Το αντιδραστικό κύμα που γιγαντώνεται στην Ιταλία αμφισβητεί όλα τα προοδευτικά κεκτημένα της εποχής των μεγάλων αγώνων για τα δικαιώματα, πρώτα απ’ όλα των γυναικών. Ο σκοταδισμός εξαπλώνεται με γρήγορα βήματα, κυρίως στις περιοχές όπου ηγεμονεύει η Λέγκα, όπως η Βερόνα, το δημοτικό συμβούλιο της οποίας, με πρόταση του κόμματος του Σαλβίνι και με συμμετοχή του Δημοκρατικού Κόμματος, ψήφισε ένα κείμενο κατά της έκτρωσης και του περίφημου νόμου 194. Ένα παρόμοιο κείμενο προτείνεται για ψήφιση από δημοτικό σύμβουλο της Forza Italia, στο Μιλάνο.
Η όλη υπόθεση ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών των γυναικών και κινητοποίησε και τη μεγάλη κυρία της ιταλικής αριστεράς, τη Ροσάνα Ροσάντα, που θεώρησε ότι έπρεπε να ενώσει τη φωνή της με τη φωνή των άλλων γυναικών, εκφράζοντας όμως και κάποιες αντιρρήσεις ως προς τη διαχείριση του ζητήματος εκ μέρους τους. Το Μανιφέστο δημοσίευσε τις σκέψεις της.
Της Ροσάνα ΡοσάνταΣυμμετέχω κι εγώ στη διαμαρτυρία των φίλων γυναικών που εξοργίστηκαν με την επιλογή του δήμου Βερόνας και της εκπροσώπου του Δημοκρατικού Κόμματος σε αυτόν: η αλλαγή του νόμου 194 σημαίνει να καταργηθούν όλοι οι αγώνες που έγιναν για την υπεράσπιση των γυναικών από τις παράνομες εκτρώσεις. Και έγιναν λίγα, γιατί ο 194 επιτρέπει παρόλα αυτά την ελευθερία συνείδησης του γιατρού, μέσα από την οποία περνάει ο τρόπος για να παρακαμφθεί ο νόμος. Πρέπει να παραμείνει ως έχει.
Όμως, ταυτόχρονα, νομίζω ότι πρέπει να διευκρινιστεί ένα ζήτημα για το οποίο δεν συμφωνώ με τις φίλες μου. Δεν νομίζω ότι είναι σωστό να δηλώνουμε ότι η έκτρωση είναι μια ιατρική πράξη σαν να βγάζεις ένα δόντι. Εγώ δεν έμεινα ποτέ έγκυος, άρα το πρόβλημα για μένα δεν τέθηκε, είδα όμως πολλές νεότερες συντρόφισσες που αναγκάστηκαν να το αντιμετωπίσουν: για καμία δεν ήταν απλούστατο.
Στην περίπτωση της έκτρωσης υπάρχουν δύο δυνητικά υποκείμενα απέναντι, από τη μια πλευρά μια γυναίκα, συνήθως νέα, αλλά που έχει απολύτως σώας τας φρένας, η οποία γνωρίζει τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει με ένα ανεπιθύμητο παιδί, τις οικονομικές δυσκολίες για να το θρέψει και να το μεγαλώσει μέχρι να είναι σε θέση να φροντίσει μόνο του τον εαυτό του. Ως επί το πλείστον, ο σύντροφος που συμμετείχε στη γονιμοποίηση αδιαφορεί.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένα έμβρυο, δηλαδή ένα υποκείμενο πολύ ατελές, το οποίο συνιστά μια δυνητικότητα ζωής ενός ατόμου, αλλά δεν είναι ακόμη άτομο, διότι λείπει όλο το νευρολογικό σύστημα που του επιτρέπει να είναι κάτι τέτοιο.
Άρα, πρόκειται για διαφορετικά «υποκείμενα» και η επιλογή της γυναίκας πρέπει να είναι ελεύθερη και υπεύθυνη. Δεν είναι καθόλου αλήθεια ότι η γυναίκα με την έκτρωση σκοτώνει έναν άνθρωπο, γιατί αυτός ο άνθρωπος δεν υπάρχει ακόμη. Ξέρω καλά ότι η εκκλησία θεωρεί ότι υπάρχει από τη στιγμή της σύλληψης, αλλά εφόσον δεν πρόκειται για άτομο, το να μιλάμε για άνθρωπο είναι αδύνατο.
Είμαστε μπροστά σε μια επιλογή που αφορά την ανθρωπότητα, και ως τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσουμε. Όλες οι νέες γυναίκες που πέρασαν από μπροστά μου και χρειάστηκε να πάρουν αυτή την απόφαση, ίσως να υπέφεραν, γιατί τη θεώρησαν ως μια δυνατότητα που δεν υλοποιήθηκε.
Άρα δεν συμφωνώ με επιπόλαιες εκφράσεις, για να μην πω με αμφισβητούμενους αστεϊσμούς, όπως διάβασα στην ατάκα: «Έξω το Βατικανό από το βρακί μου».
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, καλό είναι να θυμόμαστε ότι η καθολική εκκλησία έχει ένα δικό της κώδικα, που δεν έχει καμία σχέση με τον κώδικα του κράτους. Δεν νομίζω ότι πρέπει να πάμε πίσω από αυτό το διαχωρισμό που έγινε και στην Ιταλία, έστω και αργά.
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς