
«Για να πούμε την αλήθεια, τα ερωτήματα που θέτεις θα άξιζε να γραφτούν σε βιβλίο. Εξάλλου, η ιδέα που είχα για το manifesto ήταν ήδη στη δεκαετία του 1980 ότι έπρεπε να είναι ένα εργαστήρι που να εμπλέκει κάποια άτομα γύρω από τα κυρίαρχα θέματα». Έτσι αρχίζει η συνέντευξή μας με την Ροσάνα Ροσάντα.
Τη συνέντευξη πήρεο Τομάζο ντι ΦραντσέσκοΤο εκλογικό αποτέλεσμα βλέπει την επιβεβαίωση δύο πολιτικών «αντισυστημικών» δυνάμεων. Στο Νότο, του «λαϊκιστικού» Κινήματος 5 Αστέρων, που επιδιώκει μια «δικαιοσύνη» που ορίζει εκ των προτέρων κάποιον ένοχο και του αρνείται το δικαίωμα υπεράσπισης, και στο Βορρά της λαϊκιστικής-ρατσιστικής Λέγκα, από το συνασπισμό της δεξιάς. Ποιον κίνδυνο βλέπεις;Δεν πιστεύω ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η διαίρεση μεταξύ νότιας και βόρειας Ιταλίας, που δεν είναι εξάλλου καινούργια. Το σοβαρότερο είναι ότι η Ιταλία δεν ήταν ποτέ τόσο ολοκληρωτικά δεξιά, όπως μετά από αυτές τις εκλογές. Ιδιαίτερα, υπήρξε πραγματική καταστροφή μιας Αριστεράς εκ των σημαντικότερων ευρωπαϊκών.
Το 1989, ο Ακίλε Οκέτο αποδέχτηκε ουσιαστικά την πρόταση του Κράξι για τη συνολική ενοχοποίηση του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος, την ταυτότητα του οποίου ήταν δυνατό να υπερασπιστεί κανείς στα σοβαρά, χάρις και σε μια ιδιαιτερότητα που δεν διαψεύστηκε ποτέ, και που καθιστούσε δύσκολη τη σχέση της με τα άλλα κομμουνιστικά κόμματα, όπως το γαλλικό. Δεν ωφελεί, βέβαια, τώρα η επιμονή στο θέμα «δεν απομένει παρά ένας σωρός ερείπια», απέναντι στο οποίο ακόμη και το manifesto φάνηκε επιεικές.
Έλειψε μια ανάγνωση της «μνησίκακης κοινωνίας», όπως έλεγε η τελευταία έκθεση του Censis (ΣτΜ Κέντρο Μελετών Κοινωνικών Επενδύσεων). Είναι η συνέπεια της οπτικής μιας Ευρώπης που υπόκειται στη νομισματική λογική και με τη δέσμευση του προϋπολογισμού που κατέληξε να ενταχθεί στο Σύνταγμα;Εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι η ίδια η ηγεσία του κομμουνιστικού κόμματος πέταξε στα σκουπίδια τη θεωρητική και πολιτική θεματική, βάσει της οποίας θα μπορούσε να είχε γίνει, και θα μπορούσε ακόμη να γίνει, μια πραγματική ανάλυση των διαδικασιών που συμπαρέσυραν την Ιταλία εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Η μνησικακία που εκφράστηκε στην ψήφο, όπως παρατηρεί ήδη το Censis, βασίζεται σε ένα βαθμό πάνω και σ’ αυτή την ανικανότητα ανάλυσης.
Εργασία και ιταλική Αριστερά
Τι νομίζεις ότι πρέπει να ξαναβάλουμε στο κέντρο του αγώνα για την εργασία, απέναντι σε ένα τόσο διάχυτο κατακερματισμό της ίδιας της εργασίας (διαφορετικές επαγγελματικές μορφές, διασκορπισμένες γεωγραφικά, αλλά και απομονωμένες πολιτιστικά και παραγωγικά), με την διεύρυνση του πρεκαριάτου σε κάθε επίπεδο; Το προλεταριάτο, όπως το γνωρίσαμε, δεν υπάρχει πια, όμως, η διάχυσή του στον κόσμο δεν υπήρξε ποτέ τόσο μεγάλη. Πώς να αναγνώσουμε αυτή την ανισότητα μεταξύ αριθμητικής διεύρυνσης και εκμηδένισης της πολιτικής συνειδητοποίησης;Δεν πιστεύω ότι ο αγώνας για την υπεράσπιση της εργασίας δυσχεραίνεται από κάποιον ιδιαίτερο κατακερματισμό της. Αυτός υπάρχει, αλλά είναι σε ένα βαθμό φυσιολογικός: θα μπορούσε κανείς να εκκινήσει και πάλι, αν έχει διάθεση, από την κρίση του φορντισμού και από την ανάλυση του Γκράμσι για τη φύση και για τον σκοπό του. Υπάρχουν και οι πιο πρόσφατες αναλύσεις του Λουτσιάνο Γκαλίνο, που θα ήταν πολύ χρήσιμες (και θα εξηγούσαν και κάποιες βασικές αιτίες για τις εκλογικές ροές). Με λίγα λόγια, η παλιά ρήση του Μπρεχτ, «Σύντροφοι, να θυμόμαστε τις σχέσεις παραγωγής», θα μπορούσε και θα έπρεπε να υλοποιηθεί και σήμερα. Θα πρέπει, όμως, να αναμετρηθούμε και με τη ρευστοποίηση του μαρξισμού που συνέβη στο τελευταίο μισό του αιώνα, στην οποία δεν αντιστάθηκε πραγματικά ούτε το manifesto.
Ο Λουίτζι Πιντόρ, ήδη στις αρχές του 2003, έγραφε ότι «η Αριστερά που γνωρίσαμε δεν υπάρχει πια». Τι απομένει από αυτό που επιμένουμε πεισματικά να αποκαλούμε Αριστερά; Ο αντεργατικός ρεφορμισμός του Ματέο Ρέντσι έχει τελειώσει πραγματικά με την πανωλεθρία του Δημοκρατικού Κόμματος; Ή ο νεοφιλελευθερισμός ζει σε άλλες διαστάσεις; Πόσο εμποδίζουν αυτά τα ερείπια την αναγκαία ανοικοδόμηση;Τα λόγια του Πιντόρ ισχύουν δυστυχώς και σήμερα: εκτός των άλλων δεν πιστεύω ότι μπορούμε να ονομάσουμε αντεργατικό ρεφορμισμό τη συμπεριφορά του Ματέο Ρέντσι, αν δεχτούμε ότι η ονομασία αυτή έχει κάποιο νόημα. Ο Ρέντσι απλά υπάκουσε στη φιλελεύθερη πλειοψηφία που έχει κυριεύσει την Ευρώπη και βρήκε την ιταλική ιθύνουσα τάξη σύμφωνη. Αρκεί να σκεφτούμε τις επιλογές του Μαρκιόνε στη Fiat.
Γιατί στην Ιταλία δεν υπάρχει μια Αριστερά, συνδεδεμένη με τα νέα αντικαπιταλιστικά κινήματα, που να έχει επίσης αριθμητική δύναμη και ικανότητα να πείθει —δεδομένων βέβαια των αναγκαίων διαφορών μεταξύ αυτών των σχημάτων— όπως οι Podemos, η Linke, ο ΣΥΡΙΖΑ;Δεν νομίζω ότι η κατάστασή μας είναι ανάλογη με αυτήν που έδωσε χώρο στο Podemos, στη γερασμένη πλέον Linke και στον ΣΥΡΙΖΑ. Μια σημαντική ένδειξη θα ήταν ένας πολύ συγκεκριμένος εκσυγχρονισμός της ιταλικής οικονομικής κατάστασης, σύμφωνα με τη θεματική που προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ευρωπαϊκοί λαϊκισμοί Οι δεσμεύσεις της «υπαρκτής» ΕΕ μείωσαν τις δημοκρατικές εξουσίες και διαδικασίες, διαγράφοντας στην ουσία θεμελιώδεις χώρους δημοκρατίας και στόχους κοινωνικού μετασχηματισμού. Η ΕΕ που περιορίζεται μόνο στο ενιαίο νόμισμα είναι ακόμη το πεδίο μιας ανεπτυγμένης και προοδευτικής δημοκρατίας;Νομίζω ότι θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι περισσότερο από την επίθεση σε έναν κομμουνισμό που δεν υπήρξε ποτέ στη δυτική Ευρώπη, αυτό που δέχτηκε επιθέσεις μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου ήταν μια συγκεκριμένη κεϊνσιανή ερμηνεία που χαρακτήριζε τα μεταπολεμικά ευρωπαϊκά συντάγματα. Έγραψα κάτι σχετικά, τη χρονιά που άφησα την εφημερίδα. Νομίζω ακριβώς το μήνα Σεπτέμβρη.
Ο Τραμπ ήρθε στην ηγεσία των ΗΠΑ, επειδή επιβραβεύτηκε για τη λαϊκοστική υπόσχεση του προστατευτισμού. Όμως, η «μοναδική υπάρχουσα υπερδύναμη» δεν είναι πια τέτοια, ούτε οικονομικά ούτε πολιτικά και κινδυνεύει να αποκτήσει την πρωτιά μιας ιδεολογίας σύγκρουσης, απομονωτισμού και ρατσισμού. Τι απομένει από τις δημοκρατικές λογικές της νεοφιλελεύθερης Δύσης;Σχετικά με τη νίκη του Τραμπ και τη χωροθέτησή του, νομίζω ότι είναι ένα καλό βιβλίο το «Populismo 2.0» (Λαϊκισμός 2.0) του Μάρκο Ρεβέλι. Το πρόβλημα είναι όμως ότι και στην Ευρώπη γεννιούνται παντού λαϊκιστικές ιδέες και δεν έχουν την ίδια προέλευση. Ιδιαίτερα, γεννήθηκαν στην ανατολική Ευρώπη, στην Τσεχία, Ουγγαρία και Πολωνία, όπου φαίνεται να παίρνουν τη μορφή «συστημάτων». Θα ήταν ενδιαφέρον για το manifesto να παρατηρήσει ποια είναι τα κύρια θέματά τους, που είναι διαφορετικά από εκείνα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Είναι δυνατόν, με νεωτεριστικά περιεχόμενα και μέσω μιας πιθανής ανασύνθεσης —αρχίζοντας από την ανάλυση του 1989—, να ενεργοποιηθούν κινήματα γύρω από τα νέα διεθνή ταξικά θέματα;Θα ήταν αναγκαία μια μακρόχρονη κοινή δουλειά, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο, σχετικά με την οικονομική εξέλιξη της Ευρώπης. Όσον αφορά τον Τραμπ, δεν έχουμε να πούμε πολλά, και, πάνω απ’ όλα, δεν υπάρχουν κοινές αναφορές με τις θέσεις του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος, που είναι πολύ διαφορετικές από τις ευρωπαϊκές θέσεις.
Ένα νέο αριστερό πολιτικό υποκείμενοΣτην Ιταλία συζητιέται πολύ το θέμα ενός πολιτικού υποκειμένου, έπειτα από την ταπεινωτική εκλογική αποτυχία και το πενιχρό αποτέλεσμα των αριστερών ψηφοδελτίων, των Ελεύθερων και Ίσων και της Εξουσίας στο Λαό, έχοντας υπόψη και την μετατόπιση του 89, το τέλος του PCI, την πολιτική που περιορίστηκε σε τεχνικισμούς —για τους οποίους η επικράτηση του κεντρώου Μακρόν στη Γαλλία αντιπροσωπεύει ίσως το τελευταίο σημαντικό και νικηφόρο επεισόδιο— μέχρι τον πρωταγωνισμό «απόσυρσης παλιών υλικών» της εποχής Ρέντσι, που αποσύρθηκε επίσης. Τι γνώμη έχεις για τη συζήτηση που γίνεται;Η συζήτηση μου φαίνεται ανεπαρκής. Θα έπρεπε να ξεκινήσει από το γεγονός ότι το εκλογικό αποτέλεσμα δεν ήταν αναπάντεχο, αλλά ένα λογικό επακόλουθο των διαλυτικών θέσεων του Δημοκρατικού Κόμματος και των συνεπειών της ολοκληρωτικής εξαφάνισης των σοσιαλιστικών κομμάτων. Η επικράτηση του Μακρόν στη Γαλλία είναι μια απλή προσαρμογή στην πλειοψηφική επιλογή της ΕE, και ιδιαίτερα του γερμανικού CDU. Εκεί όπου υπάρχει εκμετάλλευση και πόνος, θα έπρεπε να υπάρχει «εξέγερση», ή, τουλάχιστον, οικοδόμηση μιας εναλλακτικής.
Δεν βλέπω τέτοια σημαντικά σημάδια στην Ιταλία: οι πιο ενδιαφέρουσες θέσεις είναι αυτές που υποστηρίζει ένα τμήμα του συνδικάτου (η Fiom), αλλά το καθήκον ενός κόμματος είναι διαφορετικό και πολιτικά πολύ ριζοσπαστικότερο. Όσο για τους Ελεύθερους και Ίσους και την Εξουσία στο Λαό, μου φαίνεται πολύ άδικο να εκτιμήσω το αποτέλεσμα μετά από μια σύντομη προεκλογική εκστρατεία και υπό την πλημμύρα των λαϊκισμών ή της ακροδεξιάς της Λέγκας. Για να αρχίσουμε μια ανασύσταση θα χρειαζόταν μια συμπεριφορά πολύ πιο αναλυτική και ενωτική. Πιθανά, αυτό θα απαιτούσε και μια ανάλυση, που δεν έγινε, των λεγόμενων «υπαρκτών σοσιαλισμών».
Θα έπρεπε να γίνει αυτό που εμπόδισε ο Στάλιν, δηλαδή ένας σοβαρός απολογισμός του λενινισμού στο τέλος της ζωής του Λένιν, με τις θεωρητικές προσπάθειες συνδιαλλαγής, που είχαν υποστήριξη στην Ιταλία μόνο μετά το 1972. Με λίγα λόγια, δεν είναι δυνατόν να αποφύγουμε μια δουλειά πολύ εκ του σύνεγγυς, που δεν έγινε στην Ιταλία τα τελευταία πενήντα χρόνια. Σ’ αυτή τη δουλειά θα πρέπει να εξετάσουμε επίσης, πέρα από διάφορες εύκολες ερμηνείες, τη «γραμμή του Τολιάτι». Θυμάμαι ότι κάποιες εκκλήσεις μου να πάμε προς αυτή την κατεύθυνση δεν είχαν τύχη ούτε στην εφημερίδα σας.
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς,από την εφημερίδα Il Manifesto, 4/4/2018