Ο Σάββας Ξηρός και ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος παραμένουν στη φυλακή, παρότι σύμφωνα με το νόμο πληρούν τα κριτήρια για αποφυλάκισηΜηδενική ανοχή εναντίον εξανθρωπισμού της ποινής ήταν πάντα η μάχη κατά τη συγγραφή, συζήτηση και ψήφιση ενός νόμου που αντιμετωπίζει οποιοδήποτε έγκλημα. Και είναι μία μάχη απόλυτα ιδεολογική, που δίνεται στα αμφιθέατρα, στη βουλή, αλλά και στην κοινωνία. Και ύστερα το σχέδιο νόμου γίνεται νόμος του κράτους και μένει να εφαρμοστεί. Αυτή θα ήταν η λογική αλληλουχία. Αλλά δεν είναι.
Νομικά άλματαΟ Σάββας Ξηρός αιτείται αποφυλάκισης, η οποία προβλέπεται από το νόμο αφού σύμφωνα με ιατρικές γνωματεύσεις έχει ποσοστό αναπηρίας 98%, ενώ έχει εκτίσει 16 χρόνια στη φυλακή, τα οποία λόγω της αναπηρίας λογίζονται ως 27 χρόνια. Ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος αιτείται αποφυλάκισης, αφού έχει υπερβεί το 70ο έτος της ηλικίας του και εκτίσει 28,5 χρόνια φυλακής, σύμφωνα με τον ευεργετικό υπολογισμό (δηλαδή μεροκάματα, εκπαίδευση κ.λπ.). Σύμφωνα με το νόμο και οι δύο έπρεπε να έχουν αποφυλακιστεί. Όμως είναι ακόμα κρατούμενοι.
Το σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά στην περίπτωση του Σάββα Ξηρού ήταν ότι «δεν εξέφρασε έμπρακτη μεταμέλεια» και ότι δεν έχει εκτίσει την ποινή του αφού έχει καταδικαστεί σε πολλές ισόβιες και «ο νομοθέτης δεν χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό, ούτως ώστε να καλυφθούν αναμφισβήτητα και οι περιπτώσεις καταδίκων σε βάρος των οποίων έχει επιβληθεί ποινή πολλαπλών ισοβίων καθείρξεων». Πρόκειται για αυθαίρετο απαιτούμενο που δεν προβλέπεται από το νόμο στη μία περίπτωση και για παράλογη ερμηνεία του νόμου στην άλλη περίπτωση, αφού σε κανένα άρθρο του ποινικού κώδικα δεν υπάρχει ειδική μνεία για πολλές ισόβιες, αρκεί η αναφορά της ισόβιας κάθειρξης. Επίσης, στο σκεπτικό της απόφασης αμφισβητείται μέχρι και η αναπηρία του Σ. Ξηρού, αφού σύμφωνα με τον εισαγγελέα –ο οποίος παίρνει για λίγο το ρόλο του γιατρού- «έχει άθικτες τις τρεις από τις πέντε αισθήσεις, το συνολικό 98% ποσοστό αναπηρίας σχετίζεται με την απώλεια της οράσεώς του, ενώ οι υπόλοιπες αισθήσεις του συνεχίζουν να κοσμούν την προσωπικότητά του». Στην περίπτωση του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου δεν μπορούν να αμφισβητήσουν την ηλικία του, επομένως αμφισβητούν τα χρόνια που έχει εκτίσει, απαιτώντας να εκτίσει τουλάχιστον 29 χρόνια, χωρίς τον ευεργετικό υπολογισμό. Πρόκειται για μία ακόμα παρερμηνεία του νόμου κατά το δοκούν.
Ο ρόλος του νομοθέτηΟι νόμοι είναι σαφείς, αλλά δεν εφαρμόζονται, αφού απαιτείται η κρίση του Συμβουλίου των φυλακών ή του Συμβουλίου Εφετών. Και αυτά τα συμβούλια δεν λειτουργούν με τη λογική του ελέγχου της εγκυρότητας των προσκομιζόμενων εγγράφων, αλλά με τη λογική δικαστηρίου και κάνουν κρίση, εκδίδοντας αποφάσεις ανάλογα με αυτή. Βέβαια, υπάρχουν νόμοι που τους το επιτρέπουν αφού, για παράδειγμα προβλέπεται ότι θα πρέπει το συμβούλιο να εκτιμήσει ότι θα κάνει καλή χρήση άδειας ή ότι δεν θα τελέσει νέο αδίκημα μετά την αποφυλάκιση. Και έτσι, με αυτά τα άκρως υποκειμενικά κριτήρια, μπορούν και κρατούν στα χέρια τους τις ζωές των κρατουμένων, οι οποίοι αιτούνται συνεχώς αυτό που θα έπρεπε να τους εγκρίνεται αυτόματα, εφόσον πληρούν τα αντικειμενικά προαπαιτούμενα του νόμου.
Και εδώ επανέρχεται ο ρόλος του νομοθέτη. Τα προαπαιτούμενα του νόμου θα πρέπει να είναι αποκλειστικά αντικειμενικά. Σαν να πρόκειται για μια αριθμημένη λίστα, που το συμβούλιο θα πρέπει να την τσεκάρει και ύστερα να επικυρώνει την αποφυλάκιση ή την άδεια. Εδώ και δεκαετίες τα Συμβούλια απορρίπτουν όχι μόνο αιτήσεις αποφυλάκισης, γιατί μπορούν και απλώς αναζητούν αιτιολογία, αλλά και αιτήσεις για εκπαίδευση, για ανοιχτό επισκεπτήριο, για ολιγόωρη άδεια για να επισκεφτούν στο νοσοκομείο συγγενείς ή για να πάνε στην κηδεία της μάνας τους κ.ο.κ. Ο νομοθέτης –η κυβέρνηση δηλαδή- είναι ο μόνος που μπορεί να πάρει την υπερεξουσία από τα χέρια των Συμβουλίων και να τους δείξει τα καθήκοντά τους, όπως και να ελέγχει ότι παραμένουν σε αυτά. Διαφορετικά, θα γράφονται για δεκαετίες ακόμα ρεπορτάζ ή σχόλια για τα νομικά άλματα των δικαστών και οι άνθρωποι θα ξεχνιούνται πίσω από κάγκελα φυλακής.
Ο Μεσαίωνας πάνω από την ΑθήναΕίδηση συνεχίζει να αποτελεί η άδεια του Δημήτρη Κουφοντίνα. Για πέμπτη φορά θα βρεθεί με τους δικούς του ανθρώπους για λίγες μέρες. Μέχρι την αποφυλάκισή του, κάθε δύο μήνες θα παίρνει άδεια, όπως προβλέπεται από το νόμο, εκτός αν παραβιάσει τους όρους αυτής. Ο υποψήφιος δήμαρχος Αθηνών Κ. Μπακογιάννης θέλησε να εκφράσει για μία φορά την αντίθεσή του, γράφοντας με τον πιο λαϊκίστικο τρόπο «Τα θύματα του Κουφοντίνα δεν θα κάνουν πρωτοχρονιά με τις οικογένειές τους. Αυτός όμως πήρε εξαήμερη άδεια και θα περάσει μια χαρά…». Το τέλος του Μεσαίωνα σήμανε με την θέσπιση του Δικαίου, αφού δεν ήταν πια τα θύματα αυτά που αποφάσιζαν την ποινή των θυτών –που ήταν συνήθως σωματική τιμωρία μέχρι θανάτου- αλλά τα δικαστήρια, που δεν είχαν προσωπική εμπλοκή με καμία από τις δύο πλευρές. Αλλά μάλλον κάποιοι έχουν άλλη αίσθηση του Δικαίου όταν αφορά την προσωπική τους ζωή και αναπολούν τις παλιές εκείνες αιμοσταγείς μέρες.
Ιωάννα Δρόσου