agglia

Σχηματίζουν κυβέρνηση συνεργασίας με το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα Ιρλανδρίας
– Ο Κόρμπιν δικαιώνεται πανηγυρικά

Της Μαρίνας Πρεντουλή

Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, οι προβλέψεις του exit poll για την κατάρρευσης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας των Συντηρητικών το βράδυ της Παρασκευής, θα είχε βγάλει τον κόσμο της κεντροαριστεράς στο δρόμο και οι πανηγυρικοί εορτασμοί θα κρατούσαν μέχρι το πρωί. Στην πιο επιφυλακτική Βρετανία με το ιδιόμορφο πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα (First Past the Post), αποτελούμενο από μονοεδρικές περιφέρειες, πολλές από τις οποίες κερδίζονται και χάνονται οριακά από το βουλευτή του κόμματος που έχει την πλειοψηφία, όσο μικρή και αν είναι αυτή, οι πρώτες πρωινές ώρες βρήκαν τους περισσότερους καθηλωμένους να παρακολουθούν τη ροή των αποτελεσμάτων, χωρίς να μπορούν να πιστέψουν ακόμα την αναπάντεχη αλλαγή του πολιτικού τοπίου.
Σε επίπεδο προγραμματικών δηλώσεων διαφαίνεται ότι τόσο οι πολιτικές τις λιτότητας όσο και η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση με τους ξενοφοβικούς, εθνικιστικούς και απομονωτικούς όρους τις δεξιάς και άκρας δεξιάς έχουν απορριφτεί από μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος. Όμως, και οι ευρύτερες πολιτικές τάσεις φαίνεται να αλλάζουν, ανατρέποντας επιτέλους και στη Μεγάλη Βρετανία τα μέχρι τώρα κατεστημένα πολιτικά κλισέ. Η εποχή της μαζικής πολιτικής δεν έχει τελειώσει, ο λαός και ιδιαίτερα οι νέοι δεν είναι απαθείς, ο μύθος της αναγκαιότητας του προσεταιρισμού του κέντρου καταρρίπτεται, και ο ιδεολογικός διαχωρισμός μεταξύ δεξιάς και αριστεράς είναι πιο ξεκάθαρος από ποτέ.
Τα αυξημένα ποσοστά των Εργατικών, που αντιπροσωπεύουν το 40% του εκλογικού σώματος, δικαιώνουν την αριστερή στροφή του Κόρμπιν, που είναι ουσιαστικά ο νικητής της βραδιάς. Αν και οι Εργατικοί παραμένουν δεύτερο με 261 από τις 650 κοινοβουλευτικές έδρες, το πολιτικό κλίμα έχει αλλάξει. Οι Συντηρητικοί, αν και πρώτο κόμμα με 318 έδρες, έχουν 22 λιγότερες από τις εκλογές του 2015 και 8 λιγότερες από όσες χρειάζονται για να σχηματίσουν κυβέρνηση πλειοψηφίας. Η ανακοίνωση κυβέρνησης (ανεπίσημου) συνασπισμού με επικεφαλής τους Συντηρητικούς και την υποστήριξη του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος της Βορείου Ιρλανδίας (DUP) είναι αμφίβολο αν θα έχει την απαιτούμενη σταθερότητα για να υλοποιήσει τόσο την καταστροφική οικονομική πολιτική της λιτότητας όσο και να ανταπεξέλθει στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ. Η προσωπική ταπείνωση της Τερέζας Μέι είναι αδιαμφισβήτητη. Μπορεί να παραμένει στο πρωθυπουργικό αξίωμα, αλλά η δυναμική της τόσο εντός του κόμματος όσο και στο κοινοβούλιο είναι αισθητά μειωμένη.

Οι λάθος εκτιμήσεις της Μέι

Η εξαγγελία των πρόωρων εκλογών από την Τερέζα Μέι, αποδεικνύεται μια από τις πιο αυτοκαταστροφικές πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων χρονών, με εξαίρεση, ίσως, την εξαγγελία του δημοψηφίσματος από τον προκάτοχο της Ντέιβιντ Κάμερον. Σίγουρη για το προβάδισμα των Συντηρητικών, που στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας έφτασε τις 21 μονάδες, και βασιζόμενη στην εχθρότητα τόσο της δεξιάς πτέρυγας των Εργατικών όσο και των μέσων μαζικής ενημέρωσης προς την ηγεσία του Κορμπιν, αυτοπροσδιορίστηκε ως η εγγυήτρια της σταθερής διακυβέρνησης που θα υλοποιήσει την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση έστω και χωρίς συμφωνία. Αυτό ήταν εξάλλου και το μήνυμα της προεκλογικής της καμπάνιας «Strong and stable/Ισχυρή και σταθερή», ένα σλόγκαν που γρήγορα έγινε το ανέκδοτο της προεκλογικής περιόδου.
Η ανεπιτυχής προσπάθεια των Συντηρητικών να επιβάλλουν τις επικείμενες διαπραγματεύσεις της εξόδου της Μ. Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως τον κεντρικό άξονα της προεκλογικής εκστρατείας υποτίμησε από την μια τη στρατηγική των Εργατικών και από την άλλη την κοινωνική εναντίωση στις πολιτικές τις λιτότητας. Ενώ μετά το δημοψήφισμα η Μέι προσπάθησε να διαφοροποιηθεί από τον προκάτοχο της, προτάσσοντας ένα νέο αφήγημα «συντηρητικού προστατευτισμού» που σε συνδυασμό με την μείωση της ευρωπαϊκής μετανάστευσης υποτίθεται ότι θα προστάτευε τα κατώτερα και μεσαία βρετανικά στρώματα, όσους δηλαδή δεν είχαν λόγο να προασπίζονται τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, η δημοσιοποίηση του προεκλογικού της μανιφέστου επανέφερε πολλούς στη ζοφερή πραγματικότητα: σκληρή λιτότητα, ιδιωτικοποιήσεις του Εθνικού Συστήματος Υγείας, πρωτοφανής επίθεση κατά των συνταξιούχων και των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων με αποκορύφωση την επιβολή του φόρου «γεροντικής άνοιας», όπως ονομάστηκε η πρόταση να αποπληρώνεται η ιατρική περίθαλψη στο σπίτι από όσους συνταξιούχους διαθέτουν περιουσία άνω των 100.000, συμπεριλαμβανόμενης και της πρώτης κατοικίας τους. Η μεταστροφή της σε πολλά απ’ αυτά τα θέματα μόνο σιγουριά δεν κατάφερε να εμπνεύσει.

Ο σοσιαλιστής Κόρμπιν

Σε αντίθεση, ο Κόρμπιν που άρχισε την προεκλογική εκστρατεία δυσοίωνα, σύντομα κατάφερε να πιάσει τον παλμό του εκλογικού σώματος και να αντιτάξει ένα σοσιαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα που μιλούσε απευθείας στις ανησυχίες του εκλογικού σώματος: περαιτέρω χρηματοδότηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, σταδιακή κρατικοποίηση των σιδηροδρόμων και του Βασιλικού Ταχυδρομείου, κατάργηση των πανεπιστημιακών διδάκτρων, αύξηση της φορολογίας σε όσους έχουν ετήσια εισοδήματα άνω των 80.000 λιρών. Η αδυναμία του Κόρμπιν στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είχε ήδη περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Και ενώ η «ξύλινη» Μέι προτίμησε να μην πάρει μέρος σε τηλεοπτικές αναμετρήσεις, ο πιο ανθρωπινός Κόρμπιν, όντας για δεκαετίες έμπειρος ακτιβιστής, απευθύνθηκε στην βάση του εκλογικού σώματος τόσο μέσα από τα ΜΜΕ όσο και σε πολυάριθμες και πολυπληθείς προεκλογικές συγκεντρώσεις. Ακόμα και για όσους αμφισβήτησαν την ικανότητα του να ηγηθεί της χωράς, ο Κόρμπιν δεν παύει να είναι το αντίδοτο στους κατεστημένους πολιτικούς, η απάντηση στο θυμό των νέων, και ο πολιτικός που δεν φοβήθηκε να συνδέσει την βρετανική εξωτερική πολιτική με τις πρόσφατες τρομοκρατικές τραγωδίες.
Ενώ, λοιπόν, τα βρετανικά εκλογικά αποτελέσματα σηματοδοτούν μια σειρά κοινωνικών διαιρέσεων (νέοι-ηλικιωμένων, αστικά κέντρα – επαρχία) που θα επανέλθουν στο προσκήνιο με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για το Brexit, οι Εργατικοί του Κόρμπιν θα παίξουν από δω και στο εξής καταλυτικό ρόλο τόσο σε θέματα εσωτερικής όσο και εξωτερικής πολιτικής της Μεγάλης Βρετανίας.

* Η Μαρίνα Πρεντουλή είναι επίκουρη καθηγήτρια Μέσων Ενημέρωσης και Πολιτικής στο πανεπιστήμιο Ανατολικής Αγγλίας.
Πρόσφατα άρθρα ( Διεθνή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet