Του Μάκη ΔιόγουΙσπανία 1936, ο αγώνας για την υπεράσπιση της δημοκρατίας κορυφώνεται. Στη Μαδρίτη φασίστες πολιτοφύλακες συλλαμβάνουν τον τερματοφύλακα της Ρεάλ, Ρικάρντο Ζαμόρα. Ο λόγος; Ο πατέρα του ήταν αναρχικός. Οδηγείται στις φυλακές. Η ποδοσφαιρική του δημοφιλία και στις τάξεις των φασιστών τον γλυτώνει. Λίγους μήνες μετά καταφέρνει να βγει από τη φυλακή και να πάει στη Γαλλία.Δυο χρόνια πριν, το 1934, ο «El Divino» (ο Θεϊκός), όπως ήταν το παρατσούκλι του Ρικάρντο Θαμόρα Μαρτίνες, γνωστού ως Ζαμόρα, θα γινόταν σύμβολο των ισπανών αντιφασιστών με τις εμφανίσεις του στο Μουντιάλ της Ιταλίας του Μουσολίνι. Στα προημιτελικά, στις 31 Μαΐου, η Ισπανία θα αντιμετωπίσει τη διοργανώτρια Ιταλία. Το φασιστικό καθεστώς θέλει πάση θυσία να κατακτήσει το τρόπαιο, για να αποδείξει τη δήθεν ανωτερότητα του έθνους και να γνωρίσει ο Μουσολίνι τη συνηθισμένη αποθέωση από το λαό. Οι «ατζούρι» έχουν καλή ομάδα, αλλά οι μαχητικοί Ισπανοί έχουν τον Ζαμόρα σε εξαιρετική μέρα. Ο «Θεϊκός» είναι σχεδόν ανίκητος, καθώς σταμάτησε όλες σχεδόν τις ιταλικές επιθέσεις. Το ημίχρονο λήγει 1-1. Στο δεύτερο μέρος οι Ιταλοί δεν κλωτσάνε μόνο τη μπάλα, αλλά σε κάθε ευκαιρία με την ανοχή του διαιτητή και τον Ζαμόρα. Ο τερματοφύλακας της Ισπανίας δέχεται πολλά χτυπήματα εκτός φάσης, αλλά ο διαιτητής δεν τιμωρεί τους Ιταλούς. Ο «Θεϊκός» αποχωρεί υποβασταζόμενος από το ματς και στη ρεβάνς δεν αγωνίστηκε, καθώς ήταν τραυματίας. Έτσι η Ιταλία κέρδισε με 1-0 την Ισπανία και προκρίθηκε στην ημιτελική φάση.
Από τη Μπαρτσελόνα στη ΡεάλΟ Ρικάρντο Ζαμόρα ήταν ο τερματοφύλακας που έδωσε νόημα στο πόστο κάτω από τα δοκάρια. Έβγαινε από την εστία του, έπεφτε με θάρρος στα πόδια των αντιπάλων του, είχε γρήγορα αντανακλαστικά και έκανε σπουδαίες επεμβάσεις. Ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας που συνδύασε ουσία και θέαμα, αλλάζοντας το ρόλο του γκολκίπερ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
Αγωνιζόταν πάντα με τραγιάσκα για τον ήλιο και ζιβάγκο για τα χτυπήματα. Μετά τον Ζαμόρα, η θέση του τερματοφύλακα απέκτησε μεγαλύτερη αξία και οι προπονητές ζητούσαν πλέον περισσότερα πράγματα από τους παίχτες που κάθονταν κάτω από τα γκολπόστ και όχι μόνο να πιάνουν τη μπάλα.Ο Ζαμόρα γεννήθηκε το 1901 στη Βαρκελώνη από γιατρούς γονείς, οι οποίοι, ειδικά εκείνη την εποχή, δεν ενθουσιάστηκαν καθόλου όταν ο γιος τους ανακοίνωσε ότι θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο. Σε ηλικία μόλις 14 ετών έγινε βασικός στην τοπική ομάδα Ουνιβερσιτιάρι και δύο χρόνια αργότερα μεταπήδησε στην Εσπανιόλ, με την οποία αγωνίστηκε τρεις σεζόν και δέχθηκε μόλις 10 γκολ πετυχαίνοντας ένα ασύλληπτο ρεκόρ που τον έκανε θρύλο. Η πόρτα της Εθνικής Ισπανίας άνοιξε διάπλατα, και το 1920 ο Ζαμόρα πήρε το ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας. Λίγα χρόνια αργότερα, φόρεσε τη φανέλα της Μπαρτσελόνα με την οποία κατέκτησε τρία πρωταθλήματα Καταλονίας και δύο κύπελλα. Το 1930 υπέγραψε στη Ρεάλ, όπου γρήγορα έγινε ηγέτης της ομάδας, τόσο με τα αθλητικά του προσόντα όσο και με την αγωνιστική του προσωπικότητα. Οι Μαδριλένοι κέρδισαν αήττητοι τον τίτλο τη σεζόν 1931 - 1932, ενώ στην τελευταία του εμφάνιση με τη λευκή φανέλα, το 1936, σήκωσε το τρόπαιο του κυπέλλου Ισπανίας.
Η επιστροφή στην ΙσπανίαΜετά τη φυγή του στη Γαλλία εν μέσω εμφυλίου πολέμου, ο Ζαμόρα αγωνίζεται για μια σεζόν στη Νις. Επέστρεψε στην Ισπανία το 1938 με αφορμή ένα φιλικό παιχνίδι ανάμεσα στην Εθνική Ισπανίας και τη Ρεάλ Σοσιεδάδ προς τιμήν των στρατιωτών του Φράνκο, προκαλώντας φυσικά τα αισθήματα των αντιφρονούντων. Μετά από ένα χρόνο ξεκίνησε την καριέρα του ως προπονητής και κέρδισε δύο πρωταθλήματα, 1940, 1941 με την Ατλέτικο Μαδρίτης και το σούπερ καπ του 1940. Το 1952 κάθισε για δύο αγώνες στον πάγκο της εθνικής Ισπανίας. Τελείωσε την καριέρα του ως προπονητής το 1961 στην Εσπανιόλ, την ομάδα στην οποία είχε ξεκινήσει το ποδόσφαιρο. Ο Ζαμόρα πέθανε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1978 και περισσότεροι από 30 χιλιάδες Ισπανοί τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία....