναι τα όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου. Ίσως ένα από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα αυτής της αδυναμίας καθορισμού των ορίων έρχεται από την επέκταση της Tate Gallery στο Λονδίνο. Το νέο τμήμα έχει στο τελευταίο επίπεδο ένα ανοιχτό χώρο που προσφέρει εξαιρετική θέα, με δωρεάν πρόσβαση στο κοινό. Οι επισκέπτες, όμως, διαταράσσουν την ιδιωτικότητα των ενοίκων των πανάκριβων διαμερισμάτων που έχουν κτιστεί περιμετρικά και, καθώς οι ταμπέλες που απαγορεύουν τις φωτογραφίες δεν είναι αρκετές ως επιτήρηση, υπάρχει η απαίτηση να κλείσει. Το μουσείο ήταν βασικός λόγος ανάπτυξης της περιοχής, αλλά μπαίνει υπό έλεγχο για να προστατεύσει την επένδυση των επενδυτών.
Υπήρχε, λοιπόν, η ανάγκη για ένα «χώρο» που δεν θα ήταν υπό έλεγχο και, πριν από 25 χρόνια, το διαδίκτυο έδινε αυτή τη λύση, καθώς επέτρεπε ελευθερίες, ανωνυμία, διακίνηση ιδεών. Παρουσιαζόταν ως ένας διαφορετικός, από το φυσικό, χώρος, με απεριόριστες ελευθερίες. Όπως, όμως, και με την ταράτσα της Tate, καθώς μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων αντιλαμβάνονταν την ύπαρξη του, αυξανόταν και η απαίτηση για έλεγχό του. Οπότε σήμερα, στον ψηφιακό χώρο, επαναλαμβάνεται το μοτίβο του ιδιωτικού, κλειστού, όπου κανείς μπορεί να πει ό,τι θέλει, και του δημόσιου, ελεγχόμενου, όπου διάφοροι μηχανισμοί προσπαθούν να ελέγξουν όσα γράφονται. Η συζήτηση είναι σε ποιο βαθμό υπάρχει αυτός ο έλεγχος και πού επικεντρώνεται. Η προστασία της διαφορετικότητας είναι μια μορφή ελέγχου, αλλά και ο αποκλεισμός της είναι επίσης μία μορφή ελέγχου. Το ζήτημα είναι ποιος θα κερδίσει και πού θα θέσουμε τα όρια.

Το ζήτημα των ορίων αφορά πλέον και την πολιτική ορθότητα αλλά, με τις διαμάχες στα ΜΜΕ και τα μέσα δικτύωσης, βοηθά αληθινά στην αποδοχή της διαφορετικότητας ή οδηγεί συγκαταβατικά στην αποσιώπηση;
Η έννοια της πολιτικής ορθότητας δέχεται διαρκή επίθεση στις μέρες μας, γιατί πολλές φορές γίνεται ένας όρος ομπρέλα και μοιάζει με μία κανονιστική απαγόρευση. Ξαφνικά, την βλέπουμε σαν ένα σύνολο κανόνων που πρέπει να υπακούμε και όχι ως ένα πλαίσιο αμοιβαίου σεβασμού. Ο κωμικός Seth Meyer, στην εκπομπή του, έχει ένα τμήμα που λέγεται Jokes Seth can’t tell. Εκεί, καλεί μι λεσβία και μια μαύρη γυναίκα από την ομάδα των σεναριογράφων για να πουν αστεία που, αν ο ίδιος έλεγε ως λευκός άντρας, θα θεωρούνταν πολιτικά μη ορθός. Δεν μπορώ, λοιπόν, να πω ότι η πολιτική ορθότητα είναι απαραίτητα αποσιώπηση, καθώς υπάρχουν παραδείγματα ότι στην ουσία δίνει βήμα σε διαφορετικά άτομα να μιλήσουν και να εκφραστούν. Αν έχω μία ένσταση είναι ο τρόπος που, ειδικά στην αγγλική γλώσσα με τη χρήση αρκτικόλεξων, χάνεται η ουσία: όταν το ρατσιστικό, το αντισημιτικό, το ομοφοβικό γίνεται μη πολιτικά ορθό, σου δίνει την αίσθηση ότι «δεν είναι σωστό», λες και μίλησες σε ένα μεγαλύτερό σου στον ενικό, και όχι ότι προσβάλλεις, πληγώνεις, αποκλείεις, στοχοποιείς, κάποιον άδικα. Και ξαφνικά ένα χαζό αποκριάτικο κοστούμι, γίνεται ισάξιο του να αμφισβητείς το Ολοκαύτωμα. Σε ποιο σημείο, λοιπόν, μπορείς να σταματήσεις αυτό το διαρκή έλεγχο, ώστε να επιτρέψεις στον κόσμο να υπάρχει δημόσια και να μην έχει το αντίστροφο αποτέλεσμα, όπως στις ΗΠΑ του Τραμπ;

Ο Τραμπ απέσυρε, πρόσφατα, την οδηγία του Ομπάμα προς τα δημόσια σχολεία της χώρας, που επέτρεπε στους διεμφυλικούς μαθητές να χρησιμοποιούν τις τουαλέτες ανάλογα με την επιλογή της ταυτότητας τους φύλου τους. Ποιες είναι οι πολιτικές και πρακτικές συνέπειες;
Το ζήτημα των δημόσιων τουαλετών για τα διεμφυλικά άτομα έχει αναδειχθεί ως το πιο ξεκάθαρα χωρικό ζήτημα σε σχέση με τα LGBT θέματα, στο δυτικό κόσμο. Η αλήθεια είναι ότι στις περισσότερες χώρες δεν γίνεται συζήτηση, λόγω των μικρών κοινοτήτων διεμφυλικών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο υπάρχει συζήτηση, αλλά καμία στρατηγική που προτείνεται δεν μπορεί να λύσει το βασικό πρόβλημα που είναι η κουλτούρα. Μια προσέγγιση είναι η δημιουργία τουαλετών για τα διεμφυλικά άτομα ή τα άτομα που δεν δέχονται να κατηγοριοποιηθούν σε ένα από τα δύο φύλα. Αυτομάτως, όμως, αυτή η προσέγγιση απορρίπτει ότι μια τρανς-γυναίκα είναι γυναίκα. Η επόμενη πρόταση έχει να κάνει με το σχεδιασμό των τουαλετών έτσι ώστε να είναι ουδέτερες (νιπτήρες εντός του χώρου της τουαλέτας, απουσία ουρητηρίων). Σε αυτή όμως τη στρατηγική έχουν καταγραφεί αντιδράσεις από γυναίκες που δεν θέλουν να μοιράζονται τις ίδιες τουαλέτες με τους άντρες, για λόγους υγιεινής. Τέλος, η λύση είναι ότι υπάρχουν πάντα οι τουαλέτες των αναπήρων που είναι έτσι κι αλλιώς ουδέτερες φύλου και πλέον ονομάζονται «προσβάσιμες τουαλέτες», αλλά εύκολα κανείς αρχίζει και συνδέει τα διεμφυλικά άτομα με την αναπηρία. Η οδηγία του Ομπάμα ήταν η πιο απλή λύση, η οποία έθετε το πρόβλημα στην ουσία του και δεν προσπαθούσε να το καλύψει. Ο μαθητής είχε δικαίωμα να πάει στην τουαλέτα που αντιστοιχούσε στην ταυτότητα φύλου που επέλεγε. Αυτή η πολιτική έχει ενδιαφέρον γιατί είναι ένα βήμα προς την αλλαγή της κουλτούρας, αλλά δεν ήταν μια νίκη καθώς, όπως αποδείχτηκε, εύκολα μπορεί να ανατραπεί με μια άλλη οδηγία, στην πρώτη αλλαγή της εξουσίας.
Το στοίχημα όμως είναι να γίνουν αποδεκτά, στους διάφορους δημόσιους χώρους, τα διαφορετικά σώματα. Τελικά, οι πολιτικές που προτείνονται, συνήθως, απλώς διασπούν το χώρο σε μικρότερες μονάδες, έτσι ώστε να αποκτήσει τη μορφή ιδιωτικού χώρου, στρουθοκαμηλίζοντας. Κανονικά δεν θα έπρεπε να είναι καν θέμα υπό συζήτηση, όμως δεν υπάρχει η ευρύτερη κουλτούρα συνύπαρξης στον ίδιο χώρο.

Πριν από 20 περίπου χρόνια, είχα δει μια ταινία που παρουσίαζε ένα δυστοπικό μέλλον, όπου οι άνθρωποι επικοινωνούσαν μόνο διαδικτυακά, εκτός από μια έγκυο κοπέλα που βολτάριζε στην πόλη και, αντίθετα, δεν την βλέπαμε σε κανένα κλειστό χώρο. Τότε, βγαίνοντας από το σινεμά, θεωρούσαμε αυτονόητο ότι ήταν η μόνη υγιής σε έναν κόσμο φοβικών με την ανθρώπινη επαφή.
Οι δυστοπικές ταινίες επεκτείνουν στα άκρα συνήθειες και κακώς κείμενα της εποχής, για να δημιουργήσουν το εφιαλτικό περιβάλλον, το οποίο θα καταπιεί τους πρωταγωνιστές ή θα ανατραπεί από τους ήρωες. Ανεξάρτητα από το διαδίκτυο, ο δημόσιος χώρος πάντα φαίνεται να τρομάζει τους ανθρώπους, γι’ αυτό και στα θρίλερ η πρώτη αντίδραση είναι να κρυφτούν στο σπίτι. Ακόμη και όταν ο δολοφόνος είναι μέσα στο σπίτι, το κλισέ θέλει το θύμα να τρέχει στον επάνω όροφο αντί να βγει έξω. Μάλιστα, ένας μεγάλος αριθμός θρίλερ παρουσιάζουν το διαδίκτυο ως επικίνδυνο χώρο, όπου μόνο ειδικοί μπορούν να επιβιώσουν. Στην Ελλάδα, άλλωστε, πρώτα είδαμε τη Σάντρα Μπούλοκ να επιβιώνει στο «Παγιδευμένη στο δίκτυο» και μετά έφτασε στα σπίτια μας το διαδίκτυο. Βέβαια, αν δεν ήταν το διαδίκτυο, κάποιος άλλος χώρος θα φιλοξενούσε τους φόβους μας.

Πάντως η διαδικτυακή επαφή πλέον έχει εξελιχθεί σε ένα είδος συμβίωσης ή εξομοίωσης της. Υπάρχουν ζευγάρια που ζουν σε διαφορετικές πόλεις ή και χώρες και έχουν ανοιχτό το skype όλο το 24ωρο.
Αυτό όντως ακούγεται ακραίο, όχι γιατί είναι εξομοίωση σχέσης, αλλά σε ποιο υγιές περιβάλλον σχέσης κάποιος θέλει να είναι 24 ώρες μαζί με ένα άλλο άτομο;

Φαντάζομαι το ανοιχτό skype λειτουργεί ως «σπίτι», που είναι πάντα εκεί, κι όταν απουσιάζουν οι ένοικοί του.
Η αλήθεια είναι ότι μπορεί να δει κανείς το skype ως ένα παράθυρο στον κόσμο του άλλου, οπότε να έχει την αίσθηση της συμβίωσης. Την ίδια στιγμή, όμως, αφήνεις ένα μόνιμα ανοιχτό παράθυρο. Σήμερα, αν δεν κάνεις τις κατάλληλες ρυθμίσεις, στέλνοντας ένα sms μπορεί να δηλώσεις ακουσίως σε ποια πόλη ή σε ποιο σημείο της πόλης βρίσκεσαι. Δεν χρειάζεται καν να έχεις πρόσβαση σε υψηλού επιπέδου τεχνολογία.
Εγώ βρίσκομαι σε μία γενιά στριμωγμένη μεταξύ της Γενιάς Χ του ’90 και των Millenials, οπότε αισθάνομαι πολλές φορές ότι δεν καταλαβαίνω τον τρόπο ζωής όσων γεννήθηκαν μετά το ’94, οι οποίοι αισθάνονται άνετα να μοιράζονται κάθε στιγμιότυπο με τους online φίλους τους. Πρόσφατα άκουγα μια ομιλία, στην οποία γινόταν μια ενδιαφέρουσα σύγκριση. Από τη στιγμή που έχει αποδειχθεί ότι τα κινητά και τα tablets είναι εθιστικά, γιατί δεν τα θέτουμε υπό έλεγχο όπως το τσιγάρο και το αλκοόλ, και να μην επιτρέπεται η πρόσβαση σε ανήλικους; Το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στο αν πρέπει να απαγορευτούν, αλλά στο πώς το κινητό που δίνουν οι γονείς στα παιδιά τους, για να ξέρουν «πού είναι και να έχουν το ήσυχο κεφάλι τους» ή «για να παίξει το παιδί, να μη μ’ ενοχλεί» ανοίγει νέα κανάλια επικοινωνίας. Και αυτά τα κανάλια, όμως, δαιμονοποιούνται, γιατί οι γονείς δεν μπορούν να τα έχουν υπό έλεγχο. Όπως με το τηλέφωνο πριν, το διαδίκτυο στήνει νέους χώρους, τα online forums, τα chatrooms, και πλέον κάθε κινητή συσκευή γίνεται ένα τόπος συνάντησης, χωρίς να μπορεί ο γονέας να γνωρίζει με ποιον και πότε.

Είναι μεγάλη αντίφαση αυτό: το μέσο που δίνεις στον άλλον για να τον ελέγχεις, δημιουργεί ένα νέο πεδίο ελευθερίας που δεν ελέγχεται. Βρίσκω εξίσου αντιφατικό ή υποκριτικό και ότι άνθρωποι που στην πραγματική ζωή μισούνται, στο facebook είναι φίλοι. Είναι υπερβολή να πούμε ότι η ψηφιακή πραγματικότητα ή κοινωνικότητα τείνει να γίνει εξίσου σημαντική ή σημαντικότερη της φυσικής;
Επίσης ότι πολλοί που, παρά το μίσος, χαιρετιούνται σε κοινωνικές συνευρέσεις. Ίσως αυτές οι σχέσεις να υποδεικνύουν το ανούσιο της ψηφιακής δικτύωσης, αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να γενικεύσει. Νομίζω ότι ειδικά η γενιά των Millenials γνωρίζει πολύ καλά αυτή την πραγματικότητα. Ίσως, γι’ αυτό υπάρχει η φράση «facebook friends», η λέξη φίλοι μπαίνει σε εισαγωγικά.
Πρόσφατα κυκλοφόρησαν δύο θρίλερ με θέμα τους φίλους στο facebook, το «Unfriended» και το «Friend request», δύο τίτλοι που περιγράφουν το τέλος και την αρχή των διαδικτυακών φιλιών. Ειδικά η πρώτη έχει ενδιαφέρον, γιατί στην ουσία παρακολουθείς την οθόνη ενός laptop και όλη η δράση στηρίζεται σε κάμερες που ανοιγοκλείνουν και στην κινητικότητα της οθόνης. Και στις δύο, όμως, τελικά, το κακό είναι μεταφυσικό και δεν στοιχειώνει το σπίτι κάποιου αλλά το προφίλ του και το laptop. Ομολογώ ότι δεν τρόμαξα ιδιαίτερα από τις ταινίες, αλλά δεν ξέρω αν θα τις έβρισκα εξίσου «μπανάλ», αν είχα ήδη διαβάσει την ιστορία της δολοφονίας και αυτοκτονίας, που μεταδόθηκε live στο facebook, πριν από δύο εβδομάδες. Τα διάφορα δυστοπικά θρίλερ φαίνονται «προφητικά».

Για μένα ήταν πρωτόγνωρο και ακραίο να προσπαθώ να παρακολουθήσω θρίλερ στο σινεμά με τις οθόνες s και t των άλλων να με τυφλώνουν και, στο τέλος, οι θεατές να με ρωτούν πώς τέλειωσε η ταινία γιατί κανένας δεν την είχε δει!
Εδώ υπάρχει το θέμα του εθισμού, της βαρεμάρας, της ανάγκης να είμαστε πολυπράγμονες. Χάνουμε το ενσώματο παιχνίδι γιατί δεν κοιτάμε τους γύρω μας. Και νομίζω όλοι το έχουμε κάνει σε κάποια στιγμή της ζωής μας. Παλαιότερα, ο χώρος διαιρούταν σε δημόσιο και ιδιωτικό, σήμερα μιλάμε για το φυσικό και τον ψηφιακό χώρο. Σε αυτό το δίπολο, το φυσικό έχει να κάνει με τη σωματική εμπειρία, το να βρίσκομαι σε ένα συγκεκριμένο χώρο, με συγκεκριμένους ανθρώπους. Εύκολα, λοιπόν, μπορεί κάποιος να κρίνει ότι ο χρήστης του κινητού χάνει την ενσώματη εμπειρία τού να είναι στον κινηματογράφο και να μοιράζεται την κοινή εμπειρία της θέασης της ταινίας. Σε ένα κόσμο, όμως, που τα πράγματα δεν είναι άσπρο-μαύρο, τι είναι αυτό που παρασύρει κάποιον στο να επικεντρωθεί στο κινητό; Για παράδειγμα, ένας χρήστης των λεγόμενων dating apps, που τσεκάρει το κινητό του μέσα σε ένα κινηματογράφο, αποσπάται από την ταινία λόγω της ψηφιακής πλατφόρμας ή μιας σωματικής ανάγκης/ορμής να βρει ερωτικό παρτενέρ;

