Εκπαίδευση ενιαία όπου οι εκπαιδευτικοί έχουν λόγο και οι ανάγκες της κάθε σχολικής κοινότητας είναι στο κέντροΨηφίστηκε την Πέμπτη στην Ολομέλεια της Βουλής, μετά από έντονη πολιτική αντιπαράθεση, το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για την «Αναδιοργάνωση των δομών υποστήριξης της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις». Υπέρ ψήφισε η κυβερνητική πλειοψηφία, ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, η Ένωση Κεντρώων ψήφισε παρών, ενώ καταψήφισαν ΝΔ, ΔΗΣΥ, ΚΚΕ, Ποτάμι και Χ.Α.
«Από το προσωποκεντρικό πάμε στο συλλογικό. Και ποιο είναι το συλλογικό; Πυρήνας του συλλογικού είναι ο σύλλογος διδασκόντων. (…) Όποιους τρομάζουν οι συλλογικότητες, όποιους τρομάζει η συλλογική έκφραση των εκπαιδευτικών, να το πουν. Αλλά αυτή είναι μια θέση δική μας, είναι μια θέση της αριστεράς», τοποθετήθηκε στην Ολομέλεια ο υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, για την αλλαγή που φέρνει το νομοσχέδιο.
«Η βασική φιλοσοφία είναι όλα να ξεκινούν και να καταλήγουν στη σχολική μονάδα, όλες οι δομές έχουν στόχο την ενίσχυση των μαθητών και των εκπαιδευτικών του κάθε σχολείου», εξηγεί στην «Εποχή» συνεργάτης του υπουργού Παιδείας μιλώντας για την αντίληψη του νέου συστήματος υποστήριξης. Η αλλαγή του υπάρχοντος συστήματος, όπως συμπληρώνει, κρίθηκε αναγκαία, διότι δεν ήταν σωστό να συνεχιστεί η ύπαρξη ξεχωριστών μονοπρόσωπων οργάνων, που δεν έχουν καμία επαφή μεταξύ τους. «Είμαστε στην εποχή της διεπιστημονικότητας, χρειαζόμαστε ένα ολιστικό, δημοκρατικό, συλλογικό μοντέλο, όπου οι εκπαιδευτικοί θα έχουν λόγο στην οργάνωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και των επιμορφώσεων που τους αφορούν. Θέλουμε να υπάρχει ουσιαστική συμμετοχή των εκπαιδευτικών».
Ένας ακόμα λόγος για την αναδιοργάνωση του υπάρχοντος συστήματος είναι η αλλαγή που έχει επέλθει στα προβλήματα και στα δεδομένα που αντιμετωπίζει η σχολική κοινότητα. «Οι κοινωνικές συνθήκες της κρίσης και των μνημονίων έχουν δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στις οικογένειες και στα παιδιά. Έχουμε μαθητές που δεν επιθυμούν, για παράδειγμα, να γυρίσουν σπίτι τους. Είναι απαραίτητο πια για να λειτουργήσουν τα σχολεία, να υπάρχει υποστήριξη από ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, όπως επίσης και να διευρυνθούν τα σχολικά γεύματα», περιγράφει ο Ζήσης Καπράνας, μέλος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ), από την παράταξη των Εκπαιδευτικών Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αντίστοιχα, έχουν αλλάξει τα δεδομένα και οι μαθητικές συμπεριφορές. «Η τεχνολογία πια τρέχει με ραγδαίους ρυθμούς και τα σχολεία θα πρέπει να ακολουθήσουν αυτά τα βήματα. Ταυτόχρονα, ο εκπαιδευτικός καλείται συχνά να αντιμετωπίσει βίαιες και παραβατικές συμπεριφορές και άλλες δύσκολες καταστάσεις, και λόγω των μνημονίων, και έχει μεγάλη ανάγκη επιμόρφωσης στα νέα θέματα που υπάρχουν», σημειώνει η Ελένη Ζωγραφάκη από την παράταξη Συνεργαζόμενες Εκπαιδευτικές Κινήσεις της Ομοσπονδίας Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ).
