Τη δεκαετία του 1930, η Αυστρία είχε μια από τις καλύτερες εθνικές ομάδες, την περίφημη «Βούντερτιμ» (ομάδα-θαύμα), που με τις οδηγίες του Ούγκο Μάισλ παρέδιδε μαθήματα ποδοσφαίρου, βασισμένη στην εξαιρετική τεχνική της. Το μεγαλύτερο της αστέρι, με το προσωνύμιο «Μότσαρτ των γηπέδων», ήταν ο εβραϊκής καταγωγή, Ματίας Ζίντελαρ.
Στο Μουντιάλ της Ιταλίας, το 1934, η Αυστρία ήταν το φαβορί. Στον προημιτελικό νίκησε 2-1 την Ουγγαρία, αλλά τραυματίστηκε ο κεντρικός χαφ Γιόχαν Χόρβατ. Στα ημιτελικά αντιμετώπισε τη διοργανώτρια Ιταλία του Βιττόριο Πότσο. Η Ιταλία νίκησε με 1-0, σε ένα παιχνίδι που η Αυστρία εμφανίστηκε φλύαρη και αλαζονική, ενώ η διαιτησία «έσπρωξε» τη διοργανώτρια χώρα που έπαιζε μπροστά στον Μουσολίνι. Ο Λουίς Μόντι, με την ανοχή του διαιτητή, αντιμετώπισε πολύ σκληρά τον Ζίντελαρ τραυματίζοντάς τον. Τελικά, η Ιταλία κατέκτησε τον τίτλο, ενώ η Αυστρία τερμάτισε 4η, χάνοντας στον αδιάφορο μικρό τελικό από τη Γερμανία με 3-2.
Ο αγώνας με τη χιτλερική ΓερμανίαΤέσσερα χρόνια μετά, το 1938, η Γερμανία καταλαμβάνει την Αυστρία, ολοκληρώνοντας έτσι την «Anschluss» (προσάρτηση) που οραματιζόταν ο αυστριακής καταγωγής Χίτλερ. Η εθνική Αυστρίας, που είχε καταφέρει να περάσει στο επόμενο παγκόσμιο πρωτάθλημα στη Γαλλία, διαλύθηκε. Στις 3 Απριλίου του ίδιου έτους αποφασίστηκε να διεξαχθεί ένας αγώνας προς τιμή της προσάρτησης, μεταξύ της «Ostmark» (Αυστρίας) και της «Altreich» (Γερμανίας). Ο αγώνας θα γινόταν στο στάδιο Πράτερ της Βιέννης με προσκεκλημένους αξιωματούχους του Γ΄ Ράιχ.
Ο Ζίντελαρ, που ήταν αρχηγός της ομάδας, αποφάσισε να συμμετέχουν όχι με τις παραδοσιακές ασπρόμαυρες στολές της χώρας, αλλά με νέες σε χρώματα κόκκινο-άσπρο-κόκκινο. Το παιχνίδι ήταν κανονισμένο να λήξει ισόπαλο. Οι εφημερίδες της εποχής αναφέρουν πως ο Ζίντελαρ έχασε αρκετές ευκαιρίες βγάζοντας την μπάλα άουτ. Σημειώνουν, επίσης, τον τρόπο που πανηγύρισε το πρώτο γκολ του αγώνα, 20 λεπτά πριν το τέλος, το οποίο πέτυχε μπροστά στη γεμάτη εθνικοσοσιαλιστές αξιωματούχους εξέδρα των επισήμων. Ο αγώνας τελείωσε τελικά 2-0 υπέρ των Αυστριακών, με το φίλο του Ζίντελαρ, Καρλ Σέστα, να πετυχαίνει το δεύτερο γκολ με μακρινό φάουλ. Στον επαναληπτικό αγώνα η Γερμανία νίκησε 9-1 μια «αδιάφορη» Αυστρία.
Ο θάνατος του «Μότσαρτ»Οι ναζιστές, με την κατάληψη της Αυστρίας, έβαλαν «χέρι» και στο ποδόσφαιρο. Η Αούστρια Βιέννης άλλαξε το όνομά της σε SC Ostmark Wien, απέκτησε νέο πρόεδρο, τον Χέρμαν Χάλντενβαγκ, που επέβαλε τη διακοπή των συμβολαίων των εβραίων παικτών της ομάδας, καθώς το πρωτάθλημα είχε λήξει. Σε μια συνάντηση του Ζίντελαρ με τον πρώην πρόεδρο της ομάδας, ο παίκτης είπε ότι ο νέος πρόεδρος απαγόρευσε να μιλάνε στους παλιούς τους συμπαίκτες και γνωστούς, απαγόρευση που ο ίδιος θα αψηφούσε. Οι καλύτεροι παίκτες της Αυστρίας αποφασίστηκε να συμμετέχουν στην ομάδα της Γερμανίας, όμως ο Ζίντελαρ αρνήθηκε, επικαλούμενος τραυματισμούς και την ηλικία του, εκφράζοντας έτσι την απέχθεια του για το ναζιστικό καθεστώς. Αποφάσισε να ανοίξει μια καφετέρια, καθώς η ομάδα του δεν έδινε αγώνες. Εκεί τον προσέγγισαν μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, αλλά αρνήθηκε να συμμετέχει σε οτιδήποτε ποδοσφαιρικό. Τελικά, συμμετείχε σε έναν τελευταίο αγώνα, στις 16 Δεκεμβρίου 1938, ενάντια στη Χέρτα Βερολίνου, που έληξε 2-2, πετυχαίνοντας ένα γκολ.
Στις 29 Ιανουαρίου 1939, ο Ματίας Ζίντελαρ και η φίλη του Καμίλα Καστανιόλα βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους. H επίσημη εκδοχή ήταν ότι οι θάνατοι οφείλονταν σε δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα. Ο αυστριακός συγγραφέας Φρίντριχ Τόρμπεργκ εμπνεύστηκε από το θάνατό του ένα ποίημα (Auf den Tod eines Fußballers – Για τον θάνατο ενός ποδοσφαιριστή), στο οποίο εμφανίζει τον Ζίντελαρ, επηρεασμένο από την κατοχή της Αυστρίας, να αυτοκτονεί. Το 2000, σε ένα ντοκιμαντέρ του BBC, ο φίλος του Ζίντελαρ, Έγκον Ούλμπριχ, υποστήριξε πως οι τοπικές ναζιστικές αρχές εκείνης της εποχής σκηνοθέτησαν το θάνατό του ώστε να φανεί σαν ατύχημα, καθώς σύμφωνα με τους νόμους των Ναζί, εάν κάποιος αυτοκτονούσε ή δολοφονούνταν δεν μπορούσε να ταφεί με τιμές. Έτσι έπρεπε κάτι να κάνουν ώστε να μην αποκαλυφθούν τα στοιχεία που έδειχναν πως πρόκειται για έγκλημα.
Μάκης Διόγος