Καθώς συντάσσονται κυριολεκτικά «επί του πιεστηρίου» αργά το βράδυ της Παρασκευής, οι γραμμές που ακολουθούν θα μείνουν τουλάχιστον είκοσι τέσσερις ώρες με την απορία για το ποιο ακριβώς είναι το «όραμα για την επόμενη μέρα», το «θετικό μήνυμα» και τα «ανοίγματα σε όλους τους Έλληνες» που προαναγγέλλεται αρμοδίως ότι θα εκπέμψει αύριο βράδυ από τη Θεσσαλονίκη ο κ. Μητσοτάκης.
Ακούστηκε ενδιαφέρουσα για μια στιγμή η διαβεβαίωση ότι «πρόθεση του κ. Μητσοτάκη δεν είναι να επιτεθεί στον κ. Τσίπρα» από το Βελλίδειο, αλλά «να περιγράψει το δικό του σχέδιο για την επόμενη μέρα», σχέδιο με έμφαση στην κοινωνική ατζέντα. Αλλά μόνο για μια στιγμή. Διότι την επόμενη στιγμή ακολούθησε η υποσημείωση ότι ο αρχηγός της Ν.Δ, «δεν θα προχωρήσει σε “συρραφή” εξαγγελιών, όπως έκανε ο κ. Τσίπρας».
Ο κ. Μητσοτάκης θα υποκύψει και αυτή τη φορά στον πειρασμό να κρύψει την ένδεια συγκεκριμένου και συγκροτημένου σχεδίου για τη χώρα πίσω από κάποια παραλλαγή της πληκτικής ανακοίνωσης που εξέδωσε το κόμμα του μετά τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στο δίκτυο Euronews , κατηγορώντας τον Αλέξη Τσίπρα ότι απαντά με «μισόλογα» αν θα κόψει ή όχι τις συντάξεις «που ο ίδιος ψήφισε» και ότι «αν δεν είχε βάλει τη χώρα σε τέταρτο μνημόνιο, δεν θα χρειαζόταν καμιά διαπραγμάτευση με τους εταίρους για την περικοπή ή όχι των συντάξεων».
Η Ν.Δ. του κ. Μητσοτάκη εξ αρχής δεν συνέταξε τις δυνάμεις της γύρω από ένα σχέδιο μακράς πνοής. Αυτοκαταδικάστηκε στη βεβαιότητα της προσδοκίας ότι η κυβέρνηση θα έπεφτε «από στιγμή σε στιγμή» λόγω έλλειψης πόρων, διαχειριστικής απειρίας, πιστοληπτικής αναξιοπιστίας, ιδεολογικής και πολιτικής δυσανεξίας των εταίρων, αδεξιότητας στα της διπλωματίας, κ.ο.κ.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να θεωρήσουν στην αξιωματική αντιπολίτευση –και όχι μόνο— ότι για την επιστροφή τους στην κυβέρνηση αρκεί η αποκαθήλωση του Αλέξη Τσίπρα.
Και εξακολουθούν να το θεωρούν. Ας τους μιλήσει κάποιος για το ρόλο του ηγέτη στο ιστορικό γίγνεσθαι. Και, κυρίως, για τη σχέση που ιδρύεται ανάμεσα στο λαό και τον ηγέτη στην πορεία των πραγμάτων.
Μήπως να διάβαζαν στη Νέα Δημοκρατία «πίσω» από τις γραμμές του άρθρου του Αλ. Παπαχελά στην «Καθημερινή» της περασμένης Τετάρτης; Όπου ο αρθογράφος-ανεμοδείκτης των «ιδιοτροπιών» του πολιτικού κλίματος, επισημαίνει —καταφεύγοντας ενίοτε στη γλώσσα της υπερβολής— την ανάγκη να «επανασχεδιάσουμε» τη χώρα αντλώντας από την πρόσφατη Ιστορία την εμπειρία από την περίπτωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και τη χρήση που ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας έκανε της ευκαιρίας που πρόσφερε στη χώρα «η κατάρρευση της δικτατορίας, της μοναρχίας και του παλαιού πολιτικού συστήματος».
Θα αντιλαμβάνονταν ίσως τότε την ανάγκη στρατηγικού σχεδιασμού την οποία περιφρόνησαν όλα αυτά τα χρόνια χάριν του τακτικισμού, που έχει καταστεί συνώνυμο της πολιτικής τους.
Τώρα είναι πλέον αργά. Είναι καταδικασμένοι να σέρνονται μέχρι τις εκλογές πίσω από τον τακτικισμό τους, πίσω από τη στείρα και διχαστική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση.
Το Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου, στο Βελλίδειο, όταν ο Αλέξης Τσίπρας είχε μόλις ανέβη στο βήμα έτοιμος να εκφωνήσει τον πρωθυπουργικό πανηγυρικό των εγκαινίων της ΔΕΘ, ο πρόεδρος του ΣΕΒ, κ. Θ. Φέσσας, προσωπικός φίλος και ιδεολογικός ομογάλακτος του κ. Μητσοτάκη, αποχώρησε επιδεικτικά από την αίθουσα.
Ο Αλ. Τσίπρας αντιπαρήλθε την προσβολή σχολιάζοντας, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο, πως ο ίδιος δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος αισθάνεται καλά και ποιος όχι και ότι υπάρχει και ο ανθρώπινος παράγοντας.
Ο Σύνδεσμος, σε διευκρινιστική ανακοίνωσή του, υποστήριξε ότι για διάφορους λόγους, «η έναρξη της τελετής καθυστέρησε και λόγω ανειλημμένης υποχρέωσης, ο πρόεδρος του ΣΕΒ αποχώρησε πριν τη λήξη της, ώστε να μεταβεί με την τελευταία πτήση στην Αθήνα».
Κάπως έτσι σώθηκαν τα προσχήματα, αφού, συν τοις άλλοις, δεν αποτόλμησαν ούτε καν τα ταπεινότερα από τα αντιπολιτευόμενα μέσα να προβάλλουν την αποχώρηση του κ. Φέσσα ως εσκεμμένη προσβολή του προσώπου του πρωθυπουργού.
Η αποχώρηση, αντιθέτως, του τομεάρχη Εξωτερικών της Ν.Δ., κ. Γ. Κουμουτσάκου, από τη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ) με θέμα τη σύσταση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας θα δυσκολευτεί περισσότερο να αποκρύψει τα χαρακτηριστικά της προσβολής στον θεσμό που είναι το ΕΣΕΠ και στα πρόσωπα που παρέστησαν στη συνεδρίαση της περασμένης Πέμπτης.
Με την έναρξη της συζήτησης ο κ. Κουμουτσάκος κατέθεσε το αίτημα πριν από τη συζήτηση για τη σύσταση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας να συζητηθούν το Κυπριακό, οι εξελίξεις στο Κόσσοβο, τα ελληνοτουρκικά, οι σχέσεις με τη Ρωσία κ.α., και αποχώρησε όταν, μετά την αντίδραση όχι μόνο του υπουργού Εξωτερικών και εκπροσώπων των υπολοίπων κομμάτων, το αίτημα απορρίφθηκε για να μην παρέλκει η συζήτηση για το κεντρικό ζητούμενο.
Αποκαλυπτικός της προσπάθειάς του να επιτύχει με το αίτημά του ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα είναι ο ισχυρισμός του κ. Κουμουτσάκου ότι η πρόσκληση για το ΕΣΕΠ του απεστάλη μόλις δύο ημέρες πριν τη συνεδρίαση του ΕΣΕΠ, οπότε δεν είχε χρόνο να ζητήσει αλλαγή της ατζέντας. «Ο κ. Κουμουτσάκος παρέλαβε το έγγραφο με την υπογραφή του ο ίδιος, και όχι κάποιος εκπρόσωπός του, στις 17 Αυγούστου 2018. Από τις 17 Αυγούστου είχε χρόνο προκειμένου είτε να στείλει δικές του σκέψεις, είτε να κάνει παρατηρήσεις επί της ημερήσιας διάταξης ή να προτείνει να αλλάξουμε ακόμα και το θέμα της συνεδρίασης», ήταν η αποστομωτικά απάντηση του ΥπΕξ.
Αν αυτή θα είναι μέχρι τις κάλπες η τακτική της Ν.Δ., η τακτική των αποχωρήσεων με τη φρούδα ελπίδα ότι με αυτό τον τρόπο απονομιμοποιούν την κυβέρνηση στα μάτια των πολιτών, θα εισπράξουν την εσχάτη των διαψεύσεων όταν θα έλθει η ώρα να τοποθετηθούν με την ψήφο τους στη Βουλή για το Μακεδονικό.
Αλλά τότε δεν θα υπάρχει τρόπος αποχώρησης. Αποχώρησης, αυτή τη φορά, από την κρίση του λαού.
Κωστής Γιούργος