Του Θόδωρου ΠαρασκευόπουλουΤο ερώτημα είναι εύλογο (και τέθηκε): γιατί η δημοσιότητα ασχολήθηκε επί εβδομάδες με ένα ζήτημα που αφορά σχετικά λίγους πολίτες; Και από τη μεριά της Αριστεράς, γιατί η επιμονή και η σύγκρουση για κάτι που στο κάτω κάτω δεν φαίνεται έχει ταξική διάσταση ή κιόλας (το επισήμανε ο Τσακαλώτος στη βουλή) είναι μια καθαρά φιλελεύθερη υπόθεση; Ακόμα περισσότερο: όλη η υπόθεση των ατομικών δικαιωμάτων είναι στη λογική του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός θέλει ανθρώπους ελεύθερους που να μπορούν να αναπτύσσουν τα ταλέντα και τις κλίσεις τους, διότι τέτοιοι άνθρωποι παράγουν ως μισθωτοί με τη δουλειά τους το μέγιστο σε υπεραξία, δηλαδή η δαπάνη της εργασιακής τους δύναμης αποφέρει το μέγιστο κέρδος.
Διακρίσεις και οικονομίαΌπως όλα, έτσι κι αυτό δεν συμβαίνει ευθύγραμμα, αφού σε πολλές περιπτώσεις ένα καθεστώς διακρίσεων (π.χ. εναντίον ανθρώπων που δεν ανήκουν στη λευκή «φυλή» ή εναντίον των γυναικών) μειώνει τους μισθούς αυτών των ανθρώπων και, επομένως, αυξάνει το κέρδος των εκμεταλλευτών τους. Μακροπρόθεσμα, όμως, αυτό δεν ισχύει ή μάλλον ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Νότιας Αφρικής του απαρτχάιντ, όπου, ενώ ορισμένοι καπιταλιστές αποκόμισαν τεράστια κέρδη, στο τέλος η οικονομία της χώρας (δηλαδή και τα κέρδη των καπιταλιστών συνολικά) παρουσίασε υστέρηση. Προ ετών, ένας νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος που τιμήθηκε με Νόμπελ έδειχνε σε εργασία του πόσο μεγάλο κόστος είχαν οι φυλετικές διακρίσεις για την οικονομία (δηλαδή για τους καπιταλιστές) των ΗΠΑ, επειδή ακριβώς οι άνθρωποι που ζούσαν σε καθεστώς διακρίσεων δεν μπορούσαν να αποδώσουν το μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Μπορούμε κιόλας να αναλογιστούμε τι ταλέντα γυναικών, σκουρόχρωμων, ομοφυλόφιλων ή, επί του προκειμένου, ανθρώπων με διαφορετική ταυτότητα φύλου χάθηκαν, γιατί η καταπίεση των φυσικών φορέων αυτών των ταλέντων δεν μπόρεσαν να τα αναπτύξουν.
Εδώ λοιπόν φαίνεται πώς το γενικό συμφέρον των καπιταλιστών να απελευθερωθούν οι άνθρωποι από τα δεσμά της παλιάς κοινωνίας, ώστε η εκμετάλλευση της εργασιακής τους δύναμης να είναι πλήρης, αποδεικνύεται συμφέρον ολόκληρης της ανθρωπότητας. Και αυτό το συμφέρον των καπιταλιστών το εκπροσωπεί και το επιβάλλει το αστικό κράτος. Βέβαια, η αστική κοινωνία επιβάλλει στα άτομα άλλα, νέα δεσμά, οικονομικά προπάντων, αλλά και θεσμικά, αν χρειαστεί, και βέβαια αυτά τα ατομικά δικαιώματα που σιγά σιγά, στην πάροδο των αιώνων της αστικής εξουσίας, επιβάλλονται, δεν εντάσσονται σε συλλογικά κοινωνικά δικαιώματα, ούτε οικοδομούνται συνήθως κοινωνικοί θεσμοί προστασίας των ανθρώπων που εξέρχονται από το καθεστώς διακρίσεων, ώστε να μπορούν ομαλά να ενταχθούν, χωρίς διακρίσεις, στην κοινωνία και να αποσείσουν το βάρος των διακρίσεων που είχαν υποστεί.
Για να επιβληθούν αυτά που δεν θα έκανε από μόνο του το αστικό κράτος, αλλά και για να επιταχυνθούν αυτά που θα έκανε, αλλά το εμποδίζουν τα δεσμά της παλιάς κοινωνίας, χρειάζονται τα κινήματα απελευθέρωσης. Μόνο που χρειάζεται να καταλάβουμε ότι τα αιτήματα αυτών των κινημάτων ατομικής απελευθέρωσης τελεσφορούν και παγιώνονται σχετικά εύκολα (ας πούμε σε σύγκριση με δικαιώματα της εργατικής τάξης) μόνο επειδή εντάσσονται στη λογική του καπιταλισμού.
Η απελευθερωτική λειτουργία του καπιταλισμούΕμάς, λοιπόν, τι μας νοιάζει; Μας νοιάζει επειδή, όπως είπαμε αυτό είναι το συμφέρον ολόκληρης της ανθρωπότητας, αλλά και επειδή, αν τα άτομα δεν απελευθερωθούν από τα δεσμά παρελθόντων καταπιεστικών κοινωνικών καθεστώτων, δύσκολα συμμετέχουν σε ένα συνολικό κίνημα απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος. Δηλαδή, η απελευθερωτική λειτουργία του καπιταλισμού από τα δεσμά της παλιάς κοινωνίας είναι προϋπόθεση για τη δική του ανατροπή.
Συχνά στο παρελθόν, στην αντικαπιταλιστική Αριστερά (δηλαδή στο κομμουνιστικό κίνημα) γινόταν λόγος για «δευτερεύουσες» ή «επί μέρους» αντιθέσεις. Και όντως, ας πούμε η ομοφυλοφιλία ή η ταυτότητα φύλου που διαφέρει από τα ανατομικά εκ γενετής σεξουαλικά χαρακτηριστικά, ακόμα και το διαφορετικό χρώμα της επιδερμίδας σε ένα περιβάλλον «αλλόφυλο» και η γυναικεία ταυτότητα, κι ας μην είναι μειοψηφική αυτή, θα έπρεπε να είναι δευτερεύον πρόβλημα ή μάλλον να μην είναι διόλου πρόβλημα.
Πάντοτε η ανακάλυψη ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι αλλιώτικος από της πλειοψηφίας ή ότι η αίσθηση του φύλου είναι αλλιώτικη από εκείνη που θα έλεγες ότι προσδιορίζουν τα ανατομικά χαρακτηριστικά, κι έτσι αλλιώτικη από της πλειονότητας, θα δημιουργεί ερωτήματα στο ίδιο το άτομο, κρίσεις κ.λπ. Αυτά τα ερωτήματα και αυτές οι κρίσεις, σε κοινωνικό περιβάλλον που απορρίπτει τη διαφορετικότητα, δημιουργούν μόνιμες κρίσεις και ψυχικά προβλήματα, γιατί υπάρχει το στίγμα της «ανωμαλίας». Εάν λοιπόν σε ανθρώπους με τέτοια χαρακτηριστικά διαπιστώνονται συχνότερα ψυχικά προβλήματα, η αιτία δεν είναι τα διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά ότι αυτά δεν αναγνωρίζονται ως κανονικότητα – βλέπεις «κανονικότητα» δεν είναι τα χαρακτηριστικά της πλειονότητας, αλλά η ποικιλία που συνθέτει το ανθρώπινο γένος.
Ακριβώς αυτό αντιστράφηκε στη συζήτηση στη Βουλή κυρίως από ομιλητές της Νέας Δημοκρατίας και του ΚΚΕ. Το αίτημα να προηγείται της αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου ιατρική (εννοεί: ψυχιατρική) εξέταση δηλώνει αυτή την αντιστροφή της πραγματικότητας. Κι αν δικαίως ο Τσίπρας κατηγόρησε τον Μητσοτάκη ότι με την ανόητη αναφορά σε εξωγήινους στιγμάτισε μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα, τι να πεις για την αναφορά της Μανωλάκου του ΚΚΕ σε εξηντάχρονο που «αυτοπροσδιοριζόταν ως εξάχρονο κορίτσι»!
Η παραπομπή αυτών των ανθρώπων στον ψυχίατρο καλύφθηκε, κυρίως από το ΚΚΕ με το πέπλο της επιστημονικής και κοινωνικής στήριξης, η οποία πράγματι είναι αναγκαία. Άλλο όμως αυτό, δηλαδή η οικειοθελής προσφυγή ανθρώπων που βιώνουν κρίσεις σε ιατρικές και κοινωνικοψυχολογικές συμβουλές, για την οποία το κράτος πρέπει να έχει τις απαραίτητες δομές, και άλλο η αναγκαστική ψυχιατρική εξέταση, δηλαδή η εξαρχής κατάταξη αυτών των ανθρώπων στην κατηγορία των «ασθενών» ή των «ανώμαλων». Τότε όλη η απελευθερωτική λειτουργία πάει περίπατο.
Θόδωρος Παρασκευόπουλος