ioannidou

Της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου*

Στο λεγόμενο «μακεδονικό» ζήτημα, που προσφάτως μετονομάστηκε σε «σκοπιανό», οι λέξεις είναι βόμβες. Μπορεί να ανατινάξουν ζωές και καριέρες στον αέρα. Εδώ και πάνω από μια εικοσαετία, πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, πανεπιστημιακοί τελούν σε καθεστώς συνεχούς αυτολογοκρισίας για να μη «θίξουν» τις εθνικές ευαισθησίες μιας μερίδας επαγγελματιών πατριωτών, που συμπαρασύρουν με τις ακραίες φωνές τους πολλούς έλληνες πολίτες σε στάσεις και συμπεριφορές ενάντια σε όσους τάχα δεν συνάδουν με τις λεγόμενες «εθνικές θέσεις». Όσοι υπαινιχθούν πως οι δικές μας (και όχι των άλλων) αλυτρωτικές κορόνες («Η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική»!) κάθε άλλο παρά «εθνικές» είναι, μιας και το «εθνικό» καμία σχέση δεν έχει με το δυσάρεστο και επικίνδυνο «εθνικιστικό», καταδικάζονται στο πυρ το εξώτερον με την κατηγορία του «φιλο-σκοπιανού ανθέλληνα». Όλοι όσοι θέλουν να αναφερθούν στην καταδικασμένη σε ανωνυμία γείτονα χώρα, ψάχνουν εναγωνίως για όρους που να είναι συγχρόνως ουδέτεροι και «αντικειμενικοί» για να μην κατηγορηθούν. Συγχρόνως έχουν ξοδευτεί δεκάδες χιλιάδες ευρώ κρατικών κονδυλίων σε παράξενους εθνο-πατριωτικούς συλλόγους και διάφορα άλλα πατριωτικά κέντρα, καθώς και σε υπηρετούντες σε διάφορες υπηρεσίες, και έχουν χτιστεί καριέρες και καριέρες πάνω στο θέμα του ονόματος της ΠΓΔΜ.

Δεν μιλάνε ...πουγουδουμίτικα

Κάποια στιγμή θα καταγραφεί στην ιστορία ποιο φαεινό μυαλό εισηγήθηκε αυτό το ανόητο ακρωνύμιο, που τόσα χρόνια τώρα μας κάνει να σκοντάφτουμε στους ανέφικτους και όμως αναγκαίους επιθετικούς προσδιορισμούς («η πουγουδουμίτικη γλώσσα» ή οι «πουγουδουμίτες πολίτες» θα ήταν σκέτη ανοησία), με αποτέλεσμα να τους βαφτίσουμε όλους, μονομερώς, ανοήτως και προσβλητικώς «Σκοπιανούς»!
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε πολύ ενδιαφέρουσες και αξιέπαινες εξελίξεις προς την κατεύθυνση μιας διεξόδου απ’ τις αγκυλώσεις αυτές, που στοιχειώνουν τη σχέση μας με τους επί αιώνες γείτονές μας, προς μια λύση που θα μας κάνει όλους να ανασάνουμε. Την Τρίτη, 30 Ιανουαρίου, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών έκανε σχετικές δηλώσεις. Και σε αυτές, με απορία διαπιστώνει κανείς ότι οι αγκυλώσεις φτάνουν σε βαθμό ευτράπελου. Δεν γνωρίζω ποιο διπλωματικό πνεύμα εισηγήθηκε στον υπουργό να ονομάσει τη γλώσσα των ανώνυμων «σλαβική διάλεκτο»! Παραθέτω από τις δηλώσεις του: «για την ελληνική πλευρά έχει μεγάλη σημασία η σύνθετη λέξη της ονομασίας που θα συμφωνηθεί, να είναι στη σλαβική διάλεκτο και να μένει αμετάφραστη».
«Διάλεκτος», όχι «γλώσσα» του είπαν να πει του υπουργού. Και βεβαίως, γενικώς και αορίστως, «σλαβική». Είχαν υπάρξει και παλιότερα δηλώσεις πολιτικών προσώπων πως οι γείτονες «δεν έχουν γλώσσα». Προς μεγάλη απογοήτευση, όμως, των εισηγητών της, κατ’ εμέ ατυχούς -υποτιμητικής, δήλωσης του κύριου Κοτζιά, γλώσσα οι «Πουγουδουμίτες» είχαν και έχουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια, και τη λένε (άκουσον, άκουσον! όλοι, πλην ημών) «μακεδονικά». Η ιστορία της, εν συντομία, έχει ως εξής:

Η ιστορία της μακεδονικής γλώσσας

Η γλώσσα της ΠΓΔΜ (ή, άλλως, τα μακεδονικά) είναι η μητρική γλώσσα τουλάχιστον 1,3 εκ. πολιτών (στοιχεία 1999) που κατοικούν στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η οποία διακήρυξε την ανεξαρτησία της το 1991. Ανήκει μαζί με τα βουλγαρικά στην ανατολική υποομάδα των νότιων σλαβικών γλωσσών και μαζί με τα αλβανικά, τα βουλγαρικά και τα ρουμάνικα στη βαλκανική γλωσσική οικογένεια.
Η ορθογραφία της που ανάγεται στο 1945, με επανεκδόσεις και διορθώσεις τα έτη 1970, 1979, 1986, έχει φωνητικό χαρακτήρα, με άλλα λόγια προσπαθεί να αποτυπώσει κάθε φώνημα με ένα μόνο γράμμα. Τα γράμματα Ѓѓ, Ѕѕ, Jj, Љљ, Њњ, Ќќ, Џџ δηλώνουν μια μελετημένη απόκλιση απ’ την πιο φυσική συγγενή γλώσσα των μακεδονικών, τα βουλγαρικά, με ταυτόχρονη προσέγγιση του σερβικού αλφαβήτου. Μεταγράφονται (με την ίδια σειρά) ως εξής: g’, dz, j, lj, nj, k’, dž και προφέρονται [g’], [dz], [lj], [nj], [k’] και [dž].
Ως επίσημη χρονολογία έναρξης της επίσημης, στανταρτοποιημένης, ύπαρξής της μπορεί να θεωρηθεί το 1944 και δη η ημερομηνία 2.8.1944, με τη διακήρυξη της «Αντιφασιστικής Συνέλευσης» στη μονή Πρόχορ Πτσίνσκι για την κωδικοποίησης της γλώσσας των Μακεδόνων. Πολλοί τοποθετούν τις απαρχές της ιδέας της γλώσσας το 1903, με την έκδοση στη Σόφια του βιβλίου του μακεδονιστή Krste P. Misirkov, με τίτλο «Za makedonskite raboti» -«Για τη μακεδονική υπόθεση».
Η κωδικοποίηση (στανταρτοποίηση) της γλώσσας βασίστηκε στις κεντρικές διαλέκτους της περιοχής της σημερινής ΠΓΔΜ. Ως κατευθυντήρια γραμμή χρησίμευσε σαφώς η αναγκαιότητα απομάκρυνσης της γλώσσας απ’ τα βουλγαρικά στοιχεία. Σε αυτή την προσπάθεια στάθηκε πολύτιμο το έργο του λογοτέχνη και φιλολόγου Blaže Koneski.
Στον τομέα της μορφολογίας (γραμματικής), η γλώσσα της ΠΓΔΜ (ή, άλλως, τα μακεδονικά) παρουσιάζει τις ακόλουθες ιδιαιτερότητες:
(α) Στα ονόματα έχουμε απώλεια της κλίσης (βαλκανικό φαινόμενο).
(β) Το άρθρο επιτάσσεται και έχει τρεις τύπους –от, -он, -ов ανάλογα με την απόσταση του ομιλητή από το προσδιοριζόμενο αντικείμενο/υποκείμενο.
(γ) Οι προσωπικές αντωνυμίες έχουν και εγκλιτικούς τύπους: jас – мене/ми – мене/ми κλπ.
(δ) Το ρήμα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο. Διαφοροποιεί ανάμεσα στα 3 πρόσωπα, τους αριθμούς ανάμεσα σε διαθέσεις (ενεργητική - παθητική), εγκλίσεις (οριστική, υποτακτική, προστακτική, αφηγηματική), ρηματικές όψεις (συντελεσμένη-ασυντέλεστη), και χρόνους, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ενεστώτας, παρατατικός, αόριστος, παρακείμενος, υπερσυντέλικος, μέλλοντας εξακολουθητικός και στιγμιαίος, καθώς και συντελεσμένος μέλλοντας.
Κοινό με τα βουλγαρικά στοιχείο αποτελεί και η εξαφάνιση του απαρεμφάτου, που αντικαταστάθηκε από δευτερεύουσες προτάσεις. Εκτός από τα παραπάνω, υπάρχει γερούνδιο ενεστώτα σε –jќи και μετοχή παρακειμένου σε –л, καθώς και παθητικής φωνής σε –т, -н.

Η σύνταξη θεωρείται αρκετά αυστηρή, μια και στις απλές προτάσεις απαιτεί την ακολουθία υποκείμενο – ρήμα – αντικείμενο, προκειμένου να γίνουν αντιληπτοί οι συσχετισμοί, αφού έχουν χαθεί οι πτώσεις. Η επανάληψη του έμμεσου αντικειμένου (φαινόμενο βαλκανικό) είναι υποχρεωτική, του άμεσου προαιρετική: Jа гледам учителот (Κοιτάω τον δάσκαλο) ή Го гледам учителот (Τον κοιτάω τον δάσκαλο) και Му благодарам на лекарот (Τον ευχαριστώ τον γιατρό).

Μην φοβόμαστε τις λέξεις

Γλώσσα λοιπόν και όχι διάλεκτος. Και αν η χρήση του κακού επιθέτου «κάνει τζιζ» πολιτικά, κανείς δεν θα παρεξηγούσε τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών εάν έλεγε «στη γλώσσα της ΠΓΔΜ». Ή ακόμα: «η λέξη να είναι σλαβική». Τόσο απλά. Ευχή: ας αποφασίσουν πώς θα τους πουν (και ας φροντίσουν να υπάρχει και επιθετικός προσδιορισμός) για να μπορέσουμε κι εμείς να επικοινωνήσουμε χωρίς τη δαμόκλειο σπάθη πάνω απ’ τα κεφάλια μας κι αυτοί να κάνουν δηλώσεις που δεν εκθέτουν κανέναν. Να ανταλλάξουμε ως επιστήμονες γνώσεις, να συνεργαστούμε, να επικοινωνήσουμε, να τα πουν και οι πολιτικοί «politically correct».
*Σλαβολόγος, αναπληρώτρια καθηγήτρια τμήματος Ρωσικής Γλώσσας, Φιλολογίας και Σλαβικών Σπουδών στο ΕΚΠΑ.
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet