Ευρώπη: Κακιά γιαγιά ή σοφή κυρία;
Στις 27-28 Νοέμβρη του 2014 ολοκληρώθηκε στο Παρίσι ένα ευρωπαϊκό συνέδριο στο οποίο συμμετείχαν 150 περίπου αντιπρόσωποι από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων, οικονομολόγοι, διανοούμενοι, ηγεσίες συνδικάτων, εκπρόσωποι των εργοδοτών και πολλοί άλλοι. Ένα πλήρες αντιπροσωπευτικό σώμα, στο οποίο είχα την τιμή να εκπροσωπήσω την Ελλάδα ως αντιπρόεδρος της ΟΚΕ.
Μερικά μόνο από τα θέματα που τέθηκαν στο συνέδριο ήταν:
-Το μεγάλο χάσμα της χρηματοπιστωτικής από την πραγματική οικονομία.
-Η ψηφιοποίηση της οικονομίας, που καθιστά τους εργοδότες πολλών μεγάλων επιχειρήσεων κυριολεκτικά αόρατους.
-Η ψηφιακή-ρομποτική οικονομία σε όλο και πιο ευρεία χρήση, που αλλάζει κυριολεκτικά τη δομή των επιχειρήσεων (άκεντρη επιχείρηση)
-Διαφάνεια ή μεγαλύτερη απόκρυψη;
-Βιώσιμη περιβαλλοντική ανάπτυξη ή όχι;
-Η αύξηση της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων τρέχει ταχύτερα σε σχέση με την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα;
—Η συμμετοχή εκπροσώπων των εργαζομένων στα ΔΣ των μεγάλων επιχειρήσεων παράγει αποτέλεσμα, ενισχύει τον κοινωνικό διάλογο, θα δώσει μακροπρόθεσμη προοπτική στην επιχείρηση;
-Η αύξηση της μερικής απασχόλησης εισφέρει στη διεκδίκηση μισθολογικών-συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων;
Για να απαντηθούν όλα αυτά, απαιτείται η κοινή παραδοχή εργοδοσίας και εργαζομένων, της κοινωνικής διάστασης της εργασίας. Η συν-αντίληψη ότι εργασία και εργοδοσία πρέπει να είναι δύο κοινωνικά γειτονικά κατώφλια, διαφορετικά τα δικαιώματα που συμφωνούνται στα χαρτιά πάσχουν σοβαρά στην πράξη.
Ο ανταγωνισμός, όπως γίνεται, με εμμονή στη μείωση του μοναδιαίου κόστους, δεν δίνει προοπτική στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, εξαθλιώνοντας συγχρόνως τη ζωή των εργαζομένων και αυξάνοντας το φαινόμενο του αποπληθωρισμού. Η πολιτική της «προσφοράς» επιδιώκει τη βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας καταπατώντας ανθρώπινα δικαιώματα, περιβάλλον και άλλα πολλά, «επιτυγχάνοντας» τον ανταγωνισμό στον αποπληθωρισμό και στο μισθολογικό και κοινωνικό dumping μεταξύ των κρατών-μελών, ενδυναμώνοντας τις ανισότητες και επιφέροντας τον ανταγωνισμό των ανισοτήτων και όχι των οικονομιών. Οι ανισότητες αυτές δεν λύνονται έστω και αν βελτιώνονται με το μοντέλο της «ζήτησης» ή ακόμα και με τη σύγκλισή τους. Αναζητείται τρίτη απάντηση, την οποία κυρίως πρέπει να αναζητήσει η Αριστερά. Η κοινωνική οικονομία, ίσως, είναι ένα προστάδιο αυτής της διαδικασίας, ο τρίτος πόλος ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό.
Βασική διαπίστωση: Η κρίση διαχέεται στις περισσότερες χώρες, με κύρια χαρακτηριστικά την αποδόμηση των κοινωνικών κατακτήσεων, την αύξηση της ανεργίας, την υποβάθμιση της δημόσιας υγείας, τον περιορισμό των δημοκρατικών θεσμών, τη συνολική και ολομέτωπη επίθεση στις συλλογικές συμβάσεις, τα εργατικά συνδικάτα και την ποινικοποίηση της απεργίας. Γι’ αυτό τα συνδικάτα θα πρέπει να αναζητήσουν ένα κοινό όραμα.
Συμπερασματικά: Η λιτότητα απειλεί και επεκτείνεται και προς τις βόρειες χώρες, με ανάλογα χαρακτηριστικά με αυτά του Νότου, έστω με ηπιότερα φαινόμενα. Η καταδίκη αυτής της πολιτικής στο συνέδριο στη Γαλλία σχεδόν καθολική. Με δυο λόγια, ο κοινωνικός ιστός της Ευρώπης είναι αντίθετος στον ακραίο νεοφιλελευθερισμό που εφαρμόζεται και απειλεί τις συντηρητικές κυβερνήσεις να δουν σύντομα θετικά φαινόμενα Ελλάδας-Ισπανίας και την Αριστερά να τις παραμερίζει. Ταυτόχρονα, κάνουν την εμφάνισή τους μεγάλες προκλήσεις για την Αριστερά του σήμερα και του αύριο. Μεγάλα προβλήματα και ερωτηματικά, που ζητούν να απαντηθούν πειστικά τώρα και όχι στο μέλλον. Ο καπιταλισμός θα τ’ απαντήσει αρνητικά και βίαια. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί μπροστά σε όλα αυτά και η θετική, δημοκρατική, κοινωνική και αναπτυξιακή ανταπόκρισή του θα επηρεάσει θετικά τις εξελίξεις στην Ευρώπη και ήδη φαίνεται πως η άνοδός του έχει ανοίξει για τα καλά αυτή την ατζέντα. Η Ευρώπη τελικά έχει δύο επιλογές: Να αλλάξει ή να πεθάνει. Ίδωμεν...
•