«Ο ΚΥΚΛΟΣ»Όμορφος ελεύθερος κόσμος! Του Στράτου ΚερσανίδηΗ επιστήμη και τα επιτεύγματά του ανθρώπινου πολιτισμού είναι βασικοί παράγοντες για μια κοινωνία ευτυχισμένων και ελεύθερων ανθρώπων. Κάτι όμως το οποίο φαίνεται εντελώς λογικό, δεν ισχύει όταν η επιστήμη βρίσκεται στα χέρια ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων ή ανεξέλεγκτων μη δημοκρατικών εξουσιών. Το διαδίκτυο, δηλαδή η σύγχρονη και διαρκώς εξελισσόμενη αυτή υπηρεσία, είναι ένας χώρος της επιστήμης ο οποίος κινείται στα όρια μεταξύ της ελευθερίας και της κατάργησής της. Δίνει τεράστιες δυνατότητες επικοινωνίας και πρόσβασης σε κάθε είδους πληροφορίες αλλά ταυτόχρονα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μέσο παρακολούθησης και χειραγώγησης.
Το 2013 πρωτοκυκλοφόρησε στις ΗΠΑ το βιβλίο του Ντέιβ Έγκερ «Ο κύκλος». Το βιβλίο συζητήθηκε αρκετά, κάποιοι μάλιστα το χαρακτήρισαν ως το «1984» της ψηφιακής εποχής, τοποθετώντας το -αυθαιρέτως κατά την άποψή μου- πλάι στο αριστούργημα του Τζορτζ Όργουελ. Σημείωσε μεγάλη εκδοτική επιτυχία, μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε σε πολλές χώρες (στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Κέδρος) και, όπως συχνά συμβαίνει, μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο. Με σκηνοθέτη τον Τζέιμς Πόνσολντ, «Ο κύκλος» (The Circle) περιγράφει ένα μέλλον που ήδη είναι παρόν.
Η νεαρή Μέι Χόλαντ, προσλαμβάνεται στη μεγαλύτερη εταιρεία παγκοσμίως, η οποία προσφέρει διαδικτυακές υπηρεσίες. Η καλύτερή της φίλη, η Άνι, ήδη εργάζεται εκεί και είναι ενθουσιασμένη. Το εργασιακό περιβάλλον που αντικρίζει η Μέι είναι ιδανικό. Πολύ καλές συνθήκες εργασίας, θαυμάσιοι χώροι αναψυχής, ευχάριστοι και φιλικοί συνεργάτες, καθημερινά πάρτι. Ο Έιμον Μπέιλι, το αφεντικό του Κύκλου, όπως είναι το όνομα της εταιρείας, είναι ένας μοντέρνος, ευχάριστος και φιλικός τύπος ο οποίος κερδίζει αμέσως τη Μέι. Ο Μπέιλι πιστεύει στην «τελειοποιησιμότητα του ανθρώπου», όπως λέει σε μια ομιλία του μπροστά στους ενθουσιώδεις εργαζόμενους. «Όταν είμαστε άριστοι, μπορούμε να λύσουμε όλα τα προβλήματα. Θεραπεύουμε κάθε ασθένεια και καταπολεμούμε την πείνα», λέει. Χρησιμοποιεί ακόμη και τις θετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στα ανθρώπινα δικαιώματα η επέκταση της εταιρείας, τονίζοντας πως όσα περισσότερα γνωρίζουμε τόσο το καλύτερο για τους ανθρώπους. «το να γνωρίζεις είναι καλό, το να γνωρίζεις τα πάντα είναι καλύτερο», είναι το σλόγκαν του Μπέιλι. Τελικά ο Κύκλος, έχοντας τοποθετήσει κάμερες σε όλον τον κόσμο, παρακολουθεί και καταγράφει τα πάντα! Η Μέι από την πλευρά της αναδεικνύεται σε υποδειγματική εργαζόμενη και προτείνεται για να πάρει μέρος σε ένα πείραμα εκούσιας παρακολούθησης. Σιγά-σιγά, πίσω από τη λαμπερή εικόνα αρχίζει να αναδύεται μια τρομακτική πραγματικότητα.
