Η ποιητική συλλογή του Θωμά Τσαλαπάτη μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΕκάτηΜυθολογίες των Φριτς και των Λανγκ
I
Ίσως γεννήθηκα εδώ. Ίσως αργότερα ωρίμασε σε αρμονία με τα μέλη μου. Ανάμεσα σε τόσες στροφές κάθε μνήμη είναι αδιανόητη. Ίσως πάλι να χτίστηκε γύρω μου. Μια μέρα που περπατούσα αφηρημένος. Σαν να πέφτεις σε όρθια τρύπα. Το σώμα μου. Ο λαβύρινθός μου.
Ποτέ δεν συνάντησα. Μόνη συντροφιά οι μεταμορφώσεις. Σύμφωνα με τις επιταγές. Το σώμα αλλάζει πάντοτε σε ό,τι θα συναντήσει. Σύμφωνα με τις επιταγές του λαβυρίνθου. Με όσα οι στροφές ορίζουν.
Έτσι συνεχίζω. Μισός άνθρωπος, μισός κτήνος. Ζώο κυνηγημένο απ’ το φεγγάρι. Με βήμα σταθερό σε μια διαδρομή που δεν θα αμφισβητήσω. Μισός χώμα και μισός χώμα. Η αλλαγή είναι κάτι που συνηθίζεις. Τόσο που να μην μοιάζει με αλλαγή. Μισός μουγκρητό, μισός προπαίδεια. Ολόκληρος στις τόσες εκδοχές μου. Κάθε βράδυ κρατώντας την ίδια μορφή στα άδεια χέρια. Μισός άνθρωπος κάτω απ’ το φεγγάρι.
Είναι μέρες τώρα που διακρίνω ν’ αλλάζει. Η αίσθηση πως η απόσταση ανάμεσα στους τοίχους μεγαλώνει, πως ο διάδρομος έχει αρχίσει να πλαταίνει. Όσο προχωρώ φαρδαίνει. Κάποιες φορές θέλει προσπάθεια να διακρίνεις τους τοίχους του διαδρόμου.
Στέκομαι εδώ και δεν γνωρίζω αν η απόσταση ανάμεσα στους τοίχους πλάτυνε τόσο, ώστε να μην μπορώ να τους διακρίνω ή αν έχω βγει απ’ τα όρια του λαβυρίνθου. Και δεν γνωρίζω το εντός, δεν γνωρίζω το εκτός και το τι λαβύρινθος σημαίνει.
μισός Θησέας, μισός μινώταυρος
κάτω απ’ το φεγγάρι.
II
Κάτω απ’ το φεγγάρι. Η ερημιά αυτή. Η άλλη ήπειρος. Η έρημος που με σταυρώνει. Όπου και να κοιτάξεις. Οι μέρες περνούν. Απλώς περνούν. Τις νύχτες κοιτώ το φεγγάρι. Το γαλάζιο των θαλασσών του, τη μόνιμη γεωγραφία, τα σύννεφα εγκλωβισμένα στον κύκλο του σαν σε δοχείο. Το συντριπτικό του μέγεθος σε σχέση με τη γη που πατώ.
Εδώ το χαμηλό χορτάρι. Η ερημιά. Το κόκκινο γρασίδι.
Και το σώμα
φτέρνισμα της ψυχής
που πήρε σχήμα απ’ το κενό.
***
Απλώνουν ευρύχωρα εγκλήματα και εκεί τους καλούν
Τις νύχτες με φεγγάρι
μεταμορφώνονται σε θάμνους σκυθρωπούς
καρποί ολοκόκκινοι ανάμεσα σε αγκάθια
Έτοιμοι να απλώσουνε χέρι
Έτοιμοι μονίμως να συνάψουν αγνώστους
Οι σκιές τους
Φορητές υποδιαιρέσεις του χάους
Όσα ρήματα έχουνε μείνει
Για καιρό κάτω απ’ το φεγγάρι
Δεν θ’ αργήσουν να αναποδογυρίσουν
σε προδίδω
***
Ένας Λανγκ
και σάρκινη η χειρονομία πλανήθηκε στο στήθος του
νιώθοντας πέντε δάχτυλα
να ανοίγουν σε πλήρη έκταση
συναντώντας πέντε δάχτυλα με κατεύθυνση αντίστροφη
Μέσα στο στήθος του
δυο ξένα χέρια
συνάπτουνε συμφωνία
Αυτός
πεδίο συμφιλίωσης
των ξένων παλμών
***
Δεν τον είδε δεν μπορούσε να τον δει
μόνο ένιωσε την παρουσία του
στο δίπλα κελί
σιωπηλή σαν τη δική του παρουσία
επινοώντας τον κόσμο
απ’ όλα όσα σιωπούν
—και είναι αρκετό—
για μια βλαστήμια για μια απειλή
για όλες τις υπόλοιπες μέρες
για όλες τις φωνές που τώρα σπρώχνονται
στο ίδιο λαρύγγι
Πλήθος που κατουρά
το μαλακό ζυμάρι
***
Η ηλικία.
Αυτή αλλάζει ανάλογα με το υψόμετρο.
Είναι γιατί ο θάνατος που εκκρεμεί
προσαρμόζεται
στο ενδεχόμενο της εκάστοτε πτώσης.
Το παρόν.
Συντονισμένο στην ηλικία κάθε μορφής που σέρνεται.
Το παρόν σου.
Πιο ψηλά
ενώ οι ήλιοι βουλιάζουνε μέσα στον ήλιο.
***
Δεν μάθαμε την έκβαση. Συνθηκολόγηση. Συντριβή. Εκεχειρία.
Και αν ήταν πόλεμος, πόλεμος συνεχίζει. Όπως ο κάθε πόλεμος. Εδώ πριν από εμάς. Και περιμένει. Τα όπλα πάλιωσαν και τρίφτηκαν στη σκόνη. Οι αριθμοί λιγόστεψαν, το πλήθος σώπασε, τα χέρια γέρασαν απότομα και όλα πέσαν. Οι τελευταίοι επέστρεψαν.
Δεν έληξε ποτέ. Ακόμα και τις ήσυχες ώρες. Όταν όλοι βρίσκονται πίσω από πόρτες και κανείς δεν θυμάται. Ένας αέρας έρχεται από μακριά. Τριγυρνά μισοάδειους δρόμους- - -προσπερνά διασταυρώσεις- - - ποδοπατά το γρασίδι. - - -Περνά στα σπίτια από χαραμάδες, μισάνοιχτα παράθυρα, μισόκλειστα παντζούρια. Τους συναντά και τους υπενθυμίζει. Βουβά τους ψιθυρίζει: δεν τέλειωσε. Δεν τελειώνει.
Οι Φριτς
Οι Λανγκ
Ο όγκος του φόνου.
•