Ελίζα Παναγιωτάτου, «Τεχνικές κολύμβησης», εκδ. Αντίποδες, 2017 Τρία κορίτσια στην Αθήνα, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, θα αγοράσουν την ίδια αποκριάτικη στολή, μια φτηνή στολή μέλισσας, από μαυροκίτρινο νάιλον ύφασμα, με διάφανα φτερά. Τρία κορίτσια, ένα ισόγειο του Μεταξουργείου, ένα μοντέρνο διαμέρισμα σε προάστιο, μια παλιά πολυκατοικία του κέντρου. Η αποκριάτικη στολή θα γίνει αφορμή να ξεκινήσει μια φιλία που θα κρατήσει μια ζωή, μια φιλία ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο κορίτσι, ενώ η πρώτη, η μικρή του Μεταξουργείου, θα χαθεί από το μυθιστόρημα, αφήνοντας το ίχνος της μόνο σε μια παράγραφο στις σελίδες 25-26. Μου αρέσει αυτό το ίχνος, που η Ελίζα Παναγιωτάτου αφήνει έτσι μετέωρο στο μυθιστόρημά της «Τεχνικές κολύμβησης», αυτή η ιστορία που σκιαγραφείται σε τρεις αράδες ίσα-ίσα, αλλά μένει να μας θυμίζει δύο πράγματα. Το πρώτο, πως οι μεγάλες συναντήσεις της ζωής μας είναι και λίγο τυχαίες· η φιλία που θα γεννηθεί σε μια ενδεχομενικότητα και θα σφραγίσει τις ζωές των δύο κοριτσιών, της Μαρίας και της Ελίζας, αφήνει πίσω της μια άλλη, ανολοκλήρωτη, σύμπτωση, ένα κορίτσι που δεν βρέθηκε στο ίδιο πάρτυ, που η ιστορία του μένει να ειπωθεί κάπου αλλού, από κάποια άλλη. Το δεύτερο, πως υπάρχει ένας κόσμος έξω από κάθε μυθιστορηματική αφήγηση, κι εδώ μας καθίσταται με έναν έμμεσο τρόπο σαφές πως αυτός ο κόσμος ορίζεται και λίγο… ταξικά. Το κορίτσι του Μεταξουργείου δεν έχει πρόσβαση στον κόσμο που συνθέτουν τα μεσοαστικά ή μικροαστικά προάστια και το κάπως πιο αναβαθμισμένο κέντρο της πόλης.
Έτσι, οι «Τεχνικές κολύμβησης» θα αφηγηθούν μία ιστορία, την ιστορία της ενηλικίωσης δυο κοριτσιών και της φιλίας τους, που ξετυλίγεται κυρίως στην Αθήνα (και αλλού), μιας ενηλικίωσης που προχωρά σε κύκλους ή σε σπειροειδή μορφή, για να κλείσει ξαναφέρνοντας τις δυο φίλες μαζί μετά από απομακρύνσεις κι επαναπροσεγγίσεις. Μια ιστορία που προχωρά διαρκώς μπροστά και πίσω στο χρόνο, ξεθάβοντας οικογενειακές ιστορίες μανάδων και γιαγιάδων, επιστρέφοντας ξανά και ξανά στα χρόνια της παιδικής αθωότητας, που ποτέ δεν είναι τόσο αθώα, ανιχνεύοντας το ξύπνημα του σώματος στην εφηβεία, ακολουθώντας τις ηρωίδες σε ταξίδια στα μήκη και τα πλάτη της γης, εστιάζοντας στην αναζήτηση του εαυτού, αλλά και στη σχέση με τον άλλον κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής.
Οι «Τεχνικές κολύμβησης» είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Ελίζας Παναγιωτάτου, που έχει ήδη εκδώσει μια συλλογή ποιημάτων («Αυτά έγιναν χτες», εκδ. Κουκούτσι) και ένα βιβλίο μαζί με τη Λίντα Ακέντε, με τον τίτλο «(δε) λες», όπου μεταγράφει την ιστορία της αφρικανής μετανάστριας στην Ελλάδα. Στο μυθιστόρημα, η συγγραφέας δημιουργεί έναν κόσμο που τον κατοικούν κυρίως γυναίκες, ή τουλάχιστον δεσπόζουν σ’ αυτόν, αφού οι άντρες που περνούν απ’ τις σελίδες του είναι «μικροί» ως προς το μέγεθος και το ίχνος που αφήνουν στην ιστορία, ή μικραίνουν, συρρικνώνονται κατά την εξέλιξή της, ή είναι φευγάτοι, εγκαταλείπουν και εξαφανίζονται.
Κεντρικό ρόλο για τη ζωή των δύο κοριτσιών παίζει η σχέση μητέρας-κόρης, σχέση δύσκολη, συχνά ασφυκτική, καταπιεστική κάθε φορά με τον δικό της τρόπο – άλλοτε με τα λόγια, άλλοτε με τη σιωπή. Αντίβαρο σ’ αυτή τη σχέση γίνεται η κοριτσίστικη φιλία, αυτή η επίσης συμβιωτική σχέση των κοριτσιών και των εφήβων, ενώ αφηγηματικό αντίβαρο γίνονται εδώ οι ιστορίες γυναικών παλιότερων γενιών, της γιαγιάς της μιας ή της προγιαγιάς της άλλης. Αυτός ο γυναικείος κόσμος, ωστόσο, δεν προσιδιάζει στις μυθιστορηματικές κατασκευές που συνήθως τοποθετούμε κάτω από την κατηγορία της «γυναικείας λογοτεχνίας»· εκεί άλλωστε οι άντρες συχνά παίζουν κεντρικό ρόλο, ως κυρίαρχοι, τύραννοι, αντικείμενα του πόθου ή ό,τι άλλο. Πολύ περισσότερο θα μπορούσε να συσχετίσει κανείς το γυναικείο κόσμο των «Τεχνικών κολύμβησης» με ποικίλα δείγματα φεμινιστικής γραφής, με μια προσπάθεια να ιστορηθεί ο κόσμος και οι σχέσεις μέσα από μια γυναικεία οπτική γωνία, και πάλι όμως διαφοροποιούμενο απ’ αυτά.
Σωματικότητα και ρευστή σεξουαλικότηταΑν οι γαλλίδες κυρίως (αν και όχι μόνο) φεμινίστριες προηγούμενων γενιών διεκδικούσαν μια γυναικεία γραφή που θα μιλούσε από τη θέση της γυναίκας, που θα περιέγραφε τη ζωή της, εστιάζοντας μάλιστα στη γυναικεία σεξουαλικότητα και την απόλαυση, η γραφή της Παναγιωτάτου δεν διεκδικεί καμιά τέτοια ρήξη, παρόλο που παρακολουθεί από πολύ κοντά τη γυναικεία ζωή και σεξουαλικότητα, χωρίς όμως την ανάγκη κάποιας διεκδίκησης ή ανατροπής.
Η γυναικεία ματιά των «Τεχνικών κολύμβησης» έχει χαμηλούς τόνους και διακρίνεται από μια ιδιαίτερη σωματικότητα, που όμως σχεδόν ποτέ δεν «φωνάζει». Μοιάζει περισσότερο με έναν φωτογραφικό φακό, που ζουμάρει στα σώματα και στα φυσικά χαρακτηριστικά των προσώπων, που στέκεται συχνά σε μια πλάτη, σε έναν ώμο, σε μύτες, χείλια και χέρια. Εκείνοι και εκείνες που περνούν από τη ζωή των δύο ηρωίδων ορίζονται σχεδόν αποκλειστικά από αυτά τα σωματικά θραύσματα, αλλά και από το «μέγεθος», το χώρο που τα σώματά τους και η παρουσία τους καταλαμβάνουν στις ζωές τους.
Και η σεξουαλικότητα, ακολουθεί τη ρευστότητα της εποχής, χωρίς δράματα και χωρίς κατηγοριοποιήσεις. Η Μαρία και η Στεφανία συνευρίσκονται κατά τη διάρκεια της εφηβείας και της νεότητάς τους με άντρες και γυναίκες αδιακρίτως, χωρίς να αναρωτιούνται για την ταυτότητά τους, χωρίς να νιώθουν την ανάγκη να προσδιοριστούν μέσα από αυτό. Μας θυμίζουν έτσι πολλές σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις πάνω στο φύλο και τη σεξουαλικότητα (ας αναφέρουμε εδώ ενδεικτικά την Τζούντιθ Μπάτλερ). Ρευστές είναι εξάλλου και οι σχέσεις που αναπτύσσονται, κινούμενες μεταξύ έρωτα, φιλίας, ερωτικής φιλίας ή συντροφικότητας.
Όμως την επανάσταση ενάντια στις συμβάσεις και την ερωτική καταπίεση που δεν χρειάζεται να κάνουν η Μαρία και η Στεφανία, την έχουν κάνε�� με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η γιαγιά της μιας και η προγιαγιά της άλλης, εκείνες που τους κληροδότησαν τα ονόματά τους και κάποια από τα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά, συγκροτώντας έτσι μια αίσθηση συνέχειας αλλά και εξέλιξης. Βρισκόμαστε στον κόσμο κουβαλώντας θραύσματα των σωμάτων εκείνων που προηγήθηκαν και που ίσως με τις μικρές ή μεγάλες ρήξεις που επιτέλεσαν, προετοίμασαν τη δική μας ζωή.
Ζώα κατοικίδια και εξωτικάΤην αφήγηση των «Τεχνικών κολύμβησης» γεμίζουν επίσης με την πραγματική ή την εικονική παρουσία της πάμπολλα ζώα. Ζώα κατοικίδια, γάτες και σκύλοι, που συντροφεύουν τη ζωή των ηρωίδων, αλλά κυρίως ζώα εξωτικά, τη ζωή των οποίων παρακολουθούν μανιωδώς σε τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ. Και ζώα φανταστικά, άλλοτε μυθικά κι άλλοτε φτιαγμένα από μέλη διαφορετικών ειδών, διατρέχουν επίσης διαρκώς τις σελίδες του βιβλίου, φέρνοντας ένα στοιχείο μαγικό και άλογο σε μια κατά τα άλλα μάλλον ρεαλιστική αφήγηση. Η εισβολή του σώματος και της υλικότητάς του είναι ένα στοιχείο που εμφανώς επιστρέφει τόσο στη λογοτεχνία, όσο και στην τέχνη γενικότερα, αλλά και στο θεωρητικό στοχασμό, που συχνά στέκεται σε ζητήματα ανθρωπινότητας και ζωικότητας και στο μεταξύ τους σύνορο. Και με κάποιον τρόπο αυτός ο προβληματισμός μεταφέρεται ενίοτε σε ένα στοχασμό γύρω από την αυτονομία ή την αναγκαιότητα του άλλου.
Οι δύο φίλες αναζητώντας τον εαυτό τους στις πρώτες δεκαετίες της νεότητας θέτουν πολύ κεντρικά και με εντελώς διαφορετικό τρόπο το ζήτημα της σχέσης με τον άλλον. Ανοιχτότητα ή κλείσιμο, ελευθεριότητα ή αυτάρκεια και συγκέντρωση στον εαυτό, μικροί περιχαρακωμένοι χώροι όπου καθεμιά μπορεί να βρεθεί μόνη, εκτός κόσμου, προσωρινά μόνο, αφού πάντα με κάποιον τρόπο ο άλλος βρίσκει τον τρόπο να εισβάλει, συνήθως με τρόπο σωτήριο.
Ρεαλισμός και μαγείαΟι ιστορίες της Μαρίας και της Στεφανίας, έτσι όπως τις διηγείται η Ελίζα Παναγιωτάτου στις «Τεχνικές κολύμβησης» είναι ιστορίες απολύτως ρεαλιστικές. Συμβαίνουν σε σύγχρονες πόλεις, ως επί το πλείστον στην Αθήνα, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 ως τα μισά της τρέχουσας δεκαετίας, περιλαμβάνουν χωρισμούς ή τη διπλή ζωή των γονιών, ερωτικές μυήσεις της εφηβείας, ταξίδια ανά τον κόσμο, διαδοχικές συντροφικές σχέσεις, που εδώ μάλλον δεν περιγράφονται με το συνηθισμένο πάθος, με δυο λόγια μιλάμε για τη ζωή των ανθρώπων της γενιάς της συγγραφέα. Όμως στη φόρμα της γραφής ενυπάρχει πάντα κάτι μαγικό, υπερφυσικό, ίσως άλογο. Μια γάτα που κόβεται στα δυο και ενώνεται και πάλι μέσα σ’ ένα ασανσέρ, ένα στοιχείο ονειρικό, η διαρκής υπόμνηση μιας σωματικότητας που λειτουργεί με όρους φετιχιστικούς, στοιχεία από παλιά ή σύγχρονα τελετουργικά ή παραμύθια.
Όλα αυτά συνθέτουν έναν κόσμο πολύ σύγχρονο, απόλυτα πραγματικό, που ωστόσο βρίσκεται διαρκώς σε αναζήτηση της μαγείας και που εξελίσσεται αποδεχόμενος τη ρευστότητά του. Έναν κόσμο που καταγράφεται μέσα από ένα θηλυκό φωτογραφικό φακό, που διαρκώς ζουμάρει στις λεπτομέρειές του.
Έφη Γιαννοπούλου