Συμβαίνει συχνά μια ηχηρή είδηση να κλέβει τις εντυπώσεις από μιαν άλλη, χαμηλόφωνη, αλλά που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη.
Τη βδομάδα που πέρασε, κάποιος κ. Γιγκίτ Μπουλούτ —εκ των συμβούλων, όπως γράφτηκε, του κ. Ερντογάν, και μάλλον άτυπος porte parole του τούρκου προέδρου— σε τηλεοπτική συνέντευξή του απείλησε με σπασμένα χέρια και πόδια όποιον τολμήσει να πατήσει στα Ίμια, «ας είναι υπουργός, ας είναι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός». Η Τουρκία, πρόσθεσε, «θα αντιδράσει με τρόπο που η Αθήνα θα νιώσει την οργή», την οποία η χώρα του επιφυλάσσει σε όποιον δεν σέβεται την εδαφική κυριαρχία της.
Η είδηση αυτή, αναμφισβήτητα ηχηρή, προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, το έντονο ενδιαφέρον των μέσων —και την εύλογη αντίδραση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Που δια του εκπροσώπου του απάντησε ότι «το νομικό καθεστώς του Αιγαίου είναι σαφές και κατοχυρωμένο από το διεθνές δίκαιο» και χαρακτήρισε τις δηλώσεις «ξένες προς τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό» και, άρα, ασύμβατες με την όποια ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας. Την οποία προοπτική, εννοείται, ανάλογες δηλώσεις δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο, καθώς «δεν συμβάλλουν στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών». η μία εκ των οποίων είναι μέλος της Ε.Ε. και του ευρωζωνικού πυρήνα.
Η είδηση που πέρασε απαρατήρητη ήταν η επίσκεψη την περασμένη Κυριακή στην Κωνσταντινούπολη, του προέδρου της Σερβίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς, και του εκπροσώπου των Βόσνιων Μουσουλμάνων στην τριμελή προεδρία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, Μπάκιρ Ιζετμπέγκοβιτς, μετά από πρόσκληση του τούρκου προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν. Ζητούμενο της άτυπης τριμερούς συνάντησης ήταν η αποκατάσταση των τεταμένων σχέσεων ανάμεσα στις δύο βαλκανικές χώρες. Ως ο ασφαλέστερος τρόπος να επιτευχθεί αυτό προκρίθηκε η διεύρυνση των οικονομικών σχέσεων των τριών χωρών, με την Τουρκία πρόθυμη να διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο, χρηματοδοτώντας έργα υποδομής, όπως ο αυτοκινητόδρομος Βελιγράδι-Σαράγεβο, που θα συνδέσουν περαιτέρω τις οικονομίες των άλλων δύο «εταίρων», επικυρώνοντας ταυτόχρονα τον αναβαθμισμένο ρόλο που επιδιώκει για τον εαυτό της η Άγκυρα στην περιοχή.
Επενδύοντας γεωστρατηγικά στην… ένδυσηΜε έκδηλο ήδη το ενδιαφέρον τούρκων επιχειρηματιών για επενδύσεις στη χώρα του, ο σέρβος πρόεδρος ανήγγειλε την ίδια μέρα στην Κωνσταντινούπολη ότι η εταιρία ΤΑΙ GROUP θα ανοίξει στην πόλη Κράλιεβο της κεντρικής Σερβίας εργοστάσιο ειδών ένδυσης με 2.500 απασχολούμενους. Ο πρόεδρος Ερντογάν, πληροφορεί ο ξένος Τύπος, κερδίζει πόντους δρώντας ως ο καταλύτης στην εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών, συστήνοντας στους Βόσνιους μουσουλμάνους μετριοπάθεια έναντι της ορθόδοξης Σερβίας. Στην επιδίωξή του να αναβαθμίσει το κύρος και την επιρροή της χώρας του, αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να το επιτύχει ερήμην της Σερβίας, του συγκριτικά σταθερότερου από τα κράτη της πάλαι ποτέ ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Αν, πότε, σε ποιο βαθμό θα μπορέσει να επιτύχει ένα ευνοϊκότερο στάτους σχέσεων με τη Σερβία, θα κριθεί, ωστόσο, από το σε ποιο βαθμό η Ρωσία θα επιτύχει τη δική της «ολιστική» επιρροή στη Σερβία. Η Μόσχα έχει αρκετούς λόγους να θεωρεί ότι υπερτερεί έναντι των άλλων μνηστήρων. Η πρόσφατη χειρονομία της να προσφέρει στη Σερβία έξι μαχητικά αεροσκάφη MIG-29 ενίσχυσε περαιτέρω τη θετική στάση των Σέρβων, που, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, σε ποσοστό 64% αντιμετωπίζουν το ΝΑΤΟ ως απειλή, και όχι μόνο εξαιτίας των νατοϊκών βομβαρδισμών. Αν συνυπολογιστεί το ότι στη Σερβία δραστηριοποιούνται πάνω από 100 οργανισμοί που προωθούν τις σχέσεις με τη Ρωσία και επίσης το ότι οι δύο χώρες έχουν συνάψει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, γίνεται σαφές ότι η Ρωσία υπερτερεί έναντι άλλων, της Άγκυρας περιλαμβανομένης.