Επιστρέφοντας στο φυσικό χώρο, έχεις πει ότι οι σεξουαλικές επιλογές επηρεάζουν την αγορά. Πώς οι γκέι, άθελά τους, γίνονται τελικά, μαζί με τους καλλιτέχνες, πρωτοπόροι του εξευγενισμού;
Ο εξευγενισμός έχει κύματα εκτοπισμών. Μέσα σε ένα πλαίσιο διαρκών κρυσταλλώσεων και αποκρυσταλλώσεων ομάδων, κάποιος μπορεί να είναι στο περιθώριο και να μην είναι. Η LGBT κοινότητα δεν είναι ένα ενιαίο σύνολο, αποτελείται από διαφορετικές φυλές, διαφορετικά φύλα, διαφορετικές τάξεις. Ο λευκός γκέι άντρας, για παράδειγμα, μπορεί να είναι μειονότητα ως ομοφυλόφιλος αλλά ως λευκός και άντρας έχει κάποια προνόμια, ειδικά αν δεν είναι θηλυπρεπής. Οι διάφορες ομάδες, λοιπόν, αναζητούν το χώρο τους στην πόλη και πολλές φορές οι εγκαταλελειμμένες και παρακμάζουσες γειτονιές αποτελούν ευκαιρία, γιατί βρίσκονται εκτός της ζώνης της πυρηνικής οικογένειας. Βέβαια η πυρηνική οικογένεια δεν είναι πάντα στη μεσαία ή ανώτερη τάξη, αλλά αυτό ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση. Αυτόματα, όμως, οι νέες ομάδες αλλάζουν τις ισορροπίες και τραβούν τα βλέμματα σε αυτές τις γειτονιές, ανεβάζουν τις τιμές και εκτοπίζουν όσους έμεναν, γιατί ξαφνικά τα ξεχασμένα κτίρια αποκτούν άλλη αξία. Πρόσφατα, διάβαζα, ότι στο ανατολικό Λονδίνο παρατηρείται το τρίτο ή τέταρτο κύμα εκτοπισμού, στο Soho πολλές επιχειρήσεις που απευθύνονται στην gay κοινότητα απειλούνται γιατί ανεβαίνουν οι τιμές.

Η δυτική αντίληψη για τη σεξουαλικότητα, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, λαμβάνει υπόψη τις πολιτισμικές παραμέτρους; Σε μια εκπομπή του Lonely Planet, στην Ινδία, ο αμερικανός δημοσιογράφος, βλέποντας νεαρά αγόρια να αγκαλιάζονται και να χαϊδεύονται δημόσια, είχε εκφράσει έντονα την απορία του, ενώ εκείνα δεν καταλάβαιναν σε τι αναφερόταν.
Το δυτικό βλέμμα επάνω σε άλλους πολιτισμούς αποτελεί ένα μεγάλο ζήτημα στην έρευνα και στα κινήματα. Ειδικά σε ό,τι αφορά θέματα φύλου, σεξουαλικότητας, ταυτότητας: στοιχεία που συνήθως εξετάζονται αυτόνομα αλλά συνυπάρχουν και ορίζουν το άτομο. Στο παγκοσμιοποιημένο τοπίο που ζούμε, έχουμε ακόμη πολλά να κατανοήσουμε και, βλέποντας τις απόψεις που κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο, τα τελευταία χρόνια, δεν ξέρω κατά πόσο μπορούμε να συλλάβουμε αυτή την κλίμακα.
Πέρα όμως από τη γενική διαπίστωση των πολιτισμικών διαφορών, πιο συγκεκριμένα, σε θέματα σεξουαλικότητας τα πράγματα περιπλέκονται, γιατί δεν υπάρχει ένας ξεκάθαρος ορισμός του τι εκφράζει τη σεξουαλικότητα. Το μόνο κοινό σημείο είναι ότι η σεξουαλικότητα δεν ανήκει στο δημόσιο χώρο. Ποιο μήκος φούστας, μανικιού, μαλλιού προκαλεί; Ποιο είδος σωματικής επαφής προσβάλλει; Στην όλη συζήτηση μπαίνει το θέμα των σωμάτων, τα ρούχα τους, το πώς έρχονται σε επαφή. Δύο κοπέλες που αγκαλιάζονται στην Αθήνα είναι ένα γεγονός που περνάει συνήθως απαρατήρητο, αντίστοιχα δύο άντρες αγκαζέ στην Κωνσταντινούπολη δεν σοκάρουν τους ντόπιους. Τη στιγμή, όμως, που μια πρακτική γίνεται αντιληπτή ως σεξουαλική έκφραση -δεν εξετάζουμε αν είναι- μπορεί να θεωρηθεί από κατακριτέα έως παράνομη, ανάλογα με τις γεωγραφικές συντεταγμένες που λαμβάνει χώρα. Το παράδειγμα, λοιπόν, της Ινδίας δεν δείχνει τη διαφορετική αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας αλλά το τι εκλαμβάνεται ως ομοφυλόφιλη πρακτική, οπότε και έχει ή όχι θέση στο δημόσιο χώρο.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet