Η σχέση πάθους του Εδουάρδο Γκαλεάνο με το ποδόσφαιρο…«Δεν είμαι παρά ένας ζητιάνος που περιφέρεται ανά τον κόσμο, παρακαλώντας για λίγο καλό ποδόσφαιρο στα γήπεδα. - Ένα καλό παιχνίδι, για το Θεό. Και όταν η ευχή πραγματοποιείται, πανευτυχής για το θαύμα, λίγο με νοιάζει ποια ομάδα ή ποια χώρα παίζει». Όταν ήταν παιδί, ο Εδουάρδο Γκαλεάνο (3/9/1940-13/4/2015) ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής, όμως έπαιζε καλά μόνο στον ύπνο του, γιατί, τα πρωινά, στις αλάνες του Μοντεβίδεο, ήταν από τους χειρότερους παίκτες. Ευτυχώς, ότι έχασαν τα γήπεδα και οι φίλαθλοι, κέρδισαν τα βιβλία και οι αναγνώστες. Πριν από λίγες μέρες συμπληρώθηκαν 79 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου Ουρουγουανού συγγραφέα, που υπήρξε ένας λάτρης του ποδοσφαίρου το οποίο ύμνησε με τη πένα του.
Ποδοσφαιρική βίβλοςΣτο βιβλίο του «Το ποδόσφαιρο, στη σκιά και το φως» κατάφερε να γράψει ίσως το ωραιότερο βιβλίο που έχει γραφεί για το ποδόσφαιρο. Στην αρχή του βιβλίου, αντί προλόγου, υπάρχει η «εξομολόγηση» του συγγραφέα, όπου μας λέει: «Όπως όλα τα παιδιά στην Ουρουγουάη, ήθελα κι εγώ να γίνω ποδοσφαιριστής. Έπαιζα πολύ καλά, στην πραγματικότητα ήμουνα ο πρώτος, αλλά μονάχα τη νύχτα ενώ κοιμόμουνα. Την ημέρα ήμουν το χειρότερο ξύλινο ποδάρι που πάτησε ποτέ του γήπεδο σε τούτη τη χώρα».
Ο Γκαλεάνο πιάνει την ιστορία του ποδοσφαίρου από την αρχή, από τις ιστορικές απαρχές, μας μιλάει για τους κύριους πρωταγωνιστές του, για το γήπεδο, τους παίκτες και τους οπαδούς, για τις διοικήσεις, τις εφημερίδες και την τηλεόραση, για την εξέλιξη και την εξάπλωση του παιχνιδιού, τους κανόνες του, τις ιδιαιτερότητές του, τη χειραγώγησή του από τα οικονομικά συμφέροντα, τον εκφυλισμό του ενίοτε από τη σκοπιμότητα, το πέρασμά του από την εποχή της αθωότητας στη βιομηχανία του θεάματος. Μιλάει για τους παίκτες-μύθους, τον Γκαρίντσα, τον Πελέ, τον Πούσκας, τον Μαραντόνα, τον Εουσέμπιο, τον Κρόιφ ή τον Πλατινί, ως και τον Ρονάλντο και τον Μέσι, περιγράφει γκολ και φάσεις που έμειναν στην ιστορία με μια παραστατικότητα που σε κάνει να νιώθεις ότι συμμετέχεις κι εσύ στο παιχνίδι, κάνει ντρίπλες ρίχνοντας ενίοτε την μπάλα στην πολιτική, ρίχνει ματιές στην ψυχολογία του ανθρώπινου μωσαϊκού του ποδοσφαιρικού σύμπαντος. Κι αυτή την ποδοσφαιρική Βίβλο τη χτίζει ψηφίδα ψηφίδα, ιστορία ιστορία, με ενδιάμεσους σταθμούς τις διοργανώσεις των Παγκοσμίων Κυπέλλων, με τελευταίο το Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, το 2014.
Ο ήλιος και η σκιάΟ Γκαλεάνο «ψάχνει» τη σχέση των διανοουμένων και αναφέρει ότι ο βρετανός ποιητής Κίπλινγκ το 1902 στο Λονδίνο δεν έπαιρνε στα σοβαρά αυτούς που αγωνίζονταν οι ψυχές τους με «βορβορώδεις βλάκες για τα γκολ». Εβδομήντα έξι χρόνια αργότερα όμως, στο Μπουένος Άιρες, ο Χόρχε Λούις Μπόρχες ήταν περισσότερο λεπτός: έδωσε μια διάλεξη για την αθανασία την ίδια ημέρα και την ίδια ώρα που η Αργεντινή έπαιζε τον πρώτο της αγώνα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978. Το ποδόσφαιρο έχει και την καλή του και την κακή του πλευρά, μας λέει ο Γκαλεάνο. Η καλή του, δηλαδή η φωτεινή και χαρούμενη εκδοχή του ποδοσφαίρου, είναι όταν αναφέρεται ο συγγραφέας στον «ήλιο», ενώ η κακή του, η σκοτεινή, ερεβώδης και μαύρη του πλευρά, όταν αναφέρεται στη «σκιά».
Ο Γκαλεάνο θυμίζει ότι το 1942, κατά τη γερμανική κατοχή, η Δυναμό Κιέβου τόλμησε να διαπράξει την τρέλα και να νικήσει τη γερμανική ομάδα, παρ’ ότι τους είχαν προειδοποιήσει οι Γερμανοί ότι έπρεπε οι Ουκρανοί να «δώσουν» τον αγώνα. Οι Ουκρανοί όμως το πήραν το θέμα εθνικά και κατατρόπωσαν τους Γερμανούς. Το αποτέλεσμα ήταν οι δυνάμεις κατοχής να εκτελέσουν και τους 11 παίκτες της Δυναμό, έναν προς έναν, ενώ φορούσαν ακόμη τις φανέλες της ομάδας τους. Ένα άλλο παράδειγμα της σκοτεινής πλευράς του ποδοσφαίρου είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938. Την παραμονή του αγώνα Ιταλία – Ουγγαρία, ο Μουσολίνι στέλνει από ένα πανομοιότυπο τηλεγράφημα στους ιταλούς παίκτες όπου τους έλεγε «Κερδίστε ή πεθάνετε». Ευτυχώς οι Ιταλοί στάθηκαν πιο τυχεροί από τους Ουκρανούς και κέρδισαν με 4-2. Άλλο παράδειγμα ο αμυντικός της Κολομβίας Αντρές Εσκομπάρ, που με το αυτογκόλ του ήταν η αιτία η ομάδα του να χάσει τον αγώνα στο Κύπελλο του 1994 και ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα δολοφονήθηκε στο Μεντεγίν από φανατικούς φιλάθλους. Από τις «φωτεινές» πλευρές του ποδοσφαίρου είναι όταν ακυρώνεται το γκολ του Φέρεντς Πούσκας, επειδή ο διαιτητής δεν είχε σφυρίξει για να χτυπήσει το φάουλ. Τότε ο Πούσκας παίρνει την μπάλα, τη βάζει στο ίδιο σημείο, σουτάρει και στέλνει την μπάλα στην ίδια γωνία στα δίκτυα, βάζοντας ακριβώς το ίδιο γκολ.
Εν κατακλείδι…Αναρωτιέται ο Γκαλεάνο: Έχετε μπει ποτέ σε άδειο γήπεδο; Κάντε μια δοκιμή. Σταθείτε στη μέση του σταδίου κι αφουγκραστείτε. Το γήπεδο κάθε άλλο παρά άδειο είναι. Και οι κερκίδες δεν είναι καθόλου βουβές. Στο Ουέμπλεϊ ακούγονται ακόμα οι φωνές από το Μουντιάλ του ’66, όταν κέρδισε η Αγγλία, όμως αν αφουγκραστείτε καλύτερα, θα μπορέσετε να ακούσετε το απαρηγόρητο κλάμα του ’53, όταν οι Ούγγροι νίκησαν την αγγλική ομάδα. Το Στάδιο Σεντενάριο του Μοντεβιδέο αναστενάζει νοσταλγικά για τις ένδοξες μέρες του ποδοσφαίρου της Ουρουγουάης. Το Μαρακανά εξακολουθεί να θρηνεί τη βραζιλιάνικη ήττα στο Μουντιάλ του ’50. Στo Μπομπονέρα του Μπουένος Άιρες ηχούν τα τύμπανα που χτυπούσαν μισό αιώνα νωρίτερα. Από τα βάθη του Σταδίου Αζτέκα ακούς την ηχώ των τελετουργικών ύμνων του αρχαίου μεξικανικού παιχνιδιού με την μπάλα. Το τσιμέντο του Καμπ Νου της Βαρκελώνης μιλά καταλανικά, και οι κερκίδες του Σαν Μαμές στο Μπιλμπάο μιλούν βασκικά. Στο Μιλάνο, το φάντασμα του Τζουζέπε Μεάτσα βάζει γκολ, και το στάδιο που φέρει το όνομά του δονείται. Ο τελικός του Μουντιάλ του ’74, όπου κέρδισε η Γερμανία, επαναλαμβάνεται νύχτα μέρα στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου.
Μ. Διόγος