
Ηγετικά στελέχη του «Ρήγα», φαντάροι στο στρατόπεδο της Καλαμάτας, τον Αύγουστο του 1973, μέτα την αναγκαστική στράτευση. Από αριστερά: Μιχ. Σαμπατακάκης, Μάνος Σωτηριάδης, Χρ. Λάζος, Μακ. Παρασκευόπουλος
Αποχαιρετήσαμε την περασμένη Πέμπτη τον Μάνο Σωτηριάδη, σύντροφο από την εποχή του αντιδικτατορικού αγώνα, με ενεργό συμμετοχή στις φοιτητικές επιτροπές, στις οποίες γονιμοποιήθηκε και πήρε σάρκα και οστά η ιδέα της μαζικής φοιτητικής αντίστασης στη δικτατορία στις αρχές της δεκαετίας 1970.
Φοιτητής της Ιατρικής τότε ο Μάνος στην Αθήνα και μέλος της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Σπουδαστών (ΚΟΣ) και του Ρήγα Φεραίου συνελήφθη για τη δράση του αυτή και στρατεύτηκε μαζί με άλλους αγωνιστές υποχρεωτικά το 1973.
Το 1976, μετά την πτώση της χούντας, εκλέχτηκε γραμματέας του κεντρικού συμβουλίου της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος για δύο χρόνια, ως το 1978.
Τελειώνοντας την Ιατρική, ακολούθησε την ειδικότητα του ψυχιάτρου και αναδείχθηκε σε σημαντικό ψυχαναλυτή με δημιουργική δράση και στον επαγγελματικό κλάδο του.
Στην κηδεία του, στο 2ο Νεκροταφείο Αθηνών, εκ μέρους των παλιών συντρόφων (ήταν εκεί, μεταξύ άλλων, οι: Ν. Βούτσης, Κ. Γαβρόγλου, Ν. Φίλης, Μ. Μπαλαούρας, Θ. Δρίτσας, Μ. Σαμπατακάκης, Δ. Χατζησωκράτης, Γ. Βούλγαρης, Χρ. Λάζος, Ν. Συρμαλένιος, Β. Γκόγκογλου, Αγγ. Γκόγκογλου, Τ. Ιωαννίδης, Στ. Χριστογιώργος, Αλεξάνδρα Δρόσου, Μαρίζα Ντεκάστρο, Β. Αρδίτης, Γρ. Παναγόπουλος, Π. Νικολαράκος, Γ. Δρόσος, Κ. Μανταίος, Βένα Γεωργακοπούλου, Νάσια Γιακωβάκη, Π. Ζούνης, Π. Λάμπρου, Γ. Καούνης, Μ. Παρασκευόπουλος, Στ. Πεσματζόγλου, Πάκη Κυριοπούλου, Θ. Γεωργακόπουλος, Γ. Καλογήρου, Π. Κλαυδιανός, Άση Δαβάκη-Κλαυδιανού, Μαργαρίτα Γιαραλή, Χρ. Πουλίδου, Γιάννης Φλώρος, Χάρης Γολέμης, Μάνια Ευθυμιάδου, Πόλυ Σαββινίδου, Φαίδων Χατζηδημητρίου) τον αποχαιρέτησε ο Μπάμπης Γεωργούλας:
«Πέρασε πολύς καιρός από την πρώτη μας συνάντηση, Μάνο, κάπου μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, δεκάδες χρόνια πίσω. Και, δυστυχώς, μόνο αναδρομικά καταλαβαίνουμε πόσο αδυσώπητα τρέχει ο χρόνος.
Η αλήθεια είναι ότι είχαμε από χρόνια χαθεί μέσα στο θόρυβο και την πολυπραγμοσύνη μιας πόλης που τυρβάζει περί πολλά, ενώ ενός εστί χρεία. Κι αυτό το ένα που έχουμε ανάγκη, συχνά το χάνουμε μέσα απ’ τα χέρια.
Εκείνο που δεν γίνεται να χαθεί, είναι η κοινότητα των αισθημάτων και των οραμάτων της νεότητάς μας, που βιώσαμε στον αντιδικτατορικό αγώνα κι, αργότερα, στους αγώνες για τη στερέωση της δημοκρατίας και για το σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία, από τις γραμμές του Ρήγα και του ΚΚΕ Εσωτερικού.
Δεν ήταν μόνο μια πολιτική και ιδεολογική κοινότητα, άγγιζε τα όρια της πολιτισμικής, μας έθιζε σε έναν τρόπο ζωής ξεχωριστό, όπου η έγερση, ο ριζοσπαστισμός, η επαγγελία μιας νέας κοινωνίας δεν προϋποθέτουν την περιφρόνηση κάθε λογής κατακτήσεων, αλλά τον εμπλουτισμό τους. Πιστέψαμε και πιστεύουμε, Μάνο, τόσο πολύ στα ιδανικά μας, που μερικές φορές σκέφτομαι ότι, γι’ αυτό και μόνο, μπορεί και να τους δόθηκε μια δυνατότητα να γίνουν πράξη.
Δεν ήταν χρόνια ειδυλλιακά. Είχαν συγκρούσεις, πικρίες, ματαιώσεις. Τα χαρακτήρισε, όμως, το γνήσιο πάθος με το οποίο τα ζήσαμε. Μερικές φορές, νιώθοντας ότι δεν είναι μόνο η ζωή που μας ξεμάκρυνε, αναρωτιέμαι μήπως δεν μπορέσαμε σαν σύντροφοι να δώσουμε όσα ζητούσε ο καθένας από τον άλλο. Κι εσύ, θυμάμαι, ζητούσες πολλά.
Δεν ξέρω αν τα βρήκες στην ψυχανάλυση, που της δόθηκες με πάθος, όπως και στον μαρξισμό τότε. Με το ίδιο πάθος, φαντάζομαι, που σε ξεχώριζε κι όταν σε διαλέξαμε για τη θέση του γραμματέα του κεντρικού συμβουλίου του Ρήγα. Μια επιλογή τιμητική για όλους μας, καθώς είχε θεμέλιό της τις αποσκευές ενός τίμιου αγώνα.
Ήλπιζα ότι θα συναντιόμασταν σε διαφορετικές συνθήκες. Σ’ αυτό το τελευταίο συναπάντημα χωρίζουμε χωρίς την ελπίδα να ξαναβρεθούμε. Σίγουρα, θα συμφωνούσαν μέσα μας γι’ αυτό τόσο ο Φρόιντ όσο κι ο Μαρξ. Έτσι κι αλλιώς, η ζωή κι ο θάνατος σε συνεχές κοινό έδαφος βιώνονται. Σ’ αυτό συναντιόμαστε και συνυπάρχουμε παρέα με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Είχαμε την τύχη να συναντηθούμε εδώ μία φορά κι αυτή ήταν αρκετή. Είναι μια συνάντηση που διαρκεί. Μακάρι να μπορούσαν να το πουν όλοι για όλους αυτό. Εμείς, μπορούμε να το πούμε για σένα.»