Η αλληλεγγύη, η ανησυχία, η αγκαλιά -Σαγκιούλ η Θεανώ είμαι. Είσαι καλά; Πού βρίσκεσαι; Ο Κοκάν, η Χαουζίν, οι υπόλοιποι;
-Ναι, ναι, καλά, όλοι καλά. Στην Ομόνοια, σε ξενοδοχεία.
Από την Ομόνοια είχαν ξεκινήσει την περασμένη βδομάδα. Κύθηρα και μετά Νεάπολη. Εξήντα εννιά άνθρωποι, ανάμεσά τους 13 παιδιά και μία έγκυος. Στην Ομόνοια ξαναγύρισαν. Ευτυχώς και οι 69.
Την Μαρία την συνάντησα τ’ Αη Γιαννιού στο σούπερ μάρκετ του διπλανού χωριού. Ευχές για τη νέα χρονιά, φιλιά. Ήταν βιαστική. Έρχομαι από την εκκλησία και πάω στο Διακόφτι στους πρόσφυγες, μου λέει, είπαμε του δεσπότη και το ανακοίνωσε μετά τη λειτουργία και μαζέψαμε λεφτά να πάρουμε νερά, κρουασάν, μπισκότα, φρυγανιές, φρούτα, κάλτσες, αντρικές και παιδικές. Πρόσφεραν και τα σούπερ μάρκετ. Και χθες το βράδυ τους είχαμε πάει ό, τι μπορούσαμε.
Είχα ακούσει από το δεύτερο πρόγραμμα την είδηση για το σκάφος με τους πρόσφυγες που πήγαινε Ιταλία αλλά η μεγάλη θαλασσοταραχή το ανάγκασε να πιάσει στα Κύθηρα, και τους πρόσφυγες θα τους πήγαιναν στην εισαγγελία Πειραιά.
Το αυτοκίνητο γεμάτο τρόφιμα, ο Νίκος, η Σάσια, η Μαρία, πήραν κι εμένα.
Γι’ αυτό γίναμε πρόσφυγεςΣτο λιμάνι, στην άδεια προβλήτα νεαροί πρόσφυγες παίζουν μπάλα, έχουν φτάσει κι άλλοι για να προσφέρουν μαγειρεμένο φαγητό σε όλους. Μέλη της δραστήριας ομάδας εθελοντών διασωστών του νησιού κάποιοι από αυτούς, δεν είναι η πρώτη φορά που περιθάλπουν πρόσφυγες. Κι άλλο σκάφος πριν δυο-τρεις μήνες είχε αδειάσει το ανθρώπινο φορτίο του- ευτυχώς όλους ζωντανούς- στα Κύθηρα. Τούτο δεν θάναι και το τελευταίο, καθώς από δώ περνούν οι θαλάσσιοι δρόμοι για την Ιταλία, τον πολυπόθητο προορισμό.
Μιλούν αγγλικά ο εντεκάχρονος Κοκάν που ταξιδεύει με τη μαμά του, την Χαουζίν και η εικοσάχρονη Σαγκιούλ. Αναλαμβάνουν να μας πληροφορήσουν και να μεταφράζουν. Είναι από το Κουρδιστάν, όπως μας δηλώνουν. Πληρώσαμε πολλά λεφτά για το ταξίδι, λέει ο μικρός πρόσφυγας. Πέντε μήνες είναι στην Ελλάδα η Σαγκιούλ. Έμενε σε ξενοδοχείο στην Ομόνοια. Έχει τελειώσει το σχολείο, θέλει να κάνει σπουδές, να γίνει μεταφράστρια. Αναθέτουμε στον πανέξυπνο πιτσιρικά να δώσει τις κάλτσες σε όσους δεν έχουν. Κάποιοι χρειάζονται παπούτσια, δεν υπάρχει χρόνος όμως να βρούμε και να τους τα φέρουμε, θάχει φύγει το πλοίο. Η Μαρία μιλά μ’ ένα νεαρό πρόσφυγα, φωτογράφο στο επάγγελμα. Της δείχνει στη μηχανή του φωτογραφίες με τα άψυχα σώματα μικρών παιδιών στους δρόμους. Γι’ αυτό γίναμε πρόσφυγες, της λέει.
Μπαλάκι η ευθύνηΠλοίο για Πειραιά δεν έχει. Περιμένουν το «Πορφυρούσα», το μικρό φερρυμποτ που μας συνδέει με την Πελοπόννησο. Ρωτάμε έναν λιμενικό. Μόνο τους διακινητές συλλάβαμε, τους στείλαμε στον εισαγγελέα και κατασχέσαμε τη θαλαμηγό. Μιλήσαμε με τον εισαγγελέα Πειραιά, και καθώς όλοι είναι νόμιμοι, έχουν χαρτιά, δεν τους συλλάβαμε, είναι ελεύθεροι να κυκλοφορούν στην ελληνική επικράτεια, μας λέει (Φτάνει να πάνε στην χοάνη της Ομόνοιας και να φύγει ο πονοκέφαλος από το κεφάλι της κάθε τοπικής αρχής, σκέφτομαι).
Στη Νεάπολη που οι πρόσφυγες θα βγουν από το πλοίο τί θα γίνει όμως; Θα τους πάτε με πούλμαν στην Αθήνα ή θα τους αφήσετε στην τύχη τους; Εκεί αναλαμβάνει η αστυνομία λέει ο λιμενικός. Πάμε στην αστυνομικό που στέκει δίπλα στο περιπολικό, τη ρωτάμε, το λιμεναρχείο είναι υπεύθυνο, μας απαντά.
Ο λιμενικός φωνάζει να μπουν σε σειρά, η διανομή του φαγητού αρχίζει, να προλάβουν να φάνε όλοι πριν έρθει το πλοίο. (Το φαγητό που πρόσφεραν αλληλέγγυοι Κυθήριοι και όχι ο Δήμος Κυθήρων διότι λέει δεν έχει σχετικό κονδύλι εγγεγραμμένο στον προϋπολογισμό του).
Καλή τύχηΤους ευχόμαστε καλό ταξίδι, καλή τύχη, μας απαντούν με ευχαριστίες και ευχές. Αποχαιρετούμε τον Κοκάν, την Χαουζίν, την Σαγκιούλ. Αγκαλιές, φιλιά, ανταλλαγές τηλεφώνων. Ο νεαρός φωτογράφος και η Σάσια μας στήνουν για αναμνηστική φωτογραφία.
Φεύγοντας από το λιμάνι η Μαρία σοκαρισμένη από τις φωτογραφίες των νεκρών παιδιών, μιλά συνεχώς για τον μικρό Κοκάν. Τρέμω στη σκέψη ότι θα μπορούσε νάχε πνιγεί προχθές επαναλαμβάνει, και δακρύζει.
Μιλάμε με τους αλληλέγγυους από τον Πειραιά και την Αθήνα που άμεσα ανταποκρίθηκαν στην έκκλησή μας, και πρώτοι οι άνθρωποι της Εποχούλας. Νάναι όλοι καλά. Δίνουμε το τηλέφωνο της Σαγκιούλ να επικοινωνήσουν. Ό, τι χρειαστεί, όποια ώρα νάναι, της λέει η Αλεξία.
Αρχίζουμε να ψάχνουμε ανθρώπους στη Νεάπολη να ενημερώσουμε για να τους υποδεχθούν. Τελικά δεν χρειάστηκε. Το βράδυ μίλησα με την Σαγκιούλ. Ήταν όλοι στο σταθμό των λεωφορείων και περίμεναν το πούλμαν που θα τους γύριζε στην Αθήνα.
-Σαγκιούλ τι θα κάνεις τώρα, που είσαι πάλι πίσω στην Ομόνοια;
-Δεν ξέρω ακόμα.
-Να τηλεφωνήσεις στην Αλεξία και τον Σωτήρη να βρεθείτε από κοντά. Να δώσεις τα τηλέφωνα και σ’ όλους τους άλλους. Και πολλά φιλιά στην Χαουζίν και τον Κοκάν. Καλή τύχη.
Θεανώ Ποτήρη