Ως αντίκρουση της κυβερνητικής πολιτικής, που στοχεύει σε «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια,μπορεί να θεωρηθεί η εκτίμηση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γ. Στουρνάρα, ότι «η ύπαρξη προληπτικού πλαισίου στήριξης μπορεί να δράσει υποστηρικτικά στην ελληνική οικονομία». Και δικαιολογημένα, καθώς αποτελεί περισσότερο πολιτική παρέμβαση, παρά οικονομική άποψη.
Πρώτα πρώτα, είναι και στον ίδιο γνωστή η αντίθεση μεταξύ ΝΔ και κυβέρνησης, με την πρώτη να διαλαλεί σε κάθε ευκαιρία ότι δεν μπορεί να υπάρξει καθαρή έξοδος, αλλά ήδη οδηγούμαστε σε τέταρτο μνημόνιο, μορφή του οποίου θεωρείται και το προληπτικό πρόγραμμα στήριξης, η αποδοχή του οποίου συνεπάγεται δεσμεύσεις πέραν της γενικά εφαρμοζόμενης εποπτείας μετά το πρόγραμμα. Επομένως, με την εκτίμησή του, από μια θέση μάλιστα ιδιαίτερης βαρύτητας, συντάσσεται ουσιαστικά με τη ΝΔ.
Πέρα από αυτό, όμως, και στην ίδια την ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ που δημοσίευσε ο διοικητής, υποδηλώνεται ότι είναι κυρίως πολιτικός ο λόγος της πρότασης προληπτικού προγράμματος στήριξης, καθώς εκεί επισημαίνεται ρητά ότι ένα τέτοιο προληπτικό πρόγραμμα «θα τονώσει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών (...) διότι αυτοί θα γνωρίζουν ότι η οικονομική πολιτική είναι και θα παραμείνει συνετή, αποκλείοντας την επανεμφάνιση ανισορροπιών»! Ο εστί μεθερμηνευόμενο, μας χρειάζεται φοβέρα, διαφορετικά η σκληρή λιτότητα κινδυνεύει.
Δεν είναι, λοιπόν, αδικαιολόγητοι οι συνειρμοί, που μας οδηγούν στην εποχή που ο Γ. Στουρνάρας ήταν υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά, η οποία είχε ως επίσημη γραμμή εξόδου τη γραμμή προληπτικής στήριξης. Και φαίνεται πως δυσκολεύεται σήμερα να ξεχάσει εκείνη την ιδιότητά του, παρότι η θέση του το επιβάλλει. Προτιμάει να αναζητά με τις πολιτικές παρεμβάσεις του και την προσωπική πολιτική δικαίωση.