Με ελλείψεις στο σχεδιασμό για την ένταξή τους, ζητείται από τους έχοντες άσυλο να αποχωρήσουν από τις δομέςΣτα τέλη Μαΐου αναμένεται να εφαρμοστεί η δεύτερη αποχώρηση αναγνωρισμένων προσφύγων από τους καταυλισμούς και τα διαμερίσματα του προγράμματος «Εστία», μετά από απόφαση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
«Αυτό που γίνεται, αφορά μέρος των ήδη αναγνωρισμένων προσφύγων, που θα πρέπει να αποχωρήσει από τα διαμερίσματα και τις δομές, όπου κατοικεί πολύ μεγάλο διάστημα, προκειμένου να υπάρξει χώρος για να στεγαστούν αιτούντες άσυλο που θα έρθουν από τα νησιά. Το πρόγραμμα στέγασης, δηλαδή, σε καμία περίπτωση δεν σταματάει, αλλά από την αρχή σχεδιάστηκε για αιτούντες άσυλο. Άρα, οι έχοντες άσυλο θα πρέπει να περάσουν στην επόμενη φάση, δηλαδή στην ένταξη, δεν μπορούν να είναι στο περιθώριο της κοινωνίας», εξηγεί στην «Εποχή» το σκεπτικό της απόφασης το γραφείο Τύπου του υπουργείου. Το ερώτημα, όμως, που γεννάται, είναι κατά πόσο έχουν σχεδιαστεί και εφαρμοστεί κατάλληλα τα παρακάτω βήματα, ώστε να μιλάμε όντως για ένταξη των αναγνωρισμένων προσφύγων, και όχι για άφεση στην τύχη τους.
Ποιοι εξαιρούνται από τις εξώσειςΟι πρώτες αποχωρήσεις αναγνωρισμένων προσφύγων ολοκληρώθηκαν στις 31 Μαρτίου και αφορούσαν συνολικά 200 περίπου άτομα (140 από διαμερίσματα και 60 από τους καταυλισμούς), που είχαν λάβει το άσυλο μέχρι και τις 31 Ιουλίου του 2017, αλλά παρέμεναν στις δομές στέγασης, μετά από εξάμηνες παρατάσεις που έδινε το υπουργείο. Η δεύτερη ομάδα προς αποχώρηση αναμένεται να είναι περισσότερα άτομα και θα αφορά όσους πρόσφυγες έλαβαν το άσυλο μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου του 2017.
Και στις δύο περιπτώσεις, εξαιρούνται οι πρόσφυγες και οι οικογένειες προσφύγων που έχουν μέλη με κάποια ανίατη ασθένεια ή αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, που εκτιμάται ότι θα επιδεινωνόταν η κατάστασή τους από τυχόν μετακίνησή τους. Επίσης, εξαιρούνται οι έγκυες γυναίκες και οι οικογένειες με νεογέννητα μέλη, όπως και όσες έχουν παιδιά που μετέχουν στο σχολικό πρόγραμμα ένταξης, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια της φοίτησής τους. Παρόλα αυτά, οι άνθρωποι που παρουσιάζουν προβλήματα υγείας πρόκειται να περάσουν επαναξιολόγηση σε έξι μήνες, με ανοιχτό τότε το ενδεχόμενο και πάλι της αποχώρησής τους. Αντίστοιχα, οι οικογένειες με παιδιά που είναι μαθητές, και ανήκουν στις ομάδες που πήραν άσυλο το 2017, θα αποχωρήσουν τον Ιούνιο, που θα έχει ολοκληρωθεί η σχολική χρονιά, όπως θα συμβεί μετά από κάποιους μήνες και για τις οικογένειες που τα παιδιά πλέον δεν θα θεωρούνται νεογέννητα.
Στόχος η ένταξη, αλλά με τι προγραμματισμό;Ο σχεδιασμός του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής είναι να συνεχίσουν σιγά-σιγά οι αποχωρήσεις των αναγνωρισμένων προσφύγων από τα διαμερίσματα και τους καταυλισμούς, προκειμένου κάποια στιγμή να φθάσουν τα προγράμματα να εξυπηρετούν όντως μόνο αιτούντες άσυλο, με δυνατότητα παράτασης της διαμονής τους για έξι μήνες αφού θα έχουν λάβει το άσυλο και άλλους έξι μήνες μετά στις 5.000 θέσεις σε διαμερίσματα ειδικά για αναγνωρισμένους πρόσφυγες. Το πρόγραμμα αναμένεται να υλοποιηθεί το επόμενο διάστημα, αλλά δεν θα μπορούν να μετέχουν σε αυτό όσοι ανήκουν στις κατηγορίες αποχωρησάντων τώρα και πιθανά κι αυτές που θα ακολουθήσουν στο πιο άμεσο μέλλον, αν καθυστερήσει η δημιουργία των θέσεων. Αυτό σημαίνει ότι αρκετοί άνθρωποι θα έρθουν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της αστεγίας.
