Της Άννας ΧατζησοφιάΤο 1983 επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη ιδρύονται τα ΔΗΠΕΘΕ. Είχε προηγηθεί το 1975, η δημιουργία του πρωτοπόρου Θεσσαλικού Θεάτρου, που φτιάχτηκε από το μεράκι της Άννας Βαγενά, του Κώστα Τσιάνου και του Γιώργου Ζιάκα. Το Θεσσαλικό οργώνοντας την επαρχία, με συνθήκες «γιάξε - μπόρε» που θύμιζαν τον Θίασο του Αγγελόπουλου, έφτασε σε απομακρυσμένα χωριά που μέχρι τότε δεν είχαν δει θέατρο. Με πάθος και αφοσίωση δημιούργησαν ένα πρωτοπόρο, λαϊκό αλλά υψηλής αισθητικής θέατρο. Η μεγάλη του επιτυχία, με παραστάσεις σταθμούς, ανέδειξε την ανάγκη που υπήρχε για θεατρικές σκηνές πέραν του «west end» της Αθήνας.
Έτσι φτιάχτηκαν τα ΔΗΠΕΘΕ. Με αντιδράσεις του τότε αστικού κατεστημένου, χαρακτηριστική ήταν η φράση της Ελένης Βλάχου που τα χαρακτήριζε «κουρελαρία». Αυτή η «κουρελαρία» στα χρόνια που ακολούθησαν έδωσε εξαιρετικά δείγματα γραφής, όργωσε την χώρα με αξιομνημόνευτες παραστάσεις και ανέδειξε σημαντικούς καλλιτέχνες. Φυσικά δεν είχαν όλα την ίδια επιτυχημένη πορεία. Εξαρτιόταν από το πρόσωπο που ήταν στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, αλλά και τους εκάστοτε δημάρχους.
Με την πάροδο του χρόνου ο θεσμός άρχισε να φθίνει, έγινε χώρος πολιτικών παιγνιδιών των τοπικών αρχόντων και στο πλαίσιο αυτών των παιγνιδιών ο ερασιτεχνισμός εισέβαλε επικίνδυνα στις παραστάσεις. Το αποτέλεσμα ήταν αρκετά θέατρα να μην κάνουν πλέον παραγωγές, να λειτουργούν σαν πολιτιστικοί σύλλογοι και με την συρρίκνωση της επιχορήγησης από την περίοδο Γερουλάνου και ένθεν, μειώθηκε και η εποπτεία του υπουργείου. Τα περισσότερα έγιναν Κοινωφελείς Επιχειρήσεις των Δήμων και η λειτουργία τους καθορίστηκε από αυτή την αλλαγή. Επιπλέον κατά κανόνα σταμάτησαν τις περιοδείες ακόμα και εντός των ορίων των νομών τους και μετατράπηκαν σε θέατρα της πόλης όπου εδρεύουν. Με λίγα λόγια, δεν επιτελούν πλέον τον σκοπό για τον οποίο ιδρύθηκαν.
Οι παθογένειεςΤο Τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ είχε επισημάνει τις παθογένειες αυτές χρόνια τώρα. Ήδη από το προεκλογικό πρόγραμμα του 2014 μιλούσε για αναμόρφωση και «αναδιοργάνωση του θεσμού με την δημιουργία μεγάλων Περιφερειακών Θεάτρων» [όπως αναφέρεται στο Πρόγραμμα για τον Πολιτισμό του ΣΥΡΙΖΑ]. Η ίδια θέση επαναδιατυπώθηκε στο προεκλογικό πρόγραμμα του 2015. Τρία χρόνια μετά, δεν έχει γίνει τίποτε προς αυτή την κατεύθυνση, παρ ότι η θέση επαναβεβαιώθηκε και επικαιροποιήθηκε το 2016, μέσα από συνεδριάσεις της ΕΠΕΚΕ Πολιτισμού (Επιτροπής Ελέγχου Κυβερνητικού Έργου) με τη συμμετοχή των αρμόδιων βουλευτών και του Τμήματος Πολιτισμού. Είχε προηγηθεί δημόσια διαβούλευση με τη συμμετοχή εκπροσώπων από σχεδόν όλα τα ΔΗΠΕΘΕ της χώρας. Η διαπίστωση ήταν κοινή, οι εποχές έχουν αλλάξει, οι στόχοι έχουν αλλάξει δεν μπορεί το πλαίσιο να παραμένει ως έχει.
Τη χρονιά που μας πέρασε το υπουργείο Πολιτισμού έδωσε 700.000 ευρώ στα ΔΗΠΕΘΕ, αλλά όχι ισόποσα στο καθένα. Επτά θέατρα χρηματοδοτήθηκαν με 60.000 ευρώ το καθένα και έξι με 46.500 έκαστο, αναλόγως της δραστηριότητάς τους. Αυτός ο διαχωρισμός επιβεβαιώνει την ύπαρξη θεάτρων χωρίς πραγματική δραστηριότητα και δείχνει ότι το υπουργείο διαβλέπει το πρόβλημα. Αλλά αφενός δεν συνιστά τομή και αφετέρου συντηρεί την υπάρχουσα φθίνουσα κατάσταση.
Χρειάζονται βαθιές τομέςΜία κυβέρ��νηση της αριστεράς δεν μπορεί να αρκείται σε ημίμετρα, ειδικά σε θέματα Πολιτισμού που αγγίζουν τον αξιακό της πυρήνα και δεν αποτελούν καν προαπαιτούμενα καμιάς συμφωνίας. Οφείλει να προχωρήσει σε βαθιές τομές. Το ζήτημα αλλαγής στο θεσμό του θεάτρου στην περιφέρεια είναι ώριμο και είναι επείγον. Η δημιουργία μεγάλων περιφερειακών θεάτρων αποτελεί πρόκληση και μονόδρομο. Με τη συμμετοχή πολιτείας, περιφέρειας και δήμων θα δημιουργηθεί άλλη οικονομική δυναμική που θα δώσει ώθηση στην καλλιτεχνική δημιουργία και θα ανανεώσει την έννοια της αποκέντρωσης.
Η νέα ιδρυτική διακήρυξη θα πρέπει να θέτει ως προϋπόθεση την υποχρέωση του Θεάτρου για παραστάσεις ανά την επικράτεια που θα καλύπτει, για ύπαρξη πολλαπλών σκηνών, για διερεύνηση σύγχρονων σκηνικών αναγνώσεων, για κατοχύρωση πολυμορφίας, αισθητικό πλουραλισμό, σύνδεση με την εκπαίδευση. Αν όχι τώρα πότε, (που έλεγε κι ένα παλιό σύνθημα). Αν όχι εμείς, ποιοι;
* Η Άννα Χατζησοφιά είναι συντονίστρια της γραμματείας του Τμήματος Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ.