Η Ασλί Ερντογάν, μια από τις πιο σημαντικές λογοτέχνιδες της Τουρκίας, πολυβραβευμένη και μεταφρασμένη σε 17 γλώσσες, μίλησε την περασμένη Πέμπτη, 9 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής με θέμα «Η γραφή ως αντίσταση και ανάσταση», καλεσμένη του Megaron Plus, με τη συνεργασία των εκδόσεων Ποταμός.
Η Α. Ερντογάν είχε συλληφθεί και προφυλακιστεί στις 20 Αυγούστου 2016, ένα μήνα μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία, με την κατηγορία συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση, λόγω της συνεργασίας της με τη φιλοκουρδική εφημερίδα «Ozgur Gundem» και αποφυλακίστηκε μετά τη παγκόσμια κατακραυγή τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.
«Ήταν ογκόλιθος η αγωνία, η προσμονή να βγει η Ασλί από τη φυλακή και ύστερα η άδεια να ταξιδέψει στο εξωτερικό» είπε η εκδότρια του Ποταμού Αναστασία Λαμπρία παρουσιάζοντας τη λογοτέχνιδα. «Το μόνο που είχαμε βέβαιο ήταν οι τίτλοι των δύο βιβλίων της, η ευγένειά της και όλα τα υπόλοιπα ήθελαν υπομονή και την εύνοια της τύχης».


Προλογίζοντας την, η μεταφράστριά της Άνθη Καρρά χαρακτήρισε «επίμονη και κουραστική την προσπάθεια της Ασλί να καταλάβει, να συναισθανθεί και να νοηματοδοτήσει ό,τι συνέβαινε στην ίδια και τον κόσμο ολόγυρά της. Να μην αρκεστεί δηλαδή στην ιδιότητα ενός παρατηρητή αλλά να βιώσει την ιστορία πριν την μεταδώσει» Συνέχισε, λέγοντας, ότι «στην αρθρογραφία της αντλεί τα θέματά της από μια επικαιρότητα που τα ΜΜΕ μεταμφιέζουν ή αποκρύπτουν, τα εκθέτει όμως φιλτραρισμένα μέσα από την ευρεία ανθρωπιστική και πολιτική παιδεία της και μια οξυμένη σε κάποια θέματα ευαισθησία. Θέματα όπως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η σχέση μειονοτήτων με την εξουσία, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, η αποσόβηση της αρμένικης γενοκτονίας [...] η ανοιχτή πληγή του Κουρδικού». Η Άνθη Καρρά επισημαίνει, επίσης, ότι η Α. Ερντογάν είναι η πρώτη συγγραφέας στην Τουρκία με πλήθος αναφορών στο ολοκαύτωμα σε μια χώρα που, επειδή δεν συμμετείχε στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ένα μέρος της θεωρεί ότι αυτό δεν την αφορά.

Πώς να μιλήσεις για το ανείπωτο;

Η ίδια η λογοτέχνις είχε πει λίγο μετά την αποφυλάκισή της: «Αιχμαλωσία και εξορία: εκεί βρίσκω τον άνθρωπο. Δεν περιορίζομαι στη δική μου εμπειρία, νομίζω αυτή είναι η ανθρώπινη ιστορία». Πώς να μιλήσεις για το ανείπωτο; Πού τοποθετείς εσύ η ίδια τα όρια; Ποιο το νόημα να το κάνεις αυτό; Είναι η δική σου κάθαρση ή μια ακόμη αιχμαλωσία; Μπορείς εσύ να αφηγηθείς την ιστορία του θύματος; Είναι τα ερωτήματα που θέτει η Ασλί Ερντογάν.
«Λένε πως τα “θύματα” είτε κλείνονται στη σιωπή, είτε μιλούν ακατάσχετα σαν να παραληρούν. (Εγώ αιωρούμαι ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα). Φιμώνοντας το θύμα που κουβαλάς μέσα σου είναι σαν να συνεργάζεσαι κατά κάποιο τρόπο με το σύστημα που συμπράττει με σένα για να του αποσπάσει τα τραύματα, να του τα αποσπάσει αγνοώντας τα ή ιεραρχώντας τα. Το θύμα που βρίσκεται συνεχώς υπό δοκιμασία είναι η εντιμότητα ή η αθωότητα. Όταν όμως εκφράζεις το θύμα και μιλάς στη θέση του, επικαλείσαι ξανά και ξανά το ίδιο τραύμα, [...] το μεταπλάθεις σε κάτι αξιοθέατο, όπως τη μύγα που πιάσαν μες στο κεχριμπάρι. [...]. Σίγουρα κανείς δεν μπορεί να μάθει στον άλλο πώς να κουβαλά τα τραύματά του, η προσωπική μου όμως “συνταγή” είναι πως πρέπει να προσεγγίζεις κάθε ζωή με τη συναίσθηση ενός πεπρωμένου…

