Ανάμεσα στα αγόρια, τα κορίτσια ως «άλλος»Lady Pink, « N10 wall» Tης Σοφίας ΞυγκάκηΑφορμή γι’ αυτό το άρθρο ήταν ένα σχόλιο της Κωνσταντίνας Δρακοπούλου, που είναι ιστορικός τέχνης και το διδακτορικό της αφορά το γκράφιτι, για τον ανδρικό κόσμο των ομάδων του γκράφιτι και τη θέση των γυναικών εκεί. «Αα, να ένα ωραίο θέμα για άρθρο» αναφώνησα η άσχετη. Η Κωνσταντίνα άρχισε να με εφοδιάζει γενναιόδωρα με βιβλία, άρθρα, αλλά και κεφάλαια από το διδακτορικό της. Ακατάστατα συσσωρεύονται οι πληροφορίες και τα ερωτηματικά στο κεφάλι μου: Μπορείς να μιλήσεις για τις γυναίκες χωρίς να αναφερθείς στη λειτουργία των ομάδων; Μπορείς να μιλήσεις για την Ελλάδα χωρίς να αναφερθείς στην Αμερική της δεκαετίας του ’70 όπου διαμορφώθηκε η υποκουλτούρα του γκράφιτι και η εφήμερη τέχνη; Μπορείς να μιλήσεις για τις υπέροχες δημιουργούς, όπως τη Lady Pink, χωρίς τα παραπάνω; Πώς συνδυάζεις την απόλαυση της ενατένισης ενός γκράφιτι με το βανδαλισμό; Μπορούν αυτά και πολλά ακόμη να χωρέσουν σε ένα άρθρο; Όχι, βέβαια. Διαβάζοντας το υλικό που μου παρέδωσε η Κωνσταντίνα, καταρχάς δύο πράγματα μου κίνησαν το ενδιαφέρον: Ο τρόπος οργάνωσης των ομάδων και ο μισογυνισμός που τις διέπει. Έτσι ξεκινώ από αυτά. Τα στοιχεία αφορούν την Αμερική.
Όπως οι συμμορίες στην Αμερική οριοθετούσαν την περιοχή δράσης τους, τη γειτονιά τους, γράφοντας στο δημόσιο χώρο τα αρχικά του ονόματος της συμμορίας και των μελών της, ομοίως και ορισμένοι καλλιτέχνες με τον ψεκαστήρα, αρχές της δεκαετίας του ’70, συμμετείχαν στις δραστηριότητες αυτές, όμως, στη συνέχεια, προκειμένου να εδραιώσουν τη φήμη τους ευρύτερα, έβαζαν την υπογραφή τους (tag) σε όλη την πόλη. Όπως αναφέρει η Κωνσταντίνα Δρακοπούλου,* οι πρώτες συμμορίες γκράφιτι (writing gangs) εμφάνιζαν κοινά σημεία με τις συμμορίες του δρόμου καθώς και οι δύο συμμετείχαν σε ένα σώμα μελών (
group membership) για να υπάρχει αίσθηση ασφάλειας και για να αναδείξουν την προσωπική τους ταυτότητα. Ως νεαροί ενήλικες θεωρούσαν τους εαυτούς τους σημαντικούς, «ευγενείς εκτός νόμου» και συνήθως προέρχονταν από την εργατική τάξη ή ανήκαν σε εθνοτικές και φυλετικές μειονότητες. Αντίθετα όμως από τις συμμορίες του δρόμου, τα μέλη τους δεν οργανώνονταν για να αντιμετωπίσουν εχθρικές φατρίες, αλλά για να υπάρχει συντροφιά και συναδελφικότητα στις κοινές εξορμήσεις για βάψιμο. «Η βασική διαφορά μεταξύ των συμμοριών και των ομάδων γκράφιτι είναι ότι οι πρώτες δημιουργούνται από τη συγκρότηση του Εγώ μέσω της βίας, ενώ οι δεύτερες στηρίζουν την ταυτότητά τους, ατομική και ομαδική, στην εκτεταμένη γραφή του ονόματος τους στους τοίχους και τα τρένα. Ο Αμερικανός γραφέας FRED που είχε βιώσει και τους δύο κόσμους θα πει σχετικά: “Μια άγρια επανάσταση θα ήταν κανονικά το αποτέλεσμα των όσων υπέφεραν οι κοινωνικά αποκλεισμένοι. […] Αντί δηλαδή να πάρουμε τα όπλα, πήραμε τα χρώματα”.» H ταυτότητα μέσα στην ομάδα διαμορφώνεται μέσω της κοινής τοπικής εμπειρίας και ο καταμερισμός της εργασίας σύμφωνα με τις δεξιότητες και το γόητρο του κάθε καλλιτέχνη, ενώ τηρείται αυστηρή ιεραρχία: ο έμπειρος διδάσκει τον άπειρο και ο δεύτερος οφείλει να βοηθά τον μέντορά του σε ό,τι αυτός χρειάζεται. Μετά το 1973, στην Αμερική, οι ομάδες συγκροτούνται αυστηρά, αποτελούν σχεδόν θεσμικό κομμάτι της υποκουλτούρας του γκράφιτι και η οργάνωσή τους παραπέμπει στις μεσαιωνικές συντεχνίες ή τις καλλιτεχνικές ακαδημίες. Η, σχετικά με τις τεχνικές της ζωγραφικής, μετάδοση γνώσεων αποτελεί βασική λειτουργία στην ομάδα, ενώ οι μαθητευόμενοι εργάζονται υπό την εποπτεία του δασκάλου και συμμετέχουν στην ολοκλήρωση των κομματιών του (masterpieces).
Μια μη θεσμική εκπαίδευσηLady Pink, «5 Pointz - Lady Liberty»Από αυτό το εξαιρετικά διαφωτιστικό κεφάλαιο όπου περιγράφονται λεπτομερώς οι τρόποι εκπαίδευσης και λειτουργίας των ομάδων, ενδιαφέρον έχει ότι, ενώ αυτές οι ομάδες «δίνουν έμφαση στον αυτοπροσδιορισμό της αξίας τους μέσω της δράσης και της μάθησης εκτός του ελέγχου του εκπαιδευτικού συστήματος» και κατά συνέπεια «το γκράφιτι παρέχει στους νεαρούς ενήλικες μια μη θεσμική εκπαίδευση όπου οι γνώσεις μεταδίδονται μέσα από την παράδοση από τον ένα στον άλλο, ιδιαίτερα από τον μαθητή στον μέντορα[…], το γκράφιτι, παρότι υποκουλτούρα, μπορεί να παραλληλιστεί με τις παραδοσιακές εκπαιδευτικές κοινότητες. Κι αυτό γιατί διδάσκει, επίσης, τους εφήβους πώς θα συμπεριφερθούν στο πεδίο των κυρίαρχων δομών και προσδοκιών. Ο Ιan Μaxwell θεωρεί ότι το γκράφιτι βοηθά τα νεαρά άτομα να προσαρμοστούν κατάλληλα στα ουμανιστικά ιδεώδη, που έχουν ορίσει το πλαίσιο των κυρίαρχων δυτικών ιδεολογιών από την εποχή του Διαφωτισμού, δηλαδή την ελεύθερη έκφραση, την αδελφοσύνη, την ανάπτυξη της ατομικότητας». «Εξοικειώνει», επισημαίνει η Κ. Δρακοπούλου «τους δημιουργούς με έναν κριτικό τρόπο αντιμετώπισης των δομών εξουσίας, ενώ παράλληλα τους παρακινεί να υιοθετήσουν εναλλακτικές μορφές σκέψης και συμπεριφοράς», ταυτόχρονα ωστόσο «φαίνεται ότι [...] εκτός από την κατανόηση της δικής τους κουλτούρας μαθαίνουν και τους κώδικες συμμετοχής στην “κουλτούρα της εξουσίας”, όπως θα το έθετε η Lisa Delpit». Ακόμη οι γραφείς (writers) εμπλέκονται σε ακτιβίστικες δράσεις προκειμένου να συμβάλουν με τη δουλειά τους στην οικιστική αναβάθμιση της περιοχής.
Αποσιωπώντας το ζήτημα φύλου Στο γκράφιτι που μετρά σχεδόν 50 χρόνια πια, από τη στιγμή που εμφανίστηκε στη Νέα Υόρκη, και τώρα είναι αναγνωρισμένο ως παγκόσμιο φαινόμενο, ενώ έχει αναδειχτεί το θέμα της ταυτότητας, το ύφος, η ταξική προέλευση των γραφέων, το ζήτημα του φύλου δεν έχει διερευνηθεί παρά ελάχιστα.
