Αντιδράσεις και επιβεβαίωση της ανάγκης για την καταπολέμηση του ρατσισμού στο χώρο του ποδοσφαίρου προκάλεσε το συμβάν με έναν μαύρο άντρα στο μετρό του Παρισιού όταν οπαδοί της λονδρέζικης Τσέλσι, μετά το παιχνίδι με την Παρί Σεν Ζερμέν, δεν του επέτρεψαν να επιβιβαστεί στο μετρό στο Παρίσι σπρώχνοντας τον με τη βία έξω από το βαγόνι, ενώ ταυτόχρονα τραγουδούσαν «είμαστε ρατσιστές κι έτσι μας αρέσει». Το περιστατικό βιντεοσκοπήθηκε από αυτόπτες μάρτυρες και το έδωσε στη δημοσιότητα ο «Guardian».
Επίσημη αντίδραση του αγγλικού συλλόγου υπήρξε με την προαναγγελία της τιμωρίας όσων οπαδών της ήταν πρωταγωνιστές στο ρατσιστικό περιστατικό. Το συμβάν καταδίκασαν τόσο η αγγλική ομοσπονδία όσο και η FIFA και η UEFA, ενώ οι γαλλικές αρχές διέταξαν έρευνα για τον εντοπισμό των ρατσιστών. Με αφορμή το συμβάν η γαλλική αθλητική εφημερίδα «Equipe» παρουσίασε μία έρευνα για τους αποκλεισμούς οπαδών από τα αγγλικά γήπεδα λόγω ρατσιστικής συμπεριφοράς την τελευταία δεκαετία. Στην κορυφή της σχετικής λίστας βρίσκονται Τσέλσι και Γουέστ Χαμ, με 19 οπαδούς των δύο ομάδων να έχουν τιμωρηθεί για ρατσιστικές συμπεριφορές.
Το ρατσιστικό επεισόδιο, κατά σατανική σύμπτωση, βγήκε στη δημοσιότητα την ίδια μέρα που το αστέρι της Τσέλσι, Ντιέγκο Κόστα, σε συνέντευξη του μιλούσε για το παράδειγμα που πρέπει να δίνει ο σύλλογος στον αγώνα για την αντιμετώπιση του ρατσισμού. Είναι γεγονός πως στην Αγγλία λαμβάνονται πρωτοβουλίες από συλλόγους, συνδέσμους οπαδών και άλλες συλλογικότητες («Kick Out», «Show Racism the Red Card»). Η ομάδα του Λονδίνου, μάλιστα, φιλοξένησε, το Σάββατο 21.2, την Μπέρνλι για το πρωτάθλημα, σε ένα παιχνίδι που είναι αφιερωμένο στην ισότητα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Building Bridges», την οποία ο σύλλογος έλαβε για την καταπολέμηση των διακρίσεων στο ποδόσφαιρο, πράγμα από το οποίο υποφέρει από την δεκαετία του ’70 εξαιτίας μιας μερίδας οπαδών.
Παίχτες σαν τον Πολ Κάνοβιλ, που την δεκαετία του ’80 είχε πέσει θύμα ρατσιστικών επιθέσεων από τους οπαδούς της Τσέλσι, αφιερώθηκαν στην καταπολέμηση του φαινομένου, μια εποχή που κανένας δεν μιλούσε και δεν υπερασπιζόταν ποδοσφαιριστές που άκουγαν αποδοκιμασίες για το χρώμα του δέρματος τους. Μάλιστα, στην περίπτωση του διάσημου ποδοσφαιριστή της Λίβερπουλ του ’80, Τζον Μπαρνς, οι οπαδοί της Έβερτον όχι μόνο δεν αρκέστηκαν στη βροχή από μπανάνες που πέταξαν στο γήπεδο, αλλά άφησαν ελεύθερη και μια μαϊμού στον αγωνιστικό χώρο. Και στη σύγχρονη εποχή, όμως, η Τσέλσι βρέθηκε στο επίκεντρο της κριτικής για την κάλυψη που πρόσφερε στον αρχηγό της, Τζον Τέρι για τη ρατσιστική επίθεση του εις βάρος του Ρίο Φέρντιναντ σε ένα παιχνίδι με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Ωστόσο, δεν είναι λίγοι όσοι κάνουν κριτική στη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν το θέμα οι αρμόδιες αρχές, όπως έκανε την Πέμπτη ο προπονητής της ΚΠΡ, Κρις Ράμσεϊ, ένας από τους ελάχιστους μαύρους προπονητές στις επαγγελματικές κατηγορίες της Αγγλίας. Πρόσφατες έρευνες για το θεσμικό ρατσισμό (institutional racism) κάνουν λόγο για έναν «αόρατο» ρατσισμό που επικρατεί στο αγγλικό ποδόσφαιρο, καθώς ελάχιστοι μη-λευκοί καταλαμβάνουν προπονητικές ή διοικητικές θέσεις, με αποτέλεσμα τα ρατσιστικά στερεότυπα να παραμένουν. Για την καταπολέμηση του φαινομένου το αγγλικό πρωτάθλημα αποφάσισε την εισαγωγή του «κανόνα Ρούνεϊ», ο οποίος υποχρεώνει τις ομάδες να περνούν από συνέντευξη τους μαύρους τεχνικούς και γενικά τους προπονητές που προέρχονται από μειονότητες, καταρτίζοντας λίστες από υποψήφιους στις οποίες υποχρεωτικά πρέπει να συμπεριλαμβάνεται τουλάχιστον ένας μαύρος. Στις ΗΠΑ, όπου πρωτοθεσπίστηκε πριν μια εικοσαετία αυτός ο κανονισμός, ενώ πριν τη θέσπισή του υπήρξαν μόλις 6 μαύροι προπονητές στα 80 χρόνια του NFL, στη δεκαετία που ακολούθησε, προσλήφθηκαν 13.