Ο σκηνοθέτης Σταύρος Τσιώλης μιλά με αφορμή την ταινία του «Γυναίκες που περάσατε από ’δω»
Του Στράτου ΚερσανίδηΟ Σταύρος Τσιώλης ευτυχώς δεν κράτησε το λόγο του και δεν σταμάτησε το σινεμά το 2004, όπως μας είχε «απειλήσει». Έτσι, 13 χρόνια μετά την προηγούμενη ταινία του, επανέρχεται με τις «Γυναίκες που περάσατε από ’δω» για να μας γοητεύσει για μια ακόμη φορά με τη νεανική, τη σπιρτόζικη ματιά του.
Ένα χρόνο πριν, και με αφορμή την προβολή της ταινίας στο 58ο Φεστιβάλ Κινηματόγραφου Θεσσαλονίκης, ο Σταύρος Τσιώλης μίλησε «Στο κόκκινο» της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα στην εκπομπή «Με μια ομπρέλα κόκκινη». Όπως ήταν φυσικό, τον ρωτήσαμε εάν με την ταινία αυτή κλείνει η «τριλογία των γυναικών», όπως έγραψαν κάποιοι («Παρακαλώ γυναίκες μην κλαίτε» - 1992, «Ας περιμένουν οι γυναίκες» - 1998 και «Γυναίκες που περάσατε από ’δω» - 2018).
«Αυτό μπορεί να είναι και κόλπο», μας είπε γελώντας. «Εγώ από το 2004 απουσιάζω. Μετά το «Φτάσαμεεε!» είχα πάρει την απόφαση να μην ξαναγυρίσω ταινία. Έτσι ήμουνα ένα ήσυχος συνταξιούχος που ζούσε πλουσιοπάροχα με 600 ευρώ το μήνα!».
Το πώς ζούσε πλουσιοπάροχα με 600 ευρώ, μας το εξηγεί ο ίδιος: «Είχα μια τεχνική. Με τα χρήματα αυτά μου αναλογούσαν 20 ευρώ τη μέρα. Όμως εγώ καθόμουν στο σπίτι 4 μέρες, δεν τα ξόδευα κι όταν έβγαινα έξω είχα 80 ολόκληρα ευρώ στην τσέπη και έκανα πάρτι στην αγορά του Χαλανδρίου».
Και τελικά γιατί επέστρεψε; «Γιατί ξαφνικά κάτι ζωντάνεψε μέσα μου, αυτό το «κάτι» που δεν με αφήνει ήσυχο κι όπως έλεγε ο μεγάλος Ταρκόφσκι «φτιάχνουμε ταινίες γατί είμαστε βασανισμένοι και θέλουμε να επικοινωνήσουμε». Δεν είναι ούτε η δόξα, ούτε το μεγαλείο. Άλλωστε οι περισσότεροι σκηνοθέτες είναι φτωχοί».
Και γιατί η συγκεκριμένη ταινία; «Γιατί αγαπώ πολύ τις γυναίκες. Και τώρα στα 80 μου ανακάλυψα πως βλέποντας ένα όμορφο κορίτσι, με το σορτσάκι του, ένα αληθινό κουκλί να περπατάει στο δρόμο, σκέφτομαι πως μέσα από την κοιλίτσα του θα βγει ένας καινούργιος άνθρωπος. Κι αυτό είναι ένα θαύμα. Οι γυναίκες φέρνουν τη ζωή, ενώ οι άνδρες δεν κάνουν τίποτα. Κι ας λέει ο Σοφοκλής πως το παιδί είναι του άνδρα. Εγώ διαφωνώ».
Και πώς έφτασε στην ταινία; «Είχα μαζέψει διάφορες ιστορίες για γυναίκες οι οποίες ήταν όμορφες, με είχαν συγκινήσει κι έτσι αποφάσισα να τις αφηγηθώ. Το σενάριο είναι απλό. Δύο άνεργοι για να βγάλουν ένα μεροκαματάκι κρατούν τσίλιες σε κάποιους που χτίζουν ένα αυθαίρετο δωματιάκι. Υποψιάζονται όποιον περνάει πως μπορεί να είναι αστυνομικός ή της πολεοδομίας. Περνούν άνθρωποι, κυρίως γυναίκες κι αυτοί είναι απροετοίμαστοι να υποδεχτούν την ομορφιά, βλέπουν μόνο ύποπτους. Αλλά όταν έρχεται η νύχτα κι έχει τελειώσει το μεροκάματο, ο ένας από αυτούς, ο οποίος είναι τελείως αγράμματος αλλά πάντα ήθελε να γράψει μερικούς στίχους χωρίς να το έχει κάνει ποτέ, λέει ένα ποιηματάκι που έχει σκαρώσει: «Γυναίκες που περάσατε από δω/ απ’ το μικρό κι απόμερο δρομάκι/καθίστε για να πιείτε ένα ποτό/και να σας δούμε και λιγάκι«. Κι αυτό είναι και μεγάλη νίκη».
Για την ταινίαΔύο άνδρες, που αναζητούν μεροκάματο, προσλαμβάνονται για να κρατάνε τσίλιες για το λογαριασμό κάποιου ο οποίος χτίζει ένα αυθαίρετο δωμάτιο στο σπίτι του. Κάλυψή τους είναι η πώληση κουλουριών. Διάφοροι άνθρωποι περνούν από εκείνο το σημείο, άνδρες, γυναίκες παιδιά περνούν και χαιρετούν τους δύο άνδρες. Στέκονται, αγοράζουν κουλούρια, μιλούν για τα βάσανα και τα όνειρά τους. Ένα μωσαϊκό ανθρώπων που αποζητούν την επαφή και κάποιον να τους ακούσει.
Μια ταινία του Σταύρου Τσιώλη …είναι «μια ταινία του Σταύρου Τσιώλη»! Όλα κυλούν χαλαρά, τρυφερά, ανάλαφρα και με χιούμορ. Μεγάλο ρόλο παίζουν τα ανθρώπινα πρόσωπα, οι εκφράσεις, τα μάτια. Και, όπως σε όλες τις ταινίες του αγαπημένου σκηνοθέτη, συμβαίνει εκείνο το μαγικό «κάτι». Δηλαδή το γέλιο να βγαίνει αβίαστα αλλά ταυτόχρονα να συνδυάζεται με τη συγκίνηση κι έτσι τη στιγμή που γελάς, σκουπίζεις κι ένα δάκρυ που κυλά.
Θαυμάσιοι, ευφυείς διάλογοι με δύο πρωταγωνιστές –τον Κωνσταντίνο Τζούμα και τον Ερρίκο Λίτση– που σου κλέβουν την καρδιά με την πρώτη ματιά. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τους υπόλοιπους ρόλους. Σενάριο βαθιά ανθρώπινο, σκηνοθεσία αέρινη, ελευθεριάζουσα, ερμηνείες υποδειγματικές. Νεανικό σινεμά από έναν άνθρωπο ο οποίος έφτασε αισίως τα 80 του χρόνια. Και κάπου στο βάθος διακρίνεται μια κοινωνική ματιά αλλά πάνω απ’ όλα αυτό που κυριαρχεί είναι η ποίηση. Άλλωστε, όπως λέει ο Σταύρος Τσιώλης, «Η ίδια η ζωή είναι ποίηση!».
Μια ακόμη ταινία-κατάθεση ψυχής από τον Σταύρο Τσιώλη, με την ευχή σύντομα να δούμε την επόμενη δουλειά του.
strakersan@gmail.comkersanidis.wordpress.com