«Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ»
Παλεύοντας με το χρόνο
Του Στράτου ΚερσανίδηΟ χρόνος είναι ανίκητος, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να νικηθεί! Γιατί όταν η επιστήμη σου δίνει μόνο δύο χρόνια ζωής κι εσύ καταφέρνεις να είσαι ζωντανός μετά από 52 χρόνια, τότε μάλλον έχεις καταφέρει να νικήσεις το χρόνο. Ίσως γι’ αυτό να αποτελεί και το αγαπημένο του θέμα, αφού αυτό το οποίο τον ταλανίζει σε ολόκληρη την επιστημονική του ζωή ως αστροφυσικού, είναι ο προσδιορισμός της αρχής και του τέλους του σύμπαντος αλλά και αυτού που συντελείται ενδιαμέσως. «Όσο άσχημη κι αν φαίνεται η ζωή, όπου υπάρχει ζωή υπάρχει ελπίδα», υποστηρίζει ο Στίβεν Χόκινγκ, ο κορυφαίος αυτός επιστήμονας ο οποίος δεν σταμάτησε να εξερευνά τις μαύρες τρύπες, την κβαντική βαρύτητα, τη θεωρητική κοσμολογία και διάφορα τέτοια ακαταλαβίστικα, τουλάχιστον για τον υποφαινόμενο.
Γεννημένος στην Οξφόρδη, στις 8 Ιανουαρίου 1942, ο Χόκινγκ σπούδασε εκεί και στη συνέχεια πήγε στο Κέμπριτζ για μεταπτυχιακές σπουδές στην Κοσμολογία. Και ενώ οι σπουδές του προχωρούσαν με επιτυχία, το 1963, όταν ήταν 21 ετών τον χτύπησε η αρρώστια. Οι γιατροί διέγνωσαν νόσο του κινητικού νευρώνα, συμπτώματα της οποίας ήταν η σταδιακή απώλεια ικανότητας για κίνηση και ομιλία, ενώ του έδωσαν δύο χρόνια ζωής.
Λίγο πριν από τη διάγνωση της αρρώστιας, συναντάμε τον Στίβεν Χόκινγκ στο Κέμπριτζ, ως έναν νεαρό φοιτητή γεμάτο ζωή, όνειρα και φιλοδοξίες. Η ταινία του Τζέιμς Μαρς «Η θεωρία των πάντων» (The theory of everything) ακολουθεί τη ζωή του κορυφαίου αυτού επιστήμονα, που δικαίως το όνομά του μπαίνει δίπλα σε εκείνο του Άλμπερτ Αϊνστάιν, την εποχή που γνωρίζει και ερωτεύεται τη συμφοιτήτριά του, Τζέιν Γουάιντ. Μια προικισμένη γυναίκα, η οποία όταν μαθαίνει για την ασθένειά του, αποφασίζει να τον παντρευτεί και να ζήσει μαζί του. Η ταινία του Μαρς επικεντρώνεται κυρίως στη σχέση του Χόκινγκ με τη γυναίκα του, μια σχέση αληθινής αγάπης αλλά συνάμα και περίπλοκη εξαιτίας της κατάστασής του.
Η ταινία βασίζεται σε υλικό από το βιβλίο της «Ταξιδεύοντας στο άπειρο: Η ζωή μου με τον Στίβεν Χόκινγκ». Ο παραγωγός και σεναριογράφος Άντονι ΜακΚάρτεν διάβασε το βιβλίο της Τζέιν Χόκινγκ και ενθουσιάστηκε με την «υπέροχη ιστορία αγάπης ανάμεσα σε δύο πολύ έντονα και ευφυή μυαλά που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τόσο τους φυσικούς περιορισμούς της ασθένειας όσο και τη δόξα που ήρθε στη ζωή τους. Με την πάροδο των δεκαετιών η αγάπη τους εξελίχτηκε και πήρε μια ανορθόδοξη τροπή προκειμένου να επιβιώσει. Πρόκειται για μια ιστορία αγάπης χωρίς προηγούμενο».
Ο Τζέιμς Μαρς, βραβευμένος με Όσκαρ για το ντοκιμαντέρ «Σε τεντωμένο σχοινί» (Man on wire) το 2009, που αναφερόταν στην επίπονη, ριψοκίνδυνη και παράνομη προσπάθεια του Γάλλου σχοινοβάτη Φιλίπ Πετίτ να περπατήσει το 1974 σ’ ένα σύρμα το οποίο συνέδεε τους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης, επιλέγει τον Χόκινγκ για τη νέα του ταινία. Αυτή τη φορά δεν κάνει ντοκιμαντέρ αλλά μια βιογραφική ταινία μυθοπλασίας, που έχει ως πρωταγωνιστή τον κορυφαίο φυσικό. Με έναν εκπληκτικό Έντι Ρέντμεϊν (Χρυσή Σφαίρα) στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η ταινία προσεγγίζει τη ζωή του Χόκινγκ με λεπτότητα και την βλέπει από την αισιόδοξη πλευρά, αναδεικνύοντας έτσι εκτός από την ευφυΐα, το χιούμορ και την αγάπη του για τη ζωή.
Τα συναρπαστικά μυστικά του σύμπαντος που ταλανίζουν το μυαλό του αλλά και η δύναμη της ανθρώπινης θέλησης και της αγάπης -φορείς των οποίων είναι η Τζέιν και ο Στίβεν- γίνονται το υλικό για μια ταινία που δίνει ιδιαίτερη σημασία στην ανθρώπινη πλευρά. Καλογυρισμένη, με άκρως ενδιαφέρουσες θέσεις πλάνων, χωρίς ακκισμούς, εντυπωσιασμούς και μελοδραματισμούς, ο Μαρς δίνει μια ταινία συνεπή, μεστή και πλούσια σε νοήματα και συναισθήματα.
strakersan@gmail.com,
kersanidis.wordpress.com«ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ»
Ήταν κάποτε μια πόλη που είχε ποτάμια…Ο Κώστας, ένας άνδρας ο οποίος εργάζεται οδηγός στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο -«ηλεκτροδηγός», όπως λέει ο ίδιος- βλέπει κάθε μέρα μια γυναίκα, η οποία επιβιβάζεται στο Θησείο και κατεβαίνει στον Πειραιά. Η γυναίκα, η Άννα, εργάζεται ως πωλήτρια ακτοπλοϊκών εισιτηρίων και δεν γνωρίζει τον Κώστα. Εκείνος την ακολουθεί και προσπαθεί να της μιλήσει. Εκείνη στην αρχή τρομάζει, μετά θυμώνει και τέλος τον ακούει. Κι όταν ο Κώστας χάνεται, η Άννα αρχίζει να τον αναζητά.
Μινιμαλισμός και καθαρή ματιά επάνω στην αποξένωση, τη μοναξιά και την προσωπική ερημιά του ανθρώπου. Ο Κώστας και η Άννα είναι δυο άνθρωποι μόνοι που ζουν στην πρωτεύουσα. Η πολύβουη πρωτεύουσα μετατρέπεται από την Μαντά σε έρημη πόλη, αφού κάπως έτσι τη βιώνουν οι δύο πρωταγωνιστές της. Θαρρείς και μόνον αυτοί οι δύο ζουν στην πόλη, αλλά παρόλα αυτά παραμένουν άγνωστοι μεταξύ τους. Ακόμη κι αν ακολουθούν καθημερινά την ίδια διαδρομή, οι ματιές τους δεν διασταυρώνονται ποτέ. Μόνο όταν ο ένας αποφασίσει να προσεγγίσει την άλλη, τότε η οθόνη θα πλημμυρίσει βλέμματα και αμηχανία.
Η ταινία της Μαργαρίτας Μαντά «Για πάντα» λέει πολλά, μιλώντας ελάχιστα. Ο κινηματογράφος είναι εικόνα και αυτό το δρόμο ακολουθεί η σκηνοθέτιδα για να εισχωρήσει στα «εντός» των ηρώων της, αλλά και για να ξεδιπλώσει τα δικά μας «εντός». Γιατί μιλά ακριβώς σε μας για μας, για τη μοναξιά αλλά και για τις χαμένες ευκαιρίες, για τη θλίψη της καθημερινότητας αλλά και για τους φόβους μας να βρεθούμε με τους άλλους. Πολύ έξυπνο είναι το εύρημα της σκηνοθέτιδας με τα αρχαία ποτάμια της Αθήνας, που οδηγούν στη θάλασσα και σκεπάστηκαν για να γίνουν δρόμοι. Και μπορεί να πηγαίνουμε πιο γρήγορα αλλά έτσι «χάθηκαν τα λόγια των ανθρώπων», όπως λέει. Τα ποτάμια, ο Ηριδανός, ο Κηφισός και η θάλασσα, ο Πειραιάς. Κ�� από πάνω οι άνθρωποι που ταξιδεύουν γρήγορα με τα αυτοκίνητα ή με τον ηλεκτρικό, αλλά δεν προλαβαίνουν να ακούσουν ο ένας τον άλλον. «Ήταν κάποτε μια πόλη που είχε ποτάμια…» και η Μαντά μας παροτρύνει τρυφερά να τα ακολουθήσουμε χωρίς βιασύνη γιατί η πορεία προς τη θάλασσα είναι γεμάτη ιστορίες, λόγια κι ανθρώπους. Ένα κινηματογραφικό κομψοτέχνημα βαθιά ανθρώπινο, σπαρακτικό και αισιόδοξο. Δεν μπορεί, κάπου θα συναντηθούμε, αρκεί να το θέλουμε.
Στρα. Κερ.