Σε αυτές τις προκλήσεις θα προσπαθήσει να ανταποκριθεί το νέο σύστημα υποστήριξης, σύμφωνα με το υπουργείο. Συγκεκριμένα, προβλέπεται οι αρμοδιότητες των μονοπρόσωπων οργάνων (δηλαδή των σχολικών συμβούλων, υπεύθυνων περιβαλλοντικής αγωγής, αγωγής υγείας, πληροφορικής κτλ), που μέχρι τώρα λειτουργούσαν ξεχωριστά και αποσπασματικά, να αναπλαισιωθούν σε τρεις νέες δομές.
Συλλογική αντιμετώπιση των ζητημάτωνΣε πρώτο επίπεδο, για τις σχολικές μονάδες κάθε εκπαιδευτικής διεύθυνσης, θα υπάρχουν δύο μεγάλες δομές, τα Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥ, ιδρύονται 71 κέντρα) και τα Κέντρα Εκπαίδευσης για την Αειφορία (ΚΕΑ). Τα ΚΕΣΥ θα έχουν τις αρμοδιότητες των πρώην Κέντρων Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ), που ασχολούνταν με την ειδική αγωγή, ενώ θα αποκτήσουν επιπλέον και άλλες ειδικότητες εργαζομένων, ώστε να υποστηρίζουν το έργο των εκπαιδευτικών για όλους τους μαθητές, σε περιπτώσεις π.χ. παραβατικής συμπεριφοράς, ψυχοκοινωνικών δυσκολιών, επαγγελματικού προσανατολισμού κτλ και να σχεδιάζουν μαζί με τους εκπαιδευτικούς του κάθε σχολείου τις εξειδικευμένες παρεμβάσεις που θα κρίνονται αναγκαίες. «Τα ΚΕΣΥ αποκτούν αρμοδιότητες σε θέματα που τα σχολεία έχουν ανάγκη υποστήριξης. Ταυτόχρονα θα υπάρχει στήριξη της ειδικής αγωγής, αλλά με τη λογική της ένταξης σε κάθε δημόσιο σχολείο, όχι δημιουργώντας γκέτο παιδιών ειδικής αγωγής», αποτιμά η Ελένη Ζωγραφάκη. Για τη στελέχωση των ΚΕΣΥ θα συσταθούν 1.067 θέσεις, διαφόρων ειδικοτήτων (ψυχολόγων, λογοθεραπευτών, νηπιαγωγών, δασκάλων, φυσικοθεραπευτών, μαθηματικών κτλ).
Αντίστοιχα, τα ΚΕΑ θα συγκεντρώσουν την ύλη των μέχρι σήμερα Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης μαζί με αυτή των υπεύθυνων για τις πολιτιστικές δραστηριότητες. «Με αυτόν τον τρόπο η περιβαλλοντική, η πολιτισμική και η εκπαίδευση υγείας συνδέονται μεταξύ τους, καθώς ούτως ή άλλως αποτελούν μια κοινή αλυσίδα αειφορίας. Μέχρι τώρα υπήρχαν ξεχωριστοί υπεύθυνοι σε κάθε διεύθυνση για αυτά τα θέματα, χωρίς συνεργασία μεταξύ τους. Μόνο σε εννιά νομούς είχαν υπεύθυνους και για τα τρία αντικείμενα, στους άλλους νομούς υπήρχε από ένας υπεύθυνος σε κάθε διεύθυνση και προσπαθούσε να ανταπεξέλθει και στα τρία αντικείμενα. Με τη μεταφορά τους σε μία κοινή δομή, θα μπορούν να υπάρξουν διεπιστημονικές συνεργασίες», σύμφωνα με το συνεργάτη του υπουργού.
Ετήσιος προγραμματισμόςΤέλος, σε επίπεδο εκπαιδευτικής περιφέρειας ιδρύονται τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕΚΕΣ). Παρότι οι περιφέρειες εκπαίδευσης είναι 13, θα ιδρυθούν 25 κέντρα, ώστε να εξυπηρετούνται καλύτερα οι ανάγκες στις περιφέρειες με πολλά σχολεία, όπως π.χ. Αττική και Μακεδονία, ή στα νησιά του Βορείου Αιγαίου και του Ιονίου, για διευκόλυνση στην προσβασιμότητα που δυσχεραίνεται λόγω της νησιωτικότητας, σύμφωνα με το υπουργείο. Τα ΠΕΚΕΣ θα έχουν συντονιστές εκπαιδευτικού έργου, με τον καθένα να έχει εξειδίκευση σε συγκεκριμένο κλάδο και να είναι υπεύθυνος για μια ομάδα σχολείων. Από κοινού, όμως, όλοι οι συντονιστές στην ολομέλεια του οργάνου θα σχεδιάζουν την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών της κάθε μίας σχολικής μονάδας, βάσει των αναγκών που θα περιγράφονται στον ετήσιο προγραμματισμό που θα τους έχει αποστείλει στο τέλος της χρονιάς. Για παράδειγμα, όπως περιγράφει ο συνεργάτης του υπουργού, ένα σχολείο που έχει πολλούς μετανάστες μαθητές, μπορεί να ζητήσει υποστήριξη από το αρμόδιο ΠΕΚΕΣ και να λάβει επιμόρφωση σε θέματα διαπολιτισμικότητας κοκ. Για τη στελέχωση των ΠΕΚΕΣ θα συσταθούν 530 θέσεις συντονιστών εκπαιδευτικού έργου, με τριετή θητεία.
«Είμαστε υπέρ του νομοσχεδίου, γιατί μέχρι τώρα υπήρχαν ξέχωρα μονοπρόσωπα όργανα που δεν είχαν εικόνα του γενικότερου σχολικού πλαισίου και της 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Ο ένας ήξερε μόνο τι συμβαίνει στο νηπιαγωγείο, άλλος στο δημοτικό κοκ, χωρίς επαφή μεταξύ τους. Τώρα, επιτέλους, η εκπαίδευση γίνεται αντιληπτή ενιαία και θα έρθουν σε ισορροπία όλα τα επίπεδα. Με τα ΠΕΚΕΣ για πρώτη φορά θα καθίσουν να συνεδριάσουν όλοι μαζί, ο υπεύθυνος για το νηπιαγωγείο, με τον πολιτικό μηχανικό, τον μαθηματικό κτλ, και θα υπάρξει διεπιστημονικότητα στο σχεδιασμό της εκπαιδευτικής πολιτικής σε επίπεδο περιφέρειας», επισημαίνει ο Ζήσης Καπράνας.
Σημειώνεται επίσης πως συστήνονται και δίκτυα συνεργασίας των σχολικών μονάδων κάθε περιοχής, ώστε να κάνουν από κοινού περιβαλλοντικές, αθλητικές, πολιτιστικές κτλ ενέργειες.
Διαφωνίες από τα δεξιάΔεν είναι, όμως, όλοι οι εκπαιδευτικοί υπέρ του νέου νομοσχεδίου, όπως ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης, παρουσιάζοντας βέβαια σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους όσον αφορά το περιεχόμενο της διαφωνίας τους για το νέο σύστημα.
Η ΔΑΚΕ και η ΔΗΣΥ (οι παρατάξεις των εκπαιδευτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα) ζητούν την απόσυρση του νομοσχεδίου και την παραμονή του συστήματος και των σχολικών συμβούλων ως έχει. Οι τελευταίοι αντιδρούν στο νόμο, καθώς αρχικά ο νόμος έθετε ως όρο για τη θέση εκπαιδευτικού συντονιστή να μην καταλαμβάνεται από κάποιον που είχε ήδη δύο συνεχόμενες θητείες, γεγονός που σημαίνει πως πολλοί σχολικοί σύμβουλοι που ασκούν αυτές τις αρμοδιότητες εδώ και πολλά χρόνια, θα έπρεπε να επιστρέψουν στις σχολικές τάξεις. «Το νομοσχέδιο πριμοδοτεί τους εκπαιδευτικούς που ήταν στην τάξη, αυτό προκάλεσε την αντίδραση των σχολικών συμβούλων. Όμως δεν είναι ντροπή ο σύμβουλος να γυρίσει για τρία χρόνια στην τάξη, να ανατροφοδοτηθεί με το τι συμβαίνει σήμερα μέσα στα σχολεία. Εμείς είμαστε υπέρ των θητειών, ώστε να αποκτούμε καλύτερη γνώση της σχολικής πραγματικότητας», επισημαίνεται από τον Ζήση Καπράνα. Τελικά, κατά την Ολομέλεια της Βουλής υπήρξε αλλαγή σε αυτό το σημείο, ώστε κατά την πρώτη επιλογή να θεωρηθεί ότι όλοι έχουν από μία θητεία μόνο (όσες κι αν έχουν στην πραγματικότητα) και στις επόμενες κρίσεις να ισχύσει κανονικά το όριο των δύο θητειών.
Διαφωνία, όμως, σημειώνεται από τη ΝΔ και το Κίνημα Αλλαγής όσον αφορά στον τρόπο επιλογής των συντονιστών εκπαιδευτικού έργου, κατηγορώντας για κατασκευή κομματικού στρατού, και εν γένει για τη δημιουργία αυτών των δομών, υποστηρίζοντας ότι το σύστημα γίνεται πιο συγκεντρωτικό με αυτόν τον τρόπο. «Πώς γίνεται πιο συγκεντρωτικό, όταν όλη η τροφοδοσία του συστήματος γίνεται από την εκπαιδευτική μονάδα και καταλήγει εκεί; Θεωρούν ότι τα ΠΕΚΕΣ βρίσκονται σε απόσταση από τα σχολεία, αλλά αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν ενδιάμεσα τα ΚΕΣΥ», ανταπαντά ο συνεργάτης του υπουργού Παιδείας, ενώ συμπληρώνει για το ζήτημα επιλογής των συντονιστών: «Μέχρι τώρα οι περιφερειακοί διευθυντές εκπαίδευσης ήταν αιρετοί, πρόσωπα δηλαδή που επιλέγονταν από τον εκάστοτε υπουργό Παιδείας, χωρίς κριτήρια. Αντίθετα από αυτό που μας κατηγορούν, εμείς για πρώτη φορά θέτουμε για τους περιφερειακούς διευθυντές και συντονιστές τα ίδια κριτήρια που τίθενται για όλα τα στελέχη (ακαδημαϊκά, εμπειρία, συνέντευξη). Για πρώτη φορά δεν θα τοποθετούνται από κυβέρνηση, αλλά θα επιλέγονται από κεντρικό συμβούλιο που θα προεδρεύει εκπρόσωπος του ΑΣΕΠ και θα βρίσκεται και εκπρόσωπος του Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης».
Διαφωνίες από τα αριστεράΑπόσυρση, όμως, ζητείται και από τις αριστερές παρατάξεις και τα κόμματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΚΚΕ, καθώς κρίνεται ότι ακολουθεί τις οδηγίες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, και τη λογική των προηγούμενων κυβερνήσεων. «Ζητάμε την απόσυρση του νομοσχεδίου, γιατί είναι σε αντιδραστική κατεύθυνση. Βλέπουμε ότι προωθείται κουλτούρα αξιολόγησης, αυτονομίας της σχολικής μονάδας προς την εξεύρεση πόρων και συνέχεια της παλαιότερης κυβερνητικής πολιτικής», σημειώνει στην «Εποχή» ο Αργύρης Παπαθανασίου, μέλος της ΔΟΕ από την παράταξη Παρεμβάσεις - Κινήσεις - Συσπειρώσεις.
«Η αυτονομία είναι καθαρά για τα παιδαγωγικά, από την άποψη της υποστήριξης των ιδιαίτερων αναγκών που έχει κάθε σχολείο, που θα εντοπίζονται από τους καθ’ ύλην αρμόδιους, δηλαδή τους εκπαιδευτικούς κάθε σχολείου. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για αυτονομία οικονομική, που θα οδηγούσε σε νεοφιλελεύθερα σχολεία πολλών ταχυτήτων», σημειώνει, από την άλλη, ο συνεργάτης του υπουργού Παιδείας.
Κριτική ασκείται και για τη νέα δομή υποστήριξης ΚΕΣΥ, καθώς θεωρείται πως «ουσιαστικά θα καταργήσει τις διαγνώσεις για την ειδική εκπαίδευση. Παρουσιάζει μια “προοδευτική αντίληψη” της συμπερίληψης, δηλαδή την ενίσχυση της στήριξης των παιδιών ειδικής αγωγής μέσα στην τάξη, αλλά αυτό θα βοηθούσε μόνο αν αυξανόταν σημαντικά το προσωπικό και συνεχίζοντας βέβαια να έχει ειδικούς αγωγούς στην τάξη, κάτι που δεν φαίνεται ότι θα γίνει».
Η διαφωνία πάντως της παράταξης Παρεμβάσεις - Κινήσεις - Συσπειρώσεις δεν έγκειται στην υπεράσπιση του σημερινού συστήματος υποστήριξης, καθώς «δεν πιστεύουμε ότι οι σχολικοί σύμβουλοι ήταν κοντά στους εκπαιδευτικούς. Ήταν μια ιεραρχική και μονοπρόσωπη δομή ελέγχου, και τέτοιου είδους συστήματα δεν βελτιώνουν την κατάσταση, καθώς έχουν μικρή επαφή με την τάξη και τις σχολικές μονάδες. Θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξουν αντιαυταρχικές δομές και να αναπτυχθούν δίκτυα εκπαιδευτικών, όχι ιεραρχικές πυραμίδες. Χρειάζεται οικονομική ενίσχυση, βέβαια, και οι δομές να μην είναι ελεγχόμενες από την εξουσία και να ξεφύγουν από τη στενή σύνδεση με την εργασία και την επιχειρηματικότητα».
Το ζήτημα της αξιολόγησηςΈντονη διαφοροποίηση παρατηρείται ανάμεσα στα κόμματα και τις εκπαιδευτικές παρατάξεις και όσον αφορά το ζήτημα της αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων και της αξιολόγησης των στελεχών εκπαίδευσης (διοικητικές θέσεις μόνο, όχι εκπαιδευτικοί).
Το νομοσχέδιο καταργεί το προεδρικό διάταγμα 152 του 2014, που είχε συναντήσει σφοδρή αντίσταση από το εκπαιδευτικό κίνημα, καθώς είχε τιμωρητικό χαρακτήρα, με προκαθορισμένα ποσοστά αποτυχίας και οδηγούσε σε διαθεσιμότητες εκπαιδευτικών. Ταυτόχρονα, θέτει την αξιολόγηση των διοικητικών θέσεων από τους υφιστάμενους και προϊστάμενους, χωρίς να προβλέπεται απόλυση ή διαθεσιμότητα, αλλά παρεμβάσεις βελτίωσης, όπως και την αυτοαξιολόγηση της κάθε σχολικής μονάδας από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς.
