Πόσες φορές έχετε περάσει μπροστά από ένα όμορφο νεοκλασσικό κτήριο στο κέντρο της Αθήνας, που πια είναι ερειπωμένο, και αναρωτιέστε τι μπορούσε να ήταν κάποτε, τί είναι τώρα και γιατί εγκαταλείφθηκε στο τίποτα;
Η πιθανότερη απάντηση είναι ότι ανήκει σε κάποιο δημόσιο φορέα που εδώ και χρόνια (ακόμα και πριν την κρίση) το άφησε αναξιοποίητο, καθώς, τουλάχιστον μέχρι τώρα, η μόνη έννοια που έπαιρνε η αξιοποίηση, ήταν αυτή της εκποίησης στους ιδιώτες. Κι αν αυτή δεν μπορούσε να επιτευχθεί, τότε απλά επιλεγόταν η εγκατάλειψη.
Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από την καταγραφή της ακίνητης περιουσίας των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, όπως παρουσιάστηκε από το υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Αλληλεγγύης, την περασμένη εβδομάδα στη σχετική συνέντευξη Τύπου. Το υπουργείο είχε συστήσει ειδική ομάδα για την καταγραφή από το Μάιο του 2015, η οποία ολοκληρώθηκε τώρα, καθώς μέχρι σήμερα το πεδίο της ακίνητης περιουσίας των φορέων παρέμενε αχαρτογράφητο.
Απαξίωση και εγκατάλειψη«Έχουμε έναν ασύλληπτο πλούτο και πρέπει να δούμε πώς θα τον χρησιμοποιήσουμε. Το 49% των ακινήτων που διαθέτουν οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης είναι κενά κτήρια, μόλις το 14% είναι μισθωμένα, ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται σε καθεστώς ιδιοχρησίας. Ακόμα, όμως, και στην περίπτωση ιδιοχρησίας, πολλά καταλαμβάνονται απλά από τόνους αρχειακού υλικού, που έχουν εναποτεθεί εκεί χωρίς κανέναν έλεγχο», περιέγραψε ο Νίκος Μπελαβίλας, αναπληρωτής καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων και διευθυντής του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος του ΕΜΠ, το οποίο συνεργάζεται με το υπουργείο για την κατάρτιση του σχεδίου αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για 1.126 κτήρια, τα περισσότερα στην Αττική και μάλιστα στο κέντρο της Αθήνας, με το 25% αυτών να είναι πλέον ερείπια. Η ερήμωση των κτηρίων αυτών είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια μισού δισ. ευρώ από την πραγματική αξία γης της περιουσίας των ακινήτων, καθώς και απώλεια 16.000 θέσεων εργασίας μέσα σε 17 χρόνια. Γεγονότα που συνέβαλλαν στην κρίση του ιστορικού κέντρου, όπως εξήγησε ο καθηγητής του ΕΜΠ, αφού με την εγκατάλειψη χρήσης ενός κτηρίου πυροδοτείται και μία ευρύτερη ερήμωση της περιοχής, με τις διπλανές εμπορικές δραστηριότητες να πλήττονται και αυτές σιγά σιγά, ώσπου τέλος δημιουργούνται οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», ολόκληροι δρόμοι, δηλαδή, χωρίς ζωή.
Σχέδιο διάσωσης«Ήταν μία πολιτική φτωχοποίησης των ταμείων μέσω της απαξίωσης της περιουσίας τους και της μεταφοράς της ευθύνης αξιοποίησης στους ιδιώτες», σημείωσε σχετικά η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, καθώς, πέραν της μη καταγραφής των ακινήτων αυτών, υπεύθυνο για αυτή την τραγική κατάσταση ήταν και το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Βάσει αυτού παρεμποδιζόταν η αξιοποίησή τους από το δημόσιο, αφού ακόμα και για τη συντήρηση των κτηρίων προβλεπόταν ότι οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορούσαν να κάνουν απευθείας συμβάσεις, αλλά έπρεπε να συμβληθούν μέσω διαγωνισμού με 18 συγκεκριμένες ιδιωτικές εταιρείες, που κατόπιν θα έκαναν άλλο διαγωνισμό για να βρουν ποιος ιδιώτης θα αναλάβει τη συντήρηση κοκ. «Ήταν ένα αδιαφανές καθεστώς που έθετε τους ιδιώτες στο ρόλο του συμβούλου, του υπεύθυνου για το διαγωνισμό, αλλά και του κριτή για αυτόν. Για αυτό το λόγο αλλάξαμε το 2016 το νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να γίνει πραγματική αξιοποίηση με απλούστευση των διαδικασιών, εξασφάλιση όρων διαφάνειας του ανταγωνισμού, ομαλής ένταξης των κτιρίων στην αγορά ακινήτων, και όρους για οικονομία κλίμακας», εξήγησε η υπουργός.
Αφού, λοιπόν, ολοκληρώθηκαν τα δύο πρώτα βήματα της καταγραφής και της αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου, το υπουργείο και το ΕΜΠ προχωρούν στο σχέδιο αξιοποίησης των ακινήτων με σχήματα πολλαπλής διαχείρισης. Δηλαδή, πρώτον, θα αξιοποιηθούν από δημόσιους φορείς σε συνεργασία (π.χ ένα διατηρητέο συγκρότημα μπορεί να αξιοποιηθεί από το δήμο, τα κεντρικά πανεπιστήμια και τη δημοτική βιβλιοθήκη μαζί, ώστε να αναπτύξουν υποδομές για νέους ερευνητές, κοινή μεγάλη βιβλιοθήκη, εστίες για φοιτητές Erasmus κτλ, όπως περιγράφθηκε). Δεύτερον, θα ξανανοίξουν με τη χρήση που είχαν κάποτε και εγκαταλείφθηκε, ώστε να είναι πιο οικονομικό καθώς θα υπάρχει ήδη η υποδομή. Τρίτον, θα δοθούν για εμπορική χρήση ��έρη των ακινήτων, με τον όρο να εξασφαλίζεται η απόδοση του υπόλοιπου κτηρίου για κοινωνική χρήση. Και, τέλος, προβλέπεται αξιοποίηση των κτηρίων από συνεταιριστικά σχήματα νέων επιστημόνων, παραδοσιακού εμπορίου, νέων τεχνολογιών κτλ.
Επενδύσεις κοινωνικές, όχι μεγάλες«Προχωράμε σε μια πολιτική αξιοποίησης με όρους κοινωνικής ανταπόδοσης και όχι εκποίησης. Φεύγουμε από τη λογική της μέγιστης είσπραξης, που ούτως ή άλλως απέτυχε, και προχωράμε στη λογική της μέγιστης ανταπόδοσης», σημείωσε για το σκεπτικό του σχεδίου η υπουργός Εργασίας. Στο ίδιο μήκος κύματος, και ο Νίκος Μπελαβίλας εξήγησε πως στόχος «δεν είναι οι μεγάλες επενδύσεις, αλλά οι ελεγχόμενες και με κοινωνικούς όρους, που δεν θα πετάξουν έξω τους παλιούς χρήστες και θα απευθύνονται στο μικρό και μεσαίο εμπόριο. Δεν μιλάμε για μεγάλους εμπορικούς ογκόλιθους».
Βάσει αυτού, αρχικά το υπουργείο απευθύνει δημόσια πρόσκληση για χρήση 120 κτηρίων από τους φορείς του δημοσίου, ενώ θα διεξαχθεί και αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για 24 εμβληματικά κτήρια του ιστορικού κέντρου. «Πρόκειται για μια σημαντική πρωτοβουλία, γιατί ανοίγει τη συζήτηση για το πώς πρέπει να παρέμβουμε στην πόλη. Η χρήση των κτηρίων αυτών θα έχει πολλές παράπλευρες ωφέλειες, καθώς θα δημιουργήσει πυρήνες ζωής και πάλι μέσα στην πόλη. Μακάρι αυτό το πρόγραμμα να κρατήσει πολλά χρόνια», σημείωσε ο κοσμήτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ, Δημήτριος Ησαΐας.
Αξιοποίηση με στόχο την κοινωνική προστασίαΠαράλληλα, εξελίσσεται και η καταγραφή των κτηρίων της Πρόνοιας, αλλά και των φορέων πρόνοιας που εποπτεύονται από το υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Πρόκειται για περίπου 900 και πλέον κτήρια, εκ των οποίων τα περισσότερα είναι κληροδοτήματα, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν δοθεί στο δημόσιο συγκεκριμένα για το σκοπό της κοινωνικής προστασίας ευάλωτων ομάδων, αλλά που μέχρι τώρα έμειναν αναξιοποίητα.
Από τους πρώτους τομείς για τους οποίους θα αξιοποιηθούν τα κτήρια αυτά, είναι η προστασία των αστέγων. «Δημιουργήσαμε εργαλεία και διαδικασίες για την καταγραφή των αστέγων, πιλοτικά πρώτα στην Αθήνα, ώστε να υπάρξει πλήρης διασύνδεση με τα μητρώα και να δούμε πώς θα αξιοποιήσουμε το κτιριακό απόθεμα για τη στέγασή τους», περιέγραψε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώ Φωτίου.
Ταυτόχρονα, έχει ήδη προχωρήσει στην αξιοποίηση μεγάλων κτηριακών συγκροτημάτων για την παιδική προστασία, παλιές παιδοπόλεις που είχαν εγκαταλειφτεί και που τώρα στεγάζουν ασυνόδευτους ανήλικους πρόσφυγες. Συγκεκριμένα πρόκειται για 16 μονάδες που επισκευάστηκαν με χρήματα της Ύπατης Αρμοστείας, και που «όταν σταματήσουν οι ροές των προσφύγων, θα συνεχίσουν να αξιοποιούνται για την προστασία των παιδιών, οποιασδήποτε εθνικότητας», επισήμανε η αναπληρώτρια υπουργός, συμπληρώνοντας πως «στόχος είναι όλο το κτηριακό απόθεμα της Πρόνοιας να αξιοποιηθεί ακριβώς για την προστασία των 6 ευάλωτων ομάδων για τις οποίες είναι υπεύθυνη: παιδιά, Ρομά, άστεγοι, άποροι, ηλικιωμένοι και ΑμεΑ».
Τζέλα Αλιπράντη