Σημειώνεται ότι αυτή τη στιγμή από τους 23.000 φιλοξενούμενους πρόσφυγες στα διαμερίσματα του προγράμματος «Εστία», οι 7.000 έχουν λάβει άσυλο, ενώ το 2018 αναγνωρίστηκαν συνολικά στην Ελλάδα 15.000 πρόσφυγες και 3.000 από τις αρχές του έτους μέχρι και τον Φεβρουάριο.
Μπροστά στην αστεγία«Η έξοδος συμβαίνει γιατί το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί για τη στέγαση αιτούντων άσυλο, για την οποία οι ανάγκες είναι πολύ αυξημένες, καθώς συνεχίζουν οι αφίξεις δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνεται εις βάρος κάποιων άλλων ανθρώπων. Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες θα πρέπει να οδηγηθούν στην αυτονόμηση και να μην υποστηρίζονται για πάντα από προγράμματα ανθρωπιστικής βοήθειας, αυτό δεν θα ήταν ούτε βιώσιμο, ούτε θετικό για την ένταξή τους. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες έχουν κάποιες ανάγκες και χρήζουν βοήθειας, προκειμένου να επιτευχθεί όντως η αυτονόμηση και η ένταξή τους», τονίζει η Στέλλα Νάνου, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, που υλοποιεί το πρόγραμμα «Εστία».
Το πρώτο κενό που εντοπίζεται ήδη στο σχεδιασμό των αποχωρήσεων από τους καταυλισμούς και τα διαμερίσματα αφορά στην έγκαιρη πληροφόρηση. «Όλοι γνωρίζαμε ότι οι πρόσφυγες που έχουν λάβει εδώ και πολύ καιρό το άσυλο, θα έπρεπε κάποια στιγμή να αποχωρήσουν και ότι οι παρατάσεις αργά ή γρήγορα θα λάμβαναν τέλος. Ωστόσο, όταν τελικά λήφθηκε η απόφαση για εφαρμογή των αποχωρήσεων, το χρονικό διάστημα που δόθηκε για προετοιμασία, ενημέρωση των ανθρώπων και εντοπισμό των περιπτώσεων που εξαιρούνται, ήταν μικρό», επισημαίνει η Δομίνικα Σπυράτου, υπεύθυνη συνηγορίας του SolidaityNow, που μετέχει του προγράμματος «Εστία».
Δεύτερον, οι αποχωρήσαντες αναγνωρισμένοι πρόσφυγες θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τη χρηματική βοήθεια που δικαιούνταν ως αιτούντες άσυλο για άλλους τρεις μήνες. Το ποσό, που θα καταβάλλεται για όλους τους μήνες μαζί μετά την έξοδό τους από τις δομές στέγασης, ξεκινά από 150 ευρώ το μήνα για ένα μόνο ενήλικα πρόσφυγα, φθάνοντας το ανώτατο μέχρι τα 550 ευρώ το μήνα για οικογένεια με 7 μέλη και άνω (δύο ενήλικες δικαιούνται 280 ευρώ το μήνα, τριμελής οικογένεια 340 ευρώ, τετραμελής 400 ευρώ, πενταμελής 450 ευρώ και εξαμελής 500). Τα χρήματα αυτά είναι εμφανές ότι δεν αρκούν σε καμία περίπτωση για την επιβίωση των αναγνωρισμένων προσφύγων, πόσο μάλλον για να μπορούν να πληρώσουν και ενοίκιο για τη στέγασή τους.
Κάποιοι που αποχώρησαν από τα διαμερίσματα που διαχειρίζεται το SolidarityNow, σύμφωνα με τη Δομίνικα Σπυράτου, είχαν εργασία ή πήγαν να μείνουν σε συγγενείς τους. Πολλές περιπτώσεις, όμως, των μελλοντικών αποχωρησάντων (ή και των τωρινών) δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, καταδεικνύοντας την ανάγκη να υπάρξει σοβαρή κρατική μέριμνα για την εξεύρεση εργασίας τους, προκειμένου να μη γίνουμε μάρτυρες ενός γενικευμένου φαινομένου αστεγίας των αναγνωρισμένων προσφύγων.
Χωρίς μέριμνα για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες
Το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, σύμφωνα με το γραφείο Τύπου, έχει σχεδιάσει κάποια συγκεκριμένα προγράμματα για αυτή τη μέριμνα. «Η ένταξη συνίσταται στα εξής προγράμματα, αυτό της ελληνομάθειας για τους ενήλικες, και αυτό της ανάδειξης και απόκτησης επαγγελματικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων, όπως είναι 2 προγράμματα σε συνεργασία με το υπουργείο Εργασίας, στον τομέα του τουρισμού και της αγροτικής οικονομίας, της γεωργίας. Αν κάποιος έχει ήδη κάποια άλλη ειδικότητα, μπορεί να απορροφηθεί μέσω προγραμμάτων του ΟΑΕΔ σε αντίστοιχες θέσεις εργασίας. Αν δεν βρουν εργασία, υπάρχει επίσης το δίχτυ κοινωνικής προστασίας, όπως είναι το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης. Όσα δικαιώματα έχουν έλληνες εργαζόμενοι και άνεργοι, αντίστοιχα έχουν και οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο».
Παρόλα αυτά, η πραγματικότητα που βιώνουν οι πρόσφυγες και αυτοί που είναι χρόνια πολίτες στην Ελλάδα δεν ίδια, ούτε έχουν τις ίδιες ευκαιρίες. Όπως επισημαίνει η Στέλλα Νάνου, «μέχρι τώρα όλη προσοχή είχε δοθεί στην υποδοχή των αιτούντων άσυλο, που είναι λογικό καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά προβλήματα εκεί. Πρέπει, όμως, να δούμε με σχέδιο, σοβαρότητα και προγραμματισμό τι θα κάνουμε για τη στήριξη και ένταξη των αναγνωρισμένων προσφύγων, για να χτίσουν τη ζωή τους από την αρχή εδώ. Οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες εξακολουθούν να μην είναι εύκολες. Δεν είναι εύκολες για το μέσο Έλληνα, πόσο μάλλον για έναν άνθρωπο που έφτασε πρόσφατα στη χώρα, δεν γνωρίζει τη γλώσσα, δεν γνωρίζει τις κρατικές διαδικασίες και ενδεχομένως να μην και έχει το υποστηρικτικό πλαίσιο που έχει κάποιος Έλληνας. Γι’ αυτό χρειάζεται μία περαιτέρω υποστήριξη, ώστε είτε να έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας είτε σε προγράμματα που θα τους βοηθήσουν να οδηγηθούν στην αυτονόμηση».
Η Ύπατη Αρμοστεία, όπως και οι άλλοι κοινωνικοί φορείς, καλωσορίζουν αυτά τα προγράμματα που έχουν εξαγγελθεί από το υπουργείο, τονίζεται όμως πως θα πρέπει να προχωρήσει πιο άμεσα η υλοποίησή τους, καθώς αναμένεται να ξεκινήσουν από τον Ιούνιο και μετά. Ενώ, όπως σημειώνεται από τη Δομίνικα Σπυράτου, το πρόγραμμα ελληνομάθειας για τους ενήλικες πρόσφυγες έχει ανακοινωθεί και δεν έχει υλοποιηθεί εδώ και ενάμιση χρόνο.
Έπειτα, εμπόδια παρατηρούνται, σύμφωνα με την ίδια, και στην πρόσβαση των προσφύγων στο κοινωνικό δίχτυ προστασίας, καθώς, για παράδειγμα, δεν δικαιούνται το επίδομα ενοικίου, όπως οι υπόλοιποι πολίτες, αφού υπάρχει η προϋπόθεση διαμονής στη χώρα τουλάχιστον για 5 έτη.
Ενώ, όσον αφορά την πρόσβαση στο Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, υπάρχει ο όρος να έχουν μόνιμο τόπο κατοικίας επί έξι μήνες, γεγονός που σημαίνει πως οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες που αποχωρούν από τις δομές στέγασης, θα απομείνουν τουλάχιστον τρεις μήνες χωρίς κάποια χρηματική βοήθεια. Και αυτό στην περίπτωση που θα έχουν καταφέρει να βρουν κάποιον να τους φιλοξενήσει.
Προβλήματα παρατηρούνται επίσης και στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες, καθώς, σύμφωνα με τις συνομιλήτριές μας, κάποιες τράπεζες δεν δείχνουν καμία ελαστικότητα, ζητώντας χαρτί πρόσληψης για το άνοιγμα λογαριασμού, που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει. Ενώ, αντίστοιχα, ζητείται από τους πρόσφυγες η ύπαρξη τραπεζικού λογαριασμού για την πρόσληψή τους, όπως επίσης θα είναι απαραίτητος για την καταβολή του ΚΕΑ στις περιπτώσεις ανεργίας.
Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος περιθωριοποίησης«Θα πρέπει άμεσα να υλοποιηθούν τα προγράμματα γλωσσομάθειας και επαγγελματικής αποκατάστασης, που κανονικά θα έπρεπε να ξεκινούν να μετέχουν σε αυτά οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες προτού αποχωρήσουν από τα κέντρα φιλοξενίας και τα διαμερίσματα, προκειμένου να είναι πιο ομαλή η μετάβασή τους. Όπως και να αρθούν τα εμπόδια για την πρόσβασή τους στις κοινωνικές παροχές του κράτους. Πέραν αυτών, όμως, προκειμένου να μπορέσουν οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες να βρουν στέγαση μόνοι τους, θα πρέπει να μπουν κανόνες στο Airbnb, καθώς προκαλεί σημαντική έλλειψη διαμερισμάτων, αλλά και άνοδο των ενοικίων, όπως βέβαια και να υπάρξει μια πολιτική για την κοινωνική κατοικία. Αυτά όλα απαιτούν τη συνεργασία όλων των υπουργείων, των δήμων, αλλά και των ΜΚΟ, ώστε να επιτευχθεί όντως η ένταξη των προσφύγων», περιγράφει η Δομίνικα Σπυράτου τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος κοινωνικής περιθωριοποίησης των προσφύγων.
Σε αντίθετη περίπτωση, όπως σημειώνει, «υπάρχει ο κίνδυνος αστεγίας μελλοντικά για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες. Όλοι μας, οι ΜΚΟ, η Ύπατη Αρμοστεία και το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής προσπαθούμε να μην γίνει αυτό. Αυτό είναι το μεγάλο μας στοίχημα, όσοι φεύγουν να μπορούν να πιαστούν από κάπου για να χτίσουν τη ζωή τους εδώ και να ζήσουν με αξιοπρέπεια».
Εξώσεις και από τις καταλήψεις στέγασης προσφύγωνΤην ίδια ώρα που αναγνωρισμένοι πρόσφυγες οδηγούνται σε αποχώρηση από τις δομές όπου διέμεναν και αναζητούν στέγη και αιτούντες άσυλο στα νησιά βρίσκονται σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης, λόγω υπερπληθυσμού των κέντρων, με τις άδειες θέσεις στις δομές της ενδοχώρας να είναι ελάχιστες, η αστυνομία προχώρησε το πρωί της Πέμπτης σε εκκένωση κατάληψης άδειου κτιρίου στα Εξάρχεια, που λειτουργούσε για τη στέγαση προσφύγων.
Οι πρόσφυγες αρχικά προσήχθησαν στο τμήμα Αλλοδαπών, αλλά τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι, αφού είχαν τα απαραίτητα χαρτιά και είχαν καταθέσει αίτημα ασύλου. Παρόλ’ αυτά, όμως, δεν λήφθηκε καμία μέριμνα για μεταφορά τους σε κάποια τυπική δομή φιλοξενίας, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να έχουν μείνει άστεγοι. Οι ίδιοι κατασκήνωσαν την επόμενη μέρα στην πλατεία Συντάγματος ζητώντας «ένα ασφαλές μέρος να μείνουμε». Δημοσιεύματα αναφέρουν ότι η πολιτεία πρόκειται να προχωρήσει σε αναγκαστική αποχώρηση των προσφύγων και από την πλατεία Συντάγματος, εγείροντας ανησυχία για το τι θα σημαίνει αυτό. Η πιθανή μεταφορά τους σε κέντρα κράτησης σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί «ασφαλές μέρος διαβίωσης», όπως έχει ηθική και νομική υποχρέωση να τους προσφέρει το ελληνικό κράτος. Αν η πολιτεία επιθυμεί να ακολουθεί τόσο απαρέγκλιτα το γράμμα του νόμου εκκενώνοντας τις καταλήψεις, καλό θα ήταν να ακολουθήσει την ίδια λογική και σε ό,τι αφορά το δικαίωμα των προσφύγων για αξιοπρεπή διαβίωση, έχοντας σχεδιάσει και υλοποιήσει πρότερα τα προγράμματα στέγασης και ένταξής τους.
Νέο Κέντρο Υποδοχής και Καταγραφής προσφύγων στη ΣάμοΜεταφορά από τη Σάμο προς την ενδοχώρα περίπου 500 ευάλωτων αιτούντων άσυλο πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, με στόχο τη μείωση του υπερπληθυσμού του Κέντρου Υποδοχής και Καταγραφής (ΚΥΤ) προσφύγων στο Βαθύ, που εξαιτίας αυτού επικρατούν εξαιρετικά άσχημες συνθήκες διαβίωσης.
Οι μεταφορές, σύμφωνα με το γραφείο Τύπου του υπουργείου, πρόκειται να συνεχιστούν το επόμενο διάστημα, ώστε μέχρι τα τέλη Μαΐου να έχει μειωθεί αισθητά ο πληθυσμός του κέντρου. Προς το παρόν, μέχρι και την περασμένη Πέμπτη, στο ΚΥΤ της Σάμου βρίσκονται 3223 άτομα (χωρητικότητα 628), καταδεικνύοντας πως ακόμα απομένει πολύς δρόμος προς την αποσυμφόρηση.
Παράλληλα, το υπουργείο εξήγγειλε, και ήδη υλοποιήθηκε για κάποιους, και τη μεταφορά νέων αφίξεων στο νησί, είτε σε μικρότερα νησιά των Δωδεκανήσων, προς το ΚΥΤ στην Κω, που ο πληθυσμός του, αυτή τη στιγμή, βρίσκεται κάτω από τη χωρητικότητα του κέντρου.
«Το σημαντικότερο βήμα είναι η δημιουργία του νέου κέντρου στη Σάμο», σημειώνει το γραφείο Τύπου, συμπληρώνοντας πως «παρατηρείται μεγάλη πρόοδος στις εργασίες. Έχει νοικιαστεί μια έκταση στην περιοχή του Ζερβού, που είναι κατάλληλη για την κατασκευή του κέντρου, σε αντίθεση με το Βαθύ που το έδαφος ήταν επικλινές και η έκταση μικρή. Το νέο κέντρο θα είναι το πιο σύγχρονο, θα πληροί όλες τις διεθνείς προδιαγραφές και θα έχει χωρητικότητα 1.200 θέσεων. Έχει ήδη υπογραφεί η σύμβαση και προχωρούν οι μελέτες. Στο τέλος του καλοκαιριού πιστεύουμε πως θα είναι έτοιμο και άρα θα μεταφερθούν εκεί όλοι οι αιτούντες από το Βαθύ, αφού βέβαια θα έχει γίνει η αποσυμφόρηση, ώστε να ο πληθυσμός να είναι κάτω των 1.200 ατόμων».
«Το νέο κέντρο φαίνεται ότι θα είναι κατάλληλο και αξιοπρεπές, αφού το υπουργείο δεσμεύτηκε ότι θα φιλοξενεί λιγότερα άτομα από την χωρητικότητά του. Αυτό είναι πρώτον πολύ θετικό για τους ίδιους τους πρόσφυγες, που θα διαβιούν σε καλές συνθήκες, όχι όπως τώρα, και δεύτερον για τους εργαζόμενους του ΚΥΤ, αλλά και του νοσοκομείου της Σάμου, που θα μπορούν πια να ανταποκριθούν στον αριθμό των προσφύγων», σημειώνει η Αναστασία Θεοδωρίδου, μέλος της Κίνησης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα – Αλληλεγγύη στους Πρόσφυγες και προϊσταμένη της κοινωνικής υπηρεσίας του νοσοκομείου της Σάμου.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με την ίδια, μέρος της τοπικής κοινωνίας δεν έχει καλωσορίσει το νέο, καθώς «λόγω προεκλογικής περιόδου υπάρχουν αυτοδιοικητικά σχήματα που υποστηρίζουν να μην υπάρξει κανένα ΚΥΤ στο νησί. Αυτό βέβαια είναι αδύνατον και το γνωρίζουν και οι ίδιοι. Το λένε για ψηφοθηρικούς λόγους, επενδύοντας στη δυσαρέσκεια κάποιου κόσμου, και επειδή βέβαια κάποια σχήματα έχουν και στις δυνάμεις τους πραγματικά ακροδεξιά στοιχεία. Το φοβερό είναι ότι το ίδιο λέγεται και από το ΚΚΕ, και δεν το τιμά καθόλου να συντάσσεται και να διαδηλώνει μαζί με τους ακροδεξιούς».
Τζέλα Αλιπράντη