Ορισμένοι μελετητές στρίμωξαν την παραβατικότητα και την υποκουλτούρα του γκράφιτι στο καλούπι της εργατικής τάξης, καθώς θεωρούσαν την τάξη σημαντικότερη από το φύλο. Ήταν έτσι όμως; Η Nancy Mcdonald, το 2001, στη δημοσιευμένη έρευνά της
The Graffiti Subculture. Youth, Masculinity and Identity in London and New York, υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να αναφερόμαστε μόνο στην τάξη, αφού οι ομάδες του γκράφιτι αποτελούνται κυρίως από άντρες, σύμφωνα δε με τα αρχεία της βρετανικής Αστυνομίας την περίοδο Ιαν. 1992-Ιαν 1994, μόνο το 0, 67% των συλληφθέντων ήταν γυναίκες. Οπότε το φύλο είναι κρίσιμο ζήτημα. Ακόμα και τώρα αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στην τάξη απ’ ό,τι στο φύλο, ενώ το ερώτημα ήταν: «γιατί οι γυναίκες δεν συμμετέχουν περισσότερο;». Η Mcdonald αντιστρέφοντας το ερώτημα, αναρωτιέται: «γιατί οι άνδρες συμμετέχουν;» Σε αντίθεση με τους άλλους μελετητές, διεξάγει την «εθνογραφική», όπως την αποκαλεί, έρευνά της μέσα στις ομάδες, και παραθέτει την επιχειρηματολογία της για το πώς οι νεαροί άνδρες κατασκευάζουν και επιβεβαιώνουν την αρσενική ταυτότητά τους στις ομάδες του γκράφιτι – ποια χαρακτηριστικά τους δανείζουν ως πρώτη ύλη για την κατασκευή, πόσο σημαντικό ρόλο παίζει ο σεβασμός των άλλων που επιβεβαιώνει αυτήν την κατασκευή. Σημαντικό κομμάτι της έρευνας είναι οι μαρτυρίες των γυναικών που αποτελούν εντυπωσιακή μειονότητα σε αυτή την υποκουλτούρα: ποια είναι η εμπειρία τους σε ένα ανδροκρατούμενο και μισογυνικό περιβάλλον όπου η γυναίκα είναι «ο άλλος»;
Άλλη μια ανδρική κατασκευή Οι μελετητές άργησαν να αντιληφθούν ότι η υποκουλτούρα είναι μια ανδρική κατασκευή, να αναγνωρίσουν τις συνέπειες από την απουσία των γυναικών όπως και τους κατώτερους ρόλους που συνήθως τους αναθέτουν οι άνδρες κι όταν ακόμη αυτές είναι παρούσες. «Δεν έχουν τη σωματική αντοχή», «δεν θα είχαν τα κότσια να μη μας μαρτυρήσουν αν συλληφθούν» «θα σπάσουν από την πίεση»: Ο ανδρισμός αναδεικνύεται μέσα από τις επιφυλάξεις που διατυπώνουν οι άνδρες γραφείς για τις γυναίκες. Τόσο η Pink όσο και η Αkit, δύο διάσημες γραφείς, εξομολογούνται στη Nancy Mcdonald ότι τις αντιμετωπίζουν ως κοριτσάκια που παρακαλούν τα αγόρια να τις πάνε βόλτα. Τα κορίτσια μόλις αρχίζουν να δημιουργούν σε αυτή την υποκουλτούρα, αυτόματα αποκτούν όλες τις παραδοσιακές «γυναικείες» ιδιότητες. Ενώ οι άνδρες γραφείς παλεύουν να αποδείξουν ότι είναι άνδρες, οι γυναίκες πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι «γυναίκες». Η Pink έγινε αποδεκτή γιατί συμπεριφερόταν ως αγόρι κι αυτό ήταν επίτευγμα. Ενώ το αγόρι επιδιώκει να κερδίσει το σεβασμό, το κορίτσι παλεύει να σπάσει τα στερεότυπα. Η υποκουλτούρα που σαφώς απορρίπτει τις συμβατικότητες αντιμετωπίζει τα φύλα σύμφωνα με τα παραδοσιακά στερεότυπα. Για παράδειγμα, ο Lee, το αγόρι τότε της Pink, θα ήθελε να την εμποδίζει να βάφει τρένα γιατί ο ρόλος του είναι να την προστατεύει από τον κίνδυνο. Η γυναίκα γραφέας δεν έχει πολλά να χάσει διεκδικώντας την ισότητα. Αντίθετα, ο άνδρας έχει πολλά να χάσει αν οι γυναίκες κάνουν ό,τι οι «αληθινοί» άνδρες, καθώς έτσι διακυβεύεται ο ανδρισμός του που απειλείται σοβαρά όταν γυναίκες όπως η Pink όχι μόνο κάνουν ό,τι οι «πραγματικοί άνδρες» αλλά καλύτερα κι από αυτούς. Οι αντισυμβατικές αντιλήψεις για το ωραίο και οι διαφορετικές ενδυματολογικές επιλογές έχουν επηρεάσει τον τρόπο που κοιτούν οι άνδρες των ομάδων τις γυναίκες; Η Nancy Mcdonald ρώτησε τον Seam, διάσημο γραφέα, αν θα δεχόταν γυναίκα στην ομάδα του. «Εξαρτάται από την εμφάνισή της» απάντησε εκείνος. «Θα δεχόσουν την Pink;» «Όχι, έχει ωραίο στυλ αλλά άσχημες γάμπες».
Δίνοντας προτεραιότητα στην πολιτική διάσταση των δράσεων τους, υποστηρίζει η Nancy Mcdonald, μας διαφεύγει ότι οι γραφείς δεν θέτουν τον εαυτό τους σε μεγάλο σωματικό κίνδυνο και σοβαρές ποινικές διώξεις μόνο για να εναντιωθούν στο κατεστημένο. Ένα πιο άμεσο και προσωπικό στοίχημα έχει κερδηθεί. Η ξεκάθαρη ταυτότητα του αρσενικού.
Με αφορμή το θάνατο πρόσφατα στο Λονδίνο τριών καλλιτεχνών του γκράφιτι από διερχόμενο τρένο, στις 25/6 δημοσιεύτηκε στη
Guardian ένα εμπεριστατωμένο και πολύ ενδιαφέρον άρθρο για την ιστορία και την ταυτότητα του γκράφιτι. Όχι, για τις γυναίκες δημιουργούς ούτε λέξη.
Χθες, 30 Ιουνίου, στο μη κερδοσκοπικό χώρο
bronxartspace, στη Νεα Υόρκη, τελείωσε η έκθεση
In Broad daylight: women street artists from Greece, στην οποία παρουσίασαν δουλειά τους οι Όλγα Αλεξοπούλου, Σιμόνη Φοντάνα, Lebaniz Blonde, Cleo43, Dizi, Nique, που επιμελήθηκαν οι Βασιλική Αθηνά Βαγενού και Blanka Amezkua, με τη χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση ΗΠΑ.
Πώς δηλώνουν με το έργο τους την ταυτότητά τους οι γυναίκες του γκράφιτι; Τι συμβαίνει στην Ελλάδα; Σύντομα, ελπίζω πριν από τις διακοπές, θα επανέλθω με κάτι από τα παραπάνω.
* Όλες οι πληροφορίες και τα παραθέματα για τη λειτουργία των ομάδων προέρχονται από το κεφάλαιο «Η ιστορία των ομάδων» του διδακτορικού της Κωνσταντίνας Δρακοπούλου: «Το γκράφιτι: Ένα αμερικανικό φαινόμενο στην ελληνική καλλιτεχνική σκηνή-Αθήνα, Θεσσαλονίκη 1985-2005 (υπό έκδοση) Αθήνα 2017, Τομέας Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης, Φιλοσοφική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών».Για την επιλογή των παραθεμάτων, τις συμπτύξεις ή και τις τυχόν αυθαιρεσίες, η ευθύνη αποκλειστικά δική μου.Βιβλιογραφικές αναφορέςNancy Mcdonald, The Graffiti Subculture Youth, «Masculinity and Identity in London and New York»
Nicolas Ganz, Graffiti Woman!: Graffiti and Street Art from Five Continents (Street Graphics / Street Art)
www.ladypinknyc.com/murals/