Αποφασισμένη να επιστρέψει στα ΒαλκάνιαΜολαταύτα, αυτό δεν μοιάζει να πτοεί τους βαλκανικούς σχεδιασμούς της Τουρκίας. Η οποία, εξαιτίας της αδρανούς στάσης της Ευρώπης απέναντί της, αλλά και της σοβαρής διάρρηξης των σχέσεών της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, εμφανίζεται αποφασισμένη να επιστρέψει στα Βαλκάνια μετά από έναν αιώνα αποκλεισμού της από αυτά, επιλέγοντάς τα ως πεδίο άσκησης «ήπιας ισχύος» και «συναινετικής δύναμης», με προέχουσα πολιτική άσκησης επιρροής την οικονομική διαθεσιμότητά της.
Πρόκειται για μια παράμετρο που δεν έχει τύχει της δέουσας προσοχής, μολονότι αφορά άμεσα τη χώρα μας. Ήδη από τη δεκαετία του 1990 η Τουρκία δεν κρύβει ότι αντιμετωπίζει τα Βαλκάνια ως δυνάμει γεωφυσική και γεωπολιτική «ενδοχώρα» της, και εμφανίζεται διαθέσιμη να καλύψει τα κενά από την αδράνεια και τις αδυναμίες άλλων. Εκμεταλλευόμενη τη γεωγραφική της εγγύτητα με την περιοχή αυτή της ΝΑ Ευρώπης προωθεί το εμπόριο ως παράγοντα άσκησης διεθνούς πολιτικής. Υπολογίζονται σε πάνω από 150.000 τα τουρκικά φορτηγά που περνούν κάθε χρόνο τα σύνορά της με τα Βαλκάνια. Το εμπόριο της Τουρκίας με τη μείζονα περιοχή, που το 2003 ήταν 3 δισ δολάρια, έφτασε τα 16 δισ δολάρια το 2011, ενώ σήμερα υπολογίζεται να υπερβαίνει τα 25 δισ δολάρια.
Η Τουρκία εμφανίζεται αποφασισμένη να τερματίσει την αποκοπή της από τη Βαλκανική χερσόνησο επί εκατό χρόνια, ουσιαστικά από το 1912. Και το δηλώνει ακόμη και με βάναυσες απειλές εναντίον ενός υπολογίσιμου γείτονα και ανταγωνιστή στα Βαλκάνια, όπως ουσιαστικά θεωρεί την Ελλάδα, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα. Ο ρόλος που διεκδικεί στη χερσόνησο μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου και την έναρξη της ενοποίησης του ευρωπαϊκού χώρου, αποτελεί μια από τις σοβαρές προκλήσεις με τις οποίες έχει να αναμετρηθεί η χώρα μας.
Η χερσόνησος των δύο βαλκανικών πολέμων και του ψυχροπολεμικού δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, που της κληροδότησαν το Μακεδονικό, ανήκει στο παρελθόν. Σήμερα διαμορφώνεται η βαλκανική χωροταξία των επόμενων εκατό χρόνων, μικρογραφική αντανάκλαση της υπό διαμόρφωση νέας οικουμενικότητας. Οι υπεύθυνες δυνάμεις του τόπου, πρωτίστως αυτή η κυβέρνηση, δεν δικαιούνται την παραμικρή παράλειψη που θα χρέωνε στη χώρα ένα ενδεχόμενο ναυάγιο του Μακεδονικού. Η Ελλάδα δεν μπορεί να δηλώνει «απών», με αντάλλαγμα «ένα αδειανό πουκάμισο…».
Κωστής Γιούργος