Κερδοσκοπία σε βάρος των επιβατώνΗ πρόσφατη περιπέτεια των 184 επιβατών της πτήσης της Ryanair που είχε προορισμό τη Θεσσαλονίκη και τελικά βρέθηκε στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας, ανέδειξε για μια ακόμα φορά τα σοβαρά ζητήματα που υπάρχουν στη λειτουργία της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας, και ευρύτερα αυτών του χαμηλού κόστους, όπως και τα προβλήματα που προκύπτουν από την ιδιωτικοποίηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων της Ελλάδας, και συγκεκριμένα του «Μακεδονία» της Θεσσαλονίκης.
«Η επιλογή της Ryanair να κάνει εκτροπή της πτήσης στην Τιμισοάρα ήταν πραγματικά εξωφρενική. Θα μπορούσε να είχε προσγειωθεί στο αεροδρόμιο της Καβάλας, της Αλεξανδρούπολης, ακόμα και των Ιωαννίνων, σε απόσταση, δηλαδή, περίπου μιας ώρας από τον προορισμό των επιβατών, αντί να τους ταλαιπωρήσει έτσι», σημειώνει στην «Εποχή» ο Βασίλης Αλεβιζόπουλος, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΟΣΥΠΑ). Ο λόγος που η εταιρεία αποφάσισε η πτήση Λονδίνο-Θεσσαλονίκη, που δεν μπόρεσε στις 4 Ιανουαρίου να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» λόγω των καιρικών συνθηκών, να εκτραπεί σε άλλη χώρα αντί να διαλέξει ένα από τα δεκάδες εγχώρια αεροδρόμια, οφείλεται, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΟΣΥΠΑ, σε οικονομικούς λόγους. Η εταιρεία είναι πιθανόν να είχε κανονισμένη άλλη πτήση στην Τιμισοάρα μετά και να τη συνέφερε το αεροπλάνο να προσγειωθεί μια και καλή εκεί, ή να το προτίμησε λόγω οικονομικότερων τελών προσγείωσης σε σχέση με τα περιφερειακά αεροδρόμια της Ελλάδας, που μετά την ιδιωτικοποίησή τους έχουν αυξήσει τις τιμές.
Ταλαιπωρία χάριν κερδοσκοπίαςΗ ταλαιπωρία των επιβατών, όμως, δεν σταμάτησε στο γεγονός ότι βρέθηκαν ξαφνικά σε μια άλλη χώρα, αλλά και στο πώς η Ryanair αποφάσισε να ανταποκριθεί στις ευθύνες της απέναντί τους. Κάθε αεροπορική εταιρεία που κάνει εκτροπή πτήσης σε άλλη περιοχή, οφείλει να παρέχει στους επιβάτες εναλλακτική, δωρεάν μεταφορά τους στον τελικό προορισμό και φαγητό και στέγαση με δικά της έξοδα μέχρι να υλοποιηθεί αυτή.
Η εν λόγω εταιρεία, όμως, αντί να τους μεταφέρει με πτήση στη Θεσσαλονίκη, την οποία είχαν πληρώσει ούτως ή άλλως οι επιβάτες, τους έδωσε τη δυνατότητα μεταφοράς μόνο με πούλμαν. Ενός άβολου ταξιδιού, δηλαδή, 14 ωρών περίπου, που, σύμφωνα με καταγγελίες των επιβατών, το ένα πούλμαν δεν είχε ούτε θέρμανση. «Είναι απαράδεκτη αυτή η επιλογή, γιατί μπορεί η εταιρεία να είναι χαμηλού κόστους, όμως είναι μια μεγάλη εταιρεία, που προφανώς έχει τη δυνατότητα και όφειλε να είχε κάνει τη μεταφορά των ανθρώπων με αεροπλάνο», επισημαίνει ο Βασίλης Αλεβιζόπουλος.
Η δε διαμονή σε ξενοδοχείο δεν προσφέρθηκε από την πρώτη στιγμή, αλλά οι άνθρωποι παρέμειναν στο αεροδρόμιο για ώρες, και τελικά κανονίστηκε μόνο για όσους δεν δέχθηκαν να ταξιδέψουν με πούλμαν, και αυτό το πρωί του Σαββάτου. Αντίστοιχα δεν προσφέρθηκε στους επιβάτες ούτε ένα μπουκάλι νερό, σύμφωνα με καταγγελίες τους. Λύση δόθηκε τελικά από το υπουργείο Μεταφορών, που με δικά του έξοδα ναύλωσε αεροπλάνο της Aegean και μετέφερε τους εναπομείναντες επιβάτες στη Θεσσαλονίκη. «Δεν μπορεί να θυσιάζεται η στοιχειώδης ανθρώπινη συμπεριφορά και οι ανάγκες των πολιτών στον ανταγωνισμό και την κερδοσκοπία των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους και χαμηλής κοινωνικής ευθύνης», έκανε δήλωση σχετικά ο υπουργός Μεταφορών, Χρήστος Σπίρτζης.
Σημειώνεται ότι για το περιστατικό οι επιβάτες κατέθεσαν μήνυση εναντίον της εταιρείας, ενώ και η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας έχει απευθυνθεί στην αντίστοιχη της Ιρλανδίας, όπου έχει την έδρα της η εταιρεία, προκειμένου να διερευνηθεί το περιστατικό και να επιβληθούν κυρώσεις.
Χαμηλό κόστος και ποιότηταΤο προβληματικό περιστατικό ανέδειξε και ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, καταθέτοντας ερώτηση στην Κομισιόν σχετικά με την αυστηροποίηση των ευρωπαϊκών κανονισμών, ώστε να προστατεύονται οι επιβάτες από τις πρακτικές κερδοσκοπίας των αεροπορικών εταιρειών. «Τίθεται ζήτημα ισχυρότερων ευρωπαϊκών ρυθμίσεων, ώστε να μην αφήνονται περιθώρια στις αεροπορικές για τέτοια περιστατικά, γιατί στο βωμό του κέρδους, ιδίως οι εταιρείες χαμηλού κόστους, προκαλούν σοβαρά προβλήματα. Οι πολίτες πρέπει να είναι προτεραιότητά. Πρέπει να εξεταστεί η επιβολή οικονομικών κυρώσεων για όσες εταιρείες δεν συμμορφώνονται, και μάλιστα με πρόστιμα που θα είναι υψηλότερα από την εξοικονόμηση που προσπαθούν να επιτύχουν σε βάρος των επιβατών», σχολίασε στην «Εποχή» ο ευρωβουλευτής.
Η λογική της κερδοσκοπίας, βέβαια, διέπει γενικότερα τη λειτουργία των εταιρειών, και όχι μόνο, χαμηλού κόστους, επιτυγχάνοντάς το σε βάρος τελικά των ίδιων των επιβατών, όπως και των εργαζομένων τους. Από τη μία, εταιρείες σαν την Ryanair δίνουν τη δυνατότητα σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος για ταξίδια, που δεν θα μπορούσαν να κάνουν με άλλες τιμές. Οι χαμηλές τιμές, όμως, δεν σημαίνουν ότι οι εταιρείες περιορίζουν τα δισεκατομμύρια των κερδών τους, αλλά ότι ρίχνουν την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν.
Οι θέσεις των αεροπλάνων χαμηλού κόστους είναι πολύ άβολες και μικρές, κατά την πτήση δεν προσφέρεται δωρεάν ούτε νερό, ενώ ό,τι πωλείται είναι πανάκριβο, σύμφωνα με τους ταξιδιωτικούς οδηγούς. Ακόμα, οι πτήσεις συνήθως είναι σε μικρά αεροδρόμια εκτός πόλης και σε δύσκολες ώρες, όπως μετά τα μεσάνυχτα ή τα ξημερώματα, ενώ η χρέωση για βαλίτσα είναι πολύ υψηλή, οδηγώντας τους περισσότερους επιβάτες στην επιλογή της χειραποσκευής, που αν ξεπεράσει όμως τα όρια κιλών ή διαμέτρου, επίσης χρεώνεται πολύ ακριβά. Η δε Ryanair από το Νοέμβριο και μετά διέκοψε τη δυνατότητα δωρεάν χειραποσκευής, χρεώνοντας ακόμα και αυτή 10 ευρώ.
Η χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών που προσφέρει η χαμηλού κόστους Ryanair είναι και ο λόγος που για έκτη συνεχόμενη φορά ψηφίστηκε ως η χειρότερη αεροπορική εταιρεία στη βρετανική ιστοσελίδα «Which?». Συγκεκριμένα, το 70% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν θα επιλέξει ξανά την Ryanair για τα επόμενα ταξίδια του, τόσο εξαιτίας του κακού φαγητού και των άβολων θέσεων των αεροσκαφών της, όσο και για τη διαδικασία της επιβίβασης, αλλά και του όλου περιβάλλοντος μέσα στην καμπίνα κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Εργασιακή γαλέραΤη βασικότερη, όμως, πηγή εξοικονόμησης της Ryanair αποτελούν οι ίδιοι της οι εργαζόμενοι, με την εταιρεία να πρωταγωνιστεί αρκετές φορές σε αρνητικές ειδήσεις τόσο για τις συνθήκες εργασίας, όσο και για τους χαμηλούς μισθούς που παρέχει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το ρεπορτάζ της Guardian πριν λίγα χρόνια που αποκάλυψε ότι οι εργαζόμενοι στα πληρώματα της εταιρείας καλούνται να πληρώσουν οι ίδιοι την εκπαίδευσή τους, περίπου 2.000 λίρες, χωρίς να είναι καν σίγουρο ότι μετά θα προσληφθούν και θα παραμείνουν στην εταιρεία. Ακόμα, όμως, και στην περίπτωση που καταφέρουν να προσληφθούν, η εταιρεία δεν τους καταβάλει το μεροκάματό τους σε περίπτωση ασθενείας, ενώ καλούνται πάλι οι ίδιοι να πληρώσουν για τη στολή τους. Πέραν από την οικονομική εκμετάλλευση, προβληματικές είναι και οι εργασιακές συνθήκες, καθώς οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται συχνά σε καθεστώς stand by, δηλαδή να είναι διαθέσιμοι να κληθούν σε εργασία μέσα σε μία ώρα, ενώ πλείστες είναι και οι ανεπίσημες καταγγελίες για αυταρχική συμπεριφορά της εταιρείας απέναντί τους.
Το περασμένο καλοκαίρι, άλλωστε, η εταιρεία ήρθε και πάλι αντιμέτωπη με απεργίες πιλότων της σε διάφορες χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Γερμανία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Ολλανδία) λόγω των χαμηλών μισθών που παρέχει. Ενώ στην Ισπανία είχαν επανακηρύξει απεργία οι εργαζόμενοι της Ryanair για τις 10 και 13 του μηνός, καθώς η εταιρεία δεν συμμορφωνόταν με το εργατικό δίκαιο της χώρας. Τελικά η αεροπορική υποχώρησε την Πέμπτη μετά από τις πιέσεις των συνδικάτων, αλλά και την όλο και μεγαλύτερη αρνητική δημοσιότητα που λαμβάνει, και κατέληξε σε συμφωνία για τις αμοιβές και τις συνθήκες των εργαζομένων στην Ισπανία.
Οι συνέπειες των ιδιωτικοποιήσεων στα αεροδρόμιαΗ κερδοσκοπία, όμως, σε βάρος των πολιτών και τα προβλήματα που προκαλούνται εξαιτίας της στους επιβάτες δεν αφορά μόνο τις αεροπορικές εταιρείες, αλλά και τα ιδιωτικοποιημένα αεροδρόμια.
Για το περιστατικό της περασμένης εβδομάδας, η ιδιοκτήτρια εταιρεία «Fraport» του αεροδρομίου «Μακεδονία» έβγαλε ανακοίνωση που σημείωνε πως δεν είχε καμία ευθύνη, καθώς είχε καθαρίσει εγκαίρως τους διαδρόμους προσγείωσης, και η πτήση εξετράπη για λόγους χαμηλής νέφωσης μετά από απόφαση της αεροπορικής εταιρείας. Το κλείσιμο του αεροδρομίου λόγω καιρικών αντικειμενικών καιρικών συνθηκών είναι αρκετά συχνό, καθώς «υπάρχει πρόβλημα με τη γεωπολιτική του αεροδρομίου, που δεν επιτρέπει να έχει διαδικασία τυφλής προσγείωσης, όπως και τα περισσότερα αεροδρόμια της χώρας λόγω του φυσικού περιβάλλοντος», εξηγεί ο Βασίλης Αλεβιζόπουλος. Παρόλα αυτά, όπως συμπληρώνει, το κλείσιμο του αεροδρομίου είναι πιο συχνό μετά την ιδιωτικοποίησή του, και οφείλεται και στο γεγονός ότι όποιες αλλαγές έκανε η Fraport, είναι εμπορικού χαρακτήρα και δεν αφορούν τη βελτίωση των υποδομών, καταρρίπτοντας τα επιχειρήματα των υπερασπιστών των ιδιωτικοποιήσεων ότι μέσω αυτών βελτιώνεται η λειτουργία προς όφελος των πολιτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πρόβλημα που αντιμετώπισε το αεροδρόμιο «Μακεδονία» τον Ιούλιο, όπου έμεινε για λίγο διάστημα χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, λόγω βλάβης σε υποσταθμό μέσης τάσης. Μπορεί η φωτοσήμανση για την προσγείωση και την απογείωση των αεροσκαφών να λειτουργούσε, όμως δεν υπήρχε κατάλληλος φωτισμός στις αίθουσες αναμονής και κλιματισμός, με αποτέλεσμα την ταλαιπωρία των επιβατών.
«Οι βελτιώσεις που έγιναν στο “Μακεδονία” από τη Fraport ήταν μόνο εμπορικού χαρακτήρα στο εσωτερικό του αεροδρομίου, ώστε να επινοικιαστούν χώροι σε διάφορους χρήστες για καταστήματα και να βγάλει η εταιρεία εύκολα χρήματα. Τα μεγάλα έργα που υποτίθεται ότι θα έκανε, όπως ο αεροδιάδρομος, έχουν μπει σε δευτερεύουσα μοίρα, δεν είναι στην προτεραιότητά της», σημειώνει ο Αντώνης Σκαμνάκης, καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και μέλος της «Πρωτοβουλίας κατά της Ιδιωτικοποίησης των Περιφερειακών Αεροδρομίων». Ακόμα και η επέκταση που είχε συμφωνηθεί να γίνει, δεν υλοποιείται όπως προέβλεπε το masterplan, σύμφωνα με τον Βασίλη Αλεβιζόπουλο, αλλά «ενώ αφορούσε έργο ύψους 360 εκατ. με χώρο που είχε ήδη απαλλοτριωθεί για τις φυσούνες, τα τσάρτερ κτλ, τελικά θα είναι μια επέκταση-τσόντα δίπλα στον πύργο, ύψους μόλις 80 εκατ. ευρώ, που προσπαθούν να ολοκληρωθεί γρήγορα προκειμένου να ανεβάσουν τα τέλη κατά 5 ευρώ».
Μάλιστα, δεν θα πρόκειται για την πρώτη αύξηση των τελών μετά την ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου, καθώς «έχουν γίνει αρκετές αυξήσεις των τελών προσγείωσης και διανυκτέρευσης των αεροπλάνων, που σημαίνει ότι το κόστος πάλι μεταφέρεται στους πολίτες μέσω αύξησης της τιμής των εισιτηρίων, ή τους προκαλεί έμμεσο πρόβλημα, οδηγώντας εταιρείες που έχουν πτήσεις χαμηλού κόστους να αποφεύγουν το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης», σημειώνει ο Αντώνης Σκαμνάκης.
«Ουσιαστικά μετά την ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου δεν έχει αλλάξει κάτι, πέρα από τους χώρους του κυλικείου. Δεν ήταν χάλια πριν και μετά την ιδιωτικοποίηση έγινε τέλειο, ούτε το αντίθετο. Το κύριο ζήτημα όμως είναι τι στοιχίζει στο κοινωνικό σύνολο αυτή η παραχώρηση. Πρέπει να δούμε πόσα κερδίζει ο ιδιώτης και πόσα χάνει το ελληνικό κράτος από αυτή την ιστορία», θέτει την πηγή του προβλήματος η Ρία Καλφακάκου, επικεφαλής της Ανοιχτής Πόλης Θεσσαλονίκης.
Αποικιακή σύμβαση«Η Fraport δεν είναι μια εταιρεία επενδυτής, αλλά κερδοσκόπος», υπενθυμίζει ο Αντώνης Σκαμνάκης. «Πρόκειται για μια εταιρεία που είχε οικονομικά προβλήματα και που η γερμανική κυβέρνηση διέσωσε εις βάρος του ελληνικού λαού, εκβιάζοντας μέσω του μνημονίου την κυβέρνηση το 2015 να προχωρήσει στην παραχώρηση 14 περιφερειακών, κερδοφόρων, αεροδρομίων που είχαν ξεκινήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, για το ευτελές αντίτιμο του 1,2 δισ. ευρώ και για τα 14. Την καταβολή αυτού του ποσού την έκανε μετά από δάνειο που πήρε από τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες είχαν ανακεφαλαιοποιηθεί από χρήματα και πάλι του ελληνικού λαού. Στην ουσία πληρώσαμε την εταιρεία για να πάρει τα κερδοφόρα αεροδρόμια, ενώ τα υπόλοιπα που ήταν ζημιογόνα, αλλά πρέπει να υπάρχουν γιατί εξυπηρετούν ακριτικές περιοχές και νησιά, έμειναν να τα πληρώνουμε, χωρίς να έχουμε και τα έσοδα των άλλων».
Η κερδοσκοπία, όμως, της Fraport σε βάρος του ελληνικού δημοσίου συνεχίζεται, όπως επισημαίνεται από τον καθηγητή, καθώς «τώρα ζητά αποζημίωση ύψους 70 εκατ. γιατί ισχυρίζεται ότι τα αεροδρόμια τα έλαβε σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι ήταν όταν έγινε η συμφωνία».
Αυτό που έπρεπε να γίνει, σύμφωνα με τον Αντώνη Σκαμνάκη, ήταν τα αεροδρόμια να παραμείνουν στο δημόσιο, να διαχειρίζονται από ενιαίο φορέα όπου θα πηγαίνουν τα κέρδη, καλύπτοντας έτσι τις ζημιές των υπόλοιπων, που παρότι ζημιογόνα, είναι απαραίτητα κοινωνικά, και ότι έμενε να επαναεπενδύεται για την καλύτερη λειτουργία των αεροδρομίων. «Τα κέρδη τώρα δεν πάνε σε επένδυση στο αεροδρόμιο, αλλά στην τσέπη της Fraport. Πρόκειται για μια αποικιακή σύμβαση και, ασχέτως από τις υπογραφές, το Δημόσιο πρέπει να κινήσει διαδικασία ακύρωσής της, στοιχειοθετώντας ένα νομικό κείμενο για την άδικη εξαγορά και την κακή λειτουργία των αεροδρομίων».
Μέχρι τότε, προκειμένου να προστατευθούν οι πολίτες από τα συχνά προβλήματα που παρουσιάζονται στη λειτουργία των αεροδρομίων, η Ρία Καλφακάκου σημειώνει πως «το κράτος θα πρέπει να αξιοποιήσει κάθε δυνατότητα που έχει, ώστε να ασκεί έλεγχο και να επεμβαίνει σε περιπτώσεις συχνών καθυστερήσεων πτήσεων και κλεισίματος των αεροδρομίων και άλλων περιστατικών που συνεπάγονται την ταλαιπωρία των επιβατών».
Τζέλα Αλιπράντη