Διεισδυτικό ψυχολογικό θέατρο από “Τα παράσιτα” της Βίβιεν Φράντσμαν στο Θέατρο του Ν. Κόσμου37 χρόνια και κάτι μήνες… Τό ’χα όλη την ώρα στο νου μου το βράδυ των εκλογών, παρακολουθώντας την καταμέτρηση των ψήφων με συγκίνηση και αγωνία σε ένα μικρό εκλογικό τμήμα στο Μοσχάτο. Είχα μόλις περάσει τα 13, τέλος της Α΄ Γυμνασίου, όταν στρατεύτηκα στην Αριστερά. Έμαθα να μετράω τη ζωή μου με πορείες, διαδηλώσεις, κομματικές συνεδρίες, αφισοκολλήσεις… Έμαθα να μετράω τη ζωή μου με διαβάσματα που άνοιγαν τις λεωφόρους των οραμάτων και των ελπίδων… Η λέξη «σύντροφος» υπήρξε και είναι ακόμα (πιο προσεκτικά πια, μαθαίνεις με τα χρόνια πικρές αλήθειες) ιερή. 37 χρόνια και κάτι μήνες… Κι αν ήταν να ξανάρχιζα τη ζωή μου, πάλι τον ίδιο δρόμο θά ’παιρνα.
10 και μισή το βράδυ, φτάσαμε στην Αθήνα κι, όπως ανεβαίναμε από το Σύνταγμα προς την Κλαυθμώνος, η νύχτα ξαφνικά πλημμύρισε από τη Διεθνή. Και από πρόσωπα χαμογελαστά και από χέρια που έσφιγγαν το ένα το άλλο με αισιοδοξία… Το ζούσαμε πράγματι ή το βλέπαμε σε ταινία; 37 χρόνια και κάτι μήνες. Για άλλους ήταν πολύ περισσότερα χρόνια και πολύ μεγαλύτερες θυσίες. Κάποιοι δεν ήταν πια ανάμεσά μας, δεν πρόφτασαν, έφυγαν νωρίς και μας έλειπαν πολύ. Τώρα που κόπασε η χαρά της γιορτής, τώρα που βλέπουμε τα δύσκολα μπροστά μας, τώρα απαιτείται ακόμη μεγαλύτερος αγώνας. Η κοινωνία να βγει από τη λογική της ανάθεσης, να στηρίξει κινηματικά και κριτικά, να ξαναμάθουμε την πραγματική συλλογική πάλη και αυτό που εννοούσε η ρητορεία του συνδικαλισμού. Να αντέξουμε τη δημοκρατία, πραγματικά και ουσιαστικά. Να μην αφήσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να αποχυμωθεί περιορίζοντας το κόμμα σε γραφειοκρατικές λειτουργίες. Να λειτουργήσει το κόμμα ουσιαστικά δίπλα στην κυβέρνηση, με προτάσεις και έλεγχο, συνομιλώντας με τα κινήματα που θα αντέξουμε να απελευθερώσουμε από επικίνδυνους εναγκαλισμούς και να παλέψουμε για να μείνουν ελεύθερα άρα λειτουργικά και γόνιμα. Ο ωραιότερος στίχος της «Αντιγόνης» παραμένει το προκλητικό της ερώτημα προς την Ισμήνη από τον πρόλογο ήδη της τραγωδίας: ήρθε η ώρα να δείξεις «τάχα εἴτ᾽ εὐγενεῖς πέφυκαμεν εἴτ᾽ ἐσθ��ῶν κακοί».
Στα δικά μας τώρα. Η Αμέλια Τζέντλμαν στην «Guardian» έκανε ίσως την πιο περιεκτική κριτική στο έργο «Τα παράσιτα» που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου: «Βία, κακοποίηση, εξάρτηση […] αλλά δεν πρόκειται για μια τουριστική περιήγηση στον κόσμο της φτώχιας». Η Βίβιεν Φράντσμαν (Λονδίνο, 1971), η συγγραφέας του έργου, είναι εκπαιδευτικός σε σχολεία του Λονδίνου και συνεργάζεται από καιρό με την εταιρεία Clean Break. Πρόκειται για μια θεατρική εταιρεία που ιδρύθηκε το 1979 από δύο φυλακισμένες γυναίκες που ήθελαν να φέρουν μπροστά στα μάτια του κοινού τις ιστορίες φυλακισμένων γυναικών, ώστε να μελετηθεί το δύσκολο και πολύπλοκο θέμα της γυναικείας παραβατικότητας και του τρόπου που το νομικό σύστημα και η κοινωνία το αντιμετωπίζουν. Έτσι εδώ και 35 χρόνια η εταιρεία παραγγέλνει σχετικά έργα σε γυναίκες συγγραφείς. Τα Παράσιτα ήταν παραγγελία του Clean Break και η συνθήκη συγγραφής έχει σημασία τόσο στην επεξεργασία των χαρακτήρων και των καταστάσεων όσο και στη μορφή του έργου.
Τα Παράσιτα περιγράφουν τη συνεξαρτησιακή σχέση δύο αδερφών, της Πινκ και της Ρόλι, εθισμένων στα ναρκωτικά. Ζουν στο περιθώριο, σε ένα σπίτι μικρό, ακατάστατο, βρώμικο, γεμάτο τμήματα επίπλων, μια φυλακή από σκουπίδια που τις κρύβει από τον αληθινό κόσμο και κρύβει απ’ αυτές τη ζωή. Δεν είναι τυχαίο που στην πρώτη σκηνική οδηγία αναγράφεται. «Η φωλιά της Πινκ. Ένα χάος». Είναι κι αυτές αόρατοι άνθρωποι. Η κοινωνία τις προσπερνά, συνήθως με αδιαφορία, αν όχι με εχθρότητα. Επικίνδυνοι «άλλοι», «χαμένα κορμιά», παραδομένα στην «πρέζα»… «Ενημέρωση υπάρχει, ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν, βάσανα και προβλήματα έχουν όλοι, δεν το ’ριξαν όλοι στις ουσίες…». Και δεν κατανοούν πως μέσα σ’ αυτό ακριβώς που λένε κρύβεται το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να θέτει κανείς προσεγγίζοντας τους εξαρτημένους.
Χωρίς καταγγελτική διάθεσηΗ Κατερίνα Μάτσα στο βιβλίο της «Περίπτωση Ευρυδίκη» μεταφέρει τη μαρτυρία μιας τοξικομανούς (σκληρή λέξη, όχι απλώς περιγραφική, φορτωμένη αρνητικές συνυποδηλώσεις: τοξικότητα, δηλητήρια, μανία, τρέλα, επικινδυνότητα…). Λέει η νεαρή κοπέλα: «Εγώ δεν έπινα πρέζα για να ξεχωρίζω. Έπινα για να μπορώ να αντέχω τον εαυτό μου. Πριν αρχίσω την πρέζα, αισθανόμουν νεκρή. Ούτε η χειρότερη ξεφτίλα της πρέζας δεν με έκανε να αισθανθώ όπως τότε». Για μένα, και ας μου συγχωρεθεί η πρωτοπρόσωπη αναφορά, είναι η πιο συγκλονιστική και η πιο ολοκληρωμένη ερμηνεία του προβλήματος της ουσιοεξάρτησης, αν όχι γενικότερα των εξαρτήσεων. Νομίζω μάλιστα ότι η Φράντσμαν έχει κατά νου μια τέτοια προσέγγιση του ζητήματος στο έργο της.
Γιατί τα Παράσιτα δεν είναι ένα έργο για τον κόσμο των ναρκωτικών. Τότε, όσο κι αν προσπαθούσε να μην το κάνει, θα έπεφτε στην παγίδα του διδακτισμού. Προφανώς -εκπαιδευτικός ούσα- ξέρει πολύ καλά ότι με την τρομοκρατία της κατάντιας ποτέ κανείς δεν έφυγε από την κόλαση. Μάλιστα, οι έρευνες δείχνουν ότι ειδικά σε περιβάλλοντα εφήβων η ορμητική πορεία προς το δύσκολο θάνατο από ναρκωτικά προσλαμβάνεται θετικά, ίσως προκαλούνται κάποιοι έφηβοι από εικόνες φρίκης.
Τα Παράσιτα είναι ένα έργο για τις ανθρώπινες σχέσεις. Στέρεα δομημένο, με γρήγορη εναλλαγή μικρών σκηνών κατά τις οποίες οι διάλογοι των δυο γυναικών αποκαλύπτουν την πορεία της σχέσης τους και τη διαμόρφωση των χαρακτήρων τους, τον ιδιαίτερο ψυχισμό της κάθε μιας, όπου η συγγραφέας δεν παρεμβαίνει με κανένα συναισθηματισμό ούτε με καμιά καταγγελτική διάθεση.
Δυσδιάκριτα όριαΕδώ η Φραντσμαν δίνει ένα υπόδειγμα μοντέρνας ρεαλιστικής γραφής και πετυχαίνει ένα διεισδυτικό ψυχολογικό θέατρο, που τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει δώσει ιδιαίτερα σημαντικά δείγματα στις βρετανικές σκηνές (φρέσκα δείγματα του οποίου επιμένει ορθώς να φέρνει ταχύτατα στην Ελλάδα ο σκηνοθέτης Β. Θεοδωρόπουλος). Η Πινκ δεν αγαπά την Ρόλι, είναι εξαρτημένη από την ανάγκη της να την βοηθά για να υπάρχει η ίδια. Για να το πετύχει αυτό, την κρατά δέσμια των εξαρτήσεών της και εμποδίζει με δόλο κάθε της προσπάθεια να ξεφύγει και να πατήσει στα πόδια της. Φτάνοντας μέχρι το φόνο ενός αθώου παιδιού. Η Πινκ μας τρομάζει. Η συνεξάρτηση μπορεί να εμφανιστεί σε όλα τα κοινωνικά περιβάλλοντα, σε όλες τις σχέσεις (φιλικές, ερωτικές, γονεϊκές, πολιτικής στράτευσης ακόμη). Έμμεσα η συγγραφές μας καλεί να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη και να αντιμετωπίσουμε -όσοι χρειάζεται- το τέρας της ανειλικρινούς αφοσίωσης και αγάπης. Γιατί η αγάπη είναι προσφορά από το περίσσεμα. Μπορώ να είμαι μόνος και επιλέγω να είμαι μαζί σου. Έτσι μόνο έχει αξία. Μόνο που τα όρια εδώ είναι δυσδιάκριτα.
Άρτια υποκριτικάΗ σκηνοθεσία επέτρεψε στο κείμενο να εκδιπλώσει πολλές πτυχές του. Ζωντανή και γρήγορη, λιτή, βοηθήθηκε από τους φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη που παρακολουθεί τις εξελίξεις της τέχνης του και τις ενσωματώνει αφομοιωμένες γόνιμα στον προσωπικό του κώδικα και τα σκηνικά της Μαγδαληνής Αυγερινού που «έχτισε» μια πραγματική φωλιά για να ξεσκεπάσει όμως και όχι να καλύψει τη σχέση των κοριτσιών.
Ευτύχησε η παράσταση υποκριτικά. Η υπογράφουσα τη στήλη ήταν από τους πρώτους κριτικούς που πρόσεξε και ανέδειξε το ταλέντο της Κόρας Καρβούνη, μια ηθοποιός που μέχρι τώρα δεν μας απογοήτευσε. Η Πινκ δουλεύτηκε στις λεπτομέρειές της για να αποδώσει τον εύθραυστο και ανασφαλή χαρακτήρα της, το κομφούζιο των συναισθημάτων ανάμεσα στην αγάπη, την εκδίκηση και την ανάγκη. Νομίζουμε ότι συνεχίζει ένα νήμα που είχε την αρχή του σε μια άλλη παράσταση στο ίδιο θέατρο («Σεξουαλικές νευρώσεις των γονιών μας» του Μπαίρφους) όπου ήταν φανερό ότι δεν διστάζει να «τσαλακωθεί» για να φτάσει στα μύχια της ψυχής της ηρωίδας της. Αποκάλυψη, ωστόσο, της παράστασης η νεαρή Ιωάννα Κολλιοπούλου. Η Ρόλι της είχε τον σπαραγμό στο απαιτούμενο μέτρο, ενώ απέδωσε εύστοχα το πιο δύσκολο κομμάτι, τις στιγμές που μπουμπουκιάζει ένα ιδιότυπο χιούμορ στα όρια της αυτογελοιοποίησης.
Μαρώ Τριανταφύλλου
maro33@otenet.gr