Του Γιάννη-Ορέστη
ΠαπαδημητρίουΗ απόφαση για εκκένωση της πρυτανείας του ΕΚΠΑ τα ξημερώματα της Παρασκευής, όσο και αν μοιάζει με φυσική απόληξη του δόγματος της «μηδενικής ανοχής» που επικράτησε στα χρόνια της κρίσης, έχει σίγουρα τις δικές της ιδιαιτερότητες. Ελάχιστες αστυνομικές επιχειρήσεις έχουν προαναγγελθεί δύο ημέρες πριν στα ΜΜΕ δια στόματος του αρμόδιου υπουργού - του Γ. Πανούση εν προκειμένω, ο οποίος δεν φείδεται ιδιαιτέρως πλέον σε εμπρηστικές δηλώσεις. Απ’ όταν ισχυρίστηκε σε συνέντευξή του στη Real ότι οι αντιεξουσιαστές θέλουν νεκρό αστυνομικό ή πολίτη, άλλωστε, ξεκίνησε η οργανωμένη εκστρατεία δαιμονοποίησης των καταληψιών που – ως γνωστόν – αποτελεί προϋπόθεση για οποιαδήποτε τηλεοπτική επιχείρηση καταστολής.
Επικοινωνιακή εκστρατείαΑπ’ τη Δευτέρα του Πάσχα, η συζήτηση γύρω απ’ την πρυτανεία, μετατράπηκε σε καμπάνια και οι ισχυρισμοί των πρυτανικών αρχών περί εμπορίου ναρκωτικών εντός της κατάληψης, έγιναν δεκτές με ιδιαίτερη θέρμη απ’ τα κανάλια και τις εφημερίδες. Οι «αγανακτισμένοι φοιτητές» της ΔΑΠ Νομικής άρχισαν την τηλεοπτική τους καριέρα ταξιδεύοντας απ’ την εκπομπή της Άννας Μπουσδούκου στης Όλγας Τρέμη. Το βίντεο που κυκλοφόρησαν οι καταληψίες, για να δείξουν ότι δεν έχουν γίνει ζημιές στην πρυτανεία, θεωρήθηκε στάχτη στα μάτια, καθώς απεικόνιζε μόνο έναν χώρο της πρυτανείας, παρότι τελικά δικαιώθηκε απ’ τα δημοσιεύματα που ακολούθησαν την εκκένωση, σύμφωνα με τα οποία δεν εντοπίστηκαν ζημιές στην πρυτανεία (παρότι αυτό δεν εμπόδισε τις αρχές να φορτώσουν στους καταληψίες την κατηγορία της «φθοράς δημόσιας περιουσίας»). Η αντιπολίτευση και οι κύκλοι των δημοσιολογούντων της, δεν έπαψαν να συσχετίζουν την απουσία επέμβασης στα Προπύλαια με το νομοσχέδιο για τις φυλακές, με μόνιμη επωδό την προώθηση της ανομίας από μέρους της κυβέρνησης.
Οι επιχειρησιακές βάσεις για την εκκένωση κινήθηκαν παράλληλα μ’ αυτή την επικοινωνιακή εκστρατεία. Η περικύκλωση της κατάληψης και οι αθρόες προσαγωγές έστειλαν ένα σαφές μήνυμα σχετικά με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Η απόφαση ενδέχεται να αποσκοπούσε σε μία αποσυμπίεση της κατάστασης, ως προειδοποιητική κίνηση για τους καταληψίες και μερική ικανοποίηση των απαιτήσεων για καταστολή. Τα αποτελέσματά της, ωστόσο, ήταν διαφορετικά: οι προσαγωγές των δύο αλγερινών τουριστών επέτρεψαν στον ξενοφοβικό τύπο να προσθέσει και την υπόθαλψη «λαθρομεταναστών» στο κατηγορητήριο· ο «πολωνός έμπορος ναρκωτικών» ήταν κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της ανακοίνωσης των πρυτανικών αρχών· ένας απ’ τους συλληφθέντες της Δευτέρας έβγαλε ανακοίνωση για τις βίαιες συνθήκες προσαγωγής του, πράγμα που σε συνδυασμό με την αστυνομική παρουσία δυναμίτισε το κλίμα απ’ την πλευρά καταληψιών και αλληλέγγυων.
Πες-πες, κάτι θα μείνειΑποτιμώντας τις τελευταίες εβδομάδες, εμφανίζονται εκλεκτικές συγγένειες σε αντιτιθέμενα στρατόπεδα. Ο Γιάννης Πανούσης, μέσα απ’ τις δημόσιες παρεμβάσεις του (απ’ το κείμενο στα ΝΕΑ, μέχρι τις πολλαπλές δηλώσεις υπέρ της σκληρής αστυνόμευσης), αλλά και την τελική του απόφαση, συστρατεύτηκε με τις πολιτικές σκοπιμότητες της αντιπολίτευσης και αυτούς που καταγγέλλουν την «απραξία» του, υπονομεύοντας την αξιοπιστία της κυβέρνησης στην οποία συμμετέχει. Ο Νίκος Παρασκευόπουλος, παρότι σε πλήθος κειμένων των αλληλέγγυων στους απεργούς πείνας παρουσιάζεται από «εχθρός» μέχρι «εξολοθρευτής» τους, τους συναντάει στο ίδιο σύνολο, καθώς βάλλονται απ’ τα ίδια πρόσωπα, με τις ίδιες κατηγορίες. Στο φόντο αυτής της σύγκρουσης, το νομοσχέδιο για τις φυλακές έχει διογκώσει το πολιτικό του κόστος και προκαλεί τριγμούς ακόμα και στο εσωτερικό της κυβέρνησης.
Αναπόφευκτα παρατηρεί κανείς πως την τελευταία περίοδο, το «πες-πες, κάτι θα μείνει» έχει γίνει κινητήρας της δημόσιας συζήτησης. Συχνά αποδίδεται ως «επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ», αλλά μια τέτοια ανάγνωση δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης. Όσο κι αν η αφετηρία βρίσκεται στην αντιπολίτευση και οι απολήξεις στην κυβέρνηση, τα μεσαία στάδια κυκλοφορίας αυτών των κατηγοριών καταλήγουν να εμπλέκουν ολόκληρες ομάδες ανθρώπων. Το «Δεν Πληρώνω» παρουσιάζεται λίγο-πολύ ως παραβατική ομάδα απ’ τα μέσα, όταν 29 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εισηγούνται τροπολογία που προβλέπει την άρση των κυρώσεων για όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του ΚΟΚ σχετικά με τα διόδια (Καθημερινή, 15/4). Οι κάτοικοι των Σκουριών αντιπαραβάλλονται ως μπαχαλάκηδες στους ευπρεπείς μεταλλωρύχους, με βουλευτές της ΝΔ όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Νικήτας Κακλαμάνης να αναγορεύονται ξαφνικά σε υπερασπιστές εργατών. Το σύνολο των φυλακισμένων και των μεταναστών παρουσιάζεται συστηματικά ως άνθρωποι β’ διαλογής, οι οποίοι δεν χαίρουν καμίας δικαιωματικής εύνοιας.
Ατεκμηρίωτες επιθέσειςΤα δε κυβερνητικά πρόσωπα που υφίστανται τις ατεκμηρίωτες επιθέσεις, είναι κάθε φορά προσεκτικά επιλεγμένα. Απ’ τον Γιώργο Κατρούγκαλο εν όψει της επαναπρόσληψης των απολυμένων δημοσίων υπαλλήλων, μέχρι την Τασία Χριστοδουλοπούλου όταν προωθεί την πιο προοδευτική πολιτική στο ζήτημα της μετανάστευσης στην Ευρώπη. Η αμυντική αντίδραση πολλών που αντιλαμβάνονται αυτή τη δραστηριότητα ως συνολική επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ είναι να διαχωρίσουν τη θέση τους. Ενδίδοντας, ωστόσο, σ’ αυτή τη συκοφαντική πρακτική, που στοχοποιεί οποιονδήποτε απ’ τις κυβερνητικές θέσεις μέχρι τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα επιχειρεί να προωθήσει πολιτικές που αντιστρατεύονται τον ανεξέλεγκτο νεοφιλελευθερισμό και το προϋπάρχον δόγμα «Νόμος και Τάξη», δικαιώνονται και πριμοδοτούνται οι βλέψεις του αυταρχικού μπλοκ, συχνά με οδυνηρές επιπτώσεις για μεγάλες κοινωνικές ομάδες. Κι αυτό είναι κάτι που οφείλουν να το έχουν στο μυαλό τους οι διάφοροι δημοσιολογούντες, όσες αφορμές κι αν προσφέρουν οι εκάστοτε κατηγορούμενοι.