Του Γιώργου Σταθάκη*Το 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση, η χώρα βρισκόταν στη δίνη της μεγαλύτερης μεταπολεμικά κρίσης, με το ΑΕΠ να έχει βυθιστεί κατά 25%, την ανεργία να είναι πάνω από το 25% και ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας να απειλείται από μια ανθρωπιστική κρίση πρωτόγνωρη για δυτική κοινωνία. Το χειρότερο ήταν ότι παρά τις θυσίες, δεν ήταν καν ορατή η οριστική αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης και τα δημόσια ταμεία ήταν άδεια.
Σήμερα, βρισκόμαστε σε μια εντελώς διαφορετική περίοδο. Το ΑΕΠ αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 9 τρίμηνα, με το ρυθμό ανάπτυξης να είναι σταθερά από τους υψηλότερους στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό ανεργίας έχει υποχωρήσει στο 18% και παράλληλα επιστρέφει η κανονικότητα στην αγορά εργασίας, με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του κατώτατου μισθού. Η Ελλάδα έχει εξέλθει από την περίοδο των μνημονίων, με το δημόσιο χρέος να είναι βιώσιμο σε ορίζοντα 15ετίας και να αναχρηματοδοτείται πλέον ομαλά στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με επιτόκια χαμηλότερα του 2%.
Μακριά από στρεβλώσεις του παρελθόντοςΚατά συνέπεια οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην οικονομία, σε μια νέα κυβερνητική θητεία, είναι διαφορετικές: Κατά τη νέα περίοδο ανάπτυξης πρέπει να εγκαταλειφθούν στρεβλώσεις του παρελθόντος, που οδήγησαν στην κρίση. Η οικονομία δεν μπορεί να χρηματοδοτείται με δανεικά, αλλά οφείλει να βασιστεί στην εξωστρέφεια και την καινοτομία. Τα κέρδη της ανάπτυξης δεν πρέπει να τα καρπώνονται λίγοι, αλλά να επιμερίζονται όσο το δυνατόν δικαιότερα και να ενισχύεται η κοινωνική συνοχή. Δίκτυα πελατειακών σχέσεων, που σπαταλούν τους δημόσιους πόρους, πρέπει να καταπολεμηθούν από διαφανείς και αποτελεσματικές διαδικασίες.
Την προηγούμενη τετραετία έγιναν σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση ενός διαφορετικού προτύπου ανάπτυξης, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η αξιοποίηση του μεγάλου συγκριτικού πλεονεκτήματος της οικονομίας, του ανθρώπινου δυναμικού της, καθώς και του κεντρικού χαρακτηριστικού της: το 95% των επιχειρήσεων είναι μικρού και μεσαίου μεγέθους, κάτι που δημιουργεί προβλήματα κλίμακας στο διεθνή ανταγωνισμό. Πλην, όμως, μέσω της ανάπτυξης δικτύων και αλυσίδων παραγωγής, μπορεί το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί και να αναδειχθούν προτερήματα των μικρών επιχειρήσεων, όπως η ευελιξία και ο δυναμισμός.
Το Αναπτυξιακό ΣχέδιοΠρος αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση κατέστρωσε, μετά από εκτεταμένη διαβούλευση, ένα Αναπτυξιακό Σχέδιο και προχώρησε σε πλέγμα παρεμβάσεων:
Πρώτον, ανέπτυξε τα κατάλληλα θεσμικά εργαλεία, όπως ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, που έστρεψε τους πόρους από μια «χούφτα» επενδύσεων στον τουρισμό και την ενέργεια, σε χιλιάδες επιχειρηματικά σχέδια μικρότερου μεγέθους. Για πρώτη φορά διαμορφώθηκε ένα σαφές θεσμικό πλαίσιο για τη δράση και την υποστήριξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Τα προγράμματα ΕΣΠΑ προσανατολίστηκαν στην υποστήριξη της καινοτομίας και της νεοφυούς επιχειρηματικότητας, αναπτύχθηκαν νέα χρηματοδοτικά εργαλεία σε συνεργασία με διεθνείς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα και δημιουργήθηκε η Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Δεύτερον, εγκατέλειψε την τακτική προσέλκυσης μεγάλων επενδύσεων με δέλεαρ το φθηνό εργατικό δυναμικό και την πλημμελή προστασία του περιβάλλοντος και των δικαιωμάτων εργαζομένων και καταναλωτών. Η έμφαση δόθηκε στην ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου και στην ύπαρξη διαυγών και σταθερών κανόνων. Θεσμοθετήθηκε ένα πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις, που προτάσσει τη διαφάνεια και την υποστήριξη των συμφερόντων του Δημοσίου. Προωθήθηκαν μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούσαν δεκαετίες, όπως για παράδειγμα το κτηματολόγιο ή ένας ολοκληρωμένος χωροταξικός σχεδιασμός για το σύνολο της χώρας. Το κτηματολόγιο βαίνει πλέον προς ολοκλήρωση και η τοπική αυτοδιοίκηση έχει στη διάθεσή της 200 εκατ. ευρώ για την εκπόνηση Τοπικών Χωρικών Σχεδίων, που θα καλύψουν όλη τη χώρα. Παράλληλα ενεργοποιούνται οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες e-άδειες και e-Πολεοδομία ΙΙΙ, διευκολύνοντας πολίτες και επενδυτές να έχουν πρόσβαση στα διαθέσιμα στοιχεία και τους ισχύοντες κανόνες αναφορικά με την έκδοση πολεοδομικών αδειών. Αντίστοιχες παρεμβάσεις απλοποίησης, με την αξιοποίηση της πληροφορικής, έγιναν και στην αδειοδότηση και έναρξη λειτουργίας επιχειρήσεων.
Τρίτον, ολοκλήρωσε μεγάλα έργα, όπως οι οδικοί άξονες, αλλά στη συνέχεια έδωσε έμφαση στην ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών και την αξιοποίηση της γεωγραφικής θέσης της χώρας (logistics, βαλκανικά δίκτυα σε ενέργεια και μεταφορές), στην υποστήριξη ερευνητικών προγραμμάτων (για πρώτη φορά διατίθεται πάνω από το 1% του ΑΕΠ) και στη διατήρηση υπό δημόσιο έλεγχο υφιστάμενων υποδομών (π.χ. λιμάνια και ενεργειακά δίκτυα). Απέτρεψε τα σχέδια ιδιωτικοποιήσεων σε κρίσιμους τομείς, όπως το νερό και η ενέργεια και πέτυχε να περιορίσει το κόστος του ρεύ��ατος (μετά από αυξήσεις 60% την προηγούμενη τετραετία) και την ενεργειακή φτώχεια.
Ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτουςΤέταρτον, την προηγούμενη τετραετία δύο σημαντικές παρεμβάσεις έβαλαν τις βάσεις για την οικοδόμηση ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Η μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου διασφάλισε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος για τα επόμενα 15 χρόνια και η δημοσιονομική εξυγίανση δημιούργησε σημαντικά πλεονάσματα, που πρέπει να αξιοποιηθούν σωστά τα επόμενα χρόνια. Με αυτά μπορεί να βελτιωθεί η ανταποδοτικότητα του ασφαλιστικού συστήματος (χαμηλότερες εισφορές, υψηλότερες παροχές), αλλά και να χρηματοδοτηθούν δύο άλλοι καίριοι τομείς του κοινωνικού κράτους, η υγεία (ολοκληρώνεται το σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας και δρομολογούνται 10.000 προσλήψεις) και η παιδεία (έχει ξεκινήσει πρόγραμμα 15.000 προσλήψεων). Μπορεί επίσης να περιοριστούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις των προηγούμενων ετών και να χρηματοδοτηθεί ένα σύγχρονο πλαίσιο κοινωνικών επιδομάτων (π.χ. στέγασης, ρεύματος, οικογένειας, κοινωνικής αλληλεγγύης), με διαφανή και σαφή κριτήρια.
Πέμπτον, για πρώτη φορά υιοθετήθηκε ένας πολυετής εθνικός σχεδιασμός, με επίκεντρο τον κλάδο της ενέργειας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η σημαντικότερη ίσως πρόκληση της εποχής μας –η κλιματική αλλαγή. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) αποτελεί τη στρατηγική που καλείται να υιοθετήσει η χώρα την επόμενη δεκαετία, ώστε να επιτύχει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στο πλαίσιο της διεθνούς εκστρατείας. Στόχος είναι η αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στο 1/3 του ενεργειακού μείγματος και σχεδόν στα δύο τρίτα του μείγματος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και η εξοικονόμηση του ενός τρίτου της ενέργειας που προβλέπεται να καταναλώνεται το 2030. Η, δε, υλοποίηση του ΕΣΕΚ συνεπάγεται επενδύσεις άνω των 30 δισ. ευρώ, που προφανώς μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάκαμψη της οικονομίας. Αρκεί η ενεργειακή μετάβαση να μην αποκλείει τους καταναλωτές και τους μικρότερους παραγωγούς, αλλά να διευκολύνει τη συμμετοχή τους, με σχήματα όπως οι ενεργειακές κοινότητες.
Βρίσκεται, λοιπόν, σε εξέλιξη μια διαδικασία μετασχηματισμού της οικονομίας. Μέχρι τα αποτελέσματα να γίνουν διακριτά απαιτείται χρόνος, καθώς επί δεκαετίες οι κυβερνήσεις ακολούθησαν διαφορετικές επιλογές. Είναι κρίσιμο τα νέα εργαλεία να πληθύνουν και να συνεχίσουν να αξιοποιούνται, όπως επίσης κρίσιμο είναι να διατηρηθούν οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις και να ολοκληρωθούν αυτές που είναι σε εξέλιξη. Μόνο μια κυβέρνηση με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ολοκληρώσει αυτόν το συνολικό μετασχηματισμό της οικονομίας.
*υποψήφιος βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Χανίων