Τα όσα περιγράφονται στην ταινία, εν πολλοίς συνιστούν μια πραγματικότητα. Οι ήρωες της ταινίας είναι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι κατέχουν την τεχνολογία και ζουν με αυτήν. Αυτοί αποτελούν το μέλλον και μάλιστα, οι καλύτεροι από αυτούς –οι άριστοι!- εργάζονται για τον Κύκλο. Κι έτσι αυτός με τη σειρά του θα κυκλώσει τη χώρα και τον πλανήτη με κάμερες παρακολούθησης για το καλό των ανθρώπων. Επειδή «το να γνωρίζεις τα πάντα είναι καλύτερο», είναι ο δρόμος προς την ευτυχία, την ασφάλεια και την ελευθερία. Είναι όμως έτσι;
Δεν σκοπεύω να απαντήσω, νομίζω πως η απάντηση είναι προφανής. Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να μιλήσω για την ταινία και να πω πως πραγματεύεται ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, καθώς οι κάμερες παρακολούθησης ζουν ανάμεσά μας! Και δεν είναι μόνον αυτές. Είναι και ο παγκόσμιος ιστός διαδικτυακής επικοινωνίας μέσω του οποίου οι εταιρείες, και όχι μόνον, γνωρίζουν πολλά για τον καθένα μας. Πρώτα απ’ όλα, για να αναφερθώ στο πιο αθώο, μέσα από τα «χτυπήματα» του υπολογιστή μας γνωρίζουν τις προτιμήσεις μας και στέλνουν στις οθόνες μας τα ανάλογα διαφημιστικά μηνύματα.
Η ταινία δεν κατορθώνει να φανεί αντάξια του πολύ ενδιαφέροντος θέματός της. Και δεν είναι μόνον το σενάριο, επειδή αυτό μπορεί να διορθωθεί με μια έξυπνη σκηνοθεσία. Όμως δεν τα καταφέρνει, κάπου χάνει το ρυθμό της, αναλώνεται σε κοινοτυπίες. Ο Πόνσολντ προτιμά να στραφεί προς το είδος της νεανικής ταινίας παρά να δημιουργήσει μια σκοτεινή δυστοπική ταινία. Ανάλογες είναι και οι ερμηνείες, με την πρωταγωνίστρια, Έμα Γουότσον, σε μια μετριότατη ερμηνεία. Έτσι ο Τομ Χανκς, ως Μπέιλι, μοιάζει σαν τη μύγα μεσ’ το γάλα, αφού είναι ο μόνος ο οποίος ικανοποιεί με το παίξιμό του.
Ταινία με δυνατό θέμα αλλά αδύναμη διεκπεραίωση και υποτονικές ερμηνείες. Παρ’ όλα αυτά έχει κάποιο ενδιαφέρον ιδίως στη σημειολογία του. Η παρουσίαση της εταιρείας, ως γονέα ο οποίος αγκαλιάζει και προστατεύει τα παιδιά του, τα οποία οφείλουν, απλώς, να υπηρετούν τα συμφέροντά τους. Αλλά και οι εργαζόμενοι είναι όλοι όμορφοι νέοι και όμορφες νέες. Το πρότυπο του όμορφου ελεύθερου κόσμου!
strakersan@gmail.comkersanidis.wordpress.com ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ «Το μπαρ» (El bar) του Άλεξ ντε λα Ιγκλέσια: Μεσημέρι σε ένα μπαρ οι πελάτες πίνουν και τρώνε. Όλα είναι ήρεμα και κανονικά. Όταν ένας πελάτης σηκώνεται για να φύγει, η κανονικότητα θα ανατραπεί! Γιατί μόλις ο άνθρωπος θα βγει έξω και θα κάνει μερικά βήματα, ένας πυροβολισμός θα τον σωριάσει κάτω. Οι υπόλοιποι πελάτες έκπληκτοι προσπαθούν να καταλάβουν τι έχει συμβεί. Τελικά κάποιος αποφασίζει να βγει για να δει τι συμβαίνει και να βοηθήσει αλλά πέφτει κι αυτός θύμα του άγνωστου σκοπευτή! Ακούγεται ένας πυροβολισμός και σωριάζεται κι αυτός. Ποιος είναι αυτός που πυροβολεί; Και γιατί πυροβολεί; Οι άνθρωποι που βρίσκονται κλεισμένοι μέσα στο μπαρ προσπαθούν να δώσουν μια απάντηση. Όμως τα ερωτήματα πληθαίνουν. Γιατί η πλατεία στην οποία πυροβολήθηκαν οι άνδρες παραμένει έρημη; Γιατί έχουν διακοπεί οι τηλεφωνικές επικοινωνίες; Ποιος μετακίνησε τα δύο πτώματα; Και αν ο κίνδυνος δεν βρίσκεται έξω αλλά μέσα στο μπαρ; Μήπως οι πυροβολισμοί προσπαθούν να κρατήσουν τον κίνδυνο μέσα στο μπαρ για να μην κινδυνέψουν οι απ’ έξω; Ένα πολύ ενδιαφέρον αντισυμβατικό θρίλερ με στοιχεία μαύρης κωμωδίας, εμπνευσμένο από ταινίες όπως «Σταθμός 13 δέχεται επίθεση» του Τζον Κάρπεντερ και «Εξολοθρευτής άγγελος» του Λουί Μπουνιουέλ.
«Ο πλανήτης των πιθήκων: Η σύγκρουση» (War for the planet of the apes) του Ματ Ριβς: Ο Σίζαρ και οι πίθηκοι μπλέκονται σε μια φονική μάχη, με έναν στρατό ανθρώπων υπό την ηγεσία ενός αδίστακτου συνταγματάρχη. Μετά τις ανυπολόγιστες απώλειες των πιθήκων, ο Σίζαρ παλεύει με τα πιο σκοτεινά του ένστικτα και ξεκινά μια προσωπική αναζήτηση, ώστε να εκδικηθεί για το είδος του. Όταν το ταξίδι του τους φέρει αντιμέτωπους πρόσωπο με πρόσωπο, ο Σίζαρ και ο συνταγματάρχης θα αναμετρηθούν σε μια επική μάχη που θα κρίνει τη μοίρα των δύο ειδών, αλλά και του μέλλοντος του πλανήτη. Οι φίλοι της συγκεκριμένης κλασικής σειράς ταινιών (9 συνολικά) θα μείνουν απολύτως ικανοποιημένοι από τον τρόπο με τον οποίο την προσεγγίζει ο σκηνοθέτης. Τα λόγια του παραγωγού, Ντίλαν Κλαρκ, συνοψίζουν περίφημα την ταινία: «“Ο Πλανήτης των Πιθήκων: Η Σύγκρουση” είναι κατά ένα μέρος οδοιπορικό, κατά ένα μέρος πολεμική ιστορία, κατά ένα μέρος Γουέστερν και επική περιπέτεια -πάνω απ’ όλα όμως, είναι η συναισθηματική εσωτερική αναζήτηση ενός ηγέτη που λατρεύουμε». Η ταινία είναι τρισδιάστατη.
«Βρε, καλώς τους!» (A bras ouverts) του Φιλίπ ντε Σοβερόν: Ο Ζαν Ετιέν, αριστερός διανοούμενος, υποστηρίζει τη συνύπαρξη ανθρώπων από διαφορετικούς πολιτισμούς. Μάλιστα με αφορμή το νέο του βιβλίο «Ανοιχτές αγκαλιές», με το οποίο προτρέπει την κοινωνία να στηρίξει τις απόψεις του, συμμετέχει σε μια τηλεοπτική συζήτηση. Εκεί, ένας από τους συνομιλητές τους, με διαφορετικές πολιτικές απόψεις, τον εγκαλεί πως άλλα υποστηρίζει και άλλα κάνει. Μάλιστα τον προκαλεί να ανοίξει το σπίτι του και να φιλοξενήσει μια οικογένεια Ρομά, ώστε να αποδείξει εάν εννοεί τα όσα υποστηρίζει. Ο Ζαν Ετιέν δέχεται την πρόκληση και γνωστοποιεί στον αέρα τη διεύθυνσή του. Το ίδιο βράδυ, μια οικογένεια Ρομά που είδε την εκπομπή χτυπούν την πόρτα του και ζητούν να μείνουν στο σπίτι του. Για να μη θεωρηθεί ως υποκριτής τους δέχεται παρά τις έντονες διαφωνίες της συζύγου του. Κι έτσι ξεκινά μια συμβίωση δύσκολη και γεμάτη απρόοπτα. Μια ταινία που ενώ θα περιμέναμε να αποτελεί μια απάντηση στο ρατσισμό, επιτυγχάνει ακριβώς το αντίθετο. Γιατί είναι μια ταινία γεμάτη στερεότυπα, προσβλητική για τους Ρομά και εν τέλει ρατσιστική. Ντροπή!
Σινεφίλ