Η ελληνική Δημοκρατία, και μάλιστα εν έτει 2017, επί της πρώτης διακυβέρνησης της αριστεράς, παρασημοφορεί και τιμά έναν υμνητή και στέλεχος της Χούντας! Απίθανο; Εξοργιστικό; Προσβολή για όλους και όλες που αγωνίστηκαν εναντίον της δικτατορίας; Πρόκληση για την ίδια τη δημοκρατία; Όλα αυτά...
Είναι τόσα πολλά, που υποψιάζεται κανείς ότι είναι κακόγουστο αστείο, «τρολιά» ή μια από εκείνες τις παραποιημένες ειδήσεις που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Και, όμως, δυστυχώς, είναι απολύτως ακριβές. Ο Νικόλαος Μέρτζος, μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής της Χούντας, τιμάται με το μεγάλο παράσημο «Ανώτερος Ταξιάρχης του Τάγματος του Φοίνικος», από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, έπειτα από πρόταση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά —ο τελευταίος υποστηρίζει ότι ήταν υποχρεωμένος. Από ποιον;... Η επίσημη τελετή θα γίνει στο Προεδρικό Μέγαρο, στις 7 Ιουνίου 2017. Η λέξη «ντροπή» για την απόφαση αυτή είναι μάλλον επιεικής. Για πολλούς λόγους.
Αμετανόητοι και προκλητικοίΗ Συμβουλευτική Επιτροπή ήταν ένα σώμα διορισμένο από τη Χούντα, με έμμισθα μέλη, το οποίο υποτίθεται ότι εξέφραζε την άποψή του για τα νομοθετικά διατάγματα που εξέδιδε η Χούντα. Στην πραγματικότητα ήταν ένα σώμα υποστηρικτών σε διατεταγμένη υπηρεσία: εξυμνούσε τη δικτατορία και αποτελούσε μια βιτρίνα «εκδημοκρατισμού» της. Ο Νικόλαος Μέρτζος ορίστηκε από τον Παπαδόπουλο μέλος της Συμβουλευτικής το 1970, ενώ στην επόμενη Συμβουλευτική αναδείχθηκε σε ανώτερα πόστα: γραμματέας και δεύτερος αντιπρόεδρός της. Και όπως δείχνει ένα παλιότερο αναλυτικό δημοσίευμα του Ιού της Ελευθεροτυπίας*, ο Μέρτζος δεν είχε περιοριστεί στο ρόλο ενός αδρανούς μέλους, αλλά επανειλημμένα ύμνησε τη Χούντα, εξαίροντας την πολιτική της.
Περασμένα ξεχασμένα άραγε; Καθόλου! Είναι άλλο η Δημοκρατία να μην εκδικείται και άλλο να τιμάει αυτούς που την κατέλυσαν —πολύ περισσότερο όταν αυτοί δεν λογοδότησαν ποτέ, όπως θα έπρεπε, και παραμένουν αμετανόητοι. Και δεν λογοδότησαν ποτέ, επειδή με την τερατώδη νομικοπολιτική θεωρία του «στιγμιαίου αδικήματος» η δίωξη περιορίστηκε στους πρωτεργάτες του πραξικοπήματος την 21η Απριλίου, και όχι σ’ όσους υπηρέτησαν τη Χούντα στην επταετή διάρκειά της. Έτσι, γλίτωσαν, μαζί με πολλούς άλλους, και τα μέλη της Συμβουλευτικής, που κανονικά θα έπρεπε να παραπεμφθούν, να δικαστούν και να καταδικαστούν. Ωστόσο, και αν ακόμα το καταπιεί κανείς αυτό, δεν μπορεί να δείξει καμιά ανοχή, όταν οι πάσης φύσεως υποστηρικτές της Χούντας παραμένουν αμετανόητοι και προκλητικοί. Όπως ακριβώς ο Νικόλαος Μέρτζος.
Το 2007, όταν η δημοσιογραφική ομάδα του Ιού απευθύνθηκε στα μέλη του ΔΣ της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, της οποίας ήταν πρόεδρος ο Μέρτζος, με το ερώτημα πώς απαντούν στο ότι ο πρόεδρός τους στήριξε τη Χούντα, ο ίδιος απάντησε με μια επιστολή υβριστική και απαξιωτική. Μην λέγοντας τίποτα επί της ουσίας, η επιστολή του είναι ένα μνημείο θράσους, γεμάτη από χλευαστικές φράσεις όπως χέστηκα», «εν συνεχεί ακρατεία ούρων τε και κοπράνων» (λόγω του ερωτήματος του Ιού) και ειρωνείες, όπως «Ο Ιαβέρης ζει, αυτός μας οδηγεί» ή «Αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας τον χουντισμόν και πάσας τας παραφυάδας του». Αυτό είναι το ήθος του ανδρός που βραβεύει σήμερα η ελληνική Δημοκρατία.
Να ανακληθεί
Η κυβέρνηση της Αριστεράς, αν ήθελε να τιμήσει κάποιον πολιτικό αντίπαλο ή εν πάσει περιπτώσει μη αριστερό, υπάρχουν δεκάδες ευπρεπείς συντηρητικοί ή κεντρώοι, διανοούμενοι, αγωνιστές, δημοσιογράφοι και άλλοι. Όχι όμως τον υμνητή της Χούντας…
Ο Β. Μέρτζος βέβαια, στη μεταπολίτευση, υπήρξε συνεργάτης και εξ απορρήτων σύμβουλος του Ευάγγελου Αβέρωφ και του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αλλά από την κυβέρνηση της Αριστεράς περιμένουμε (ή περιμέναμε;...) άλλη στάση και ήθος. Πολύ περισσότερο, που τέτοιες παρασημοφορήσεις δεν τις επιβάλλει κανένα Μνημόνιο, κανένας διεθνής συσχετισμός, κανένας δανειστής, κανένα ΔΝΤ ή Σόιμπλε. Και πάει πολύ να «ανεχτούμε» ή να «δικαιολογήσουμε» τέτοιες αποφάσεις, δείγμα μιας ανησυχητικής μετάλλαξης.
Δεν ξέρουμε από ποιον υπαγορεύθηκε αυτή η πρωτοφανής πράξη: από υποχρεώσεις και πολιτικές σχέσεις εντός του δεξιού χώρου (με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας;) ή από εκλεκτικές, ιδεολογικές, «πατριωτικές» συγγένειες (με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά), καθώς ο Νικόλαος Μέρτζος είχε πρωτοστατήσει σε αδιάλλακτο εθνικισμό, τη δεκαετία του 1990 στο Μακεδονικό. Ό,τι και να συμβαίνει είναι ντροπή και προσβολή. Όχι μόνο για την Αριστερά, αλλά για την ίδια τη Δημοκρατία. Και όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο, η απόφαση πρέπει να ανακληθεί, όπως ζητάνε οι αντιδικτατορικοί αγωνιστές. Γιατί η παρασημοφόρησή του θα είναι στίγμα ες αεί γι’ αυτούς που θα την κάνουν.
Α. Π. ΘάνοςΥΓ. Το σημαντικό και απαγορευτικό με τον Μέρτζο είναι ο βίος και η πολιτεία του επί Χούντας. Αλλά ακόμα και αν το παραμερίσουμε αυτό —που δεν πρέπει— δύσκολα θα βρει κανείς στο βιογραφικό του επαρκή λόγο να τον τιμήσει η ελληνική πολιτεία. Εκοφίτης στα προδικτατορικά χρόνια, χουντικός μετά, οπαδός ενός έξαλλου εθνικισμού στα χρόνια της μεταπολίτευσης για το Μακεδονικό, πρωταγωνιστής στην εκστρατεία κατά του βιβλίου της Μαρίας Ρεπούση της ΣΤ΄ Δημοτικού. Τι από αυτό είναι άξιο παρασημοφόρησης και τιμής; Ας μας το εξηγήσει κάποιος από την κυβέρνηση που, τουλάχιστον, ανέχεται, αν δεν το έχει προτείνει...
Σημείωση:
*
http://www.iospress.gr/ios2007/ios20070930.htm