Δύο γεγονότα αυτή την εβδομάδα ξεκαθάρισαν, σε ένα βαθμό, δυο πολύ σοβαρές πλευρές των πολιτικών εξελίξεων. Το ένα, έχει σχέση με ανώνυμες δηλώσεις ευρωπαίου αξιωματούχου σχετικά με τη πορεία που θεωρούν στην Κομισιόν ότι θα υπάρξει από τώρα έως την έξοδο από το μνημόνιο. Και αυτή η πορεία παρουσιάστηκε τόσο ομαλή που άφησε μετέωρους τους συναδέλφους του αντικυβερνητικού Τύπου που, μάλιστα, όπως σχολίαζαν αυτόπτες μάρτυρες, ενοχλήθηκαν. Αυτό φάνηκε στα ρεπορτάζ της επόμενης μέρας που είχαν αφοπλισθεί πλήρως ως προς την καταστροφολογία τη σχετική με τη διαπραγμάτευση. Έμειναν μόνο με το ελαφρύ πυροβολικό της αστυνομικής καθημερινότητας, αλλά αυτό δεν μπορούσε να ικανοποιήσει την αντιπολιτευτική δίψα τους.
Ολοκληρωτική διάψευσηΩστόσο, το κλίμα ακόμη τροφοδοτείται από την ολοκληρωτική διάψευση της καταστροφολογίας και των αρνητικών προβλέψεων, που ακολούθησαν ως τακτική για πολλούς μήνες. Το είπε πολύ χαρακτηριστικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στη βουλή: «Έχετε βάλει πολύ χαμηλά τον πήχη», είπε απευθυνόμενος προς την πλευρά της ΝΔ. «Και αυτό, όπως καταλαβαίνεται, σημαίνει ότι μια κυβέρνηση που έχει μια συγκεκριμένη στρατηγική, μπορεί να πάει πολύ καλά», σημείωσε. «Και πολιτικά μπορεί να πάει καλά», πρόσθεσε με νόημα.
Ένα μεγαλύτερο απόσπασμα από την ίδια ομιλία του υπουργού Οικονομικών στην επιτροπή Οικονομικών της βουλής περιγράφει με το γνωστό τρόπο του Ευκλείδη το βατερλώ των διαψεύσεων της τακτικής της ΝΔ. Το αντιγράφω: «Βγήκαμε στις αγορές και όλοι πιστεύουν ότι θα κλείσει η 3η αξιολόγηση, το λένε οι πάντες πλέον. Αλήθεια, που πήγε αυτό το “βάστα Σόϊμπλε”, που πήγε το “μπράβο ΔΝΤ που πιέζεις την ελληνική οικονομία και κοινωνία” που λέγατε; Τώρα που λένε τα αντίθετα, τι λέτε; Που πήγε αυτό που λέγατε ότι είναι στον αέρα τα ληξιπρόθεσμα και άρα δεν θα υπάρχει η δεύτερη υποδόση των 800 εκατομμυρίων; Που πήγε αυτό που λέγατε ότι για το 2017, δεν θα υπάρχει μέρισμα; Που πήγε αυτό που λέγατε ότι για το 2018 θα αναγκαστούμε να πάρουμε καινούργια μέτρα. Που ήταν όλο αυτό το οικοδόμημα το οποίο χτίσατε; Σας έχω ξαναπεί, να μην ακούτε τις εφημερίδες που σας υποστηρίζουν, κάνετε λάθος μην χτίζετε τη στρατηγική σας πάνω σε αυτές».
Ακροδεξιό έδαφοςΤο άλλο γεγονός είναι η συζήτηση στη βουλή, στην ώρα του Πρωθυπουργού, της ερώτησης του προέδρου της ΝΔ με θέμα την τάξη και την ασφάλεια ή την εκτεταμένη ανομία που βλέπει να υπάρχει το κόμμα της αξιωματικής. Αυτό που ξεκαθάρισε, και είναι πολύ σημαντικό, είναι ότι μετά την κατάρρευση της στρατηγικής της, της παρένθεσης κτλ, η νέα στρατηγική αναζητά έδαφος και επιχειρήματα προς τη δεξιά ή και την ακροδεξιά. Δεν είναι μόνο ότι όσα επιστρατεύει ως γεγονότα ανομίας, είναι πολύ λιγότερα απ’ όσο στο παρελθόν —να σημειωθεί ότι ποτέ δεν αναφέρει ως πράξεις ανομίας όσα κάνει η Χρυσή Αυγή— αλλά και, όπως προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις, οι πολίτες δεν αξιολογούν τα σχετικά ζητήματα ως πολύ σημαντικά την τελευταία μακρά περίοδο. Κι αυτό παρά το κλίμα παραπληροφόρησης και τρομοκράτησης, που η ΝΔ και ο φιλικός της Τύπος διαμορφώνει. Προφανώς, ύστερα από επτά χρόνια λιτότητας και μνημονίων, άλλα προβλήματα ιεραρχούν ως πρωτεύοντα οι πολίτες.
Την ακροδεξιά στροφή του κ. Μητσοτάκη επεσήμανε αμέσως, όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Θα μπορούσα, λοιπόν, κύριε Μητσοτάκη, σε αυτή τη συζήτηση να κάθομαι και να παρακολουθώ το τι λέτε χωρίς να πω πολλά. Όμως, πραγματικά, ακούγοντάς σας, αναρωτιέμαι πού είναι αυτός ο πολιτικός που εξελέγη πρόεδρος του κόμματος, δίνοντας τότε την ελπίδα ότι θα μεταφέρει την πολιτική ζωή και την πολιτική αντιπαράθεση στο κέντρο. Βλέπω εσάς και σας ακούω να μιλάτε από αυτό εδώ το βήμα και όταν γυρνάω την πλάτη μου από την άλλη μεριά, λέω: “Ποιος είναι τώρα στο βήμα”; Είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Άδωνις Γεωργιάδης; Καμιά διαφορά. Η απόλυτη υιοθέτηση μιας ακροδεξιάς ρητορικής του φόβου, την οποία, βεβαίως, έχουν και άλλα κόμματα υιοθετήσει στην Ευρώπη και έχουν πάει καλά για τα κυβικά τους. Όμως, είναι κόμματα ακροδεξιά. Επιλέξτε πού θέλετε να πάτε το κόμμα σας: στο κέντρο ή στην ακροδεξιά;».
Νεοφιλελεύθερη οικονομίαΑυτή η ακροδεξιά τάση, όμως, της ΝΔ συνδυάζεται και με μια άκρως νεοφιλελεύθερη πολιτική στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο. Κάθε προσυνέδριο της ΝΔ συνεισφέρει σ’ αυτό το ζήτημα. Φυσικά αυτές οι επιλογές συναντούν αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΝΔ. Στη βουλή, για παράδειγμα, οι βουλευτές της ΝΔ που παρακολούθησαν την ομιλία του προέδρου τους ήταν πολλοί λίγοι. Όσο για το κοινωνικό πεδίο, η δημόσια διαφωνία της ΔΑΚΕ για τα εργασιακά ήταν εκκωφαντική. Ναι μεν χτυπάει τις θέσεις του ΣΕΒ, αλλά αυτές, όπως γνωρίζουμε, ήδη συμπεριλαμβάνονται στο ερωτηματολόγιο της ΝΔ για τα εργασιακά!
Το μήνυμα, σίγουρα, έφτασε πολύ καθαρό στην Πειραιώς. Αλλά ανεξάρτητα από αυτό όσο περνάει ο χρόνος και οι εξελίξεις θα επιβεβαιώνουν ότι, με δυσκολίες βέβαια, ο προγραμματισμός της κυβέρνησης θα προχωράει υλοποιούμενος, η ΝΔ θα έχει όλο και οξύτερο πρόβλημα μ’ αυτή τη γραμμή. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση όλο και πιο ξεθαρρεμένα θα υλοποιεί κάποιες από τις πολιτικές της, που θα λύνουν λαϊκά προβλήματα, η ΝΔ θα εμφανίζεται με μια ακροδεξιά, υπερνεοφιλελεύθερη ατζέντα. Είναι δυνατόν να απευθύνεται μ’ αυτή σε ένα κόσμο που για επτά χρόνια υπέστη τα πάνδεινα από μια πολιτική που θα μοιάζει πολύ μ’ αυτά που θα επαγγέλλεται η ΝΔ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ και η φορολογία των μεσαίων εισοδημάτων Για άλλη μια φορά το ζήτημα της υψηλής φορολογίας, ειδικά της φορολόγησης των μεσαίων εισοδημάτων, τέθηκε στη Βουλή από τους αγορευτές της ΝΔ. Και ως ήταν φυσικό η συζήτηση γενικεύθηκε, ιδιαίτερα με πρωτοβουλία των στελεχών της κυβέρνησης, που κάλεσαν τους εκπροσώπους της ΝΔ, να μιλήσουν πολύ συγκεκριμένα για τα μέτρα που θα έπαιρνε το κόμμα τους, αντί να βάλουν φόρους, δηλαδή τι δαπάνες θα έκοβαν. «Γιατί μιλάμε για δισεκατομμύρια που πρέπει να βρείτε και να κόψετε και να μου πείτε από που θα κόβατε για να γίνει αυτή η συζήτηση» ρώτησε ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Αποδείχτηκε, όμως, για μια ακόμη φορά μάταιος κόπος.
Αυτό, όμως, που είπε με σαφήνεια ο υπουργός και έδωσε τίτλους στον αντικυβερνητικό Τύπο είναι ότι η επιλογή αυτή, δηλαδή να πέσει το βάρος στη φορολογία και μάλιστα στη φορολόγηση των μεσαίων εισοδημάτων, ήταν πολιτική επιλογή ,για να μπορέσουν να προφυλαχθούν τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα και τα ακραία θύματα της λιτότητας. «Το είπε ο κ. Χουλιαράκης και το έχω πει και εγώ, ότι είχαμε απόλυτη προτεραιότητα την ανθρωπιστική κρίση και μας πήρε μεγάλο χρονικό διάστημα για να έρθουν αυτά τα χρήματα από τη φοροδιαφυγή και γι’ αυτό και πιέσαμε τις μεσαίες τάξεις. Δεν έπρεπε να έχουμε απόλυτη προτεραιότητα για την ανθρωπιστική κρίση; Αυτό, θα ήθελα να το ξέρω», είπε ο υπουργός απευθυνόμενος προς τη ΝΔ. Αυτή η τοποθέτηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου θεωρήθηκε ως «ομολογία στοχοποίησης των μεσαίων εισοδημάτων» όπως έγραψε η «Καθημερινή».
Ο υπουργός απάντησε, όμως, και στην κριτική ότι το υπερπλεόνασμα είναι αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης, με συγκεκριμένα στοιχεία. Τα 448 εκατομμύρια ευρώ είναι από τη μείωση της ανεργίας και την επακόλουθη αύξηση των εισπράξεων του ΕΦΚΑ. Για τον ίδιο λόγο η αυξημένη απόδοση για το 2018 θα είναι 472 εκατ. ευρώ. Ως το τέλος του χρόνου, επίσης, θα έχουν εισπραχθεί άλλα 400 εκατ. από την εθελουσία αποκάλυψη εισοδημάτων. Ένα άλλο ποσό, 320 εκατ. ευρώ, προέρχεται από την επισκόπηση δαπανών, από την περικοπή, δηλαδή σπατάλης στο Δημόσιο, που δεν έχει εξαλειφθεί ακόμη εντελώς. Μπορούσαν, όμως, όλα αυτά να έχουν προϋπολογισθεί και συμπεριληφθεί στον προϋπολογισμό και να μην προκύψει υπεραπόδοση; Ο υπουργός απάντησε και σ’ αυτό, ειδικά στην κριτική ότι δεν είναι βέλτιστη λύση «να υπερφορολογείτε, να έχετε μεγάλη υπεραπόδοση και μετά να την μοιράζετε», όπως κατηγορήθηκε η κυβέρνηση. «Είναι σωστό, δεν είναι η βέλτιστη λύση, ούτε θα ήταν μια λύση που θα ήθελα εγώ να διαλέξω, αλλά ξέρετε ότι αυτό γίνεται για δύο λόγους. Ο πρώτος, είναι, ότι το ΔΝΤ πάντα υποτιμάει την απόδοση μέτρων που έχουμε και δεύτερον, δεν μετράει καθόλου τα λεγόμενα “μη παραμετρικά μέτρα”, δηλαδή, ό,τι επιτυγχάνουμε από τη φοροδιαφυγή, από την αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ κ.ά. Οπότε, έχουμε μια υπεραπόδοση γι’ αυτό το λόγο».
Η συζήτηση αυτή ήταν απλώς μια πρόγευση αυτής που θα ακολουθήσει με την κατάθεση του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού σε λίγες εβδομάδες. Ο προϋπολογισμός για το 2018 δεν είναι καθόλου εύκολα να υποστηριχθεί με το βάρος ενός πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ. Αν, όμως, η ΝΔ επιμείνει στην τακτική της της γενικής κριτικής θα μειώσει κατά πολύ αυτή τη δυσκολία.
Π. Κλαυδιανός