Οι Πράσινοι της Γερμανίας πετούν στον έβδομο ουρανό μετά το ρεκόρ που πέτυχαν στα ποσοστά τους στις πρόσφατες ευρωεκλογές, αλλά και εξαιτίας των νέων δημοσκοπήσεων που τους φέρνουν να παλεύουν στήθος με στήθος με τη Χριστιανοδημοκρατία σε εθνικό επίπεδο. Αν το κόμμα είχε καταφέρει να εδραιωθεί και στην πρώην Ανατολική Γερμανία τότε η πρωτιά του θα ήταν μάλλον αδιαμφισβήτητη. Το ερώτημα όμως είναι τι ακριβώς θα επιδιώξουν με αυτή τους την «εκλογική απογείωση». Το ενδεχόμενο να συνεργαστούν σε μια νέα προσπάθεια για μια κυβέρνηση Τζαμάικα δείχνει να μην τους ενδιαφέρει, αφού προτιμούν μάλλον τις πρόωρες εκλογές.

Του Δημήτρη Σμυρναίου

Τελικά η πρόεδρος του SPD Αντρέα Νάλες δεν άντεξε ούτε μια εβδομάδα μετά τις ευρωεκλογές, αφού πέταξε το γάντι και ανακοίνωσε την παραίτησή της το περασμένο Σαββατοκύριακο και από την προεδρία του κόμματος, αλλά και ως επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας. Ηταν μια κίνηση που έμοιαζε αναπόφευκτη, η οποία όμως κάθε άλλο παρά ξεκαθάρισε το τοπίο σε σχέση με το μέλλον του αρχαιότερου σοσιαλιστικού κόμματος της Ευρώπης. Στις αμέσως επόμενες δημοσκοπήσεις, το SPD συνέχισε την ανώμαλη προσγείωση στον τραχύ διάδρομο της πασοκοποίησης με τα ποσοστά του να πέφτουν στο 12%. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή άνθρωπος στη Γερμανία που να είναι πρόθυμος να στοιχηματίσει υπέρ του ενδεχομένου ανάκαμψης του κόμματος, ανεξάρτητα του ποιος θα πάρει το ρίσκο να διεκδικήσει την προεδρία του.
Οι τρεις πολιτικοί που ανέλαβαν προσωρινά την ηγεσία-διαχείριση του κόμματος δηλώνουν ότι δεν ενδιαφέρονται να «μονιμοποιηθούν» σε αυτή τη θέση. Από την άλλη, μεγάλο κομμάτι της βάσης και κυρίως η κομματική νεολαία ζητούν όλο και πιο πιεστικά την έξοδο του κόμματος από το μεγάλο συνασπισμό με τους Χριστιανοδημοκράτες, κάτι που φαντάζει όλο και πιο πιθανό μέχρι το τέλος του χρόνου και προκαλεί φυσικά αναστάτωση και στο κόμμα της κυρίας Μέρκελ, παρά την προσπάθεια της διαδόχου της Ανεγκρέτ Κραμπ-Κάρενμπάουερ να πείσει ότι η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη για όλα. Ήδη μέσα στο κόμμα της έχουν ανάψει οι συζητήσεις για το αν η νέα πρόεδρος έχει τα φόντα να χριστεί υποψήφια καγκελάριος, μετά από μια σειρά ατυχείς δηλώσεις και εμφανίσεις της, οι οποίες κάθε άλλο παρά τόνωσαν τη δημοτικότητά της. Και τα δύο κόμματα του συνασπισμού δηλώνουν ότι δεν βιάζονται να λάβουν αποφάσεις, αλλά θα είναι έτοιμα αν χρειαστεί. Με την ετοιμότητα εννοούν απλώς την εκλογική, αφού σε επίπεδο προγραμμάτων και προσανατολισμού δείχνουν να μην θέλουν να ανοίξουν μεγάλη συζήτηση. Στο μεταξύ, ο Τύπος αραδιάζει υποσχέσεις, που περιλαμβάνονταν στο κυβερνητικό πρόγραμμα, αλλά δεν έχουν υλοποιηθεί και αναφέρει παραδείγματα γειτονικών χωρών, όπου οι δύο πυλώνες του κλασσικού δυτικοευρωπαϊκού δικομματισμού έχουν εξαυλωθεί. Είναι μια προειδοποίηση ότι κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να θεωρείται πλέον απίθανο και στη Γερμανία, αλλά οι ηγεσίες των δύο κομμάτων δεν έχουν διάθεση να ξεπεράσουν την αμηχανία τους και να ασχοληθούν με το θέμα, αφού προτιμούν την «μαθηματική» θεώρηση της πολιτικής.

Πράσινη ευφορία

Αυτοί που δείχνουν να βγαίνουν κερδισμένοι από την αποσύνθεση του κλασσικού γερμανικού δικομματισμού είναι οι Πράσινοι, οι οποίοι μετά την επιτυχία τους στις ευρωεκλογές όπου αναδείχθηκαν δεύτερο κόμμα, βλέπουν τώρα σε όλες τις δημοσκοπήσεις τα ποσοστά τους να εμφανίζονται περίπου ίσα με εκείνα της Χριστιανοδημοκρατίας. Είναι μια εξέλιξη, που κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί πριν από μερικά χρόνια και δικαιολογεί τον όρο «σεισμός» για τα τεκταινόμενα στην πολιτική ζωή της χώρας. Οι Πράσινοι κερδίζουν και από το κύμα ευαισθητοποίησης για τα ζητήματα της κλιματικής καταστροφής, που έχει κατεβάσει εκατοντάδες χιλιάδες νέους στους δρόμους και φαίνεται να επιδιώκουν τις πρόωρες εκλογές, αρνούμενοι να συζητήσουν για το ενδεχόμενο επανάληψης διαπραγματεύσεων για μια κυβέρνηση «Τζαμάικα» με Χριστιανοδημοκράτες και Φιλελεύθερους, αν τελικά το SPD αποφασίσει να εγκαταλείψει την κυβέρνηση. Ηγετικά τους στελέχη τονίζουν αυτές τις ημέρες ότι αφενός δεν έχουν όρεξη να αποτελέσουν την «ρεζέρβα» μιας αποδυναμωμένης Μέρκελ, αφετέρου οι συσχετισμοί μέσα στο κοινοβούλιο, όπως είχαν προκύψει μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2017 δεν αντικατοπτρίζουν τη σημερινή πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώθηκε στις κάλπες των ευρωεκλογών.
Προφανώς, το κόμμα που έχει πάψει προ πολλού να θεωρείται ως «μονοθεματικό», σκέφτεται ότι μετά από νέες εκλογές δεν θα χρειάζεται και τρίτος εταίρος για να συγκυβερνήσει για παράδειγμα με την Χριστιανοδημοκρατία. Από την άλλη, πάντως, δείχνει και μια διάθεση να αναθερμάνει τον εδώ και μια διετία παγωμένο διάλογο με τους Φιλελεύθερους, κρατώντας ανοιχτά όλα τα μετεκλογικά ενδεχόμενα. Βεβαίως, όλοι αυτοί οι υπολογισμοί έχουν και το ρίσκο τους, αφού το εκλογικό σώμα έχει δείξει ότι τιμωρεί όσους επιδιώκουν πάση θυσία να το καλέσουν πρόωρα στις κάλπες, πριν αναζητήσουν άλλες λύσεις. Ωστόσο, οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μετά από ένα αμήχανο και γεμάτο γκρίνια καλοκαίρι, η Γερμανία θα μπει σε τροχιά εκλογών, η οποία είναι να οριστικοποιήσει και το τέλος των δύο μεγάλων «λαϊκών κομμάτων». Και αναφέρονται στα παραδείγματα της Γαλλίας και της Ιταλίας, όπου Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες έχουν πάψει προ πολλού να θεωρούν δεδομένα ακόμα και τα διψήφια ποσοστά.

Το στοίχημα και ζητούμενο

Το ερώτημα βεβαίως για τους Πράσινους ξεπερνά το θέμα των επόμενων εκλογών. Αφορά τη δυνατότητά τους να εδραιωθούν ως δεύτερη δύναμη στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, αλλά και κάτι πολύ σημαντικότερο. Αν θα μπορέσουν να δώσουν ένα πραγματικό «πρόσωπο» σε μια συνολική πρόταση για την οικονομία, που θα μπορέσει να συνδυάσει την κοινωνική με την «κλιματική δικαιοσύνη», που απαιτεί στις συγκεντρώσεις της η νεολαία. Η αντιμετώπιση της κλιματικής καταστροφής δεν μπορεί να περιορίζεται στη χρήση χάρτινων ποτηριών και στο «περισσότερο ποδήλατο». Θα πρέπει να τα βάλει και με μεγάλες πολυεθνικές, να σπάσει αυγά, να καταγγείλει το μοντέλο της διαρκούς τυφλής «μεγέθυνσης» των δεικτών με κάθε κόστος. Όλα αυτά δεν είναι εύκολα για ένα κόμμα, που σε μεγάλο βαθμό οφείλει την τωρινή του ανοδική πορεία και στο ότι επιμελώς κρατήθηκε μακριά από χαρακτηρισμούς στο κλασσικό σχήμα «Δεξιά-Αριστερά». Με άλλα λόγια, η προσπάθεια απολίτικης προσέγγισης της πολιτικής, με την εστίαση σε ένα συγκεκριμένο θέμα δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα ούτε να εγγυηθεί την μακροημέρευση μιας πολιτικής δύναμης. Στους Πράσινους υπάρχουν στελέχη που το γνωρίζουν αυτό, αρκεί να μην παρασυρθούν από την οίηση που δίνουν τα καλά εκλογικά αποτελέσματα. Με απλά ελληνικά. Αρκεί να μην καβαλήσουν το καλάμι, όπως συχνά συμβαίνει σε μικρά κόμματα που εκτοξεύονται εκλογικά λόγω κάποιας συγκυρίας.
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet