Όταν ένας υπουργός Εξωτερικών δίνει συνέντευξη, μάλιστα μια περίοδο ιδιαίτερα ταραγμένη, επωφελείται, και σωστά, να περιλαμβάνει και μια σειρά από διασαφήσεις, ιδέες, μηνύματα, οριοθετήσεις ακόμη και προτάσεις. Μ’ αυτή την έννοια, είναι πολύ λεπτές οι ισορροπίες που υποχρεωτικά επιλέγει και θα ήταν κριτική εκ του ασφαλούς να πιάσει κανείς τούτη ή εκείνη τη λέξη ή τη διατύπωση και να κάνει κριτική. Αυτό αφορά όλο το πεδίο των διεθνών σχέσεων της χώρας, ακόμη και όταν, όχι επί της ουσίας, αλλά στο συμβολικό επίπεδο, υπάρχουν ενέργειες, όπως η συχνότητα επισκέψεων κυβερνητικών ή πολιτικών αξιωματούχων σε ευαίσθητους τόπους (πχ νησιά) και οι δηλώσεις που τις συνοδεύουν, που προσφέρονται για κριτική ως, τουλάχιστον, αχρείαστες.
Το ίδιο είναι σωστό να τηρήσουμε και όταν διαβάζουμε τη συνέντευξη του φίλου υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, στη Real την προηγούμενη Κυριακή. Πολύ περισσότερο που οι ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, ήταν μακράν από την απαραίτητη λεπτότητα που αρμόζει, όταν θέλεις –και είναι εύλογο- ως δημοσιογράφος να ελέγξεις ένα πεδίο άσκησης πολιτικής, όπως αυτή των διεθνών σχέσεων της χώρας, ιδιαίτερα των σχέσεων με «δύσκολους» γείτονες. Απ΄ αυτή την άποψη, σημειώνουμε θετικά την ψύχραιμη απάντηση σε ερώτηση, όταν προσδιόριζε το ρόλο του σε μια «δύσκολη κατάσταση». «Δική μου δουλειά», σημειώνει, «είναι και στις πιο δύσκολες καταστάσεις να βρίσκω κανάλια επικοινωνίας με τις άλλες πλευρές, να χρησιμοποιώ και αξιοποιώ σταθερά και επίμονα τα μέσα της διπλωματίας».
Όταν, όμως, έπρεπε να απαντήσει σε ερώτηση σχετική με επικρίσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς σε χειρισμούς του για το Κυπριακό, δεν κράτησε την ίδια ψυχραιμία για να τοποθετηθεί. Και ακόμη περισσότερο, χρησιμοποίησε ορολογία και πολιτικούς προσδιορισμούς και χαρακτηρισμούς -«νενέκοι», «παράδοση αμαχητί» κ.ά.- που εκφεύγουν σαφώς από τον τρόπο που αρμόζει να κάνουμε διάλογο στην Αριστερά, από την ουσία των θέσεων και της κυβέρνησης. Δεν είναι αυτά τα εργαλεία –δεν είναι δικά μας– να αξιολογήσουμε θέσεις κομμάτων ή προσώπων για την επίλυση του Κυπριακού, είτε διαφωνούμε είτε συμφωνούμε. Η νηφαλιότητα και η ψυχραιμία είναι εξίσου χρήσιμες και απαραίτητες συνθήκες και για τον εσωτερικό διάλογο, όχι μόνο στις διπλωματικές σχέσεις.