ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΤο ναυάγιο μιας σημαντικής επένδυσης Μία από τις σημαντικότερες επενδυτικές κινήσεις στην χώρα τα τελευταία χρόνια, η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, οδηγήθηκε πριν λίγες μέρες σε οριστικό ναυάγιο. Η Εθνική Τράπεζα περίμενε τυπικά την ολοκλήρωση της εννεάμηνης περιόδου αποκλειστικότητας που είχε η Exin Parteners ως προτιμητέος επενδυτής, και από τη στιγμή που δεν κατέστη δυνατό αυτή να βρει τα 718,5 εκατ. ευρώ που είχε προσφέρει για το 75%, ήρε την αποκλειστικότητα και το πιθανότερο είναι ότι θα απευθυνθεί στη Fosun, τον δεύτερο προτιμητέο επενδυτή.
Αν και για περίπου ένα χρόνο, ακολουθήθηκε τυπικά μία διεθνής διαγωνιστική διαδικασία, τα παιχνίδια και το παρασκήνιο που έλαβαν χώρα ήταν τέτοια που οδήγησαν την αρχική συμφωνία σε ναυάγιο. Βασική αιτία δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας αλλά και οι σύμβουλοι του deal αποδείχθηκαν τουλάχιστον ερασιτέχνες, αφου παρασύρθηκαν από την οικονομική επιφάνεια κάποιων ομογενών ελληνοαμερικανών, καθώς και από τις πιέσεις του αμερικανικού παράγοντα, μέσω του πρέσβη στην Αθήνα, αλλά και του υπουργού εμπορίου για να κλείσει άμεσα το deal.
Νόμιζαν ότι οι ελληνοαμερικανοί θέλουν να επενδύσουν στη χώρα καταγωγής τους δικά τους κεφάλαια. Λάθος! Η δουλειά τους είναι να οργανώνουν μπίζνες τις οποίες πραγματοποιούν επενδύοντας κεφάλαια άλλων. Ποτέ δεν είχαν διάθεση να επενδύσουν περιμένοντας πότε η επένδυση τους θα ωριμάσει ώστε να πάρουν τα κέρδη. Επιδίωκαν είτε να κάνουν μια «γρήγορη» δουλειά που θα έχει σίγουρη απόδοση είτε να ηγηθούν κεφαλαιούχων οι οποίοι θα επενδύσουν τα κεφάλαιά τους. Τελικά, ο επενδυτής «αγόρασε» τη μεγάλη ασφαλιστική εταιρεία, αλλά δεν κατάφερε να πείσει τους πραγματικούς επενδυτές να βάλουν χρήματα.
Από νωρίς προβλήματα Το χειρότερο είναι ότι ο ερασιτεχνισμός και η ανικανότητα της διοίκησης της ΕΤΕ αφήνει για άλλη μια φορά εκτεθημένη την τράπεζα αλλά και την κυβέρνηση. Παρά τις διαβεβαιώσεις για την ολοκλήρωση της συμφωνίας, τα προβλήματα είχαν αρχίσει να φαίνονται, όταν, τέσσερις μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Eθνικής Τράπεζας και Exin Financial Services Holdings B.V., ο φάκελος δεν είχε υποβληθεί στην ΤτΕ. Επίσης, από τον Σεπτέμβριο του 2017, η θυγατρική του ομίλου η Exin Re αντιμετώπιζε θέματα ρευστότητας. Η Τράπεζα της Ελλάδος είχε απορρίψει το αίτημα της κοινοπραξίας να μεταφέρει την έδρα της εταιρείας που θα αγόραζε την Εθνική Ασφαλιστική από την Ολλανδία, όπως αρχικώς είχε συμφωνηθεί, στο Λουξεμβούργο. Το στοιχείο αυτό ήταν βασικό για την προσπάθεια της Exin να συγκεντρώσει τα αναγκαία κεφάλαια –πέραν των κεφαλαίων που είχαν δεσμευθεί ότι θα επένδυαν οι δύο ελληνοαμερικανοί επιχειρηματίες– μέσω άλλων private equity funds. Τότε έγινε σαφές ότι η κοινοπραξία κάθε άλλο παρά συμπαγής ήταν. Ενάμιση μήνα αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2018, οι κ. Κάλαμος και Κουδούνης κατέθεταν αγωγές κατά του πρώην εταίρου τους, Μ. Φέρφιλντ, δημιουργώντας κλίμα ασφυξιας για την τελευταία προσπάθεια που έγινε με μιά καινουργια ομάδα για να εξασφαλίσει τα αναγκαία κεφάλαια με ενεργό τον γνωστό επιχειρηματία, Παυλο Κανελόπουλο, που όλο αυτό το διαστημα φαίνετε ότι προσπαθούσε να στηρίξει μια υγιή διαδικασία εξέληξης του deal. Έτσι ήταν φυσικό να μην τους δοθεί προσθετος χρόνος 15 ημερών που ζητηθηκε από την ΕΤΕ.
Καμιά επίπτωση στους αγοραστές Το ερώτημα είναι επίσης τι έκαναν οι εταιρείες Morgan Stanley και Goldman Sachs που είχαν προσληφθεί από την Εθνική Τράπεζα για να υλοποιήσουν τις διαδικασίες πώλησης της ασφαλιστικής εταιρείας. Έκαναν τη δουλειά για την οποία πληρώθηκαν αδρά (5 εκατ.); Εξασφάλισαν την ολοκλήρωση με εγγυήσεις και ρητρές που γινονται σε αυτές τις περιπτώσεις; Ακόμη μεγαλύτερο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι απόσυρση των επίδοξων επενδυτών «δεν συνοδεύεται από κατάπτωση κάποιας εγγυητικής επιστολής», αλλά μόνο από μία αποζημίωση 5 εκατομμυρίων ευρώ που μπορεί δυνητικά να διεκδικήσει η τράπεζα και βεβαίως δεν καλύπτει τα μέχρι σήμερα έξοδα.
Δηλαδή σε ένα διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό με αντικείμενο κοντά στο ένα δισ. ευρώ, η Τράπεζα πήρε ως διασφάλιση λιγότερο από το 1% του τιμήματος και δεν απαίτησε εγγυητική επιστολή τουλάχιστον δεκαπλάσια, η οποία θα κατέπιπτε αυτομάτως με την παρέλευση του εννιάμηνου και εφόσον διαπιστωνόταν ότι ο αγοραστής δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ούτε κατ' ελάχιστον στις δεσμεύσεις του. Αυτός είναι ίσως ο σημαντικότερος λόγος αποτυχίας της συμφωνίας, αφού δεν είχε καμία ουσιαστική επίπτωση στους αγοραστές.
Το ΤΧΣ και η κυβέρνηση δεν πρέπει να επιτρέψουν την χρησιμοποίησει της ΕΑ για κερδοσκοπικά παιχνίδια με επιλογές που φαίνεται ότι είναι χειρότερες, όπως η δευτερη πλειοδότης του διαγωνισμού Fosun με γνωστές στην Ευρώπη τακτικές. Μεγάλο ερώτημα αν τα 2 δισ. περιπου, αποθεματικά των ελλήνων ασφαλισμένων στην ΕΑ μπορούμε να τα αφήσουμε στους πιθανούς σχεδιασμούς μια μεγάλης οικονομικής υπερδύναμης που προστατεύει πάντα τις πολυεθνικές της.
Δ.Ψ