** Πέραν του δόγματος της «εξημέρωσης του θηρίου», αλλά και πέραν της άσκοπης εναλλαγής μεταξύ αδράνειας και περιστασιακού ακτιβισμού, φοβικών συνδρόμων και μισαλλοδοξίας
Τη συνέντευξη πήρανο Κωστής Γιούργος και η Ιωάννα ΔρόσουΗ Τουρκία βρίσκεται εσχάτως υπό αυξανόμενη διεθνή πίεση (προμήθεια ρωσικών S-400 και γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ). Θεωρείς πιθανό να μεταφερθεί η ένταση στον αιγαιακό χώρο;Η Τουρκία έχει πάρει τα μηνύματα από όλες τις δυνατές πλευρές. Δεδομένων των πιέσεων που δέχεται, με τελευταία την απειλή για κυρώσεις από την ΕΕ, ακόμα και αν θεωρεί ότι αυτές θα μείνουν στο πεδίο της ρητορικής, φαίνεται ακραίο να προκαλέσει θερμό επεισόδιο.
Την Τουρκία ενδιαφέρει να εδραιωθεί γεωπολιτικάΤην Τρίτη, το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τοποθετήθηκε χωρίς περιστροφές απέναντι στην Άγκυρα, χαρακτηρίζοντας παράνομες τις κινήσεις της στην κυπριακή ΑΟΖ. Τι προοιωνίζεται αυτή η «ευρωπαϊκή στροφή»;Την ανακοίνωση της Τρίτης διαδέχθηκε μια αυστηρή ανακοίνωση της Κομισιόν την Πέμπτη για επαπειλούμενες κυρώσεις. Και η απειλή αυτή έρχεται δεύτερη μετά από εκείνη των ΗΠΑ για την αγορά των πυραύλων S-400. Φαίνεται ότι η ΕΕ εγκαταλείπει, τουλάχιστον σε επίπεδο δεδηλωμένων προθέσεων, τη μέχρι στιγμής χαλαρή στάση. Η αγορά των S-400 διαμορφώνει μια σχέση Τουρκίας - Ρωσίας που δεν είναι ανεκτή από τις ΗΠΑ. Η διένεξη στην κυπριακή ΑΟΖ επιπλέον είναι και αυτή, πέρα από τα καθεαυτά ενεργειακά συμφέροντα, πεδίο στρατηγικών αντιπαραθέσεων. Νομίζω ότι η ΕΕ θέλει αυτή τη φορά να δώσει ένα σαφές μήνυμα ελπίζοντας ότι το θα το πάρει σοβαρά η Τουρκία. Το πώς και αν θα εφαρμοστούν οι ευρωπαϊκές κυρώσεις θα εξαρτηθεί από το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, και κυρίως από το αν οι ΗΠΑ κλιμακώσουν τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Από τη μία πλευρά λοιπόν, υπάρχει αυτή η αντικανονική συμπεριφορά στην περιοχή της κυπριακής ΑΟΖ. Από την άλλη πλευρά όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς, αν και εφόσον γίνουν όλες οι μελέτες, θα απαιτηθούν χρόνια για να γίνει η εξόρυξη. Φαίνεται δηλαδή ότι ακόμα και αυτό που θεωρείται ως βαρυσήμαντο συμβάν έχει πολλά στοιχεία επικοινωνιακού-πολιτικού γεγονότος. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο την Τουρκία στην παρούσα πολιτική συγκυρία είναι να εδραιωθεί γεωπολιτικά στην περιοχή. Και παράλληλα ενδιαφέρει τον Ερντογάν να ενισχύσει την εθνικιστική ρητορική του για εσωτερική κατανάλωση.
Το τουρκικό ΥΠΕΞ εγκαλεί την ΕΕ ότι ευθυγραμμίζεται «με μια εντελώς ελληνική γραμμή», με την Τουρκία να εμμένει, μολαταύτα στην ευρωπαϊκή προοπτική, αλλά και να υπενθυμίζει –εκβιαστικά άραγε;- τις «παγκόσμιες προκλήσεις όπως η τρομοκρατία και η παράνομη μετανάστευση». Τι μήνυμα «διαβάζει» η Τουρκία στην ευρωπαϊκή τοποθέτηση;Διαβάζει αρκετά καλά μάλλον ότι η ΕΕ δείχνει αλληλεγγύη στο μέλος της. Αλλά εξυπονοεί συγχρόνως και αυτό που ενδεχομένως θα χάσει η ΕΕ αν οξυνθεί και άλλο η κατάσταση. Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή της προοπτική, σε γενικές γραμμές αυτοπαρουσιάζεται ταυτόχρονα ως ευρισκόμενη αντιμέτωπη με το δίλημμα που επισήμανε ο Τσαβούσογλου λέγοντας ότι «ή θα εξαρτόμαστε από άλλους ή θα υποστούμε τις δυσκολίες για να γίνουμε μια εντελώς ανεξάρτητη χώρα» και ως διαρκής υποψήφια για ένταξη, παρά το γεγονός ότι αυτή είναι ουσιαστικά παγωμένη εδώ και καιρό. Είναι μία αμφίσημη τακτική με την οποία ο Ερντογάν προσπαθεί ίσως να ισορροπεί τις αντίθετες τάσεις μέσα στην τουρκική κοινωνία. Το τι θα κάνει η Τουρκία αν αποφασίσει η ΕΕ να επιβάλει τις κυρώσεις και το αν θα αρχίσει να εκβιάζει, εξαρτάται και αυτό από το πώς θα σταθμίσει την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ. Εκεί είναι πιο δύσκολα τα πράγματα, διότι οι ΗΠΑ δεν θα χάσουν κάτι, ενώ στην Τουρκία θα θιγεί αναμφίβολα όχι μόνο η κρατική οικονομία, αλλά και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και επενδύσεις. Δεν ξέρω αν θα πάρει τέτοιο ρίσκο ο Ερντογάν. Μέχρι στιγμής, και παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιεί πολύ το συναίσθημα στη σχέση του με τον τουρκικό λαό και κυρίως στις προεκλογικές του μάχες, στις κρίσιμες στιγμές ζυγίζει μάλλον τα πραγματικά δεδομένα. Συνεχίζει όμως πάντα να είναι μην είναι προβλέψιμη η εκδίπλωση της στρατηγικής του.
Ποια θεωρείς ενδεδειγμένη στάση της Ε.Ε., ώστε να υπάρξει εξομάλυνση των ευρω-τουρκικών σχέσεων, αλλά και των ελληνο-τουρκικών.Καλό είναι να βρεθεί πάλι ισορροπία και να μην απομονωθεί η Τουρκία. Είναι δύσκολο σε αυτή τη φάση να πει κανείς τι θα μπορούσε να κάνει η ΕΕ δεδομένων των συνεχών προκλήσεων, είναι δύσκολη η ανάγνωση των κινήσεων γενικώς. Τώρα έχουμε την εξαγγελία να ανοίξει η Αμμόχωστος και να παραχωρηθούν οι ελληνικές περιουσίες ― σαφώς επιθετική κίνηση. Είναι πολλά που πρέπει να έχει κανείς κατά νου. Ο ορθός δρόμος για την Ελλάδα είναι να εκπέμπονται σαφή μηνύματα, να ασκείται ισχυρή διπλωματία και να αξιοποιούνται τα διεθνή όργανα και οι συμμαχίες.
Με νηφαλιότητα και στο μακρύ χρόνοΣε άρθρο του στην «Εποχή ο Σωτήρης Βαλντέν, σχολιάζοντας και την παρέμβαση του Κ. Σημίτη, σημείωνε τη «ανάγκη να επιλύσουμε τα προβλήματά μας με τη γείτονα χώρα». Ποια, κατά τη γνώμη σου, είναι η ενδεδειγμένη «εθνική γραμμή»;Ο Κ. Σημίτης επισημαίνει ότι αφ’ ης στιγμής υπάρχουν κενά στο διεθνές δίκαιο για την υφαλοκρηπίδα μικρών νησιών, θα πρέπει να βρούμε λύσεις που μπορεί να μην είναι πάντα ευχάριστες. Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρεται εμμέσως στα πολιτικά παραγόμενα από το «Ελληνοτουρκικό Ανακοινωθέν της Μαδρίτης», του 1997, που προσυπέγραψε ο ίδιος μετά την κρίση των Ιμίων, με το οποίο αναγνωρίζονται «θεμιτά, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους» και αμοιβαία «δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών», και «δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα». Σύμφωνα με έγκυρους αναλυτές, αυτή είναι η κομψή διπλωματική διατύπωση του γκριζαρίσματος των Ιμίων, την οποία είχαν διατυπώσει τότε οι Αμερικανοί με το «no troops, no flags, no ships», αλλά και μια κάπως έμμεση αποδοχή του τουρκικού casus belli. Θα έλεγα ότι από ελληνικής πλευράς ορθώς υπάρχει διαρκής αναφορά στο διεθνές δίκαιο και στο δίκαιο των θαλασσών, εντούτοις η Τουρκία δεν έχει προσυπογράψει κρίσιμες συνθήκες και επιζητεί παγίως διμερείς διευθετήσεις. Αυτό πρέπει να δούμε με νηφαλιότητα και στον μακρύ χρόνο. Η εθνική γραμμή πρέπει να κινείται προς πολιτικά βιώσιμες λύσεις και να μην συγκροτείται από κραυγές και συγκαλύψεις. Η υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας είναι άλλο πράγμα και άλλο πράγμα η αδιαλλαξία. Η διπλωματία μας πρέπει να κινηθεί σε νέα πίστα, πέραν του δόγματος της «εξημέρωσης του θηρίου», αλλά και πέραν της άσκοπης εναλλαγής μεταξύ αδράνειας και περιστασιακού ακτιβισμού, φοβικών συνδρόμων και μισαλλοδοξίας.
Οι τριγμοί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η έκτακτη σύγκληση του ΚΥΣΕΑ παρουσιάζονται από την αντιπολίτευση και τα κυρίαρχα ΜΜΕ ως ψηφοθηρικό παιχνίδι της κυβέρνησης. Ο κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «ανεύθυνη δραματοποίηση της κατάστασης». Πώς το σχολιάζεις;Θεωρεί επίσης ο κ. Μητσοτάκης δραματοποιημένη και την αντίδραση της Κομισιόν ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μία μέρα μετά; Είναι αστείο να λέγεται ότι δεν έπρεπε να συγκληθεί το ΚΥΣΕΑ επειδή ήταν αργία, όταν η συγκεκριμένη δράση της Τουρκίας συνεχιζόταν οξυνόμενη και η επικοινωνία με την κυπριακή κυβέρνηση ήταν διαρκής. Δηλαδή φαίνεται εύλογο, ορθό και δέον στον κ. Μητσοτάκη η Κομισιόν να εκφράζει ταχύτατα τη θέση της απέναντι σε αυτό το ζήτημα και η Ελλάδα να μην είχε συγκαλέσει το αρμόδιο κυβερνητικό όργανο; Είναι επικίνδυνο εκτός από άηθες να υποστηρίζεται ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το σοβαρότερο ζήτημα εξωτερικής πολιτικής για να εξυπηρετήσει προεκλογικούς σκοπούς.
Υπόδειγμα για την επίλυση διενέξεων
Τα μαθήματα από τον τρόπο χειρισμού και τελικά επίλυσης του Μακεδονικού μπορούν να έχουν εφαρμογή στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας;Για την επίλυση του Μακεδονικού, δεν θα αρκούσε μόνο η αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς, για να κλείσει αυτό το μέτωπο. Βρέθηκε και ο κατάλληλος συνομιλητής και έγιναν οι αμοιβαίοι ελιγμοί προς όφελος και των δύο χωρών. Αν θέλουμε να μιλήσουμε ρεαλιστικά εκτιμώ ότι αυτή τη στιγμή ο Ερντογάν είναι δυσκολότατος συνομιλητής για όλους τους λόγους που έχουν αναλυθεί όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο, είμαστε γείτονες και πάντα θα βρισκόμαστε στο τραπέζι με την Τουρκία. Πρέπει με πολύ μεγάλη σύνεση, σοβαρότητα και σθένος να δουλεύουμε διαρκώς πολιτικά και διπλωματικά ώστε να υπάρχει ισορροπία σε αυτή την ταραχώδη σχέση. Υπ’ αυτή την έννοια, η συμφωνία των Πρεσπών είναι ένα υπόδειγμα του πώς μπορούμε να κινούμαστε για την επίλυση διενέξεων. Είναι ένα διεθνούς επιπέδου δείγμα μιας εξαιρετικά προσεγμένης διπλωματικής κίνησης, που κατέστησε την Ελλάδα στρατηγικά στην πλέον αναβαθμισμένη χώρα στη Μεσόγειο.