«Καταργείται το προεδρικό διάταγμα, που ούτως ή άλλως μετά από κινητοποιήσεις μας δεν είχε εφαρμοστεί, αλλά διατηρεί ακέραια την αρχή της αξιολόγησης του συνόλου της εκπαίδευσης και φέρνει από το παράθυρο τις αξιολογήσεις των εκπαιδευτικών», σημειώνει την αντίθεσή του ο Αργύρης Παπαθανασίου. Αντίθετα, τα κόμματα της ΝΔ, του ΚΙΝΑΛ και της Ένωσης Κεντρώων τοποθετήθηκαν στη Βουλή λέγοντας ότι ίσα-ίσα θα έπρεπε να υπάρξει αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, γεγονός που δεν προβλέπεται στο νομοσχέδιο. «Η αξιολόγηση αφορά μόνο τα διοικητικά στελέχη εκπαίδευσης, όπως γίνεται παντού, στο τέλος της θητείας τους, με κοινά κριτήρια για όλους» εξηγεί το υπουργείο Παιδείας. «Για τους εκπαιδευτικούς της τάξης δεν υπάρχει ατομική αξιολόγηση, γιατί δύσκολα μπορεί να γίνει ποσοτικοποίηση των εκπαιδευτικών ζητημάτων, όπως για παράδειγμα τι βαθμό παιδαγωγικής ελευθερίας πρέπει να έχει κάποιος στο μάθημά του. Η θεωρητική κουβέντα για την εκπαίδευση και πώς θα πρέπει να παρεμβαίνει κάποιος στο εκπαιδευτικό έργο δεν έχει λήξει, και επειδή υπάρχουν πολλές αντιρρήσεις, τις σεβόμαστε και θέτουμε ως φίλτρο για τις όποιες δυσκολίες, τη συλλογική αυτοαξιολόγηση, δηλαδή τα όργανα του συλλόγου διδασκόντων να βρίσκουν λύσεις, χωρίς να εστιάζουν σε ένα πρόσωπο συγκεκριμένα, αλλά προάγοντας συλλογική ευθύνη και τις συνέργειες», είναι το σκεπτικό του υπουργείου Παιδείας.
Προσπάθεια για την επιτυχία«Για πρώτη φορά το σχολείο αποκτά οντότητα, προγραμματίζει, αποτιμά και ανατροφοδοτεί το έργο του μέσα από το σύλλογο διδασκόντων. Η αυτοαξιολόγηση δεν θα γίνεται βάσει δεικτών και δεν θα συνδέεται με την χειραγώγηση, απόλυση κτλ, αλλά θα πραγματοποιείται για τη βελτίωση εκπαιδευτικού έργου της σχολικής κοινότητας», βλέπει τα θετικά του μέτρου ο Ζήσης Καπράνας, σημειώνοντας όμως πως «η αξιολόγηση των στελεχών εκπαίδευσης δεν θα πρέπει να αφορά τον υποδιευθυντή και διευθυντή του σχολείου, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο, γιατί αποτελούν οργανικό κομμάτι της σχολικής μονάδας, δεν είναι διοικητικά στελέχη. Εμείς, αντί αυτού, προτείνουμε την επιλογή τους από τους εργαζόμενους του σχολείου, μόνιμους, αναπληρωτές και ωρομίσθιους».
«Συμφωνούμε στη δημιουργία δομών, θεωρούμε ότι είναι πιο σωστό αντί μονοπρόσωπα όργανα να καθοδηγούν το εκπαιδευτικό έργο, να γίνεται μέσα από συλλογικά όργανα, με δημοκρατικές διαδικασίες. Για να πετύχει όμως πρέπει να γίνει σημαντική προσπάθεια για αλλαγή κουλτούρας και επαρκή στελέχωση, ώστε να μπορούν αυτές οι δομές να είναι όντως κοντά στη βάση, στον εκπαιδευτικό της τάξης», καταλήγει η Ελένη Ζωγραφάκη για το νέο νομοσχέδιο.
Τζέλα Αλιπράντη