Του Στράτου ΚερσανίδηΤα σαράντα του χρόνια γιόρτασε φέτος το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, το οποίο ολοκληρώθηκε χθες, Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου.
Την ικανοποίησή του για το «θεσμό που κατάφερε να βρίσκεται στις πολύ πρώτες θέσεις διεθνών φεστιβάλ και που κατάφερε να αναγνωριστεί από διεθνείς κινηματογραφικούς οργανισμούς και να εισάγει καινοφανείς δράσεις», εξέφρασε ο, επί 18 χρόνια, καλλιτεχνικός διευθυντής, Αντώνης Παπαδόπουλος, μιλώντας στους Υπότιτλους, την εφημερίδα του φεστιβάλ.
Οπως μας αποκάλυψε ο κ. Παπαδόπουλος, φέτος σημειώθηκε ρεκόρ αιτήσεων συμμετοχής, γεγονός το οποίο καταδεικνύει την επιθυμία των κινηματογραφιστών να προβάλουν τις ταινίες τους στο συγκεκριμένο φεστιβάλ. Τελικά, από τις 223 αιτήσεις επελέγησαν 66 ταινίες οι οποίες διαγωνίστηκαν στο ελληνικό τμήμα.
Με ένα εύρος θεμάτων και προβληματισμών, οι ελληνικές ταινίες ανέδειξαν τις πολύπλευρες θεματικές και αισθητικές αναζητήσεις του ελληνικού κινηματογράφου των επόμενων ετών. Όπως είναι φυσικό, στο επίκεντρο των περισσότερων ταινιών βρέθηκαν τα σύγχρονα καθημερινά προβλήματα, όπως η οικονομική κρίση και το προσφυγικό. Το πλέον ενδιαφέρον είναι πως οι σκηνοθέτες μας είναι εξωστρεφείς, δεν ομφαλοσκοπούν αλλά ανοίγονται, διερευνούν και προσεγγίζουν, συχνά με ιδιαίτερη τόλμη, ζητήματα της καθημερινότητας.
Και φέτος διαπιστώσαμε τη σύνδεση της τοπικής κοινωνίας με το φεστιβάλ, κάτι που αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την επιτυχία του. Οι περισσότερες βραδινές προβολές του ελληνικού τμήματος, πραγματοποιήθηκαν με την αίθουσα του κινηματογράφου Ολύμπια γεμάτη. Κι αυτό χάρη «στους πολύμορφους δεσμούς που έχουμε αναπτύξει με την τοπική κοινωνία», όπως είπε ο κ. Παπαδόπουλος, στην ίδια συνέντευξη, και συμπληρώνει: «Η οργανική διασύνδεση με το δραστήριο Δήμο της πόλης και το υπουργείο Πολιτισμού επιτρέπει στον ακριτικό αυτό πολιτιστικό θεσμό να διατηρήσει την οργανωτική του επάρκεια και να μην επιτρέψει καμιά καλλιτεχνική έκπτωση λόγω κρίσης».
Παράθυρο στον κόσμοΌσον αφορά το διεθνές διαγωνιστικό τμήμα, το οποίο διεξάγεται για 23η χρονιά, προβλήθηκαν 54 ταινίες από 48 χώρες. Εδώ, πλέον, οι προβληματισμοί και οι αναζητήσεις των κινηματογραφιστών ανοίγουν ένα παράθυρο στον κόσμο και τα ποικίλα και πολύμορφα ζητήματα που απασχολούν τις κοινωνίες και τους ανθρώπους σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Η διεθνοποίηση του θεσμού, πριν από 23 χρόνια, έφερε τον παγκόσμιο κινηματογράφο στη Δράμα αλλά και τους έλληνες κινηματογραφιστές ταινιών μικρού μήκους, σε επαφή με τους ξένους συναδέλφους τους. Αυτό, κατά την άποψή μου, είχε ευεργετικά αποτελέσματα, αφού μέσα από τον ανταγωνισμό ανέβηκε το επίπεδο της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους.
Και φέτος, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, έγινε αισθητή η απουσία μιας μεγαλύτερης αίθουσας για να φιλοξενούνται οι προβολές. Ο κινηματογράφος Ολύμπια, αποδείχτηκε πάλι πολύ μικρός για τις ανάγκες ενός διεθνούς φεστιβάλ, ενώ το πάγιο αίτημα για μια μεγαλύτερη ιδιόκτητη αίθουσα φαίνεται πως, λόγω των συνθηκών, απομακρύνεται. Ο δήμαρχος Δράμας, Χριστόδουλος Μαμσάκος, αφού θυμίζει πως οι κινηματογραφικές αίθουσες που υπήρχαν στην πόλη έχουν κλείσει όλες, λέει για το θέμα: «Έχουμε τα Ολύμπια, ένα στολίδι για τη Δράμα, ένα κόσμημα για την ιστορία του κινηματογράφου πανελλαδικά. Θεωρώ, λοιπόν, ευλογία ότι οι Δραμινοί διατηρήσαμε αυτόν τον ιστορικό χώρο που είναι ανακαινισμένος. Όντως το πλήθος των επισκεπτών και του κοινού που αγκαλιάζει το φεστιβάλ, είναι μεγάλος και φυσικά εξετάζουμε με σωφροσύνη κάθε δυνατή λύση που θα ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του κοινού. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνούμε ότι η δύσκολη οικονομική συγκυρία μας περιορίζει» («Υπότιτλοι»).
Μια σχέση αγάπηςΜε αφορμή τα τεσσαρακοστά γενέθλιά του Φεστιβάλ της Δράμας, αξίζει να θυμίσουμε πως ο θεσμός ξεκίνησε το 1978, ως μία πρωτοβουλία της δραστήριας Κινηματογραφικής Λέσχης Δράμας. Μέσα από μεγάλες δυσκολίες αλλά με πείσμα και όραμα, οι σκαπανείς του φεστιβάλ ξεκίνησαν και κατάφεραν σύντομα να κερδίσουν τη στήριξη του Δήμου. Το 1987, έχει πλέον αναγνωριστεί από το υπουργείο Πολιτισμού και η τότε διοίκηση αποφασίζει να αλλάξει την αρίθμηση. Έτσι το 1987, πραγματοποιείται το 1ο Φεστιβάλ της Δράμας, το οποίο στην ουσία ήταν το 10ο. Ευτυχώς το 1994, αποκαταστάθηκε η τάξη και κυρίως η Ιστορία, με την επαναφορά της αρχικής αρίθμησης κι έτσι τη χρονιά εκείνη πραγματοποιήθηκε το 17ο Φεστιβάλ Δράμας.
Στην ίδια συνέντευξη στους Υπότιτλους, ο δήμαρχος της πόλης, λέει για το θέμα: «Η αγάπη των Δραμινών για το Φεστιβάλ είναι δεδομένη. Δεν πρέπει να παραλείψουμε ότι γεννήθηκε από τους ίδιους τους συμπολίτες μας και συγκεκριμένα από την Κινηματογραφική Λέσχη της Δράμας, η οποία αποτέλεσε τη μήτρα αυτού του σπουδαίου φεστιβάλ για την περιοχή μας και τη χώρα μας. Ο κινηματογράφος, και συγκεκριμένα το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους, είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού της Δράμας. Είμαστε υπερήφανοι που διατηρούμε άσβεστη τη φλόγα της 7ης Τέχνης και που δίνουμε τη δυνατότητα στους μικρομηκάδες να εκφραστούν (…) ώστε να συμβάλλουν στη βελτίωση του κινηματογραφικού προϊόντος (…). Τα 40 χρόνια αδιάλειπτης συνέχειας επιβεβαιώνουν τη σχέση αγάπης των Δραμινών».
Στο πλαίσιο των παράλληλων εκδηλώσεων, οι επισκέπτες του φεστιβάλ αλλά και οι Δραμινοί είχαν την ευκαιρία να επισκεφθούν την έκθεση φωτογραφίας , «Στη σκιά της παλιάς Δράμας», του φωτορεπόρτερ και φωτογράφου, Δημήτρη Μεσσήνη. Ο Μεσσήνης, ο οποίος έφυγε από τη Δράμα το 1961 σε ηλικία 12 ετών, επέστρεψε με αυτήν την πολύ σημαντική έκθεση τιμώντας με τον καλύτερο τρόπο τη γενέθλια πόλη.
Καθώς το 40ο Φεστιβάλ Δράμας τελείωσε και η διοργάνωση μπαίνει στη δεκαετία των πρώτων «ήντα» όπως λέμε, ανανεώνουμε το ραντεβού μας, καλώς εχόντων των πραμάτων, για το Σεπτέμβριο του 2018.