
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί/αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές,/την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου/που βγήκαν όλα πλάνες,
μη ανωφέλετα θρηνήσεις/…/
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.
Κ.Π. Καβάφης,«Απολείπειν ο θεός Αντώνιον».Η ολομέλεια της Βουλής με θέμα τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για την υπόθεση Novartis ήταν η πρώτη πράξη ενός πολυπρόσωπου δράματος, με τον κ. Αντώνη Σαμαρά σε κεντρικό ρόλο. Ρόλο τον οποίο ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της ΝΔ εξέλαβε —και ακολούθως ερμήνευσε- λανθασμένα, προσδίδοντας στην αγόρευσή του χαρακτηριστικά καθαρτήριας λύσης, όταν το δράμα απέχει ακόμη πολύ από τη λήξη του. Λήξη που κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει –ούτε καν ο ίδιος, όσο κι αν ίσως νομίζει ότι είναι σε θέση να επιφυλάξει εκπλήξεις στην εξέλιξη της υπόθεσης.
Πολλοί αναγνώρισαν στην αγόρευσή του αρχηγικά χαρακτηριστικά -και δεν είχαν άδικο. Δεν ήταν, ωστόσο, η πρόβα τζενεράλε στο ρόλο του πραγματικού αρχηγού της ΝΔ, ένα ρόλο που ο κ. Σαμαράς αυτοενδύεται σταδιακά από την επομένη κιόλας της ανάρρησης του κ. Μητσοτάκη στην αρχηγία του κόμματος με την καθοριστική συνδρομή του. Ήταν η πανηγυρική καταδήλωση της πρόθεσής του να αποκατασταθεί στην αρχηγική θέση, την οποία αποστέρησαν οι απογοητευτικές επιδόσεις του στην πρωθυπουργία και στην αρχηγία ενός ιστορικού κόμματος.
Αυτή η εμμονή ήταν που του υπαγόρευσε να επιβάλει στον ο κ. Μητσοτάκη να είναι αυτός το κεντρικό πρόσωπο της ενορχηστρωμένης παράστασης ύβρεων και απειλών εναντίον της κυβέρνησης της χώρας, αλλά και της ανεξάρτητης δικαιοσύνης, την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή. Όπως του είχε επιβάλει προ μηνών να προκηρύξει το κομματικό συνέδριο, που έδωσε στον ίδιο την ευκαιρία να κάνει την πρώτη του επίσημη αρχηγική εμφάνιση, να δρέψει εντυπώσεις και χειροκροτήματα, να αρθρώσει αυτός τον κυρίαρχο αντιπολιτευτικό λόγο.
Αν κάποιος ηττήθηκε προχθές στη Βουλή, αυτός είναι ο κ. Μητσοτάκης. Που, παρά την προσπάθειά του –ίσως και εξαιτίας της- να αμβλύνει με τη δική του αγόρευση τις εντυπώσεις από την αγόρευση του κ. Σαμαρά, δεν εισέπραξε το ενθουσιώδες χειροκρότημα που είχαν πριν λίγο επιφυλάξει στον πρώην αρχηγό του οι παρόντες εκείνη τη στιγμή στην αίθουσα βουλευτές της ΝΔ.
Η αξιωματική αντιπολίτευση μαστίζεται από ιδεολογική και πολιτική σύγχυση, την οποία η αναρρίχηση του κ. Μητσοτάκη στην αρχηγία ενέτεινε μάλλον, παρά εξομάλυνε παραγωγικά για την παράταξή του και για τη χώρα. Ο αρχηγός της ΝΔ αδυνατεί να συγκεράσει τις ιδεολογικές και πολιτικές παραδοχές του ιδίου με την ανάγκη να προσλάβει το κόμμα του τα χαρακτηριστικά μιας μετριοπαθούς κεντροδεξιάς.
Ακόμη και ο καιροσκοπισμός προϋποθέτει ικανότητες που ο κ. Μητσοτάκης δεν διαθέτει. Διαφορετικά δεν θα είχε ομολογήσει απερίφραστα, στην ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ότι: «Δεν τρέφω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες, κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην ανθρώπινη φύση…». Με τέτοια μανιφέστα είναι απίθανο να κερδίσει την εμπιστοσύνη της μεσαίας τάξης, που ακριβώς στην κοινωνική ισότητα αποθέτει τις ελπίδες της για κοινωνική αναβάθμιση. Το πιθανότερο είναι ότι η απεύθυνσή του ήταν άλλη: τα ακραιφνώς δεξιά στοιχεία του κόμματός του, για να τα καθησυχάσει ως προς τη γνησιότητα των ιδεολογικών παραδοχών του.
Αλλά, ποιος ο λόγος να αρκεστούν στην απομίμηση όταν έχουν στη διάθεσή τους τη γνήσια κόπια; Θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο ότι κάποια στιγμή ο κ. Σαμαράς θα άδραχνε την ευκαιρία, κάνοντας στην άκρη την απομίμηση. Η ευκαιρία είναι σήμερα παρούσα. Ο κ. Σαμαράς την είδε εκεί όπου τέμνονται συγκυριακά το Μακεδονικό και τα πολιτικά παρελκόμενα του σκανδάλου Novartis.
Με το νομιζόμενο αέρα από τα συλλαλητήρια σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα για το Μακεδονικό, και την ελπιζόμενη λαϊκή απαρέσκεια από την αναμενόμενη αναγνώριση της ΠΓΔΜ με σύνθετη ονομασία, ο κ. Σαμαράς είδε στην παραπομπή του στην προανακριτική επιτροπή την ευκαιρία να καταθέσει υποψηφιότητα ως επικεφαλής ενός «νέου» αντικυβερνητικού μετώπου. Μιας συσπείρωσης στην οποία φαίνεται να πιστεύει ότι θα εμπλακούν επίσης δυνάμεις και πρόσωπα από χώρους πέραν του κόμματός του. Του οποίου κόμματος αυτοπροβάλλεται ως κεντρικός εκφραστής, φιλοδοξώντας, με την εθνικιστική και ακροδεξιά ρητορεία του, να αποθαρρύνει κάθε κεντροδεξιά στροφή, κάθε διάθεση συμφιλίωσης με την ιδέα ότι ο αποκλεισμός της αριστεράς από τη διακυβέρνηση έχει παρέλθει.
Ο κ. Σαμαράς ανήκει στο παρελθόν, όμως αυτό δεν τον κάνει λιγότερο επικίνδυνο για τον ίδιο και για το κόμμα του. Πήγε στη Βουλή αποφασισμένος να δείξει ποιος ορίζει τη συντηρητική παράταξη. Οι ρεβανσιστικές απειλές του ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα παραπεμφθούν σε ειδικά δικαστήρια, δεν τον αποστασιοποιούν απλώς από τον κ. Μητσοτάκη, συνιστούν απόπειρα περαιτέρω μετατόπισης της ΝΔ στη γκρίζα ζώνη της σκληρής δεξιάς -όπου, ειρήσθω εν παρόδω, δεν προβλέπεται θέση για τον νυν αρχηγό.
Ότι είναι αποφασισμένος να το διαπράξει ευκαιρίας δοθείσης, συνάγεται από το ότι στην αγόρευσή του έβαλε εμμέσως κατά του Κ. Καραμανλή, αναφερόμενος άμεσα στον Δ. Παπαγγελόπουλο, «υπουργό Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ [σήμερα] και διοικητή της ΕΥΠ επί Νέας Δημοκρατίας». Ήταν σαφής –και αντάξια του πολιτικού αναστήματος του κ. Σαμαρά— ανακίνηση των σεναρίων περί υπόγειας συμμαχίας καραμανλικού μπλοκ και Μεγάρου Μαξίμου.
Διατυπώθηκε εσχάτως ο φόβος να επιχειρηθεί η υπόθεση Novartis να φύγει από τα χέρια των εισαγγελέων κατά της διαφθοράς. Υποκρύπτεται, λένε, στις επιθέσεις κατά λειτουργών της δικαιοσύνης.
Αν συμβεί θα πρόκειται για δικαστικό πραξικόπημα. Δεν θα ανατρέψει την κυβέρνηση. Θα πλήξει βαρύτατα το κύρος της δικαιοσύνης και την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, την ίδια τη χώρα σε βάθος πολλών χρόνων.
Δεν θα συμβεί. Η χώρα δεν κυβερνάται από παράκεντρα εξουσίας. Όσοι πιστεύουν το αντίθετο, ας αποχωρίσουν έγκαιρα, δεν ήταν τυχερό τους να γεννηθούν πενήντα χρόνια νωρίτερα.
Άλλωστε, όλοι θα την αποχαιρετίσουμε κάποτε την Αλεξάνδρεια.
Κωστής Γιούργος