«Με όλους κόντρα εδώ και τέσσερα χρόνια, ο Τσίπρας υποστηρίζεται από το 31,5% του εκλογικού σώματος. Το μάθημα αυτών των ετών είναι ότι οι οικονομικές δυνάμεις και τα ΜΜΕ έχουν περισσότερη ισχύ από το λαό. Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε. Αξίζει το σεβασμό μας.» Ο Πάμπλο Ιγγλέσιας, ηγέτης του Ποδέμος, με αυτό το μήνυμα απέδωσε με σαφήνεια την πορεία των τεσσάρων χρόνων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν αναμενόμενο ότι το εκλογικό αποτέλεσμα θα προκαλούσε το έντονο ενδιαφέρον των μέσων μαζικής ενημέρωσης της Ευρώπης και όχι μόνο. Καθώς και ότι θα άνοιγε τη συζήτηση για τα πεπραγμένα της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα.
Προκαλεί, ωστόσο, εντύπωση πώς ορισμένοι αναλυτές παρέμειναν στο 2015 για να βγάλουν τα συμπεράσματά τους, σαν να μην παρακολούθησαν τις εξελίξεις στη χώρα μας. Δεν αναφέρονται καθόλου στην κοινωνική και οικονομική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, τα δικαιώματα, το προσφυγικό, τη Συμφωνία των Πρεσπών και τέλος την έξοδο από την επιτροπεία και τη ρύθμιση του χρέους. Ακόμα αρνήθηκαν να αναφερθούν στο υψηλό ποσοστό 31,5% του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές.
Ένα ποσοστό πρωτοφανές για κυβέρνηση που μπήκε στα μνημόνια. Όλα σχεδόν τα κόμματα των ευρωπαϊκών χωρών που εφάρμοσαν πολιτικές λιτότητας, με μνημόνια ή όχι, όπως π.χ. το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα είδαν τα ποσοστά τους να περιορίζονται σημαντικά, προσβλήθηκαν από τον ιό της «πασοκοσιζασιόν». Ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα συνεχίζει να είναι δυναμικά παρών στην ελληνική πολιτική ζωή και στην ευρωπαϊκή αριστερά. Από αυτή την άποψη, έχει ενδιαφέρον να αναφέρουμε πως είδε τα αποτελέσματα μια μη αριστερή εφημερίδα της Γαλλίας η «Ζουρνάλ ντε Ντιμάνς»: «Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αναγνώρισε την καθαρή νίκη του αντιπάλου του και υποσχέθηκε ότι θα είναι παρών από τη θέση της αντιπολίτευσης και έτοιμος να αντισταθεί σε κάθε προσπάθεια κατάργησης των κατακτήσεων που σημειώθηκαν στη διάρκεια της θητείας του.» Έτσι έδωσε απάντηση και σε γνωστό φιλόσοφο, ο οποίος σε συνέντευξή του στο «Nouvelle Obs» έθεσε το ερώτημα τι θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας όταν ο Μητσοτάκης θα παίρνει μέτρα λιτότητας. Και συνέχισε: «Ο Αλ. Τσίπρας αναδείχθηκε πολιτικός ηγέτης τότε που η Ελλάδα βρισκόταν σε πλήρες χάος, λόγω της κρίσης χρέους και της λιτότητας που είχαν επιβάλει οι δανειστές της. [...] Προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού με την εκλογή του το 2015 και αναζωπύρωσε την ελπίδα σε ένα λαό σαστισμένο από τη χρεοκοπία και τα κοινωνικά προγράμματα προσαρμογής. Ωστόσο ο νέος ηγέτης της ριζοσπαστικής αριστεράς αναγκάστηκε να δεχθεί ένα πρόγραμμα για να αποφύγει τα χειρότερα, την έξοδο της χώρας του από την ευρωζώνη και αυτό φαίνεται οι ψηφοφόροι δεν το συγχώρησαν.»
Η επιστροφή της «φαμιλιοκρατίας»Σε άλλο σημείο η εφημερίδα αναφέρει πως η Ελλάδα μετά από την αποφυγή της χρεοκοπίας της προχώρησε στις πρώτες εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρα το 31,5% των ψήφων και εξέλεξε 86 βουλευτές από τους 144 που είχε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία των 158 εδρών στις 300 με το 39,8% των ψήφων. Η εκλογή του τρία χρόνια μετά την ανάδειξή του στην ηγεσία του κόμματος της ΝΔ είναι μια επιτυχία. Ο Κ. Μητσοτάκης θεωρείται ένθερμος μεταρρυθμιστής, προσκείμενος στους επιχειρηματικούς κύκλους και ο ίδιος δεν σταμάτησε να υπόσχεται ότι η οικονομία θα ανακάμψει και ότι θα αφήσει την τελευταία κρίση πίσω. Η εκλογή αυτού του νέου πρωθυπουργού, που προέρχεται από μια πολιτική δυναστεία, σηματοδοτεί την επιστροφή της κυβέρνησης της Ελλάδας στη «φαμιλιοκρατία». Πρόκειται για μια παράδοση που διέκοψε ο Αλ. Τσίπρας παίρνοντας την κυβέρνηση σε ηλικία 40 χρονών.
Αποτυχία της ευρωπαϊκής αριστεράςΤα εκλογικά αποτελέσματα και το τέλος της κυβέρνησης Τσίπρα κάλυψε με ρεπορτάζ, συνεντεύξεις και άρθρα η «Ουμανιτέ»: «Είναι προφανές πως πρέπει να αναλυθούν οι αιτίες αυτής της αποτυχίας. Η αποτυχία του Αλ. Τσίπρα είναι αποτυχία της ευρωπαϊκής Αριστεράς». Γιατί στη μεγάλη σύγκρουση των πρώτων μηνών του 2015 κανείς στην Ευρώπη δεν κατόρθωσε να βοηθήσει «πραγματικά την ελληνική κυβέρνηση». Την ίδια άποψη έχει εκφράσει και ο γνωστός οικονομολόγος-ακτιβιστής Πιέρ Κάλφα υπογραμμίζοντας πως δεν έγινε ούτε μια ελληνική απεργία που είχε ανάγκη η Ελλάδα. Μια χώρα που έχει μόνο το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, «μια χώρα ταπεινωμένη, πειραματόζωο της τρόικας» που ταυτόχρονα επεδίωκε να καταδικάσει σε αποτυχία την κυβέρνηση της Αριστεράς. Η μαζική απόρριψη από τον ελληνικό λαό «των όρων που ήθελε να επιβάλει η τρόικα με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015 δεν ήταν ικανό να προκαλέσει ένα πραγματικό ρήγμα στη σιδερένια λογική της ευρωπαϊκής λιτότητας. Η ελληνική κυβέρνηση αφέθηκε μόνης της να δώσει τη μάχη. Έτσι καταπολεμήθηκε και εξαναγκάστηκε να υπογράψει το τρίτο μνημόνιο. Μετά κατέφυγε και πάλι στις εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015 τις οποίες κέρδισε. Η έξοδος όμως από την επιτροπεία ήρθε τον Αύγουστο του 2018». Τότε η ελληνική κυβέρνηση άρχισε να παίρνει μέτρα που σηματοδοτούσαν μια αριστερή πολιτική. Τα μέτρα αυτά δεν ήταν αμελητέα, προκάλεσαν «νέες αντιπαραθέσεις στην ελληνική κοινωνία, σταμάτησαν το σπιράλ της κοινωνικής αποδιάρθρωσης με τα μέτρα υπέρ των πιο φτωχών στρωμάτων. Οι συνθήκες ζωής, όμως, συνολικά δεν καλυτέρευσαν. Για παράδειγμα, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε, οι μεσαίες όμως αμοιβές συνέχισαν να παραμένουν στάσιμες». Η επιστροφή της Δεξιάς στην κυβέρνηση φοβίζει γιατί μπορεί να σημάνει την έναρξη ενός νέου σπιράλ προς τα κάτω.
Ζητούνται απαντήσειςΤα ερωτήματα που τίθενται στην ευρωπαϊκή αριστερά είναι δύο: «Από τη μια, πώς μπορεί να εξηγηθεί η αδυναμία της να δώσει πραγματική βοήθεια στην ελληνική κυβέρνηση και, από την άλλη, αυτή η κατάσταση αδυναμίας θέτει εκ νέου το πρόβλημα άσκησης της εξουσίας από την Αριστερά και την ανάγκη αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων σε μια μη επαναστατική κατάσταση, έτσι ώστε να μετακινηθούν οι διαφορετικές γραμμές σε μια Ευρώπη όπου κυριαρχείται από το νεοφιλελευθερισμό». Γι’ αυτά τα ερωτήματα-κλειδιά είναι ανάγκη να ανοίξει μια πλατιά πολιτική συζήτηση καθώς και για την οικοδόμηση του συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη, αναφέρει ο αρθρογράφος. Τα ερωτήματα αυτά είχαν τεθεί και πριν από την ελληνική εμπειρία, με την περίπτωση της Κύπρου, όταν το ΑΚΕΛ είχε κερδίσει την προεδρία με τον αείμνηστο Χριστόφια. Τα ίδια ερωτήματα, σε διαφορετικές συνθήκες και με διαφορετικούς όρους, τίθενται και για τις περιπτώσεις που επιτυγχάνεται μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Αριστεράς χωρίς τη συμμετοχή σε κυβερνητικές ευθύνες με την κριτική στήριξη των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων Πορτογαλίας, Δανίας και ενδεχομένως Ισπανίας.
Η ευρωπαϊκή αριστερά, δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και της οικολογίας βρίσκονται ήδη μετά τις πρόσφατες ευρωεκλογές και τη νέα ηγεσία της Ευρώπης, μπροστά σε νέα προβλήματα που θα πρέπει να δώσουν απαντήσεις.
Μπάμπης Κοβάνης