Μια περιπλάνηση στις ελληνικές φυλακές
(εκδόσεις Εύμαρος)

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Η πρώτη συγγραφική προσπάθεια του δικού μας Πάνου Λάμπρου, του συντρόφου μας, του συναδέλφου μας, του ανθρώπου που για χρόνια –πολλά- κρατούσε τα ινία της εφημερίδας «Εποχής», ώστε να φτάνει κάθε Κυριακή στα χέρια του αναγνώστη. Του Πάνου που –μαζί με την Θεανώ Ποτήρη- ξεκίνησαν την Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων και αφιέρωσε ώρες ολόκληρες να μιλά στα τηλέφωνα με ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από κάγκελα, παρότι η συντακτική επιτροπή της εφημερίδας του φώναζε να τελειώνει για να προχωρήσει η δουλειά. Εκείνος εκεί, «θα μιλήσω όσο θέλει, μέχρι να μου το κλείσει», μας απαντούσε. Απάντηση που ορισμένες φορές μας εξόργιζε, αλλά κατανοούσαμε. Εμείς ήμασταν έξω, στη συλλογικότητά μας, στο μεγάλο τραπέζι της εφημερίδας και συνθέταμε, διαφωνούσαμε, συμπληρώναμε, συζητούσαμε, σκεφτόμασταν ελεύθερα. Όποιος ή όποια ήταν στην άλλη άκρη της γραμμής δεν είχε αυτό το «προνόμιο». Είχε μόνο τον Πάνο, γιατί ήταν «στη χώρα των κλουβιών». Στις 14 Μαΐου κυκλοφορεί το βιβλίο του Πάνου Λάμπρου «Στη χώρα των κλουβιών. Μια περιπλάνηση στις ελληνικές φυλακές», από τις εκδόσεις Εύμαρος. Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ γραπτού λόγου για το ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα. Καλοτάξιδο Πάνο. Σε επόμενο φύλλο θα έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε με τον Πάνο για τη συμμετοχή του στο ευρωψηφοδέλτιο. Αυτή τη βδομάδα, ο χώρος αφιερώνεται στους κρατούμενους και τις κρατούμενες. Γιατί έχουν προτεραιότητα, πριν κάτσουμε στο μεγάλο τραπέζι με τον Πάνο να συζητήσουμε, να διαφωνήσουμε, να συνθέσουμε, να συσκεφτούμε. Εμείς μπορούμε να το κάνουμε, όπως και να περιμένουμε. Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο.

Τα κελιά είναι, κατά κάποιο τρόπο, προνόμιο βαρυποινιτών. Γιατί σε πολλές φυλακές αντί κελιών υπάρχουν θάλαμοι των δώδεκα, δεκατεσσάρων, είκοσι, είκοσι τεσσάρων κρεβατιών. Η παρουσία τόσων ανθρώπων στον ίδιο χώρο εντείνει τις φασαρίες, τις διενέξεις, τις διαφωνίες ακόμα και για απλά πράγματα. Η στρατιωτικού τύπου συμβίωση διαλύει κάθε είδους ιδιωτικότητα, κάθε ίχνος της προηγούμενης ζωής. Ο άνθρωπος γίνεται μάζα, τα κορμιά ακουμπούν σχεδόν το ένα το άλλο, οι δυσάρεστες μυρωδιές πολλαπλασιάζονται και στέκονται πάνω του, τριγυρνούν αλύπητα στον χώρο και καθώς δεν βρίσκουν διέξοδο διαφυγής, γίνονται ο αέρας που αναπνέει. Μέχρι που και αυτόν τον συνηθίζει. Όταν τα φώτα σβήνουν και ο κρατούμενος προσπαθεί να ξεφύγει, να δραπετεύσει σε όνειρα και εφιάλτες, να πάρει τζούρα ελευθερίας, γουλιές ανεμελιάς, αρχίζουν οι ήχοι που τον επαναφέρουν. Τα κρεβάτια τρίζουν, το ροχαλητό εμποδίζει τη φυγή και τον αναγκάζει να επιστρέψει.
Οι κραυγές του σώματος καθώς ξελαφρώνει ο διπλανός του, ο απέναντι, ο από πάνω, τον τρελαίνει, θέλει να ουρλιάξει, να βάλει τα κλάματα. Ωστόσο σιωπά και σταδιακά κάνει το ίδιο. Τα αέρια του σώματος βγαίνουν με μεγαλύτερη ευκολία, βήχει όπως βήχουν, ξερνά, αδιαφορεί που δεν υπάρχει φρέσκος αέρας, λειτουργεί όπως ο δίπλα, ένα σώμα, πολλά σώματα, ενωμένα σε ένα σακί από ανθρώπινα μέλη, από ανθρώπινα μπάζα.

Αναζητώντας μια στάλα ιδιωτικότητας

Ο άνθρωπος λαχταρά ως ελεύθερος και ως έγκλειστος μια στάλα ιδιωτικότητας. Ο ελεύθερος έφηβος διεκδικεί συνήθως δικό του δωμάτιο, να μην κοιμάται με τον αδελφό ή την αδελφή του. Είναι μια φυσιολογική και αναμενόμενη διεκδίκηση. Ο κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη τον χώρο του. Να σκεφτεί, να μιλήσει με τον εαυτό του, να αναζητήσει το σώμα του, να κοιμηθεί με τα δικά του όνειρα, χωρίς να μπερδεύονται με τους εφιάλτες του άλλου. Μια στάλα ιδιωτικότητας, που στη χώρα των κλουβιών φαντάζει πολυτέλεια, χάνεται ανάμεσα στα κρεβάτια, τα πεταμένα στρώματα, τους κουρασμένους ανθρώπινους ήχους, τους αναστεναγμούς, τη δυσοσμία, τον ετοιμοθάνατο αέρα.
Μπαίνοντας σε έναν θάλαμο διαπιστώνεις για πολλοστή φορά ότι ο ανθρώπινος νους επινοεί τρόπους, μεθόδους διαφυγής. Η κανονικότητα του καθένα και της καθεμίας, ανάλογα τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει, είναι διαφορετική. Το διεκδικούμενο δωμάτιο μετατρέπεται στην προκειμένη σε διεκδικούμενο χώρο που ίσα ίσα καλύπτει το σώμα, ένα σκεπαστό κρεβάτι, ένα σεντόνι που σέρνεται σε ρόλο παραβάν ώστε να μην γίνεται ορατός από τον διπλανό του. Φτιάχνει μια αυτοσχέδια πέργκολα με σεντόνια και πετσέτες για να κρύβει το σώμα, το κορμί όταν σπαρταρά, όταν αναζητά το χάδι, τη ζεστασιά του εαυτού του. Εκεί μέσα, σε αυτό το πρόχειρα σκεπαστό κρεβάτιζει μόνος του, απολαμβάνει τη μοναξιά του κορμιού του.

Στο θάλαμο… αερίων

Όποιος μπαίνει μέσα στο θάλαμο, κάποιος που δεν είναι εγγεγραμμένος στη χώρα μας αλλά επισκέπτης, του κόβεται η αναπνοή. Αναγούλα. Θέλει να ξεράσει, να απελευθερωθεί από τον λιποθυμισμένο αέρα, κάπως έτσι θα είναι η κόλαση, πώς αλλιώς…
Αριστερά του θαλάμου, κάπου στην πρωτεύουσα της χώρας μας, τον Κορυδαλλό, τέσσερις Ρουμάνοι, πιο δίπλα οι Βούλγαροι, ανάμεσά τους ένας καρκινοπαθής γέροντας, μπορεί και να μην είναι ηλικιωμένος, από την Ικαρία –το καταλαβαίνω από το επίθετο– με παρά φύση έδρα. Ο θάλαμος έχει και μπάνια, μυρίζουν λες και μπήκες σε βόθρο, τα μισά είναι χαλασμένα, χωρίς πόρτες, δίπλα οι τουαλέτες, ούτε που καταλαβαίνεις τι είναι ποιο. Δίπλα στην πόρτα του θαλάμου ο «κλέφτης», ένας κουβάς και ένα γυμνό καλώδιο μέσα του για να ζεσταίνει το νερό…
Ο επισκέπτης βγαίνει από το θάλαμο των αερίων, περπατά στον παγωμένο διάδρομο, βήχει, φτερνίζεται, φυσάει τη μύτη του, προσπαθεί να αναπνεύσει. Ο κρατούμενος μένει καθηλωμένος στη μέση του θαλάμου, δεν τον ενοχλεί η μυρωδιά, τη δυσοσμία δεν την καταλαβαίνει, είναι δική του, ένα με το σώμα του, με το πετσί του. Απορεί που ο επισκέπτης έφυγε τρέχοντας και συνεχίζει να πατά πάνω στα απόβλητα, κάθεται στο κρεβάτι, ανάβει τσιγάρο, πετάει τη γόπα, φτύνει με θόρυβο.

Το κελί-πολυκατοικία

Στο κελί είναι αλλιώς. Οι λίγοι που κοιμούνται μόνοι τους είναι ασφαλώς προνομιούχοι, αν και υπάρχουν περιπτώσεις, όχι πολλές, όπου ο κρατούμενος ζητάει να πάει σε θάλαμο. Δεν αντέχει τη μοναξιά. Το κελί είναι μικρό, ίσα ίσα που χωρά το κρεβάτι, ένα μικρό τραπέζι και πάνω σε αυτό όλη την περιουσία του. Μέσα το κελί και η τουαλέτα, χωρίς πόρτα, για να του θυμίζει ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από το βόθρο. Σιγά που τον νοιάζει.
Το κελί όμως στις περισσότερες περιπτώσεις γεμίζει. Έρχονται καινούργιοι πελάτες, μετατρέπεται σε πολυκατοικία. Αυτό το μικρό κελί αποκτά ορόφους και υπόγεια. Το κρεβάτι γίνεται διπλό, δίπλα του άλλο ένα, κι αν χρειαστεί και ένα στρώμα πεταμένο κάτω που φτάνει μέχρι την ανοιχτή τρύπα. Άνθρωποι και ποντίκια μαζί, κατσαρίδες και ζωύφια κάθε λογής. Οι κοριοί χορεύουν.

Το προαύλιο, χωρίς νησίδα ελευθερίας

Το προαύλιο είναι απόλυτα συμβατό με όλα τα άλλα μέρη της χώρας μας. Ο αρχιτέκτονας φρόντισε να μην υπάρχει ούτε μια χαραμάδα διαφοράς, ούτε μια μικρή νησίδα ελευθερίας. Η χώρα των κλουβιών είναι ομοιόμορφη, εκνευριστικά ίδια, φτιαγμένη από τα ίδια υλικά, μπετό και σίδηρο, μέσα και έξω, για να είναι το «έξω» ίδιο με το μέσα. Τεράστιοι τοίχοι, συρματοπλέγματα, μπετοναρισμένα βήματα, σκοπιές φρουρών, όπλα που σημαδεύουν, που απειλούν κάθε σκέψη για απόδραση. Η αρχιτεκτονική της επιτήρησης, του ελέγχου-πανόπτη, της στέρησης του αέρα, του ίδιου του ουρανού. Σε αρκετές φυλακές είναι έτσι κατασκευασμένο το προαύλιο που δεν επιτρέπει στον ήλιο να εισχωρεί, ή το ακριβώς αντίθετο, ο ήλιος το χτυπάει αλύπητα σε κάθε του σημείο, σε κάθε γωνιά του γυμνού, τσιμεντένιου χώρου.
Πρόσφατα άρθρα ( Βιβλίο )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet