Την συνέντευξη πήρε ο Δημήτρης Γκιβίσης Ο Μπολσονάρο το τελευταίο χαρτί ενός κοινωνικού μπλοκ σε κρίση -Πως φτάσαμε στον Μπολσονάρο; Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την άνοδο της ακροδεξιάς στη Βραζιλία; -Η νίκη του Μπολσονάρο είναι ο επίλογος μιας μακράς διαδικασίας σε τρεις πράξεις: η πρώτη ήταν το θεσμικό πραξικόπημα, η δεύτερη το δικαστικό πραξικόπημα, και η τρίτη η εκλογική διαδικασία, με την οποία δόθηκε η επίφαση της δημοκρατικής νομιμότητας στις δύο πρώτες, αφού είχαν χρησιμοποιηθεί όλα τα απαραίτητα μέσα για την επίτευξη αυτού του στόχου. Αρχικά, το κοινοβούλιο ανέτρεψε την Ντίλμα Ρούσεφ από την προεδρία με μια διαδικασία μομφής από την οποία έλλειπε η οποιαδήποτε νομική ή συνταγματική νομιμότητα. Στη συνέχεια, το Ανώτατο Δικαστήριο κατέστησε δυνατή την σύλληψη του Λούλα για να αποφευχθεί η συμμετοχή του στις εκλογές, που σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις θα τις είχε κερδίσει. Όπως και στην περίπτωση της Ρούσεφ, αυτό συνέβη χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, και με μια συστηματική εκστρατεία των ΜΜΕ για έναν συγκεκριμένο σκοπό: να δημιουργηθεί γενική αποδοκιμασία και να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη για μια βαθιά πολιτική αλλαγή στη χώρα. Πριν τις εκλογές προηγήθηκε μια ανηλεή εκστρατεία μίσους από τα ΜΜΕ για να δηλητηριαστεί και να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη, προσφέροντας μια μοναδική αφήγηση της πραγματικότητας. Σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίστηκε από τη βαθιά κρίση ηγεμονίας των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων, ο Μπολσονάρο επικράτησε βασιζόμενος στην συνενοχή και στην άμεση υποστήριξη της εθνικής άρχουσας τάξης, στην πολύ μεγάλη κινητοποίηση των πανίσχυρων ευαγγελικών δικτύων, και τέλος στην άμεση υποστήριξη πολλών «επιχειρηματιών» που ενδιαφέρονται να αξιοποιήσουν προς ίδιον όφελος τα πλεονεκτήματα μιας οικονομικής πολιτικής της αγοράς, των χωρίς κανόνων ιδιωτικοποιήσεων, και των αντιλαϊκών νόμων.
-Κάτι που έγινε εμφανές σε αυτές τις εκλογές, είναι μια γενικότερη κρίση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, των όρων συμμετοχής, και της πολιτικής εκπροσώπησης. Ποιες είναι οι σκέψεις σου;-Για να κατανοήσουμε την κρίση της Βραζιλίας, και γενικότερα αυτή τη φάση της δημοκρατικής οπισθοδρόμησης σε διεθνές επίπεδο, είναι πολύ χρήσιμη η ανάλυση του Γκράμσι. Μου έρχεται στο νου η έννοια «της αντιδραστικής ανατροπής», ή οι εκτιμήσεις για την λεγόμενη «κρίση ηγεμονίας», δηλαδή περιόδους κατά τις οποίες οι μάζες απομακρύνονται από τις ιδεολογίες και τα παραδοσιακά κόμματα της φιλελεύθερης αστικής τάξης, ως αποτέλεσμα ενός πολέμου ή μιας σοβαρής οικονομικής κρίσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι άρχουσες τάξεις προκειμένου να υπερασπιστούν την παλιά συντηρητική ισορροπία που απειλείται, μπορούν να αποφασίσουν γρήγορα να αλλάξουν ανθρώπους και προγράμματα, εγκαταλείποντας τις φιλελεύθερες αρχές σε κρίση. Κατά τη γνώμη μου, αν η Βραζιλία το 1964 - 1968 μπορούσε να περιληφθεί στις κλασικές φόρμες του «παραδοσιακού Καισαρισμού», ο οποίος απαιτεί «εντυπωσιακά στρατιωτικά πραξικοπήματα», σήμερα η Βραζιλία αποτελεί εμφατικά μέρος του σύγχρονου τύπου Καισαρισμού, στον οποίο οι επιπλοκές που προκαλεί η παρουσία νέων διαθέσιμων μέσων και η μεγαλύτερη πολυπλοκότητα της κοινωνίας των πολιτών, καθιστούν το φαινόμενο αυτό πολύ διαφορετικό από το παραδοσιακό. Η ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού, η επιβεβαίωση της συμμετοχής μέσα από κόμματα και συνδικάτα, με τις μεγάλες δημόσιες και ιδιωτικές γραφειοκρατίες, μετατρέπει ακόμα και αυτήν την λειτουργία της αστυνομίας, όχι απλώς κινητοποιημένη από το κράτος για την καταστολή του εγκλήματος, αλλά την τοποθετεί στην υπηρεσία της πολιτικής τάξης για να εγγυηθεί την πολιτική και οικονομική κυριαρχία των κυρίαρχων τάξεων. Ο Γκράμσι, στα «Τετράδια από τη Φυλακή» έγραψε ότι σε μια σύγχρονη κοινωνία όπως η δική μας, τα ίδια τα πολιτικά κόμματα και οι οικονομικοί οργανισμοί της άρχουσας τάξης θα πρέπει να θεωρούνται ως «όργανα πολιτικής αστυνομίας, προληπτικού και ερευνητικού χαρακτήρα» Έτσι, ακόμη και σε συνθήκες βαθιάς κρίσης, αυτές οι δυνάμεις διατηρούν περιθώρια οργανωτικής ανάπτυξης και βελτίωσης, στηριζόμενες στην σχετική αδυναμία της «ανταγωνιστικής προοδευτικής δύναμης» που θα αντιπροσώπευε την εξουδετέρωσή τους. Υπό αυτή την έννοια, ο σύγχρονος Καισαρισμός είναι περισσότερο αστυνομικός παρά στρατιωτικός, ακριβώς επειδή χρησιμοποιεί όλα τα προληπτικά και ερευνητικά εργαλεία που είναι απαραίτητα για να κρατήσει τις εχθρικές δυνάμεις σε μειονεκτική κατάσταση.
-Γιατί η βραζιλιάνικη αστική τάξη επέλεξε μια τόσο ακραία λύση σαν τον Μπολσονάρο, που παραπέμπει σε μια κατάσταση εξαίρεσης; Δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια νεοφιλελεύθερη προσαρμογή στη Βραζιλία με ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο λιγότερο αυταρχικό; -Οι δυνάμεις που προώθησαν την μομφή ενώθηκαν γύρω από την κυβέρνηση Τεμέρ, η οποία δεν είχε καμία πραγματική συναίνεση στην κοινωνία αφού έχει υιοθετήσει μια σειρά αντιλαϊκών μέτρων (δραστικές περικοπές στον υγεία, στην εκπαίδευση και στην κοινωνική πρόνοια, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια στην αγορά εργασίας, νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος), δημιουργώντας αυξανόμενες κοινωνικές συγκρούσεις. Προσθέστε σε αυτό την εχθρότητα που προκλήθηκε από το ηθικό ζήτημα με τους πρωτοκλασάτους υπουργούς και βουλευτές που ήταν εμπλεκόμενοι σε κραυγαλέα σκάνδαλα διαφθοράς, που τους έπιασαν με βαλίτσες γεμάτες χρήματα τα οποία είχαν υπεξαιρέσει ενώ διαπραγματεύονταν μίζες, και υπήρχαν ντοκουμέντα για την ενοχή τους. Είναι ακριβώς σε τέτοιες περιπτώσεις όπως αυτή, όπου ούτε μια παραδοσιακή ομάδα ούτε η αντίπαλή της καταφέρνει να επικρατήσει οριστικά, που βγαίνουν έξω τα τέρατα, οι «χαρισματικές προσωπικότητες» που είναι έτοιμες να επιβάλλουν στην αυταρχική αναδίπλωση μια αντιδραστική επιτάχυνση. Ο Μπολσονάρο, σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ήταν το τελευταίο χαρτί ενός κοινωνικού μπλοκ σε κρίση, όπως επιβεβαιώνεται από το καταστροφικό αποτέλεσμα της παραδοσιακής φιλελεύθερης δεξιάς, η οποία από πάντα ενσαρκώνει το εθνικό πνεύμα ενάντια στο ΡΤ. Το PSDB, που έφτασε στο δεύτερο γύρο στις προηγούμενες εκλογές, κόμμα εξουσίας με απίστευτη επιρροή, ικανό να εκλέγει προέδρους και κυβερνήτες σε όλη τη χώρα, παρουσιάστηκε με τον Τζεράλντ Αλκμίν που πήρε μόνο 5%. Ο Μπολσονάρο κατάφερε να ενοποιήσει και να συγκεντρώσει όλο το μέτωπο της Δεξιάς, από το πιο ακραίο έως το μετριοπαθές, ακριβώς αυτό που απέτυχε να κάνει η Αριστερά. Η κοινωνική βάση του είναι αρκετά σύνθετη. Βρίσκουμε τις παραδοσιακές μεσαίες τάξεις, τόσο την μεγάλη βιομηχανική αστική τάξη όσο και την αγροτική, που είναι εξαιρετικά ισχυρή και με μεγάλη επιρροή στη Βραζιλία, αλλά κυρίως τις μεσαίες τάξεις, που δεν είναι διατεθειμένες να συμβάλουν φορολογικά για την προώθηση της κοινωνικής βελτίωσης των λαϊκών στρωμάτων και των περιθωριοποιημένων. Σε αυτήν την στάση συναντάμε τόσο το ελιτίστικο αίτημα για κοινωνικό στάτους, όσο και την επαναβεβαίωση ενός μίνιμουμ φιλελεύθερου κράτους υποταγμένο στην κυριαρχία της αγοράς. Στις ομάδες αυτές, ωστόσο, προστέθηκαν και μεγάλα τμήματα που έχουν συντριβεί από την ανεργία και την κρίση, και φοβούνται την αύξηση της βίας, στην οποία ο Μπολσονάρο έδωσε μια στοιχειώδη, αλλά αποτελεσματική, απάντηση: να απαλλαγούμε από το πρόβλημα της «δημόσιας τάξης» μέσω της εγγύησης της κρατικής βίας και της «ελευθερίας» στην ιδιωτική οπλοφορία, λέγοντας «οπλίστε τον λαό», αφαιρώντας δικαιώματα και ανοίγοντας ακόμα περισσότερο τις ήδη πολύ ανοιχτές φυλακές της χώρας σε όλους τους «περιθωριακούς», που περιφρονητικά αποκαλεί ανθρώπινα σκουπίδια.
-Θεωρείς ότι ο Μπολσονάρο αποτελεί για τις ελίτ μια λύση μακράς διαρκείας, ή μια λύση προσωρινή, και επομένως ασταθή;-Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πόσο καιρό θα διαρκέσει η εποχή Μπολσονάρο, παρόλα αυτά το στοιχείο της μεγαλύτερης σταθερότητας αυτής της πολιτικής προοπτικής έχει το κέντρο βάρους του έξω από τη χώρα. Η ανάγκη να απαλλαχτούν με οποιοδήποτε τρόπο από τις κυβερνήσεις του PT, και η περίπτωση Μπολσονάρο, έχει κύριο κίνητρό της περισσότερο από τις εγχώριες πολιτικές επιλογές του Λούλα και της Ρούσεφ, τη διεθνή θέση και τον ρόλο που έχει αναλάβει η Βραζιλία, ως ηγεμονική και κυρίαρχη δύναμη της Λατινικής Αμερικής, στις χώρες του BRICS. Όχι συμπτωματικά, η κατάσταση επιταχύνθηκε ραγδαία όταν οι χώρες αυτές ανακοίνωσαν το σχέδιό τους να δημιουργήσουν μια δική τους επενδυτική τράπεζα, που θα είναι σε θέση να σταθεί έξω από τους κανόνες του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Οι ΗΠΑ έχουν το υψηλότερο δημόσιο χρέος στον κόσμο, αλλά μπορούν να το εξυπηρετούν επειδή είναι οι κάτοχοι του νομίσματος που βρίσκεται στο κέντρο όλων των διεθνών συναλλαγών. Αυτή η υπόθεση, με τον κίνδυνο της απομάκρυνσης της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής από το κύκλωμα του δολαρίου, αποτελεί έναν θανάσιμο κίνδυνο για την Ουάσιγκτον, η οποία δεν ξεκίνησε συμπτωματικά επιχειρήσεις σε διάφορα μέτωπα (Ουκρανία, Συρία, Χονγκ Κονγκ, Λατινική Αμερική) με στόχο να αποσταθεροποιηθούν οι συνθήκες αυτού του αποκλεισμού. Το 2013 ο Σνόουντεν δημοσίευσε άκρως απόρρητα έγγραφα του NSA (Οργανισμός Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ), που έδειξαν μια συνεχή δραστηριότητα της κατασκοπείας και της άμεσης παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις της Βραζιλίας, ειδικά μετά την ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και της τεράστιας δυνατότητας να μετατρέψουν τη χώρα, που εκείνη τη στιγμή ήταν οικονομικά και πολιτικά πιο κοντά στην Κίνα από ότι στην Ουάσιγκτον, σε έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο. Επίσης, το 2013 ξεκίνησαν οι ανατρεπτικές κινητοποιήσεις των μεσαίων τάξεων εναντίον της Ρούσεφ, παράλληλα με τις δικαστικές έρευνες που στόχευαν την Petrobras και την κυβέρνηση του PT. Για να καταλάβουμε πόσο μεγάλο είναι το διακύβευμα, φτάνει να θυμηθούμε ότι πρόσφατα οι ΗΠΑ δώρισαν 52 τανκς στη Βραζιλία, και αυτό συνέβη σε ένα κλίμα αυξανόμενης έντασης με την γείτονα πρώην σύμμαχο βόρεια χώρα, την στιγμή ακριβώς που στην Ουάσιγκτον μιλάνε επίμονα για πόλεμο ενάντια στη Βενεζουέλα, η οποία έχει ένα από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου στη γη. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία έχει στείλει τους τεχνικούς της στο Καράκας για να βοηθήσουν τη Βενεζουέλα να βγει από την κρίση, δηλαδή να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
-Η κρίση του ΡΤ έχει ανοίξει ένα μεγάλο ερώτημα για το μέλλον της βραζιλιάνικης Αριστεράς, και πολλοί υποστηρίζουν ότι χρειάζεται μια μεγάλης κλίμακας αναδιοργάνωση. Ποια είναι ή άποψή σου; Τι δυνατότητες θεωρείς ότι υπάρχουν;-Πέρα από τις περιπτώσεις της διαφθοράς που υπήρξαν, αν και λιγότερο από ότι φαίνεται, ο σημαντικός περιορισμός που προκύπτει από τα χρόνια που το PT ήταν στην κυβέρνηση, εντοπίζεται στο ότι σταδιακά απομακρύνθηκε από την κοινωνική βάση του, ή μάλλον, στο ότι επιδίωξε την κινητοποίηση μόνο την στιγμή της κρίσης. Σε αυτό να προσθέσουμε τις συχνά αμφιλεγόμενες πολιτικές συμμαχιών, να θυμηθούμε ότι ο Τεμέρ ήταν ο αντιπρόεδρος της Ντίλμα Ρούσεφ, και ότι το κόμμα του είχε μεγάλη επιρροή στην κυβέρνησή της. Το ΡΤ έδειξε ορισμένες αδυναμίες στην κυβερνητική δράση του, κάνοντας πολλά λάθος και δείχνοντας λίγο θάρρος, ωστόσο, το κύριο λάθος αφορούσε την απροθυμία του για την ανανέωση των ομάδων διαχείρισης. Σε αυτές τις εκλογές το PT είχε λανθασμένη τακτική και προοπτική, επιβάλλοντας την υποψηφιότητα του Λούλα αν και γνώριζε ότι ποτέ δεν θα τον άφηναν να συμμετάσχει. Έτσι, ο Χαντάντ στον πρώτο γύρο έκανε πρακτικά μόνο έναν μήνα εκστρατείας, έχοντας όλα τα ΜΜΕ εναντίον του, ενώ ο Μπολσονάρο είχε τρέξει για χρόνια. Η επιλογή αυτή, που εξηγείται ως πράξη ευγνωμοσύνης προς τον Λούλα εναντίον μια δίωξης παράνομης, εμπόδισε την Αριστερά να είναι ενωμένη στον πρώτο γύρο, ακυρώνοντας συγχρόνως κάθε σημάδι ανανέωσης, που ήταν απαραίτητο. Ξεκαθαρίζοντας όλα αυτά, ακριβώς στην απελπισμένη προσπάθεια του δεύτερου γύρου, νομίζω ότι εμφανίστηκαν κάποια σημαντικά σημάδια μεταστροφής από τα οποία θα πρέπει γίνει η επανεκκίνηση. Αντιμέτωποι με την απειλή της υποψηφιότητας Μπολσονάρο, η Αριστερά κατάφερε να ξεπεράσει τις πιο τραυματικές διαιρέσεις της. Αυτό έχει δημιουργήσει μια μεγάλη λαϊκή κινητοποίηση που συμμετέχουν καλλιτέχνες, διανοούμενοι, φοιτητές και εργαζόμενοι, σε μια προσπάθεια να αντιστρέψουν μια απόφαση που έχει ήδη γραφτεί. Μια κοινή προσπάθεια στην οποία απλοί πολίτες, ακτιβιστές και ψηφοφόροι διαφόρων πολιτικών δυνάμεων, προσπαθούν να υπερασπιστούν μια πρόσφατη κληρονομιά στην ιστορία της Βραζιλίας, που συχνά διασύρεται τα τελευταία χρόνια: τη δημοκρατία. Νομίζω ότι σε αυτό το μαχητικό πνεύμα και την ανάγκη εξεύρεσης μιας σχέσης εμπιστοσύνης με τις λαϊκές μάζες αυτής της χώρας, με μια πολιτική πρόταση ακόμη πιο ξεκάθαρης κοινωνικής προόδου, υπάρχουν τα κλειδιά για να ανοίξει ξανά μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια η πολιτική μάχη για να γίνει πάλι η Αριστερά μια αξιόπιστη κυβερνητική δύναμη.