Εναν καθρέφτη απέναντι στην κοινωνία

Με αυτήν ακριβώς τη συναίσθηση του πεπρωμένου αρχίζει η λογοτεχνία», γράφει η Ασλί Ερντογάν στις 3 Ιουνίου 2016 στην επιφυλλίδα της στην εφημερίδα «Οzgur Gundem» που περιλαμβάνεται στη συλλογή με τίτλο «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου». Όπως είπε στην ομιλία της στο Μέγαρο Μουσικής, ξεκίνησε να γράφει στην εφημερίδα μόνο για οικονομικούς λόγους, το έκανε για 5 χρόνια και προσπάθησε να γράψει με λόγιο τρόπο χρησιμοποιώντας όλες τις λογοτεχνικές τεχνικές που γνώριζε, προκειμένου να μεταφέρει προς τα έξω τη φωνή που έχει σιγήσει, όσων δεν μπορούν να πουν την ιστορία τους, τη φωνή των θυμάτων.
«Στην εφημερίδα αναλαμβάνεις την ευθύνη να μιλήσεις για τους αληθινούς ανθρώπους. Αυτοί για τους οποίους μίλησα εγώ είναι νεκροί» είπε η Α. Ερντογάν. «Σκεφτόμουν ότι οι οικογένειες θα διάβαζαν αυτά τα άρθρα, η αστυνομία, αν έγραφα για τα βασανιστήρια η αστυνομία θα σταματούσε. Φυσικά ήμουν αφελής. Κι αν κάποιος διαβάσει αυτά τα άρθρα θα αναρωτηθεί: γιατί αυτή η γυναίκα έπρεπε να φυλακιστεί, να αντιμετωπίσει την ισόβια κάθειρξη; Τι υπάρχει σε αυτά τα άρθρα τόσο εξοργιστικό, τόσο επικίνδυνο;» αναρωτήθηκε. «Νομίζω τοποθέτησα έναν καθρέφτη απέναντι στην τούρκικη κοινωνία, τη σημερινή και την παλαιότερη, δεν τους άρεσε η εικόνα τους στον καθρέφτη και προσπάθησαν να τον κομματιάσουν. Δεν χρειάζεται να γράφεις για βασανιστήρια ή στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά, αν το κάνεις, πρέπει να μη συμβιβάζεσαι».

Δεν θέλω να γίνω συνένοχη

Στη διάλεξή της είπε ότι την συνέλαβαν εξαιτίας, μάλλον, των όσων έγραψε για τη Τζιτζρέ, την κουρδική πόλη που οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, κατά την πολύμηνη πολιορκία της το 2016, βομβάρδισαν, τραυματίζοντας και σκοτώνοντας εκατοντάδες ανθρώπους. Στο κείμενό της η Ερντογάν χτυπά αλύπητα τη διαστρέβλωση των γεγονότων όπως παρουσιάζονται από τον Τύπο, τη σιωπή για τα 165 κομματιασμένα και απανθρακωμένα πτώματα, την κοινωνία που, εθισμένη στη βία, είναι ανίκανη να θέσει ερωτηματικά και αναζητά διαρκώς εχθρούς, ενώ ξεχύνεται στους δρόμους απαιτώντας σφαγές. Όσο η πολεμική ψύχωση βαθαίνει τόσο η διεκδίκηση των πιο θεμελιωδών δικαιωμάτων θα συγκρουστεί με μια όλο και πιο ιερή αντίληψη του κράτους, καταλήγει.
Η πρωτοπρόσωπη, συχνά παραληρηματική αφήγηση της, εν είδει εσωτερικού μονολόγου, ενσωματώνει διαυγή παρατήρηση και προσωπική απόγνωση όπως αυτή στην επιφυλλίδα Μήτε η σιωπή είναι πια δική σου*: «Δεν θέλω να γίνω συνένοχη στα ομαδικά πυρά κατά των γυναικών, των παιδιών και των γέρων που προσπαθούν να βγουν από τα ερείπια αγκιστρωμένοι στις λευκές του σημαίες [...] ούτε για τους μαύρους σάκους που παραδίδουν λέγοντας “Αυτό είναι το παιδί σου”, “πέντε κιλά το πολύ κρέας και κόκκαλα”[…] Ή στο συγκλονιστικό και άκρως ποιητικό κείμενο της «Πόλεμος και Πόλεμος» όπου η προσπάθεια περιγραφής των εικόνων από τη φρίκη στις πόλεις της Ανατολικής Τουρκίας και το Άουσβιτς προσκρούει στο άρρητο.

Η ουσία της λέξης αλληλεγγύη

Μιλώντας για την φυλάκισή της, αναφέρθηκε στην αλληλεγγύη και την αλληλεγγύη των γυναικών που δεν αποτέλεσε απλά μια κοινωνική πράξη αλλά μια πράξη κυριολεκτικά επιβίωσης. Εκεί κατανόησε την ουσία των λέξεων αλληλεγγύη και ελευθερία. Όταν αρρώστησε, ήταν οι συγκρατούμενές της, ως επί το πλείστον νεαρές Κούρδισσες που τις είχαν συλλάβει στο βουνό, αυτές που την φρόντισαν, όταν οι Αρχές αδιαφορούσαν.
Η Ασλί Ερντογάν όταν αποφυλακίστηκε δήλωσε: «Η Εξουσία με κατηγορεί, πιστεύει ότι έχω τρομοκρατηθεί αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέρει τίποτα για μένα. Υποστηρίζει ότι ανακάλυψε μια μαύρη τρύπα ενώ δεν καταφέρνει καν να αντιληφθεί το ηλιακό σύστημα».
Η Αμαλία Μουτούση διάβασε αποσπάσματα από το «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου», ενώ και η συγγραφέας διάβασε στα τούρκικα ένα απόσπασμα από το βιβλίο της «Kirmizi Pelerinli Kent» που δανείστηκε από μια ακροάτρια.

Σημειώσεις
* Ο τίτλος της επιφυλλίδας και της συλλογής προέρχεται από στίχο του Γιώργου Σεφέρη, από τη Γυμνοπαιδία 2.
Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία: «Ο θαυμαστός μανδαρίνος», μτφ από τα τουρκικά Άνθη Καρρά, Ποταμός 2017 και «Μήτε κι η σιωπή είναι πια δική σου», μτφ από τα τουρκικά Άνθη Καρρά, Ποταμός 2017.

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet