Το θέμα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής την Τρίτη



Την ερχόμενη Τρίτη συνεδριάζει η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, ύστερα από αίτημα της Νέας Δημοκρατίας, για το ζήτημα της ΕΡΤ. Αφορμή στάθηκε σειρά καταγγελιών –και παραιτήσεων- για τον τρόπο λειτουργίας και διοίκησης της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, χαρακτήρισε «καλοδεχούμενη» την πρωτοβουλία της Ν.Δ., προσθέτοντας: «Θα τα πούμε όλα. Και για το παρελθόν και για το παρόν και για το μέλλον του οργανισμού». Και πράγματι αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει και ειδικά να επικεντρωθεί στο μέλλον… που μοιάζει δυσοίωνο.

Δεν αρκεί η επαναλειτουργία

Τον Μάιο του 2015 άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για την ΕΡΤ, ύστερα από το «μαύρο» που επέβαλαν η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ. Και η επαναλειτουργία της ήταν μια τεράστια νίκη του κινήματος, αλλά και άμεση προτεραιότητα της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων Πράσινων. Όμως, ο αγώνας για μια ΕΡΤ ισχυρή, ανεξάρτητη, ανοιχτή και πραγματικά δημόσια έπρεπε και πρέπει να είναι συνεχής. Δυστυχώς, φαίνεται πως χρειάζονται πολλά να γίνουν στην ΕΡΤ για να κατακτήσει αυτή τη φυσιογνωμία και η παρούσα διοίκηση δεν παίζει το ρόλο της προς αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα, τα θεμέλια της νέας ΕΡΤ καταρρέουν, επιτρέποντας έτσι και στη Νέα Δημοκρατία να αξιοποιήσει πολιτικά τα όσα συμβαίνουν, αφού ο στόχος της παραμένει το «μαύρο», όπως φαίνεται και από την επιλογή της να απαγορεύσει στα στελέχη της την συμμετοχή σε εκπομπές της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και να τη χρησιμοποιήσει μόνο ως δέκτη ήχου και εικόνας των εκδηλώσεών της, για να παραχωρούνται δωρεάν –όπως προβλέπεται από το νόμο- στα ιδιωτικά κανάλια.

Καταγγελίες και εκκωφαντική σιωπή

Τον περασμένο Μάιο παραιτήθηκε από τη θέση του γενικού διευθυντή τεχνολογίας ο Νίκος Μιχαλίτσης, στέλεχος της ΕΡΤ με γνωστό κύρος και ενεργό ρόλο την περίοδο του «μαύρου». Το κώδωνα της κρίσης είχε χτυπήσει η αποπομπή του Σταύρου Καπάκου, δημοσιογράφου με πλούσια διαδρομή και στα έντυπα της Αριστεράς. Μόλις την περασμένη εβδομάδα δημοσιοποίησε ανοικτή επιστολή προς το Νίκο Παππά ο εντεταλμένος σύμβουλος προγράμματος ΕΡΤ, Σπύρος Κρίμπαλης, λίγες ημέρες πριν τη λήξη της σύμβασής του. Και οι δύο στις επιστολές τους κάνουν λόγο για υποβάθμιση του προγράμματος της ΕΡΤ, για απαξίωση των οργανικών δομών της εταιρείας και λειτουργία μηχανισμών παραδιοίκησης και ικανοποίησης συντεχνιακών συμφερόντων, αδιαφάνεια, ελλείψεις σε έμψυχο δυναμικό και σε υλικοτεχνική υποδομή κ.λπ. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η πρόσφατη επιστολή του αναπληρωτή διευθύνοντα συμβούλου, Γιώργου Θαλασσινού, η οποία αναφέρεται σε παράτυπες διαδικασίες, αποκλεισμό ικανών στελεχών, έλλειψη λογοδοσίας και κυρίως έλλειψη στρατηγικού οράματος για τη δημόσια τηλεόραση. Αντί όσα καταγγέλλονται να προκαλέσουν την κινητοποίηση της πολιτικής ηγεσίας –ειδικά τώρα που η επιτροπή για το μαύρο στην ΕΡΤ αναμένεται να πάρει σάρκα και οστά, ώστε να αποδοθούν ευθύνες, αλλά και να ξεδιπλωθεί το όραμα για την ΕΡΤ- αντιμετωπίζονται ως «λασπολογία» και έτσι χάνονται μέσα στην κακή εικόνα και όσα σημαντικά έχουν γίνει ή δρομολογούνται σε σχέση με τη δημόσια ραδιοτηλεόραση (π.χ. χειραφέτηση της ΕΡΤ από την DIGEA με τη δημιουργία αυτόνομου δικτύου ψηφιακών πομπών, εδραίωση της παρουσίας της στα ΜΜΕ κ.ά.) αλλά και στο χώρο των ΜΜΕ (π.χ. αδειοδότηση καναλιών, καταβολή υποχρεώσεων επιχειρήσεων ΜΜΕ κ.ά.).
Ταυτόχρονα, η πολιτική βούληση να μην επιστρέψει η ΕΡΤ στο αμαρτωλό παρελθόν της δείχνει εξασθενημένη, αφού σε όσα συμβαίνουν η –δημόσια τουλάχιστον, διότι ασφαλώς θα γίνονται προσπάθειες εξομάλυνσης- αντίδραση της πολιτικής ηγεσίας είναι η εκκωφαντική σιωπή. Συγκεκριμένα, από το καλοκαίρι, όταν διορίστηκε διευθύνων σύμβουλος ο Βασίλης Κωστόπουλος, το νέο ΔΣ της εταιρίας, κατάργησε το οργανόγραμμα που είχε κατακτηθεί μετά την επαναλειτουργία της, ψηφίζοντας νέο, με μια διαδικασία που προκάλεσε την έντονη αντίδραση εργαζομένων στην ΕΡΤ, αφού δεν ζητήθηκε η γνώμη ούτε των Γενικών Διευθυντών ενώ ουσιαστικός συντάκτης του ήταν ο πρόεδρος της ΠΟΣΠΕΡΤ, Παναγιώτης Καλφαγιάννης, ο οποίος -ειρήσθω εν παρόδω- δεν κατάφερε να εκλεγεί εκπρόσωπος των εργαζομένων στο ΔΣ της ΕΡΤ στις εκλογές του 2015. Στο νέο αυτό οργανόγραμμα προβλέπεται, μεταξύ άλλων, εντεταλμένοι σύμβουλοι να προΐστανται της ενημέρωσης στη δημόσια ραδιοτηλεόραση, ενώ πολλοί που διορίστηκαν σε θέσεις ευθύνης –σύμφωνα με τα καταγγελλόμενα από τους εργαζόμενους- δεν πληρούσαν τα κριτήρια, αλλά ικανοποιούσαν συντεχνιακά συμφέροντα. Ακόμα πολλούς προβληματισμούς, για το μέλλον της ΕΡΤ, γέννησε ο νέος Γενικός Κανονισμός Προσωπικού (ψηφίστηκε οριακά με 3-2 στο ΔΣ της ΕΡΤ), ο οποίος από τη μια αναγνωρίζει –και καλώς- προϋπηρεσία σε υπαλλήλους της ΕΡΤ και από την άλλη προβλέπει καθιέρωση επιπλέον αργιών και ημιαργιών, πλήρη απαλλαγή από την εργασία πέντε μελών του ΔΣ της ΠΟΣΠΕΡΤ, ενώ η νομοθεσία κάνει λόγο μόνο για ένα, και επιπλέον μέρες άδειας (3 έως 5 ανά μήνα) σε προέδρους και γραμματείς σωματείων που είναι μέλη της ΠΟΣΠΕΡΤ.
Παράλληλα, τον περασμένο Ιούνιο οδηγήθηκε στον μαρασμό και την ουσιαστική κατάργηση το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου, το οποίο αποτελείται από εθελοντές κληρωτούς πολίτες και φορείς, με το έργο του θαμμένο σε ένα συρτάρι (πρόκειται για πορίσματα από τις συνεδριάσεις των 6 θεματικών επιτροπών), ενώ κόπηκαν οι εκπομπές που γίνονταν από κοινωνικούς φορείς που είχαν μάλιστα υποστηρίξει την επαναλειτουργία της ΕΡΤ. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κ. Κωστόπουλος προσπαθεί να αυτοανακηρυχθεί Καίσαρας της ΕΡΤ, αφού μετά τις παραιτήσεις βεβαίως εκτελεί ήδη χρέη προσωρινού γενικού διευθυντή της Ραδιοφωνίας και τώρα και χρέη γενικού Συντονιστή στον τομέα ειδήσεων.

Οι εργαζόμενοι προτείνουν ανεξαρτησία

Όλα τα παραπάνω, και πολλά ακόμα, αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης την περασμένη Παρασκευή στη συνέλευση των δημοσιογράφων της ΕΡΤ, οι οποίοι εκφράζουν την έντονη ανησυχία τους πως η Διοίκηση λειτουργεί χωρίς όραμα αλλά και χωρίς γνώση του αντικειμένου και αναλώνεται στην ικανοποίηση συνδικαλιστικών ρουσφετιών και σε αδιαφανείς αναθέσεις παραγωγών. Νιώθουν, μάλιστα, ότι διαψεύδονται οι προσδοκίες για εκδημοκρατισμό της ΕΡΤ, αφού δεν έχει θωρακιστεί θεσμικά η ανεξαρτησία της, ενώ κρίνουν πως με τον τρόπο που αντιδρούν οι πολιτικοί προϊστάμενοι της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δίνουν επιχειρήματα σε όσους την απειλούν, ανασταίνοντας ταυτόχρονα τον πελατειακό συνδικαλισμό και δίνοντάς του ουσιαστικά τα κλειδιά της ΕΡΤ.
Ανάμεσα στις προτάσεις που ακούστηκαν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι 1) απαλοιφή από το νέο οργανόγραμμα της ρύθμισης οι εντεταλμένοι της πολιτικής ηγεσίας να προΐστανται της ενημέρωσης, 2) αλλαγή του νόμου που προβλέπει ότι ο υπουργός διορίζει τη διοίκηση της ΕΡΤ και ορισμός μιας διαφανούς, ανεξάρτητης, δημόσιας διαδικασίας επιλογής των μελών του ΔΣ και του διευθύνοντος συμβούλου, 3) επίλυση της εκκρεμότητας της ηθικής, εργασιακής και ασφαλιστικής αποκατάστασης με αναγνώριση της διετίας του μαύρου. Επισημάνθηκε δε πως η ΕΡΤ πρέπει να είναι δημόσια και να μην ανήκει στην κυβέρνηση και στα κόμματα, τονίζοντας πως πλέον παρατηρείται το φαινόμενο παρέμβασης και από κόμματα που δεν ανήκουν στην κυβερνητική πλειοψηφία. Όπως τόνισε την περασμένη Πέμπτη με δημόσια ανακοίνωσή της η Μαρία Γεωργίου, εκπρόσωπος δημοσιογράφων ραδιοφώνου-πολυμέσων ΕΡΤ «Η κατάσταση αυτή απογοητεύει την κοινωνία που είναι ο “ιδιοκτήτης” της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους. Εδώ που φτάσαμε μόνη λύση είναι η εσπευσμένη αλλαγή της (πανταχόθεν βαλλόμενης) Διοίκησης της ΕΡΤ με ευρύτερες συναινετικές διαδικασίες από την Βουλή. Στη συνέχεια πρέπει να αλλάξει ο νόμος, να αφαιρεθεί οριστικά η αρμοδιότητα ορισμού της Διοίκησης της ΕΡΤ από τον αρμόδιο Υπουργό και να ανατεθεί σε ένα ευρύτερο σώμα υπό τη συναινετική εποπτεία της Βουλής.»

Και τώρα τι;

Η ΕΡΤ βρίσκεται σε ένα πολύ κρίσιμο σταυροδρόμι. Η συζήτηση θα έπρεπε να έχει βαθύνει στο πώς η δημόσια τηλεόραση θα αποτελέσει ένα πλουραλιστικό μέσο ενημέρωσης και ψυχαγωγίας για όλους τους πολίτες. Απέχει, ωστόσο, παρασάγγας από αυτό, αφού ακόμα το ζητούμενο είναι πώς θα υπάρξει δημόσια τηλεόραση που θα ανήκει στους πολίτες και όχι στους εκάστοτε κυβερνώντες ή έχοντες την εξουσία. Και η παρούσα κυβέρνηση πρέπει να θεσμοθετήσει κάθε πιθανή δικλείδα ασφαλείας προς αυτή την κατεύθυνση και όχι να φοβηθεί το ενδεχόμενο συνδικαλιστικών αντιδράσεων, που άλλωστε έχουν απωλέσει εδώ και χρόνια κάθε δύναμη επιρροής στους εργαζόμενους.

Ιωάννα Δρόσου

 
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2023 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet