Το κείμενο των Δαιμονικών της περασμένης βδομάδας έκλεινε με την εξής φράση: «Ας ελπίσουμε ότι αυτή η καινούρια κατάσταση δεν θα οδηγήσει στην απονεύρωση των αγωνιστικών μας αντανακλαστικών, με αποτέλεσμα να καταλήξουμε άχρωμοι και άοσμοι κυβερνητικοί οπαδοί». Κάπως έτσι ήταν η εικόνα των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ την ώρα που ανακοινώθηκε η εκλογή του νέου Πρόεδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Και για να δώσουν έμφαση στο γεγονός της συνειδητής (;) τους απόφασης και της περηφάνιας που απέρρεε απ’ αυτήν, σηκώθηκαν όρθιοι και χειροκροτούσαν ένθερμα την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας! Τώρα εναπόκειται σε μας να χωνέψουμε τη σοφή απόφαση της ηγεσίας, ν’ αφήσουμε κατά μέρος γκρίνιες και διαφοροποιήσεις και να πειστούμε για την αναγκαιότητα της ψήφισης δεξιού Προέδρου της Δημοκρατίας. Θα μπορούσαμε, βέβαια, να το καταλάβουμε αν επρόκειτο για μια απόφαση που είχε συζητηθεί στοιχειωδώς στα όργανα του κόμματος -αν θέλεις βρίσκεις χρόνο να το κάνεις- και είχε προκύψει με δημοκρατικές διαδικασίες. Αντ’ αυτού, μετά από ένα θολό παρασκήνιο λίγων ημερών, η υποψηφιότητα του Προκόπη Παυλόπουλου ανακοινώθηκε ως ειλημμένη απόφαση στην κοινοβουλευτική ομάδα. Και φυσικά έπρεπε να πειθαρχήσουν όλοι αλλιώς, όπως ειπώθηκε, αν ψήφιζαν «παρών» θα αποπεμπόταν από την κοινοβουλευτική ομάδα πριν καλά-καλά εκλεγούν. Δυστυχώς, όλα τα ωραία τελειώνουν γρήγορα κι έτσι φαίνεται να γίνεται και με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακολουθείται η πεπατημένη των αστικών κομμάτων εξουσίας όπου το κόμμα παίζει διακοσμητικό ρόλο, καταργούνται στην πράξη ακόμα κι οι στοιχειώδεις κομματικές διαδικασίες και η κοινοβουλευτική ομάδα καταντά χειροκροτητής των αποφάσεων του στενού πυρήνα του πρωθυπουργού.
Αυτό που δεν χωνεύεται, όμως, με τίποτα είναι η κυβερνητική επικοινωνιακή καμπάνια που επιχειρεί να εξωραΐσει το προφίλ του νέου προέδρου, παρουσιάζοντάς τον, σχεδόν, ως αντιμνημονιακό επαναστάτη. Κάποιες αναφορές σε βιβλία του και μερικές ασαφείς δηλώσεις μετασχηματίστηκαν σε αντιστασιακή δράση εναντίον των μνημονιακών κυβερνήσεων, ασχέτως αν ψήφισε, συνεπέστατα, όλα τα μνημόνια και τους συνακόλουθους νόμους. Απορώ πόσο εύκολα πήγαν περίπατο τα αριστερά αντανακλαστικά των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Ο «μιθριδατισμός» που ελλοχεύει στις παρυφές της εξουσίας γίνεται, πολύ νωρίς, ορατός στην κοινοβουλευτική ομάδα αλλά και στην πλειοψηφία των μελών του κόμματος.
Ευτυχώς υπήρξε μια φωτεινή εξαίρεση σ’ αυτό το αποκαρδιωτικό τοπίο. Η βουλευτίνα της Θεσσαλονίκης Γιάννα Γαϊτάνη δεν πήγε να ψηφίσει και δήλωσε ανοιχτά τη διαφοροποίησή της. Την Γιάννα την γνωρίζουμε πολλά χρόνια στο κίνημα, από την εποχή του Φόρουμ και τα πρώτα βήματα του ΣΥΡΙΖΑ, όταν έπαιρνε πάντα μαζί τη μικρή της κόρη μην έχοντας κάπου να την αφήσει. Επίσης, την βλέπουμε πάντα στην πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων να κραδαίνει τη βουλευτική της ταυτότητα όταν διαπραγματεύεται με τους επικεφαλής των ΜΑΤ. Την συγχαίρουμε για τη στάση της, που δείχνει πολιτική γενναιότητα και αριστερά αντανακλαστικά. Επίσης, η δημόσια στήριξη που είχε από το «Κόκκινο Δίκτυο στον ΣΥΡΙΖΑ» ήταν σημαντική και υποδηλώνει την πολιτική μοναξιά που, πιθανά, να ένιωσαν σύντροφοι της παλιάς ΑΚΟΑ μέσα στο ελεγχόμενο κι ομογενοποιημένο περιβάλλον του ΣΥΡΙΖΑ.
Υ.Γ. Μια, άλλης μορφής, διαφοροποίηση είχαμε στη νομαρχιακή οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ Α’ Θεσσαλονίκης, με την παραίτηση του Νίκου Σαμανίδη από τη θέση του γραμματέα. Μια παραίτηση που δηλώθηκε προεκλογικά κι ανακοινώθηκε μετεκλογικά, η οποία αφορά τα προβλήματα εσωκομματικής λειτουργίας και τα παρατράγουδα της κατάρτισης των ψηφοδελτίων. Ο Νίκος, ένας ανοιχτόκαρδος σύντροφος με λαϊκή στόφα που μόνο καλά λόγια ακούς γι’ αυτόν, με την παραίτησή του έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου. Θα εισακουστεί άραγε;
Ο δικηγόρος του διαβόλου